Η θετική σκέψη και η αισιοδοξία αποτελούν για όλες τις καταστάσεις της ζωής μας, τον καλύτερο σύμβουλο. Ειδικά σε περιόδους όπου οι περιστάσεις ενισχύουν συναισθήματα όπως λύπη, απογοήτευση και θυμό, έχουμε την υποχρέωση τόσο προς τον εαυτό μας, όσο και προς τους γύρω μας, να επιδεικνύουμε ψυχικό σθένος. Το coaching και το mentoring αποτελούν δύο αποδεδειγμένα αποτελεσματικές πρακτικές που βοηθούν τον άνθρωπο να έρθει πιο κοντά στην καλή του πλευρά, αφήνοντας στην άκρη όσα τον μπλοκάρουν.

Η σημασία του να αποδεχθούμε τον εαυτό μας ως οντότητα ενός συνόλου που επηρεάζει με κάθε της ενέργεια την κάθε ομάδα στην οποία βρίσκεται κοντά, ήταν ένα από τα βασικά σημεία των παρουσιάσεων στο European Coaching Conference που διοργάνωσε το περασμένο καλοκαίρι (16-18 Ιουνίου 2011) στη Μαδρίτη η Διεθνής Ομοσπονδία Coaching (International Coach Federation – ICF).

Όπως επισημάνθηκε από τους διεθνώς διακεκριμένους ομιλητές, επαγγελματίες coaches και ακαδημαϊκούς ερευνητές στο συνέδριο, αν αρχίσουμε να ενεργούμε προσφέροντας με γενναιοδωρία ότι μπορεί ο καθένας, θα μπορέσουμε να αποκτήσουμε έναν καλύτερο κόσμο για όλους, έναν καινούριο πλανήτη, όπου η ανταμοιβή μας θα είναι η προσφορά μας. Και σε μία τέτοια πορεία ο ρόλος του coaching είναι καταλυτικός.

Ορισμοί
Σε γενικές γραμμές θα μπορούσαμε να πούμε ότι το coaching ή αλλιώς η συμβουλευτική καθοδήγηση, είναι μία μέθοδος που βοηθά τους ανθρώπους να «ξεμπλοκάρουν» από καταστάσεις που τους ταλαιπωρούν, να συνειδητοποιήσουν τι είναι αυτό που πραγματικά θέλουν, να ανακαλύψουν τις διαθέσιμες επιλογές που έχουν και εν τέλει να επιτύχουν τους στόχους τους. Ειδικά στο πλαίσιο της επαγγελματικής ζωής ενός ατόμου, το coaching μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικό, καθώς βοηθά στον εντοπισμό των παραγόντων εκείνων που εμποδίζουν την ανάπτυξη ενός εργαζόμενου.

Το ICF ορίζει το coaching ως «τη συνεργασία με τον πελάτη σε μία δημιουργική διαδικασία που τον εμπνέει να μεγιστοποιήσει την προσωπική και επαγγελματική του δυναμική».

Υπάρχει μία αρκετά μεγάλη ποικιλία προσφερόμενων τύπων coaching όπως Executive Coaching, Life Coaching, Leadership Coaching, Relationship Coaching, Business-Career Coaching, Evolutionary Coaching κτλ. Οι πιο συχνά εμφανιζόμενοι ωστόσο είναι το προσωπικό coaching, όπου ένας επαγγελματίας coach προσλαμβάνεται από έναν ιδιώτη, το executive coaching στο οποίο μία εταιρεία προσλαμβάνει τον coach και ο οποίος προσφέρει τις υπηρεσίες του στο πλαίσιο του οργανισμού και το team coaching που στοχεύει στην επίτευξη μεγαλύτερης απόδοσης μίας ομάδας.

Οι ρίζες του coaching, σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, βρίσκονται στους κλάδους της ψυχοθεραπείας και της συμβουλευτικής (ψυχανάλυση, γνωσιακή ψυχοθεραπεία, Gestalt κτλ), του management (οργανωσιακή ανάπτυξη, consulting) και της εκπαίδευσης για προσωπική ανάπτυξη. Το coaching στη μορφή που το γνωρίζουμε σήμερα, αναπτύχθηκε στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, από μία διεπιστημονική προσέγγιση της συμπεριφοράς υγιών ψυχικά ατόμων.
Το coaching ασκείται από ειδικά εκπαιδευμένους επαγγελματίες, τους coaches.

Σύμφωνα με τον ορισμό που δίνει το The Sherpa Guide: Process-Driven Executive Coaching, οι coaches είναι εκπαιδευμένοι facilitators που παράγουν θετικές αλλαγές στην επιχειρηματική συμπεριφορά, εντός ενός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος σε ένα ορισμένο χρονικό πλαίσιο.

Ο business coach αποτελεί την εξωτερική ματιά, την αντικειμενική άποψη με την οποία μπορεί να εντοπίσει τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία της επιχείρησης και με την κατάλληλη τεχνογνωσία να διορθώσει δυσλειτουργικές καταστάσεις και να ενδυναμώσει τις αποτελεσματικές.

Ιδιαίτερα σε μία περίοδο οικονομικών κρίσεων, ο ρόλος ενός business coach είναι πολύ σημαντικός σε μια επιχείρηση. Διαθέτοντας την απαραίτητη γνώση, την εμπειρία και τις πρακτικές της αγοράς, μπορεί να αποτελέσει ένα σταθερό σημείο αναφοράς και υποστήριξης για την εταιρεία και τον επιχειρηματία.

Στα χνάρια του Σωκράτη
Η μέθοδος του Σωκράτη και η διερευνητική προσέγγιση που χρησιμοποιούσε, τον κατατάσσει από πολλούς στους «πρωτεργάτες»του coaching, καθώς μέσω της μαιευτικής μεθόδου, βοηθούσε τους μαθητές του να ανακαλύψουν οι ίδιοι το «πρόβλημα» και να σκεφτούν τρόπους αντιμετώπισης.

Ο Γιάννης Καλογεράκης, εκπαιδευτής και CEO της JMK Anthropocentric Corporate Training & Development αναφέρει: «Η Συμβουλευτική καθοδήγηση διδάσκεται και αναπτύσσεται. Διέπεται από μεθοδολογία και απαντά σε συγκεκριμένες τεχνικές. Έχει σαφή εφαρμογή τόσο στο οικογενειακό όσο και στο επαγγελματικό μας περιβάλλον. Πρόκειται ακριβώς γι’ αυτό που ο Σωκράτης ονομάζει “μαιευτική” μέθοδο. Κυρίως με ερωτήσεις οδηγείς τον άλλο να ανοίξει τους ορίζοντές του, να σκεφτεί έξω από το κουτί, να προσπεράσει τα προφανή, να γίνει δημιουργικός και τελικά να δει τη λύση που υπήρχε έτσι κι αλλιώς μέσα του. Αντιμετωπίζετε έτσι συγκεκριμένα θέματα ενώ ταυτόχρονα τους δείχνετε τον τρόπο να είναι σε θέση να δίνουν δημιουργικές και αποτελεσματικές λύσεις. Βοηθά καταλυτικά κάθε εργαζόμενο αφού ουσιαστικά τους μετατρέπετε όλους σε «μικρούς ηγέτες», ενώ είναι το ίδιο απαραίτητο και χρήσιμο και στο οικογενειακό μας πλαίσιο, αφού είναι ο τρόπος για να διδάξουμε στα παιδιά μας τον τρόπο να λύνουν αποτελεσματικά και ευρηματικά τα θέματα που τα απασχολούν χωρίς να πρέπει πάντα να προστρέχουν σε εμάς».


Πότε χρειάζεται το coaching;
Πώς λειτουργεί το coaching; Έχει αποτελέσματα; Πώς το χρησιμοποιούν οι άνθρωποι και τι περιμένουν από τους executive coaches;

Οι λόγοι για τη χρήση του coaching μπορούν να ποικίλουν: από την έλλειψη ξεκάθαρων οραματισμών και στόχων, τις μη παραγωγικές συμπεριφορές και την επιθυμία αλλαγής μέχρι την αντιμετώπιση μία δύσκολης περιόδου ή την ορθή διαχείριση μίας δυναμικής πορείας σε εξέλιξη.

Η Κρύστα Τζελέπη, corporate coach – PCC και managing partner της Treasure Lab αναφέρει: «Το coaching θα το συνιστούσαμε σε όσους πραγματικά θέλουν οι ίδιοι να αλλάξουν, είτε συμπεριφορές είτε να βελτιώσουν τις ικανότητές τους είτε να εξερευνήσουν νέες οπτικές γωνίες κλπ. Παραδείγματα: έχω νέο ρόλο και θέλω να δω πώς θα τα καταφέρω καλύτερα και πώς θα αποδώσω σε συντομότερο χρόνο, υπάρχουν πολλές αλλαγές στη δουλειά μου και χρειάζομαι βοήθεια για να τις διαχειριστώ, θέλω να προετοιμαστώ για την επόμενη θέση κ.ά. Πολύ σημαντικό είναι να έχουμε έναν πελάτη/coachee που είναι διατεθειμένος να προσπαθήσει και να δουλέψει ο ίδιος με ενθουσιασμό στο πλαίσιο του coaching. Έτσι, θα μπορέσει να έχει και αποτελέσματα, μια και ο coach είναι ένα είδος facilitator και όχι αυτός που θα του υποδείξει λύσεις».

Υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν ακριβώς τι θέλουν. Κάποιοι άλλοι δεν είναι σίγουροι πότε πρέπει να καλέσουν έναν coach. Ένας κορυφαίος coach είχε πει κάποτε: «οι άνθρωποι όταν είναι άρρωστοι, φωνάζουν το γιατρό, όταν έχουν κάποιο πρόβλημα με το αυτοκίνητο, φωνάζουν τον μηχανικό. Αλλά όταν μία ομάδα ή ένας οργανισμός συνθλίβεται κάτω από το βάρος ή την κακή συμπεριφορά της επιχείρησης, οι άνθρωποι πολλές φορές δεν γνωρίζουν ότι πρέπει να καλέσουν έναν executive coach».

Από τα δεδομένα που συλλέγονται από τις ετήσιες μελέτες της εταιρείας Sherpa σχετικά με το πώς αντιλαμβάνονται τη χρήση του coaching coaches, coachees και HR Managers, προκύπτει μία ξεκάθαρη τάση: το coaching εστιάζεται κυρίως στην ανάπτυξη ανερχόμενων ταλέντων και στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων.

Μέχρι πριν από δύο χρόνια, οι άνθρωποι δέχονταν το coaching ως μέρος ενός προγράμματος ανάπτυξης ηγεσίας. Η τάση αυτή εξακολουθεί να υφίσταται καθώς η πλειοψηφία των προγραμμάτων coaching είναι σχεδιασμένα περισσότερο για βελτίωση παρά για διόρθωση ή μετάβαση. Τα άτομα που λάμβαναν καθοδήγηση για ένα συγκεκριμένο πρόβλημα ή για τη διευκόλυνση της μετάβασης κυμαίνονται στο 20%.

Στην 7η κατά σειρά έρευνα της Sherpa για το 2012, η πλειοψηφία των υπηρεσιών coaching φαίνεται ότι είναι σχεδιασμένες περισσότερο για την ανάπτυξη ηγεσίας, και ακολουθούν ισομερώς μοιρασμένες οι πρακτικές coaching που υποστηρίζουν τη μετάβαση και την επίλυση προβλημάτων. Αυτό ισχύει για όλες σχεδόν τις εταιρείες, κάθε μεγέθους. Μέσα στα επτά αυτά χρόνια που διενεργείται η έρευνα για το coaching από την Sherpa, προκύπτει ότι το ποσό που αφιερώνεται στο coaching για την επίλυση συγκεκριμένων προβλημάτων συμπεριφοράς, έχει μειωθεί από 40% σε σχεδόν 25%.

Ανεξάρτητα όμως από τον βασικό λόγο για τον οποίο ξεκινάει το coaching, αυτό βοηθά και υποστηρίζει τους ανθρώπους με τρεις τρόπους:

  • ένας coach επιτρέπει στους ηγέτες να κάνουν reflect και να σκεφτούν περισσότερο σχετικά με τις αποφάσεις τους αλλά και για τους ίδιους
  • οι άνθρωποι, συνήθως αποφεύγουν τις δύσκολες αλήθειες. Το coaching τους φέρνει αντιμέτωπους με την πραγματικότητα
  • οι άνθρωποι δεν ξέρουν πώς να αλλάξουν. Ένας coach καθοδηγεί και βοηθά τα άτομα να βρουν συμπεριφορές που μπορούν να αντικαταστήσουν εκείνες που δεν λειτουργούν.

Ποιους αφορά
Αρχικά το coaching προσφέρονταν ως εργαλείο υποστήριξης σε στελέχη που δεν είχαν την αναμενόμενη απόδοση. Αυτό ωστόσο συχνά στιγμάτιζε τα άτομα που δέχονταν coaching. Η τάση αυτή τα τελευταία χρόνια, έχει αλλάξει, καθώς πλέον χρησιμοποιείται ευρέως ως εργαλείο ανάπτυξης ηγεσίας. Το coaching χρησιμεύει στην ανάπτυξη του ταλέντου και στην αξιοποίηση της δυναμικής που κρύβει κάποιος με υψηλές δυνατότητες. Πολύ χρήσιμο επίσης μπορεί να φανεί σε άτομα που πήραν πρόσφατα προαγωγή, όπως είναι οι νέοι managers, οι επικεφαλής ομάδων, οι directors κτλ. Επιπλέον, coaching μπορεί να δεχθεί οποιοδήποτε στέλεχος που αντιμετωπίζει προκλήσεις που περιορίζουν την ανάπτυξή του.

«Πρακτικά μπορεί να απευθυνθεί σε όλους τους εργαζόμενους, ως μέθοδος. Επίσης, αποδίδει κατά τον ίδιο τρόπο τόσο σε υψηλόβαθμα στελέχη, όσο και σε προϊσταμένους, εργοδηγούς ή και σε απλούς εργαζόμενους» αναφέρει η Κ. Τζελέπη και συνεχίζει: «Ο μόνος λόγος που βλέπουμε το coaching να πραγματοποιείται σε μεγαλύτερο βαθμό σε υψηλόβαθμα στελέχη είναι λόγω του ότι είναι εξατομικευμένο πρόγραμμα/προσέγγιση και στοιχίζει περισσότερο, ανά άτομο, από ένα ομαδικό πρόγραμμα ανάπτυξης. Έτσι, οι εταιρείες, αν μιλάμε για business coaching, το χρησιμοποιούν επιλεκτικά, επενδύοντας στα υψηλόβαθμα στελέχη τους, περισσότερο όπως είναι φυσικό».

Σύμφωνα με τον Βασίλη Αντωνά, CEO της Impact «το coaching μπορεί να βοηθήσει κυρίως μεσαία και υψηλόβαθμα στελέχη που έχουν αναλάβει καινούργιες ευθύνες και θέσεις (για παράδειγμα internal rotation), στελέχη που έχουν προαχθεί σε managers (για παράδειγμα λόγω άριστων τεχνικών δεξιοτήτων) και στελέχη με όρεξη και ταλέντο. Δυστυχώς στη χώρα μας εξακολουθεί να χρησιμοποιείται για να στηρίξει κυρίως στελέχη που η εταιρεία αντιλαμβάνεται ως λιγότερο παραγωγικά ή με συγκεκριμένα προβλήματα. Και αυτό είναι χρήσιμο, δείχνει όμως τη γενικότερη φιλοσοφία μας, του να φτιάχνουμε δηλαδή κάτι όταν χαλάει αντί να κάνουμε το καλό καλύτερο».

Σύμφωνα με έρευνα του Harvard Business Review, ο κυριότερος λόγος για την πρόσληψη ενός coach είναι η ανάπτυξη υψηλού δυναμικού και η διευκόλυνση της μετάβασης.

Όπως προκύπτει από την έρευνα Sherpa, το coaching μπορεί να βοηθήσει όχι μόνο στην ανάπτυξη ηγεσίας αλλά και στην επίλυση συγκεκριμένων προβλημάτων όπως και στην υποστήριξη μετάβασης από μία θέση σε μία άλλη. Επίσης, το coaching απευθύνεται σε όλα τα στελέχη, ανεξαρτήτως επιπέδου (γράφημα 1), που αντιμετωπίζουν κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα, βοηθώντας τα να θέσουν προτεραιότητες και στόχους, να καταλάβουν τι είναι αυτό που τα εμποδίζει να προχωρήσουν και να αισθανθούν πιο σίγουροι, αισιόδοξοι και αποφασιστικοί για τις επιλογές τους. Σήμερα μάλιστα, ένα μεγάλο ποσοστό των προγραμμάτων coaching αφιερώνεται στην ανάπτυξη των ανερχόμενων ταλέντων, με αποτέλεσμα να αποτελεί σύμβολο status για ένα στέλεχος να έχει έναν coach.

Πώς γίνεται;
Το coaching είναι η συμβουλευτική καθοδήγηση με σκοπό τη σημαντική βελτίωση της ζωής μέσω της επίτευξης συγκεκριμένων στόχων. Ως καθοδήγηση νοείται η υποβοήθηση και η υποστήριξη της πορείας προς τη σωστή κατεύθυνση και όχι η επιβολή ή παροχή αυστηρών οδηγιών.

Το coaching συνήθως πραγματοποιείται με ατομικές συναντήσεις ανάμεσα στον coach και τον coachee στο πλαίσιο μίας συζήτησης με στόχο την ενθάρρυνση, την υποστήριξη και τη δημιουργία. Στη σχέση υπάρχει μία αμοιβαία δέσμευση για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα συνεργασίας, μέσα στο οποίο θα πρέπει να έχουν επιτευχθεί συγκεκριμένοι στόχοι. Κατά μέσο όρο, κάθε συνάντηση διαρκεί μία με μιάμιση ώρα ενώ η εχεμύθεια θεωρείται δεδομένη.

Η επικοινωνία μεταξύ του coachee και του coach μπορεί να γίνεται εκτός από τις ατομικές συναντήσεις και δια τηλεφώνου, μέσω chat, email ή τηλεδιάσκεψης (videoconference).

Ασφαλώς η σχέση μεταξύ του coach και του πελάτη, βασίζεται σε έναν σαφή Κώδικα Δεοντολογίας και η προσέγγιση από τον επαγγελματία coach στηρίζεται σε core competencies.

Στην έρευνα της Sherpa, οι συμμετέχοντες επαγγελματίες HR και training, ερωτήθηκαν σχετικά με το πώς γίνεται το coaching και ποια μέθοδος θεωρείται πιο αποτελεσματική. Η τάση που επικρατεί είναι πολύ συγκεκριμένη: το coaching που προσφέρεται δια ζώσης, είναι αυτό που συναντάται συχνότερα (γράφημα 2).

Η τεχνολογία ωστόσο, αποτελεί έναν σημαντικό παράγοντα που έχει μπει για τα καλά στο πλαίσιο αυτών των πρακτικών: το video conferencing κερδίζει ένα μεγάλο μερίδιο στο χώρο του coaching. Ακόμα, αν και το internet-based video έχει τους περιορισμούς του, τα συστήματα υψηλής ανάλυσης είναι όλο και πιο ευρέως διαθέσιμα, ιδιαίτερα σε internal coaches σε μεγάλες επιχειρήσεις. Στη φετινή έρευνα της Sherpa, έγινε διαχωρισμός μεταξύ της υψηλής τεχνολογίας videoconferencing από τις webcam εφαρμογές όπως το Skype.

Όπως προέκυψε από τα δεδομένα της έρευνας, μέσα στα επόμενα χρόνια θα είμαστε σε θέση να παρακολουθήσουμε την υιοθέτηση της τεχνολογίας στο coaching. Έτσι, αν και το face-to-face coaching είναι αυτό που θεωρείται ως το πιο διαδεδομένο και αποτελεσματικό, η προηγμένη τεχνολογία καθιστά το εξ αποστάσεως coaching την επόμενη καλύτερη μέθοδο.


Τι δεν είναι coaching
Το coaching διαφέρει από άλλα υποστηρικτικά προγράμματα. Αποτελεί μία ξεχωριστή υπηρεσία που εστιάζει στη ζωή ενός ατόμου και σχετίζεται με τον καθορισμό στόχων, τη δημιουργία αποτελεσμάτων και την προσωπική διαχείριση της αλλαγής.

Προκειμένου να γίνει περισσότερο κατανοητό τι είναι το coaching και ποιος ο ρόλος του coach, θα ήταν χρήσιμο να γίνει διάκριση από άλλους επαγγελματίες που παρέχουν προσωπική ή επαγγελματική υποστήριξη.

Θεραπεία: το coaching διαφέρει από τη θεραπεία με διάφορους τρόπους. Καταρχάς το coaching υποστηρίζει την προσωπική και επαγγελματική ανάπτυξη και εξέλιξη βάσει ατομικών αλλαγών με στόχο την επίτευξη συγκεκριμένων αποτελεσμάτων.

Τα αποτελέσματα αυτά συνδέονται με την προσωπική ή την επαγγελματική επιτυχία. Το coaching εστιάζει στο μέλλον. Η θεραπεία από την άλλη πλευρά, ασχολείται με την αντιμετώπιση του πόνου, των δυσλειτουργιών και των συγκρούσεων που βιώνει ένα άτομο ή που μπορεί να δημιουργούν στη σχέση ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα άτομα. Η εστίαση αφορά κυρίως την επίλυση των δυσκολιών που προκύπτουν από το παρελθόν και εμποδίζουν τη συναισθηματική λειτουργία του ατόμου στο παρόν, βελτιώνοντας συνολικά την ψυχολογική λειτουργία, την καθημερινότητα και τις συνθήκες εργασίας αντικαθιστώντας λανθάνουσες πρακτικές με πιο υγιείς τρόπους.

Στα αποτελέσματα της θεραπείας συνήθως περιλαμβάνεται η βελτίωση της συναισθηματικής κατάστασης. Και παρόλο που τα θετικά συναισθήματα μπορεί να είναι το φυσικό αποτέλεσμα και του coaching, ο πρωταρχικός του στόχος είναι η δημιουργία δραστικών στρατηγικών για την επαγγελματική ή την προσωπική ζωή ενός ατόμου. Στο coaching η έμφαση δίνεται στη δράση, στο αίσθημα της ευθύνης και στην αποτελεσματική διεκπεραίωση.

Συμβουλευτικές εταιρείες: οι σύμβουλοι μπορούν να βοηθήσουν άτομα ή/και επιχειρήσεις μέσω των εξειδικευμένων γνώσεων που διαθέτουν για ένα συγκεκριμένο θέμα. Κι ενώ οι προσεγγίσεις στον τομέα της συμβουλευτικής διαφέρουν μεταξύ τους, συνήθως επικρατεί η γενική παραδοχή ότι ο σύμβουλος όχι μόνο εντοπίζει τα προβλήματα αλλά συχνά καθορίζει ή ακόμα και υλοποιεί τις απαραίτητες και κατάλληλες λύσεις. Αντίθετα, στο coaching δίνεται έμφαση στο να μπορέσουν τα ίδια τα άτομα να παράγουν τις δικές τους λύσεις με τον coach να παρέχει υποστήριξη, να προτείνει τις κατάλληλες προσεγγίσεις και να θέτει ορισμένα πλαίσια.

Mentoring: παρόλο που συνήθως το mentoring αναφέρεται μαζί με το coaching και συχνά συγχέεται με αυτό, οι δύο πρακτικές δεν ταυτίζονται. Επιπλέον, μπορεί κάποιοι coaches να παρέχουν mentoring ως μέρος του coaching, ωστόσο τυπικά δεν είναι μέντορες όσων δέχονται coaching. Εκπαίδευση: τα προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης βασίζονται στην απόκτηση συγκεκριμένων στόχων μάθησης που ορίζονται από τον εκπαιδευτή.

Ασφαλώς και στο coaching οι στόχοι είναι σαφώς προσδιορισμένοι, οι οποίοι ωστόσο καθορίζονται από το άτομο ή την ομάδα που δέχεται το coaching με βάση τις οδηγίες που παρέχονται από τον coach. Ακόμα, συνήθως κατά τη διάρκεια μίας εκπαίδευσης ακολουθείται μία γραμμική πορεία μάθησης. Στο coaching η διαδικασία είναι λιγότερο γραμμική και δεν υπάρχει ένα εκ των προτέρων καθορισμένο πρόγραμμα.

Επιγραμματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο coach:

  • δεν εστιάζει στο παρελθόν, όπως κάνει ο θεραπευτής
  • δεν δίνει συμβουλές, όπως κάνει ο σύμβουλος επιχειρήσεων
  • δεν μοιράζεται τις εμπειρίες του, όπως γίνεται στο mentoring και
  • δεν μεταδίδει συγκεκριμένη γνώση, όπως κάνει ο εκπαιδευτής.

Το coaching στην κρίση
Οι πρωτοφανείς εξελίξεις στα οικονομικά της χώρας μας, εκτός του ότι έχουν φέρει την πλειοψηφία των ανθρώπων στα όριά τους και τις περισσότερες επιχειρήσεις σε δυσμενή κατάσταση, έχουν επηρεάσει τους προϋπολογισμούς των εταιρειών και τους τομείς στους οποίους επιλέγουν να επενδύσουν. Το coaching ωστόσο, φαίνεται να είναι από τις τελευταίες επενδύσεις που πρέπει να περιοριστούν καθώς, ειδικά σε κρίσιμες περιόδους, μπορεί να αποδειχθεί ιδιαιτέρως χρήσιμο και βοηθητικό.

«Μία επιχείρηση μπορεί να καταλάβει ότι έχει ανάγκη από αυτές τις πρακτικές όταν καταφεύγει διαρκώς σε εταιρείες στελέχωσης ή άλλους τρόπους για να καλύψει καίριες θέσεις αντί να έχει έτοιμο σχεδιασμό διαδοχής εσωτερικά και όταν δεν αποτελούν τα στελέχη της μήλο της έριδος για άλλες εταιρείες (φυτώριο ταλέντων)» υποστηρίζει ο Β. Αντωνάς.

Όσον αφορά το κατά πόσο οι εταιρείες στην Ελλάδα προσφέρουν αυτού του είδους τις υπηρεσίες στους εργαζόμενούς τους, η Σόνια Γεωργιάδου, ITC Coach for Lasting Change αναφέρει: «Αν και το coaching αναπτύσσεται συστηματικά τα τελευταία χρόνια, η συνολική κατανόηση της προστιθέμενης αξίας του είναι ακόμα περιορισμένη. Αυτό εξηγείται τόσο από την έλλειψη κουλτούρας αξιολόγησης, όσο και από την οικονομική ύφεση. Αναμφίβολα, το coaching είναι αποτελεσματικό και απαραίτητο εργαλείο, ειδικά σε περιόδους αλλαγής όπως αυτή που διανύουμε».

Σχετικά με το κατά πόσο η οικονομική κατάσταση των εταιρειών και της αγοράς γενικότερα, έχει επηρεάσει τη ζήτηση των προγραμμάτων coaching & mentoring, ο Β. Αντωνάς, αναφέρει: «Μετά από ένα αρχικό σάστισμα, οι εταιρείες χρησιμοποιούν προγράμματα coaching περισσότερο από ποτέ, ειδικά δεδομένου του ότι στη χώρα μας το κόστος εργατοώρας του coach κυμαίνεται χονδρικά από το ½ έως το 1/10 από ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη, η σχέση αξίας τιμής είναι πολύ συμφέρουσα. Ταυτόχρονα οι λίγοι επαγγελματίες που έχουν να επιδείξουν κάτι παραπάνω από μία “πιστοποίηση” (όπως μία δυνατή λίστα πελατών για παράδειγμα ή πολυετή πορεία στο χώρο) έχουν αυξήσει το μερίδιο αγοράς τους. Αυτή ήταν μία διορθωτική κίνηση που έπρεπε να γίνει. Απλά ευτυχώς για την αγορά έγινε λίγο νωρίτερα από ότι μερικοί περίμεναν ή ήλπιζαν. Από την πλευρά τους οι εταιρείες έχουν καταφύγει σε αυστηρές μεθόδους αξιολόγησης, μερικές από τις οποίες είναι χρήσιμες (όπως το να πάρουν συστάσεις από προηγούμενους πελάτες) και μερικές από τις οποίες κρύβουν κινδύνους (όπως το να βλέπει το στέλεχος 3-4 coach για να διαλέξει)».


Coaching-mentoring
Αν και οι δύο όροι συχνά συγχέονται, το mentoring διαφέρει σημαντικά από το coaching. Έτσι, ενώ το coaching ασκείται από έναν επαγγελματία ο οποίος έχει λάβει εξειδικευμένη εκπαίδευση και πιστοποίηση, ο μέντορας είναι συνήθως κάποιο ανώτερο στέλεχος της επιχείρησης που εργάζεται πολλά χρόνια στην εταιρεία και διαθέτει πλούσια εμπειρία. Για το λόγο αυτό άλλωστε, συχνά το mentoring αναφέρεται και ως «μεταβίβαση της σοφίας», γιατί το άτομο μαθαίνει από κάποιον που έχει βρεθεί στην ίδια θέση και γνωρίζει καλύτερα πώς μπορεί να αντιμετωπίσει δυσκολίες και εμπόδια.

Το mentoring αποσκοπεί στην εκμάθηση τεχνασμάτων και στρατηγικών, ώστε να είναι σε θέση ο εργαζόμενος να ελιχθεί στην επιχείρηση. Το coaching από την άλλη στοχεύει στο να αποκτήσει το άτομο αυτογνωσία, να εντοπίσει τις ελλείψεις και τις δυνατότητές του και να μάθει να θέτει στόχους.

Όπως αναφέρει η Σ. Γεωργιάδου «το coaching, μέσα από μια διαδικασία εσωτερικής αλλαγής, ανοίγει το δρόμο σε νέες επιλογές και στόχους. Με επίκεντρο τη συμφιλίωση του coachee με τον εαυτό του, αναπτύσσει τις αναξιοποίητες δυνατότητές του. Το mentoring υποστηρίζει την επαγγελματική ανάπτυξη του mentoree και τον διευκολύνει να αντιληφθεί ταχύτερα και να διαχειριστεί αποτελεσματικότερα την αλλαγή».

Αν και ο απώτερος στόχος και των δύο μεθόδων είναι η επαγγελματική επιτυχία και ανάπτυξη, διαφέρει ο τρόπος με τον οποίο επιδιώκεται αυτό να επιτευχθεί.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι συναντήσεις συνήθως γίνονται πρόσωπο με πρόσωπο ή/και με τη βοήθεια της τεχνολογίας. Το coaching ωστόσο, έχει ένα πιο «επίσημο» ύφος και ακολουθεί μία πιο δομημένη διαδικασία σε σχέση με το mentoring όπου οι συναντήσεις μπορούν να γίνονται ακόμα και κατά τη διάρκεια διαλειμμάτων.

«Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το ένα είναι υποσύνολο του άλλου» αναφέρει ο Γ. Καλογεράκης. Και διευκρινίζει: «Το coaching έχει να κάνει με την αντιμετώπιση συγκεκριμένων θεμάτων και με την τεχνική εκπαίδευσης της δημιουργικής τους επίλυσης. Βοηθάμε κάποιον να βοηθήσει τον εαυτό του – βρίσκοντας τις λύσεις “μέσα του”. Αν μπορεί να το πει κανείς έτσι, πολλά coaching μας δίνουν το mentoring. Πρόκειται για τη διαδικασία διαρκούς μεταφοράς εμπειρίας και γνωστικής ανάπτυξης. Απαντά σε κάθε στροφή ή αλλαγή της καριέρας ενός στελέχους και είναι πια ο μόνιμος τρόπος για να αντιμετωπίζει τη ζωή, τη δουλειά, το περιβάλλον του γενικότερα. Πρόκειται για ανάπτυξη, γαλούχηση, χτίσιμο νοοτροπίας, καλλιέργεια συγκεκριμένης κουλτούρας».

«Εκείνο που είναι συγκλονιστικό σε σχέση με το mentoring» υπογραμμίζει ο Γ. Καλογεράκης «είναι ότι αυτή η λέξη είναι το όνομα ενός Έλληνα.
Ο Μέντωρ ήταν ο άνθρωπος, στον οποίο ο Οδυσσέας εμπιστεύτηκε την ανατροφή και τη μόρφωση του γιού του Τηλέμαχου, πριν φύγει για την Τροία. Πόσο τεράστια τιμή αλήθεια για την Ελλάδα ένας όρος με τόσο θετικό περιεχόμενο και ειδικό βάρος, να προέρχεται από το όνομα ενός μεγάλου Έλληνα»
.

Coaching skills & team coaching
Τι είναι νέο; Τι διαφορετικό; Στις εκθέσεις του Sherpa για το Coaching του προηγούμενου έτους, οι συμμετέχοντες επεσήμαναν δύο κυρίαρχες τάσεις στην ανάπτυξη ηγεσίας: την εκπαίδευση των managers σε team coaching και coaching skills.

Το coaching δεν είναι αποκλειστικά One-to-one. Και οι ομάδες μπορούν επίσης να επωφεληθούν από αυτό. Η πρόθεση και ο στόχος του team coaching είναι ο ίδιος με το coaching σε ένα άτομο: να καθοδηγήσει την ομάδα προς τη συνειδητοποίηση της συμπεριφοράς και της απόδοσής τους, ώστε να μπορέσουν να κάνουν τις δικές τους βελτιώσεις και να καταστούν αυτές οι αλλαγές βιώσιμες σε βάθος χρόνου. Τα προγράμματα εκπαίδευσης σε coaching skills αλλά και το team coaching απαιτούν νέες δεξιότητες. Ο facilitator σε αυτά τα προγράμματα πρέπει να είναι πραγματικά ένας coach, ο ρόλος του οποίου διαφέρει από εκείνον του εκπαιδευτή.

Όπως διαπιστώνεται και από την τελευταία έκθεση του Sherpa, οι full time executive coaches δεν αποτελούν τη μόνη πηγή του coaching. Σήμερα όλο και περισσότερο αναμένεται από τους μάνατζερ, τους executives και τους supervisors να κάνουν coaching σε θέματα συμπεριφοράς. Στα προγράμματα ανάπτυξης δεξιοτήτων coaching, οι ηγέτες μπορούν να μάθουν πώς να βελτιώσουν τις εργασιακές σχέσεις, να αυξήσουν τα κέρδη και να ανεβάσουν το ηθικό και την ομαδική εργασία.

Οι δεξιότητες coaching έχουν αρχίσει να βρίσκονται στο επίκεντρο και η ιδέα να εδραιώνεται. Οι μεγάλες επιχειρήσεις με περισσότερους από 100 εργαζόμενους, προσφέρουν δεξιότητες coaching πιο συχνά από ότι οι μικρότερες, όπως επίσης σε αυτό προηγούνται οι Καναδοί, οι Αμερικανοί και οι Αυστραλοί.


Οφέλη
Οι εταιρείες που αναπτύσσουν μία ισχυρή κουλτούρα coaching επιδεικνύουν μία ισχυρή δέσμευση και ενδιαφέρον για την ενδυνάμωση των εργαζομένων στην εκπαίδευση και την ανάπτυξη.

Οι δεξιότητες που κατακτά το άτομο που δέχεται coaching όπως η αποτελεσματική επικοινωνία, η κινητοποίηση, η χρήση ανατροφοδότησης κτλ, παραμένουν ως παρακαταθήκη του στελέχους για πάντα. Με τη βελτίωση των δεξιοτήτων και των επιδόσεων, οι άνθρωποι βελτιώνουν την αυτοπεποίθησή τους και αναλαμβάνουν ευκολότερα πρωτοβουλίες και παίρνουν αποφάσεις.

Σχετικά με τα οφέλη των προγραμμάτων coaching, η Κ. Τζελέπη αναφέρει ότι «υπάρχουν πολλά, και ποσοστικά και ποιοτικά, κάτω από κάποιες προϋποθέσεις:

  • ότι ο πελάτης/coachee θέλει πραγματικά να αλλάξει και δίνει την απαραίτητη ενέργεια και προσπάθεια
  • ότι τα θέματα που έχει επιλέξει για να του γίνει coaching είναι όντως θέματα όπου η λύση εξαρτάται αρκετά από τον ίδιο
  • ότι o coach είναι επαγγελματίας εκπαιδευμένος από έγκριτο οργανισμό και τηρεί τον κώδικα δεοντoλογίας του coaching».

Όπως αναφέρει και η Σ. Γεωργιάδου «η μεγαλύτερη απόδειξη για την αποτελεσματικότητα αυτών των προγραμμάτων είναι η απελευθέρωση των αναξιοποίητων δυνατοτήτων και η μετέπειτα ανάγκη του coachee για διαρκή αυτοβελτίωση και εξέλιξη. O coachee αποκτά ευελιξία στον τρόπο αντίληψης και διαχείρισης των καταστάσεων. Οι ουσιαστικής σημασίας αυτές αλλαγές, έχουν άμεση επίδραση στη βελτιστοποίηση της αποτελεσματικότητας και της παραγωγικότητάς του».

Ο Β. Αντωνάς υποστηρίζει: «Αυτή την περίοδο νομίζω η σημαντικότερη έννοια είναι η ανάληψη ευθυνών (accountability). Σε μία εποχή που όλοι θέλουν να αποφύγουν το ρίσκο της ευθύνης, ή στην καλύτερη περίπτωση λένε “φταίω για ότι έγινε μέχρι σήμερα”, η αμεσότερη ανάγκη της αγοράς και των εταιρειών είναι να στηρίξουν τα στελέχη που θα πουν “Από εδώ και εμπρός αναλαμβάνω εγώ να το φτιάξω αυτό, μέχρι τότε, με αυτούς τους πόρους και με αυτά τα αποτελέσματα. Ενδυνάμωσέ με!”».


Αποτίμηση της αξίας

Σχεδόν κάθε στέλεχος του HR αλλά και κάθε business leader αναγνωρίζει την πραγματική αξία του coaching, το οποίο είναι χρήσιμο για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων συμπεριφοράς, για να υποστηρίξει τη μετάβαση και την ανάπτυξη τωρινών και μελλοντικών ηγετών.

Σχετικά με το πώς αξιολογείται η αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων coaching και mentoring, ο Γ. Καλογεράκης αναφέρει ότι αυτό μπορεί να γίνει πάντα και μόνο εκ του αποτελέσματος: «Από το coaching προσδοκάς άμεσα αποτελέσματα μετρήσιμα και ορατά μέσα σε ημέρες ή μήνες. Από το mentoring τα αποτελέσματα είναι ορατά σε βάθος χρόνου και αποτελούν έργο και κατάκτηση ζωής».

Όπως προέκυψε από την The Sherpa Executive Coaching Survey 2012, οι εννέα στους δέκα επαγγελματίες (91%) αναγνωρίζουν την αξία του coaching ως «μεγάλη» ή «πολύ μεγάλη». Επιπλέον, στην ίδια έρευνα γίνεται αναφορά και στην αξιοπιστία των προγραμμάτων: πάνω από 80% χαρακτηρίζουν το coaching ως «υψηλής» ή «πολύ υψηλής» αξιοπιστίας.

Στην έρευνα του 2011, οι περισσότεροι coaches ήταν αισιόδοξοι σχετικά με τη ζήτηση των υπηρεσιών τους. Πράγματι, το 2012 η αισιοδοξία τους αυτή επιβεβαιώθηκε από τη ζήτηση των πελατών τους.

Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα των ετήσιων ερευνών της Sherpa, φαίνεται ξεκάθαρα ότι κάθε χρόνο, η αξία που δίνεται στο coaching αυξάνεται. Αντίστοιχα αυξάνεται και η αξιοπιστία που αποδίδουν: τα στελέχη που χαρακτηρίζουν την αξιοπιστία του coaching ως «υψηλή» ή «πολύ υψηλή» από 80% τους τελευταίους δώδεκα μήνες, εκτοξεύτηκε στο 90%.


Case Study: Eurobank: Ενδυνάμωση στελεχών μέσω coaching & mentoring
Στην Eurobank πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη των ανθρώπων μας στηρίζει την επιδίωξη των εταιρικών στόχων. Για το λόγο αυτό τα τελευταία χρόνια έχουμε διαμορφώσει ένα συνολικό πλαίσιο επαγγελματικής ανάπτυξης, όπου αναπόσπαστο ρόλο έχουν οι πρακτικές coaching και mentoring που διευκολύνουν την απόδοση, τη μάθηση και την ανάπτυξη των ανθρώπων μας σε συνδυασμό με τις επιχειρηματικές προτεραιότητες.

Πάνω από 300 υψηλόβαθμα στελέχη της Τράπεζας έχουν συμμετάσχει σε προγράμματα coaching, είτε στο πλαίσιο προγραμμάτων Ανάπτυξης Διοικητικών Ομάδων, είτε συμμετοχής σε προγράμματα Leadership Development. Μέσα από τα παραπάνω, τα στελέχη μας αναπτύσσουν καταρχάς την αυτοεπίγνωσή τους αξιοποιώντας την ανατροφοδότηση 360°.

Στη συνέχεια, εντοπίζουν τομείς ανάπτυξης και διαμορφώνουν σε συνεργασία με τον coach και τον manager τους εξατομικευμένο πλάνο ανάπτυξης. Έτσι, η ενέργεια του στελέχους αλλά και η επένδυση του οργανισμού, στρέφεται σε εκείνες τις περιοχές που θα οδηγήσουν το στέλεχος σε υψηλή απόδοση με επίδραση στα επιχειρησιακά αποτελέσματα. Εκεί εστιάζεται και η υποστήριξη που παρέχεται με τη μορφή συναντήσεων coaching στα στελέχη. Οι coaches που χρησιμοποιούμε στα παραπάνω προγράμματα είναι στελέχη HR του οργανισμού με τις ανάλογες πιστοποιήσεις και εμπειρία αλλά και εξωτερικοί συνεργάτες στα προγράμματα leadership development.

Η αξιοποίηση των προγραμμάτων mentoring στην Eurobank εστιάζει στην ανάπτυξη μεσαίων στελεχών που αποτελούν και τους mentees. Ως μέντορες αξιοποιούνται διευθυντικά στελέχη που δεν έχουν ιεραρχική σχέση αναφοράς μαζί τους. Τα προγράμματα mentoring έχουν επίσημη μορφή, διαρκούν 9 – 12 μήνες, περιλαμβάνουν έναν αριθμό δομημένων συναντήσεων και διεξάγονται με τη χρήση εξειδικευμένης μεθοδολογίας. Γι’ αυτό το σκοπό, τόσο οι μέντορες, όσο και οι mentees παρακολουθούν αναλυτική εκπαίδευση πριν την έναρξη του κάθε κύκλου. Κυρίαρχος στόχος είναι να λάβουν οι mentees την κατάλληλη υποστήριξη, ώστε να ενδυναμωθούν και να αναδεικνύουν οι ίδιοι λύσεις στα εργασιακά θέματα που τους απασχολούν, αναπτύσσοντας παράλληλα το επαγγελματικό τους προφίλ.

Πάνω από 140 mentees και 70 μέντορες έχουν συμμετάσχει σε προγράμματα mentoring στην Τράπεζα με έμφαση στο χώρο της Τεχνολογίας. Πέρα από τα οφέλη που αποκομίζει ο mentee από τη διαδικασία, το mentoring αποτελεί σημαντική δραστηριότητα ανάπτυξης και για τα στελέχη που λειτουργούν ως μέντορες, καθώς αναπτύσσουν περαιτέρω τις δυνατότητές τους σε θέματα ηγεσίας ομάδας.

Έμφαση αποδίδεται στη μέτρηση της αποτελεσματικότητας των προγραμμάτων, είτε θεματικά με σχετικές έρευνες μέτρησης, αλλά και σε συνδυασμό με δείκτες απόδοσης και feedback που είναι ενσωματωμένα στα συστήματα διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού της Τράπεζας.

Κύρια κριτήρια για την επιλογή εξωτερικών συνεργατών στους τομείς του coaching και mentoring αποτελούν η τεχνογνωσία και η δυνατότητα μεταφοράς της εσωτερικά στον οργανισμό, η δέσμευση στη δεοντολογία και η γνώση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Θέλουμε οι coaches να αντιλαμβάνονται όχι μόνο την προσωπικότητα των στελεχών, αλλά και την επιχειρηματική πραγματικότητα του οργανισμού, γιατί μόνο έτσι μπορούν να λειτουργήσουν επιτυχημένα. 

Γκόλφω Αγαπητού, Head of Selection & Development, Eurobank EFG

Case Study: Coaching & LEO Pharma
Η LEO Pharma, έχοντας έναν αιώνα προσφοράς στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ανθρώπων, χαρακτηρίζεται από μια παραδοσιακά έντονη ανθρωποκεντρική κουλτούρα. Η πίστη μας στις ικανότητες των ανθρώπων μας και η συστηματική υποκίνηση, αξιολόγηση και ανάπτυξή τους, έχει αποδείξει ότι ενδυναμώνει το πάθος τους και τη δέσμευσή τους στην επιτυχία της εταιρείας μας. Τα τελευταία χρόνια εφαρμόζουμε ένα δομημένο διάλογο προσωπικής αξιολόγησης και ανάπτυξης που στόχο έχει να εξασφαλίσει την καλή συνεργασία και εξέλιξη των ανθρώπων μας.

Εν συντομία, η διαδικασία αξιολογεί το χθες, βάσει του οποίου χαράσσονται οι νέοι προσωπικοί στόχοι του εργαζόμενου, και ακολούθως δημιουργείται ένα πλάνο δράσεων για το αύριο. Είναι μια διαδικασία βασισμένη στις αρχές του coaching που στόχο έχει τη βελτίωση της απόδοσης μέσω της ενδυνάμωσης των προσωπικών δεξιοτήτων και προοπτικών. Ξεκινώντας από την αυτοαξιολόγηση του εργαζόμενου δημιουργούμε τις συνθήκες για μια εμπειρία αυτογνωσίας που αποφέρει μεγαλύτερη επίγνωση των δεξιοτήτων, των αδυναμιών, των προσωπικών κινήτρων και των στόχων του υπαλλήλου.

Έτσι, προκύπτει εύφορο έδαφος για έναν εποικοδομητικό διάλογο μεταξύ προϊσταμένου και υφισταμένου, μέσω ερωτήσεων, ενεργητικής ακρόασης & εποικοδομητικού feedback, που στοχεύει στη δημιουργία σχεδίου δράσης σε θέματα εργασιακής απόδοσης και προσωπικής ανάπτυξης.

Τα μεγαλύτερα ταλέντα μιας επιχείρησης, οι άνθρωποι που πρωτοπορούν και βαδίζουν με αυτοπεποίθηση προς την επιτυχία, αναζητούν ενεργά ευκαιρίες προσωπικής ανάπτυξης. Συνεπώς, οι σύγχρονοι οργανισμοί, μέσω της coaching προσέγγισης, εφαρμόζουν όλο και περισσότερο «win-win» στρατηγικές ευθυγράμμισης των προσωπικών επιθυμιών ενός εργαζόμενου και των εταιρικών στόχων και αναγκών.

Στο σύγχρονο ασταθές οικονομικό περιβάλλον η LEO Pharma στηρίζεται στο ανθρώπινό της κεφάλαιο. Εμπράκτως ενισχύουμε την ανάπτυξη και την πρόοδο των ανθρώπων μας. Η ικανοποίησή τους και η δέσμευση που επιδεικνύουν στους στόχους τους αποτελούν τη κινητήριο δύναμη της ανάπτυξής μας.

Αγγέλικα Τζέμου, HR Manager, LEO Pharmaceutical Hellas S.A.


Viewpoint: Coaching & Mentoring: ισχυρά εργαλεία στα «χέρια» των εταιρειών
Ετυμολογικά η λέξη coaching προέρχεται από την Ουγγρική λέξη kocsi που σημαίνει «άμαξα» και ήταν η ονομασία του χωριού όπου κατασκευάστηκε για πρώτη φορά. Η λέξη mentoring προέρχεται από τον Μέντορα της Ομήρου Οδύσσειας, τη μορφή του άντρα που έπαιρνε η θεά Αθηνά για να καθοδηγεί τον Τηλέμαχο σε δύσκολες στιγμές. Και οι δυο όροι αναφέρονται στην εξέλιξη και ανάπτυξη των δυνατοτήτων του ατόμου-εργαζόμενου, μέσω της παρατήρησης, της ανάλυσης, του προβληματισμού και της δράσης.

Σε εποχές κρίσης όπως αυτές που βιώνει η χώρα μας, το mentoring & coaching μπορεί να αποτελέσει ισχυρό εργαλείο των εταιρειών εάν εφαρμοστεί συστηματικά και αποδοτικά. Παλαιότερα, οι εταιρείες συνήθιζαν να παρέχουν mentoring & coaching μόνο σε υψηλόβαθμα στελέχη, στα οποία σκόπευαν να επενδύσουν. Στις μέρες μας όμως, με τις αισθητές μεταρρυθμίσεις στον επιχειρηματικό κόσμο, χρειάζεται νομίζω να σταθούμε περισσότερο στο συγκεκριμένο θέμα και να αναλογιστούμε εάν η εφαρμογή του σε χαμηλότερα επίπεδα θα ήταν χρήσιμη.

Με το ρυθμό που συρρικνώνονται οι ομάδες σε όλους τους επιχειρηματικούς τομείς, οι εταιρείες καταλήγουν να έχουν αριθμητικά μικρότερες ομάδες οι οποίες απαιτείται να φέρουν τα ίδια ή ακόμα και υψηλότερα αποτελέσματα από το παρελθόν.

Από την άλλη μεριά, ο εργαζόμενος αποζητά απελπισμένα μια θέση εργασίας που να του παρέχει σιγουριά και ευκαιρία εξέλιξης, κάτι που εάν βρεθεί θα κερδίσει την αμέριστη πίστη και αφοσίωσή του. Φαίνεται λοιπόν να υπάρχει ένα εξαιρετικά εύφορο έδαφος για την εφαρμογή του mentoring & coaching και σε χαμηλότερα επίπεδα. Η εταιρεία θα μπορέσει να επενδύσει στις ομάδες της, να τις καλλιεργήσει και να τις κάνει πιο αποδοτικές επιτυγχάνοντας τους στόχους της και ο εργαζόμενος θα παραμείνει αφοσιωμένος, καθώς θα έχει αναπτυχθεί σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο.

Δεν είναι τυχαίο ότι, σύμφωνα με έρευνα του Harvard Business Review, «Μερικές από τις πιο αναγνωρισμένες εταιρείες στο κόσμο, όπως η GE, IMB & Goldman Sachs, επενδύουν μεγάλα ποσά στο coaching. Οι ετήσιες δαπάνες για coaching στις ΗΠΑ εκτιμούνται περίπου στο $ 1 δισ.». Όσον αφορά το μέσο που θα επιλεχθεί, οι εναλλακτικές πλέον και στην ελληνική αγορά είναι αρκετές.

Από μονοήμερα ή διήμερα εκπαιδευτικά προγράμματα μέχρι και σεμινάρια μηνών, εξωτερικοί σύμβουλοι αλλά ακόμα και εσωτερικοί Coaches/Mentors. Αρκεί κανείς να έχει ξεκάθαρο στόχο για το τι προσπαθεί να επιτύχει μέσω του mentoring & coaching, σωστή καθοδήγηση και ανοιχτό πνεύμα.

‘Δεν μπορείς να διδάξεις στον άνθρωπο κάτι. Μπορείς μόνο να τον βοηθήσεις να το ανακαλύψει μέσα του’ – Galileo Galilei

Αιμιλία Στέλιαρου, Training Executive, Sarkk SA – Tommy Hilfiger

Viewpoint: Coaching and Mentoring
Στην εποχή που διανύουμε, με την οικονομική κρίση εν εξελίξει, όπου οι επιπτώσεις της είναι ήδη εμφανείς σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο, οι επιχειρήσεις σήμερα περισσότερο από άλλοτε, έχουν να επωφεληθούν από την υλοποίηση προγραμμάτων Coaching (Εμψύχωσης) και Mentoring (Ενδυνάμωσης).

Οι πρακτικές αυτές συναντούνται καθημερινά στην άτυπη μορφή τους (informal mentoring / coaching) στις διαδραστικές σχέσεις που αναπτύσσονται εντός των επιχειρήσεων, πχ κατά την ένταξη ενός νεοεισερχόμενου εργαζόμενου στην επιχείρηση ή κατά την απλή ανταλλαγή πληροφοριών και συμβουλών στα πλαίσια αλληλεπίδρασης μεταξύ ατόμων και ομάδων.

Στο σημείο αυτό έγκειται ο ουσιαστικός ρόλος της ΔΑΔ, στη συστηματοποιημένη και μεθοδευμένη προσέγγιση των αναπτυξιακών αυτών εργαλείων, ώστε να αποφέρουν στην επιχείρηση και στους εργαζομένους, τα μέγιστα δυνατά οφέλη.

Η ΔΑΔ καλείται να επιλέξει και να εφαρμόσει το κατάλληλο εργαλείο συμβουλευτικής επαγγελματικής υποστήριξης, στην κατάλληλη μορφή του (π.χ. Executive ή Leadership Coaching / Ατομικό ή Ομαδικό Mentoring κ.ά.), ανάλογα με τους στόχους που θέλει να επιτύχει, τις ανάγκες που θέλει να καλύψει ή τα προβλήματα που καλείται να επιλύσει.

Όλα αυτά πρέπει να απορρέουν από τους εκάστοτε επιχειρησιακούς και στρατηγικούς στόχους της εταιρείας και να είναι άμεσα συνυφασμένα με την εταιρική της κουλτούρα. Βάσει των παραπάνω, σε συνδυασμό με τους πόρους και τα μέσα που διαθέτει η επιχείρηση, καθορίζονται και οι αποδέκτες των προγραμμάτων. Απευθύνονται σε στελέχη που θέλουν να βελτιώσουν την απόδοση στην εργασία τους (Coaching), αξιοποιώντας στο έπακρο τις ικανότητες και δεξιότητές τους (Mentoring).

Τα οφέλη από την εφαρμογή των συστημάτων αυτών είναι πολλά τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για την επιχείρηση. Οι εργαζόμενοι από τη μία, έχουν την ευκαιρία να αναπτυχθούν τόσο προσωπικά όσο και επαγγελματικά, να διεκδικήσουν καλύτερες θέσεις εργασίας με υψηλότερες αποδοχές. Από την άλλη, η επιχείρηση δημιουργεί επιτυχημένα στελέχη, με αυξημένη απόδοση και παραγωγικότητα. Η ανταπόδοση της επένδυσης (R.O.I.), πέρα από τα εμφανή ποιοτικά οφέλη, μπορεί να ποσοτικοποιηθεί και να αποτιμηθεί με οικονομικούς όρους προσδίδοντας αξία και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα τόσο στην επιχείρηση όσο και στους ανθρώπους της.

Η αξιολόγηση των προγραμμάτων αυτών θα πρέπει να σχεδιάζεται από την αρχή της διαδικασίας. Με τον τρόπο αυτό, επιτυγχάνεται ο ακριβής προσδιορισμός των προσδοκιών απόδοσης και ανοίγονται καινούργιες δυνατότητες εξέλιξης και μάθησης. Έτσι, η αξιολόγηση αυτών των προγραμμάτων καθίσταται από ένα στείρο εργαλείο μέτρησης σε ένα δομημένο επιχειρηματικό μέσο το οποίο προσδίδει περαιτέρω επιχειρηματική αξία στις πρακτικές αυτές.

Η ΔΑΔ πρέπει να ενθαρρύνει τέτοιου είδους διαδικασίες και να διασφαλίζει την επιτυχή έκβασή τους. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να απαρτίζεται από συνεργάτες που έχουν εκπαιδευθεί (αν όχι, πιστοποιηθεί) για αυτό το σκοπό και οι οποίοι πρωτίστως διέπονται από ηθικές αξίες και κανόνες. Εξίσου σημαντικό είναι να διαθέτουν βασικές δεξιότητες, όπως αυτές της ενεργούς ακρόασης, της συστηματικής ανάδρασης και της οικοδόμησης σχέσεων αμοιβαιότητας, εμπιστοσύνης και σεβασμού.

Προκειμένου να παρέχει σωστά τις υπηρεσίες αυτές, είτε ως απλός συντονιστής με την επιλογή των κατάλληλων εξωτερικών συνεργατών, είτε in-house, ως εσωτερικός coacher/mentor, χρειάζεται τα μέλη της να έχουν βιώσει αυτήν την εμπειρία προσωπικά και να έχουν κατανοήσει σε βάθος την ολότητα των πρακτικών αυτών.

Σταθοπούλου Βίκη, HR Manager, PHARMATHEN S.A.