Κάθε χρόνο στην Ευρώπη, περίπου 5.500 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους σε εργατικά ατυχήματα ενώ εκατομμύρια άνθρωποι τραυματίζονται ή αποκτούν σοβαρά προβλήματα υγείας που οφείλονται στο περιβάλλον εργασίας. Τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι εργοδότες οφείλουν να είναι ευαισθητοποιημένοι και να μεριμνούν για θέματα που σχετίζονται με τους κινδύνους στην εργασία αλλά και τον τρόπο διαχείρισής τους.

Αν και με την κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας, οι εργαζόμενοι φαίνεται να ανησυχούν περισσότερο για την άμεση ασφάλεια της θέσης εργασίας τους παρά για την ασφάλεια και την υγεία στις συνθήκες εργασίας, τόσο νομοθετικοί όσο και κοινωνικοί λόγοι επιβάλλουν την αυστηρή τήρηση κανόνων που διασφαλίζουν την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων.

Η έκθεση σε φυσικούς παράγοντες (θόρυβος, δονήσεις, υψηλή-χαμηλή θερμοκρασία), η στάση του σώματος και η έκθεση σε κινήσεις (ανύψωση-μετακίνηση βαρέων φορτίων, επαναλαμβανόμενες κινήσεις, επίπονες στάσεις εργασίας), η έκθεση σε χημικούς παράγοντες (διακίνηση χημικών ουσιών, καρκινογόνες-νευροτοξικές ουσίες, κίνδυνοι για την αναπαραγωγή), η έκθεση σε βιολογικούς παράγοντες, οι ψυχοκοινωνικές συνθήκες εργασίας (ταχύς ρυθμός εργασίας, σωματική βλάβη, εκφοβισμός, ηθική-σεξουαλική παρενόχληση, μονότονη εργασία) είναι οι κυριότεροι δείκτες έκθεσης που αξιολογούνται για την περιγραφή της κατάστασης στο χώρο εργασίας.

Οι συνέπειες από την έκθεση των εργαζομένων σε αυτούς τους κινδύνους είναι τα εργατικά ατυχήματα με απουσία πολλών ημερών, τα θανατηφόρα ατυχήματα, οι μυοσκελετικές παθήσεις λόγω εργασίας, το άγχος, η απουσία λόγω επαγγελματικής ασθένειας και οι επαγγελματικές ασθένειες.

Εκτός από τους προαναφερόμενους συγκεκριμένους δείκτες έκθεσης, κατά την αξιολόγηση της κατάστασης υγείας και ασφάλειας στην εργασία διερευνώνται θέματα που έχουν να κάνουν με το πλαίσιο εργασίας όπως η τηλε-εργασία, συγκεκριμένες ανησυχίες σχετικά με τις συνθήκες εργασίας των ατόμων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, συμβάσεις έκτακτης απασχόλησης, χρήση ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού, εκπαίδευση σε θέματα Υγείας και Ασφάλειας παρεχόμενη από τον εργοδότη κτλ.

Η αύξηση της χρήσης της τεχνολογίας, οι νέες μορφές απασχόλησης και οι εντατικότεροι ρυθμοί εργασίας, επιβάλλουν ακόμα περισσότερο στην εποχή μας την εφαρμογή των κανόνων υγείας και ασφάλειας, την προστασία της ζωής, της αρτιμέλειας και της υγείας των εργαζομένων. Άλλωστε στόχος κάθε κοινωνίας είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής και του φυσικού μας περιβάλλοντος.

Εντούτοις, η κατάσταση στην Ελλάδα και την Ευρώπη σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία είναι δυσμενής. Εκτός από την EUROSTAT που κάνει λόγο για 5.580 θανάτους κάθε χρόνο λόγω επαγγελματικών ατυχημάτων, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας εκτιμά ότι ετησίως159.000 εργαζόμενοι πεθαίνουν λόγω επαγγελματικών ασθενειών. Για την Ελλάδα, τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία για τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας προέρχονται κατά κύριο λόγο από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) και το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.).

Σύμφωνα με τα στοιχεία των φορέων αυτών, παρατηρείται μία διαχρονική μείωση των εργατικών ατυχημάτων ενώ οι θάνατοι που σημειώνονται σε χώρους εργασίας ή σχετίζονται με την εργασία, δεν ακολουθούν αντίστοιχη πορεία.

Ευρωπαϊκή προτεραιότητα
Η ανάγκη για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας αποτελεί μία συλλογική ανησυχία που επιβάλλεται από ανθρωπιστικούς και οικονομικούς λόγους.

Η υγεία και ασφάλεια στην εργασία και η δημιουργία περισσότερων και καλύτερης ποιότητας θέσεων εργασίας, αποτελούν σήμερα κάποιους από τους κύριους στόχους της κοινωνικής πολιτικής της Ε.Ε. Το ασφαλές και υγιές εργασιακό περιβάλλον αποτελεί βασικό στοιχείο της ποιότητας στην εργασία.

Η κοινοτική δράση δεν περιορίζεται στη νομοθεσία. Έχει διευρύνει το πεδίο των δραστηριοτήτων της και σε συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (EU-OSHA) και το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας (European Foundation for the Improvement of Living and Working Conditions) προωθούν την πληροφόρηση, την καθοδήγηση προς ένα υγιές εργασιακό περιβάλλον δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στις μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις.

Η «Κοινοτική στρατηγική 2007-2012 για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία: Βελτίωση της ποιότητας και της παραγωγικότητας στην εργασία» περιγράφει τις επιλογές για περαιτέρω δράση ώστε να καταστούν οι χώροι εργασίας σε όλη την Ευρώπη, πιο υγιείς και ασφαλείς. Ο βασικός στόχος της στρατηγικής είναι η μείωση κατά ένα τέταρτο των ατυχημάτων που σχετίζονται με την εργασία στην Ε.Ε. και ο περιορισμός των επαγγελματικών ασθενειών.


Εργατικό ατύχημα
Ως εργατικό ατύχημα θεωρείται κάθε ανεπιθύμητη σωματική βλάβη ή θάνατος εργαζομένου από βίαιο ή απροσδόκητο συμβάν κατά τη διάρκεια της εργασίας ή εξαιτίας αυτής (κατά τη μετάβαση προς ή την αποχώρηση από την εργασία). Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ορίζει το εργατικό ατύχημα ως ένα «γεγονός ανεξάρτητο από την ανθρώπινη θέληση, που συμβαίνει κατά τη διάρκεια της εργασίας, περιλαμβανομένης και της μετάβασης προς και από το χώρο εργασίας».

Ατύχημα, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, είναι και αυτό το οποίο συμβαίνει κατά τη μετάβαση προς το χώρο εργασίας ή την αποχώρηση από αυτόν, ανεξάρτητα από το μέσο μεταφοράς, αρκεί να υπάρχει χρονική και χωρική συσχέτιση. Το 80% των εργατικών ατυχημάτων οφείλονται σε αιτίες που εντοπίζονται στον ίδιο τον εργαζόμενο, στις οποίες περιλαμβάνονται η ηλικία, η απειρία ή η άγνοια του εργαζόμενου, η διανοητική του ικανότητα, η κόπωση, συναισθηματικοί και παθολογικοί παράγοντες κτλ. Το υπόλοιπο ποσοστό των εργατικών ατυχημάτων οφείλονται στο περιβάλλον εργασίας, τα μέσα παραγωγής και σε απρόβλεπτα γεγονότα.

Στα αίτια που εντοπίζονται στο περιβάλλον εργασίας και τα μέσα παραγωγής περιλαμβάνονται ο κακός φωτισμός, αερισμός και θέρμανση, κακή κατάσταση δαπέδων και κλιμάκων, κακό στοίβαγμα και διακίνηση των υλικών, ακαταστασία του χώρου εργασίας και η έλλειψη καθαριότητας, τα ελαττωματικά εργαλεία και μηχανήματα, μηχανήματα χωρίς προφυλακτήρες κτλ. Στην πραγματικότητα, το εργατικό ατύχημα δεν είναι πάντοτε ένα συμβάν που σχετίζεται με την εργασία.

Για παράδειγμα, πολλοί μυϊκοί τραυματισμοί της πλάτης δεν είναι αποτέλεσμα στιγμιαίας δράσης ενός εξωτερικού παράγοντα αλλά μακρόχρονης σωρευτικής επίδρασης των συνθηκών εργασίας.

Εργατικό ατύχημα θεωρείται και ένα συμβάν που επηρεάζει την ψυχική υγεία. Οι σύγχρονες αντιλήψεις της επαγγελματικής υγιεινής ως αιτίες των εργατικών ατυχημάτων εκτός από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες και την ανθρώπινη συμπεριφορά, περιλαμβάνουν και τις αλληλεπιδράσεις διαφόρων παραμέτρων όπως την παρουσία στο χώρο εργασίας παραγόντων που μειώνουν την ικανότητα του εργαζομένου να αντιδράσει γρήγορα και αποτελεσματικά σε επικίνδυνες συνθήκες, την καταλληλότητα του προσωπικού που ασχολείται με την οργάνωση και την επίβλεψη της εργασίας, τη διακίνηση στο χώρο εργασίας των πληροφοριών που αφορούν την παρουσία κινδύνων, τις απαιτήσεις της παραγωγής και την ένταση της εργασίας και την εφαρμογή των αρχών και μεθόδων της εργονομίας.

Συνέπειες
Οι συνέπειες των εργατικών ατυχημάτων για τον οργανισμό είναι άμεσες και έμμεσες. Οι άμεσες αφορούν τα έξοδα και τις δαπάνες πρώτων βοηθειών, τη νοσοκομειακή και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τις επιδοτήσεις και αποζημιώσεις, τις συντάξεις κτλ ενώ οι έμμεσες, το κακό ψυχολογικό κλίμα στην επιχείρηση, τον ανθρώπινο πόνο του θύματος και της οικογένειάς του, το κόστος αποκατάστασης-επανένταξης, τη μειωμένη απόδοση κτλ. Ασφαλώς και τα εργατικά ατυχήματα και οι ασθένειες που σχετίζονται με την εργασία πρέπει να προλαμβάνονται.

Η πρόληψή τους δεν μειώνει μόνο τις δαπάνες αλλά συμβάλλει και στη βελτίωση της απόδοσης της επιχείρησης με πολλούς τρόπους. Η βελτιστοποίηση του εξοπλισμού και του περιβάλλοντος εργασίας ως προς τις ανάγκες της εργασιακής διαδικασίας και η καλή συντήρησή τους συνεπάγονται καλύτερη παραγωγικότητα, καλύτερη ποιότητα και λιγότερους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια.

Οι υγιείς εργαζόμενοι είναι πιο αποδοτικοί και η απόδοσή τους είναι περισσότερο ποιοτική, τα λιγότερα εργατικά ατυχήματα και ασθένειες οδηγούν σε λιγότερες αναρρωτικές άδειες με αποτέλεσμα μικρότερες δαπάνες και μικρότερη αποδιοργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας και η μείωση των τραυματισμών και των ασθενειών σημαίνει λιγότερες ζημιές και λιγότερες υποχρεώσεις για την αποκατάστασή τους.

Πρόληψη εργατικών ατυχημάτων
Η συγκροτημένη διαχείριση των κινδύνων για την υγεία και την ασφάλεια αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην επίτευξη πρόληψης εργατικών ατυχημάτων.

Η διαχείριση αυτή εμπεριέχει τη διαμόρφωση συγκεκριμένης πολιτικής, τον καθορισμό στόχων όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια, την παροχή επαρκών πόρων για την υλοποίηση της πολιτικής, την ενσωμάτωση της υγείας και της ασφάλειας σε όλα τα επίπεδα των καθηκόντων διαχειριστικής λειτουργίας και λήψης αποφάσεων, την παροχή συμβουλών στους εργαζόμενους και την παρακολούθηση και αναθεώρηση της πολιτικής προκειμένου να ελέγχεται η αποτελεσματικότητά της και το σύνολο του συστήματος.

Καθοριστική στην αποτελεσματική διαχείριση και εφαρμογή των πολιτικών για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία είναι και η συμμετοχή των εργαζομένων. Η διαβούλευση με το ανθρώπινο δυναμικό και η αξιοποίηση των γνώσεων των εργαζομένων μπορεί να βοηθήσει στον προσδιορισμό των κινδύνων και στην υλοποίηση εύχρηστων λύσεων.


Εκτίμηση επικινδυνότητας και οφέλη
Νομικές, ηθικές αλλά και πιέσεις που προέρχονται από τον ανταγωνισμό, έχουν οδηγήσει τις σύγχρονες επιχειρήσεις να προβαίνουν σε έλεγχο της επικινδυνότητας που πηγάζει από τις δραστηριότητές τους. Η πλειοψηφία των οργανισμών επιδιώκει τη συμμόρφωση με τη σχετική νομοθεσία, κοινοτική ή εθνική ενώ παράλληλα αντιλαμβάνεται τα οφέλη που μπορεί να επιφέρει μία συστηματική προσέγγιση ως προς το σύστημα διαχείρισης Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία.

Η μείωση του χαμένου χρόνου από ασθένειες και ατυχήματα, το βελτιωμένο ηθικό των ανθρώπων, η μείωση των ασφαλιστικών διεκδικήσεων και τα μειωμένα ασφάλιστρα είναι ορισμένα από τα οφέλη που αποκομίζουν οι επιχειρήσεις από μια συστηματική προσέγγιση στην εκτίμηση της επικινδυνότητας και στη διαχείριση των κινδύνων.

Ακόμα, η πρόληψη τυχόν εργατικών ατυχημάτων, η βελτίωση των συνθηκών εργασίας που έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγικότητας και η διαμόρφωση ενός ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος τόσο για τους συνεργάτες όσο και για τους επισκέπτες, αποτελούν βασικά οφέλη για την επιχείρηση που μεριμνά για τη διατήρηση ενός ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος.

OHSAS 18001
Δεδομένου ότι η διασφάλιση της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων αποτελεί μείζον θέμα για τις σημερινές επιχειρήσεις, η εφαρμογή ενός συστήματος διαχείρισης υγείας και ασφάλειας στην εργασία σε κάποιες χώρες αποτελεί νομοθετική απαίτηση ενώ πολλές επιχειρήσεις εφαρμόζοντας ένα τέτοιο σύστημα επιδιώκουν απλά να μειώσουν τα συμβάντα στο σύνολό τους.

Το OHSAS 18001, το οποίο εκδόθηκε το 1999 και αναθεωρήθηκε το 2007, αποτελεί ένα από τα πιο αναγνωρισμένα πρότυπα διεθνώς για τα Συστήματα Διαχείρισης Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία. Το διεθνές αυτό πρότυπο διαχείρισης προδιαγραφών (standards) OHSAS 18001 (Occupational Health Safety Assessment System) δημιουργήθηκε από την ανάγκη για ένα σύστημα που θα περιλαμβάνει διεθνώς αναγνωρισμένες προδιαγραφές για την Υγιεινή και Ασφάλεια βάσει του οποίου θα μπορούν οι επιχειρήσεις να οργανωθούν και να πιστοποιηθούν.

Μέσα από την εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος, η εκτίμηση της επικινδυνότητας και η διαχείριση κινδύνων προσεγγίζεται περισσότερο συστηματικά, συμβάλλοντας στην παροχή ασφαλούς περιβάλλοντος στο χώρο της εργασίας.

Επιπλέον, η διαχείριση της υγείας και ασφάλειας γίνεται πιο ξεκάθαρη και αποτελεσματική μετατρέποντας τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων σε πλάνα ενεργειών, με σκοπό τη μείωση του ρίσκου των ατυχημάτων. Τέλος, με την εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος, επιτυγχάνεται μεγαλύτερη συμμόρφωση με τη νομοθεσία, αποφεύγεται η επιβολή προστίμων και αποζημιώσεων και βελτιώνεται η εικόνα της επιχείρησης προς το ευρύ κοινό, τις αρμόδιες αρχές και κάθε εμπλεκόμενο (επενδυτές, μέτοχοι κτλ).

Ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία
Νομική βάση των οδηγιών της ΕΕ για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία είναι το άρθρο 153 της συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ (πρώην άρθρο 137 ΣΕΚ). Βάσει του άρθρου αυτού, έχουν εγκριθεί πολλές οδηγίες της ΕΕ οι οποίες καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας για την προστασία των εργαζομένων και θεμελιώδεις αρχές, όπως η αρχή της πρόληψης και εκτίμησης κινδύνων καθώς και υποχρεώσεις για τους εργοδότες και τους εργαζόμενους. Τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να θεσπίζουν αυστηρότερους κανόνες για την προστασία των εργαζομένων κατά τη μεταφορά των οδηγιών της ΕΕ στα εθνικά τους δίκαια.

Συνεπώς, οι νομοθετικές επιταγές στον τομέα της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία μπορεί να διαφέρουν μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών της ΕΕ. Οι οδηγίες αυτές θεσπίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις και θεμελιώδεις αρχές, όπως η αρχή της πρόληψης και εκτίμησης κινδύνων καθώς και υποχρεώσεις για τους εργοδότες και τους εργαζόμενους. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία στην ιστοσελίδα του αναφέρει ότι οι πρώτες οδηγίες της ΕΕ για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία εγκρίθηκαν βάσει των γενικών διατάξεων περί εναρμόνισης της αγοράς (πρώην άρθρα 100 και 100α ΣΕΚ), καθώς μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980 η συνθήκη δεν προέβλεπε ρητές νομοθετικές αρμοδιότητες στον τομέα της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία.

Μέχρι τότε, η επαγγελματική ασφάλεια και υγεία θεωρείτο κομμάτι της εναρμόνισης της αγοράς και των οικονομικών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Σημαντικό βήμα προόδου αποτέλεσε η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1987 η οποία θέσπισε νέα νομική διάταξη για την κοινωνική πολιτική στη συνθήκη προωθώντας τη «βελτίωση, ιδίως του χώρου της εργασίας, για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων». Με την προσθήκη της εν λόγω διάταξης στη συνθήκη καταδεικνύεται η σπουδαιότητα των ασφαλών εργασιακών συνθηκών.

Επιπλέον, το νέο κοινωνικό κεφάλαιο έδωσε τη δυνατότητα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προωθήσει τον κοινωνικό διάλογο μεταξύ εργοδοτών και εκπροσώπων των εργαζομένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Με τη συνθήκη του Άμστερνταμ το 1997, οι νομοθετικές αρμοδιότητες στους τομείς των ευρωπαϊκών κοινωνικών πολιτικών ενισχύθηκαν ακόμη περισσότερο με την ενσωμάτωση της κοινωνικής συμφωνίας στη συνθήκη ΕΚ. Η συνθήκη της Λισαβόνας διατήρησε την ουσία των διατάξεων των πρώην άρθρων 136 και επόμενα της συνθήκης ΕΚ.

Σε εθνικό επίπεδο, τα θέματα ασφάλειας και υγείας του ανθρώπινου δυναμικού αναφέρθηκαν για πρώτη φορά το 1911 με το νόμο «Περί υγιεινής και ασφαλείας των εργατών και περί ωρών εργασίας» και ακολούθησαν νόμοι και διατάγματα που καθορίζουν τις υποχρεώσεις των εργοδοτών σχετικά με τα απαραίτητα μέτρα που πρέπει να λαμβάνουν για την προστασία των εργαζομένων.

Ο πρώτος σημαντικός νομοθετικός σταθμός στην Ελλάδα είναι ο νόμος 1568/1985 «Υγεία και Ασφάλεια των εργαζομένων» με τον οποίο δίνεται άλλη διάσταση στην αντιμετώπιση και καθιέρωση των θεμάτων αυτών τόσο σε εθνικό όσο και σε επίπεδο επιχείρησης.


Ψυχοκοινωνικά προβλήματα
Τις τελευταίες δεκαετίες οι αλλαγές στον τρόπο εργασίας έχουν οδηγήσει σε αύξηση του αριθμού των ψυχοκοινωνικών προβλημάτων που σχετίζονται με την εργασία στην Ευρώπη. Ο αυξημένος φόρτος εργασίας, η ανασφάλεια, οι συγκεχυμένες απαιτήσεις από την απόδοση στην εργασία και οι συνεχείς αλλαγές στα εργασιακά δεδομένα αποτελούν ορισμένα παραδείγματα ψυχοκοινωνικών κινδύνων, οι οποίοι έχουν συνέπειες τόσο για την επιχείρηση όσο και για το άτομο.

Τα ψυχολογικά προβλήματα, το άγχος, οι διαταραχές ύπνου και οι διάφορες ασθένειες είναι κάποιες από τις πιθανές επιπτώσεις από τα προβλήματα αυτά ενώ οι συνέπειες για την εταιρεία είναι τα προβλήματα παραγωγικότητας, συνεργασίας, η αύξηση στην εναλλαγή του προσωπικού (staff turnover) και στον αριθμό των ατυχημάτων.

Οι ψυχοκοινωνικοί κίνδυνοι που οφείλονται στην εργασία έχει αναγνωριστεί ότι αποτελούν μία από τις σημαντικότερες σύγχρονες προκλήσεις για την υγεία και την ασφάλεια και σχετίζονται με προβλήματα στο χώρο εργασίας, όπως το εργασιακό άγχος, η βία, οι παρενοχλήσεις και ο εκφοβισμός. Επιπλέον, το άγχος σχετίζεται με υστέρηση στην απόδοση, αύξηση των απουσιών και των ατυχημάτων.

Όπως αναφέρεται από το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας, το άγχος που οφείλεται στην εργασία, συγκαταλέγεται στις συχνότερα αναφερόμενες αιτίες ασθένειας των εργαζομένων, επηρεάζοντας πάνω από 40 εκατομμύρια άτομα σε όλη την ΕΕ. Σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ, ο εργοδότης είναι υπεύθυνος για κάθε πτυχή της υγείας και της ασφάλειας στο χώρο εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των ψυχοκοινωνικών θεμάτων.

Το 2004 οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι κατέληξαν στη Συμφωνία Πλαίσιο για το Εργασιακό Άγχος και αποτελεί το αποτέλεσμα μίας βασικής συναίνεσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Σύμφωνα με το άρθρο 4 της Συμφωνίας, σε μία ανάλυση των προβλημάτων από το εργασιακό άγχος συμπεριλαμβάνονται οι παράγοντες οργάνωση και διαδικασίες εργασίας, συνθήκες εργασίας και εργασιακό περιβάλλον, επικοινωνία και υποκειμενικοί παράγοντες. Αν εντοπιστεί ένα πρόβλημα εργασιακού άγχους, πρέπει να αναληφθεί δράση για να αποτραπεί, να εξαλειφθεί ή να μειωθεί. Η ευθύνη για τον καθορισμό των κατάλληλων μέτρων βαρύνει τον εργοδότη.

Τα μέτρα περιλαμβάνουν τη διαχείριση και επικοινωνία, την κατάρτιση διοικητικών στελεχών και εργαζομένων και την παροχή πληροφοριών. Η αποτελεσματική διαχείριση, η ισορροπημένη κατανομή των καθηκόντων, η συμμετοχή των εργαζομένων, η ανάπτυξη των ικανοτήτων, η πληροφόρηση και η συγκέντρωση παρατηρήσεων και σχολίων (feedback) είναι ορισμένα προληπτικά μέτρα που μπορούν να ληφθούν στους κόλπους ενός οργανισμού.
Οι εργοδότες οφείλουν να διενεργούν τακτικούς ελέγχους και να διερευνούν και να εκτιμούν τους κινδύνους μέσω συζητήσεων, συνεντεύξεων, παρατηρήσεων, λιστών ελέγχου ή ερωτηματολογίων.

Ψυχολογική κακομεταχείριση και βία
Η παρενόχληση στο χώρο εργασίας αποτελεί ένα ευρέως διαδεδομένο πρόβλημα το οποίο μπορεί να πάρει πολλές μορφές μεταξύ των εργαζομένων σε όλα τα ιεραρχικά επίπεδα. Μπορεί να είναι σεξουαλικής, σωματικής ή ψυχολογικής μορφής και να εκφράζεται με επαναλαμβανόμενα πειράγματα, εκφοβισμό, επιθετικότητα, με διάφορες μορφές κατάχρησης και βίας.

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία ορίζει την παρενόχληση στο χώρο εργασίας ως την «επαναλαμβανόμενη αδικαιολόγητη συμπεριφορά προς έναν εργαζόμενο ή ομάδα εργαζομένων που προκαλεί κινδύνους για την υγεία και την ασφάλειά του. Η παρενόχληση ενέχει συχνά το στοιχείο της αθέμιτης χρήσης ή κατάχρησης εξουσίας από την οποία τα θύματα ενδέχεται να αδυνατούν να προστατευτούν». Οι Gary και Ruth Namie ορίζουν την Εργασιακή Ψυχολογική Κακομεταχείριση ως «επαναλαμβανόμενη, βλαβερή στην υγεία δυσμενή μεταχείριση, λεκτική επίθεση, η επαφή που είναι απειλητική, εξευτελιστική, εκφοβιστική ή που σαμποτάρει όσα αφορούν την εργασία ή κάποιος συνδυασμός των τριών αυτών συμπεριφορών».

Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας αναφέρει ότι το ποσοστό των περιπτώσεων όπου υπάρχει ισχυρισμός για κακομεταχείριση και παρενόχληση των εργαζομένων στο χώρο εργασίας ανέρχεται στο 5%. Αυτού του είδους η εργασιακή συμπεριφορά προκαλεί πολλά προβλήματα στην υγεία των εργαζομένων και κατά συνέπεια κόστος στην επιχείρηση στην οποία συμβαίνει. Το υπερβολικό άγχος είναι το κυρίαρχο σύμπτωμα και μαζί του όλα τα συνεπακόλουθα: αδυναμία συγκέντρωσης, έλλειψη κινήτρου στην εργασία, μείωση της αποδοτικότητας κτλ. Για την επιχείρηση, εκτός από το οικονομικό κόστος που συνεπάγεται αυτή η κατάσταση, «δηλητηριάζεται» όλο το εργασιακό κλίμα και όχι μόνο ο εργαζόμενος που δέχεται την παρενόχληση.

Όσον αφορά τη σωματική βία, την τελευταία δεκαετία, ο αριθμός των περιστατικών βίας στο χώρο εργασίας παρουσιάζει πτωτική τάση, με τον αριθμό να παραμένει σχετικά σταθερός τα τελευταία πέντε χρόνια. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Βρετανικής Έρευνας για την Εγκληματικότητα (British Crime Survey-BCS) για το 2010/11, την περίοδο αυτή σημειώθηκαν περίπου 313.000 απειλές βίας σε βρετανούς εργαζόμενους (μειωμένες κατά 15% από το προηγούμενο έτος) και 341.000 σωματικές επιθέσεις (αριθμός αυξημένος κατά 10% από την προηγούμενη χρονιά).

Υπολογίζεται ότι το 43% των ατόμων που δέχθηκε επίθεση ή απειλή βίας, είχε υπάρξει θύμα στο παρελθόν. Σύμφωνα με τα στοιχεία της BCS η ηλικιακή ομάδα που βρίσκεται σε υψηλότερο κίνδυνο για να πέσει θύμα βίας είναι 25-34 για τους άνδρες και 55-59 για τις γυναίκες.


Εκστρατεία για τους ψυχοκοινωνικούς κινδύνους
Η Επιτροπή Ανωτέρων Επιθεωρητών Εργασίας (Senior Labour Inspectors – SLIC) συμφώνησε να πραγματοποιήσει το 2012 μία εκστρατεία επιθεωρήσεων σχετικά με τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα. Μία ομάδα εργασίας με εκπροσώπους 12 κρατών μελών της ΕΕ και με επικεφαλής τη Σουηδία είχε ως κύριο καθήκον την ανάπτυξη ενός συνόλου εργαλείων για την επιθεώρηση των ψυχοκοινωνικών κινδύνων.

Στόχος της εκστρατείας είναι να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους ψυχοκοινωνικούς κινδύνους στην εργασία μέσω των επιθεωρήσεων. Η βάση για τις επιθεωρήσεις είναι να γίνει μια ακόμα καλύτερη εκτίμηση των ψυχοκοινωνικών κινδύνων και να πραγματοποιηθούν συνομιλίες με τους εργοδότες και τους εργαζόμενους κατά την επίσκεψη της επιθεώρησης. Κατά τη διάρκεια του 2012, η εκστρατεία θα λάβει χώρα στα κράτη μέλη και θα επικεντρωθεί κατά κύριο λόγο στους τομείς της υγείας (συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής πρόνοιας, ιδιωτικής και δημόσιας), των υπηρεσιών (π.χ. ξενοδοχεία και εστιατόρια) και των μεταφορών.

Ευθύνες του εργοδότη και εργαζόμενου
Όλοι οι εργαζόμενοι δικαιούνται να εργάζονται σε ένα περιβάλλον όπου οι κίνδυνοι για την υγεία και την ασφάλεια βρίσκονται υπό πλήρη έλεγχο. Σύμφωνα με την νομοθεσία για την υγεία και την ασφάλεια, την πρωταρχική ευθύνη για αυτό την έχουν οι εργοδότες.

Είναι καθήκον και υποχρέωση του εργοδότη να προστατεύει την υγεία, την ασφάλεια και την ευημερία των εργαζομένων του και των άλλων ατόμων που επηρεάζονται από τις εργασίες της εταιρείας, και πρέπει να κάνει ότι είναι εφικτό για να επιτευχθεί αυτό. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κάνουν ότι χρειάζεται προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι εργαζόμενοι και όλοι όσοι εμπλέκονται, προστατεύονται από οτιδήποτε μπορεί να τους προκαλέσει βλάβη και πραγματοποιείται αποτελεσματικός έλεγχος των ενδεχόμενων παραγόντων στο χώρο εργασίας που μπορούν να αποβούν επικίνδυνοι για την υγεία ή που μπορούν να προκαλέσουν τραυματισμό.

Ακόμα, κάθε εργοδότης έχει την υποχρέωση, βάσει νομοθεσίας να αξιολογεί τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας. Η αξιολόγηση των κινδύνων θα πρέπει να διενεργείται για την αντιμετώπιση όλων των κινδύνων που ενδέχεται να προκαλέσουν βλάβη στο χώρο εργασίας.

Επιπλέον, οι εργοδότες πρέπει να φροντίζουν ώστε οι εργαζόμενοι να ενημερώνονται σχετικά με τους κινδύνους στο χώρο εργασίας και για το πώς μπορούν να προστατευτούν και να είναι εκπαιδευμένοι για το πώς μπορούν να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους. Απαραίτητο είναι επίσης οι εργοδότες να διαβουλεύονται με τους εργαζόμενους για θέματα υγείας και ασφάλειας. Η διαβούλευση πρέπει να είναι είτε άμεση είτε να γίνεται μέσω κάποιου εκπροσώπου ασφαλείας που είτε εκλέγεται από τους εργαζόμενους είτε διορίζεται από μία συνδικαλιστική οργάνωση.

Αν και ο εργοδότης είναι ο υπεύθυνος για την υγεία και την ασφάλεια, πρέπει και οι εργαζόμενοι να συμβάλλουν σε αυτό. Οι εργαζόμενοι έχουν ως καθήκον να φροντίζουν για την υγεία και την ασφάλεια αυτών και όσων επηρεάζονται από τις ενέργειές τους στο χώρο εργασίας. Πρέπει να συνεργάζονται με τους εργοδότες και τους συναδέλφους τους και να βοηθούν τον καθένα να πληροί τις νομικές του απαιτήσεις.

Ως εργαζόμενοι, μπορούν να συζητήσουν θέματα που έχουν να κάνουν με την υγεία και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας με τον εργοδότη, το διευθυντή ή τον υπεύθυνο για αυτά τα θέματα.

Ποιος μπορεί να ασχοληθεί με τα θέματα Health&Safety της εταιρείας;
Ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας και να λαμβάνει μέτρα που να εξασφαλίζουν την υγεία και ασφάλεια των τρίτων. Μπορεί να αναθέσει τα καθήκοντα Τεχνικού Ασφαλείας ή/και Ιατρού Εργασίας σε άτομα εκτός της επιχείρησης ή σε Εξωτερικές Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης (ΕΞΥΠΠ). Το υπεύθυνο αυτό άτομο / εταιρεία, θα πρέπει να διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις, δεξιότητες και εμπειρία για να διαχειριστεί την υγεία και την ασφάλεια. Σε πολλές περιπτώσεις οι επιχειρήσεις μπορούν να διαχειρίζονται την υγεία και την ασφάλεια εσωτερικά ή με τη βοήθεια εσωτερικών συμβούλων.

Ωστόσο, υπάρχουν φορές που μία εταιρεία χρειάζεται να λάβει μία εξωτερική βοήθεια, ιδιαίτερα για περισσότερα λεπτομερή και τεχνικά θέματα. Η απόφαση για το τι ακριβώς βοήθεια χρειάζεται ένας οργανισμός είναι πολύ σημαντική. Το πιθανότερο είναι η εταιρεία να μην λαμβάνει την απαραίτητη βοήθεια εκτός κι αν έχει προσδιορίσει ξεκάθαρα τι είναι αυτό που χρειάζεται.

Αν η εταιρεία αναζητά μία ειδική βοήθεια για την Υγεία και την Ασφάλεια, θα πρέπει να θέσει ορισμένα ερωτήματα, όπως: «μπορεί η διαχείριση αυτών των θεμάτων να γίνει εσωτερικά;», «αν απαιτείται “specialist help” σε τι ακριβώς αυτή συνίσταται;», «η εξειδικευμένη βοήθεια είναι αρκετή για να λύσει τα συγκεκριμένα προβλήματα του οργανισμού;», «πώς μπορεί να διασφαλιστεί ότι ο εξωτερικός σύμβουλος έχει καταλάβει ακριβώς τι ζητείται από αυτόν;» κτλ.

Καταρχάς, ο ξεκάθαρος προσδιορισμός των αναγκών και η κατανόηση των προσδοκιών από τον εξωτερικό συνεργάτη είναι απαραίτητα προκειμένου η εταιρεία να δεχθεί την απαιτούμενη υποστήριξη.

Επιπλέον, ορισμένα από τα κριτήρια που πρέπει να εξετάζει μία εταιρεία προτού επιλέξει το συνεργάτη που θα της παρέχει την εξωτερική βοήθεια, είναι αν αυτός διαθέτει τα απαιτούμενα στοιχεία που αποδεικνύουν τη σχετική κατάρτιση/γνώσεις που διαθέτει, όπως είναι τα επίσημα προσόντα, αν έχει πρακτική εμπειρία στον κλάδο δραστηριοποίησης της εταιρείας, αν είναι σε θέση να εξηγήσει γιατί είναι ο κατάλληλος συνεργάτης για να συμβουλεύει την εταιρεία σχετικά με τα συγκεκριμένα θέματα, αν είναι μέλος κάποιου επαγγελματικού σωματείου κτλ.


Παγκόσμια Ημέρα
Έχοντας ως στόχο να ευαισθητοποιήσει κυβερνήσεις, εργοδότες και εργαζόμενους για θέματα υγείας και ασφάλειας στην εργασία, τη βελτίωση των συνθηκών υγείας, την πρόληψη και τη μείωση των εργατικών ατυχημάτων, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ) έχει καθιερώσει την 28η Απριλίου ως «Παγκόσμια Ημέρα για την Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία».

Πριν από την έναρξη της εκστρατείας για τους ασφαλείς και υγιείς χώρους εργασίας με θέμα την «Πρόληψη των κινδύνων στην εργασία με τη συμμετοχή όλων», στις 18 Απριλίου 2012, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (EU-OSHA) διοργανώνει στις 28 Μαρτίου 2012 στις Βρυξέλλες συνάντηση των εταίρων σε επίπεδο ΕΕ. Σκοπός αυτής της συνάντησης είναι η παρουσίαση της εκστρατείας και η διερεύνηση, από κοινού με τους πιθανούς εταίρους, των τρόπων με τους οποίους αυτοί μπορούν να συμμετάσχουν.

Προώθηση της ενεργού γήρανσης στο χώρο εργασίας: Το μήνυμα του EU-OSHA για το 2012
Δεδομένου ότι ο αριθμός νέων ανθρώπων που θα εισέλθει στην αγορά εργασίας τα επόμενα χρόνια παρουσιάζει μείωση, σημαντική θα είναι η αύξηση των ηλικιωμένων αναλογικά στο εργατικό δυναμικό. Οι εργοδότες θα είναι αναγκασμένοι να βασίζονται όλο και περισσότερο σε ηλικιωμένους εργαζόμενους, και αυτό ίσως αποδειχθεί προς όφελός τους καθώς όπως προκύπτει από μελέτες, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία εργαζόμενοι είναι πιο αφοσιωμένοι στο χώρο εργασίας τους, απουσιάζουν λιγότερο συχνά για λόγους ασθενείας και εργάζονται περισσότερες ώρες.

Οι δεξιότητες, η εμπειρία και η ωριμότητα των μεγαλύτερων σε ηλικία εργαζομένων υπερκαλύπτουν τα προβλήματα υγείας που οι τελευταίοι ενδεχομένως αντιμετωπίζουν λόγω ηλικίας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακήρυξε το 2012 Ευρωπαϊκό έτος ενεργού γήρανσης και αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών. Η προαγωγή της ενεργού γήρανσης στην απασχόληση σημαίνει, μεταξύ άλλων, εξασφάλιση ασφαλών και υγιών χώρων εργασίας για όλους καθώς και την προσαρμογή των συνθηκών εργασίας στην κατάσταση της υγείας και στις ικανότητες των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας.

Η επαγγελματική ασφάλεια και υγεία διαδραματίζει μείζονα ρόλο στη διασφάλιση της ενεργούς γήρανσης μέσω ενός καλύτερου και μακροβιότερου επαγγελματικού βίου. Αυτό είναι το μήνυμα που ο EU-OSHA επιθυμεί να μεταφέρει το 2012, το Ευρωπαϊκό Έτος για την Ενεργό Γήρανση και την Αλληλεγγύη μεταξύ των Γενεών. Η κοινωνία αρχίζει να εκτιμά ολοένα και περισσότερο τη συμβολή των μεγαλύτερων σε ηλικία ατόμων. Αυτό ακριβώς σημαίνει και ενεργός γήρανση: να αποκομίζουμε περισσότερα και όχι λιγότερα από τη ζωή, καθώς μεγαλώνουμε, στη δουλειά, στο σπίτι ή στην τοπική κοινωνία.

Τι οφείλουν να κάνουν οι εργοδότες
1. Να προσδιορίσουν τι είναι αυτό που θα μπορούσε να είναι βλαπτικό στο χώρο εργασίας και ποιες προφυλάξεις θα μπορούσαν να το περιορίσουν. Αυτό αποτελεί μέρος της αξιολόγησης κινδύνου.
2. Να εξηγούν στους εργαζόμενους με ποιο τρόπο ελέγχονται οι κίνδυνοι και να ορίσουν ποιος είναι υπεύθυνος για αυτό.
3. Να διαβουλεύονται και να συνεργάζονται με τους εργαζόμενους για θέματα υγείας και ασφάλειας προκειμένου να προστατευτούν όλοι από τις βλάβες στο χώρο εργασίας.
4. Να παρέχουν δωρεάν εκπαίδευση σε θέματα υγείας και ασφάλειας στους εργαζόμενους.
5. Να παρέχουν στους εργαζόμενους κάθε είδους προστατευτικό εξοπλισμό και ρουχισμό που απαιτείται.
6. Να υπάρχει επαρκής εγκατάσταση πρώτων βοηθειών.
7. Ασφαλιστική κάλυψη για περιπτώσεις τραυματισμών και ατυχημάτων στην εργασία.
8. Πιστοποιητικό ασφαλείας (σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή) σε εμφανές σημείο, όπου μπορεί να διαβάζεται εύκολα.
9. Να συνεργάζονται με άλλους εργοδότες που μοιράζονται τον ίδιο χώρο εργασίας ώστε να διασφαλίζεται η υγεία και η ασφάλεια για όλους τους εργαζόμενους (μόνιμους και προσωρινούς).

Τι πρέπει να κάνει ο εργαζόμενος
1. Να ακολουθεί και να εφαρμόζει πιστά ότι έχει μάθει σε εκπαιδεύσεις που πραγματοποιούνται σχετικά με την προστασία στην εργασία.
2. Να δείχνει τη δέουσα επιμέλεια και προσοχή για την υγεία και την ασφάλεια τόσο του ίδιου όσο και των συναδέλφων του.
3. Να συνεργάζεται με τον εργοδότη για την τήρηση και την εφαρμογή πολιτικών για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία.
4. Σε περίπτωση που διαπιστώνει ότι υπάρχουν ανεπαρκείς προφυλάξεις και παράγοντες που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια του ανθρώπινου δυναμικού, οφείλει να το αναφέρει στους ειδικούς (εργοδότη, υπεύθυνο για την υγεία και την ασφάλεια κτλ).