Τόσο η πρακτική εμπειρία όσο και πολλαπλές έρευνες αποδεικνύουν ότι οι επιχειρηματικές σπουδές και ιδιαίτερα αυτές σε μεταπτυχιακό επίπεδο αξιολογούνται θετικά από εργοδότες και εργαζόμενους. Το σύγχρονο απαιτητικό περιβάλλον άλλωστε επιβάλλει τη ζήτηση κατάλληλα καταρτισμένων στελεχών σε παραδοσιακές αλλά και νέες περιοχές που αφορούν στο management. Οι επιχειρηματικές σπουδές, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αναδεικνύονται τόσο σε στήριγμα όσο και σε κινητήριο μοχλό των επιχειρήσεων.

Οι ραγδαίες αλλαγές που βιώνει ο σύγχρονος επιχειρηματικός κόσμος και ο ακραίος ανταγωνισμός που επικρατεί δημιουργούν ολοένα και μεγαλύτερες ανάγκες για καταρτισμένα στελέχη. Οι επιχειρηματικές σπουδές είναι το ισχυρότερο μέσο επίτευξης αυτού του στόχου και για αυτό εργαζόμενοι και εργοδότες αναγνωρίζουν τη σημασία τους για την επιτυχία σε προσωπικό και εταιρικό επίπεδο. Η ίδια η επιβίωση των εταιρειών σήμερα και η μακροημέρευση εξαρτάται περισσότερο από ποτέ από την προστιθέμενη αξία που μόνο ένα σωστά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό που μπορεί να διαχειριστεί τις νέες προκλήσεις και να αξιοποιήσει τις αναδυόμενες ευκαιρίες μπορεί να προσδώσει αξία. Οι επιχειρηματικές σπουδές προσφέρουν γνώση και εξειδίκευση και αποτελούν ένα από τα πλέον κυρίαρχα μέσα -σε επίπεδο κυρίως μεταπτυχιακών προγραμμάτων- επικαιροποίησης και διαρκούς αναβάθμισης αυτής της γνώσης.

Τα οφέλη που προσφέρουν οι επιχειρηματικές σπουδές είναι αδιαμφισβήτητα. Όπως εξηγεί ο Δρ. Κυριάκος Κυριακόπουλος, Καθηγητής Στρατηγικής & Marketing, Αντιπρύτανης Μεταπτυχιακών Προγραμμάτων ALBA Graduate Business School, The American College of Greece: «Τα μεταπτυχιακά ενισχύουν την ικανότητα επίλυσης εταιρικών προβλημάτων και λήψης αποφάσεων, πράγμα που ενισχύει την προστιθέμενη αξία των υποψηφίων. Ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα εκθέτει τον υποψήφιο σε εμπειρίες και γνώσεις πέρα από τη συγκεκριμένη θέση και κλάδο και άρα τονώνει την ολιστική αντίληψη που με τη σειρά της αποτελεί κρίσιμο κριτήριο σε θέσεις ευθύνης, ενώ επιτρέπει στον υποψήφιο να οικοδομήσει νοοτροπία και ικανότητα συνεχούς μάθησης σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από απαξίωση πολλών επαγγελμάτων και δεξιοτήτων και ταυτόχρονα απαιτεί νέες δεξιότητες. Τέλος, επιτρέπει στους υποψήφιους να χτίσουν ένα διευρυμένο επαγγελματικό δίκτυο που δημιουργεί νέες ευκαιρίες για αλλαγή κλάδου ή τμήματος αλλά και θέσης».

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η ζήτηση για στελέχη με MBA και μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών σχετικών με τη διοίκηση και το επιχειρείν αυξάνεται κάθε χρόνο.

ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΖΗΤΟΥΝ ΟΙ ΕΡΓΟΔΟΤΕΣ
Σύμφωνα με τη μελέτη «2017 Corporate Recruiters Survey Report», η οποία διεξήχθη τον Μάρτιο του 2017 από την GMAC σε συνεργασία με την EFMD, το MBA Career Services και το Employer Alliance, στην οποία συμμετείχαν περισσότερες από 628 εταιρείες από 51 διαφορετικές χώρες σε όλο τον κόσμο και η οποία εξετάζει τη ζήτηση για κατόχους MBA και μεταπτυχιακών τίτλων σε επίπεδο master, μέσα στο 2017 σχεδόν εννιά στις δέκα εταιρείες (86%) δήλωσαν ότι περιελάμβαναν στα σχέδιά τους την πρόσληψη κατόχων MBA, υποδηλώνοντας μία σαφή αύξηση από την προηγούμενη χρονιά, καθώς οι εταιρείες που προχώρησαν σε προσλήψεις κατόχων MBA τίτλων το 2016 ανήλθαν στο ποσοστό του 79%. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 59% των εργοδοτών τείνει να αναζητά κατόχους Master in Management, σε σχέση με το 50% της προηγούμενης χρονιάς. Αντίστοιχα, αυξημένα ποσοστά εργοδοτών σχεδιάζουν επίσης να προβούν σε προσλήψεις στελεχών με μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών στα χρηματοοικονομικά και τη λογιστική.

Εκτός από τα παραδοσιακά MBA, οι νέες απαιτήσεις που δημιουργεί η ψηφιακή εποχή αυξάνουν τη ζήτηση και σε σχετικούς με την πληροφορική κατόχους μεταπτυχιακών τίτλων. Πιο συγκεκριμένα, το 30% των εταιρειών έχει προχωρήσει ή σχεδιάζει να προχωρήσει σε προσλήψεις κατόχων μεταπτυχιακών τίτλων σε Data Analytics και πληροφοριακών συστημάτων. Το ποσοστό αυτό φαίνεται να αυξάνει στις μεγαλύτερες εταιρείες, αφού αγγίζει το 49% για τις εταιρείες της λίστας Fortune 100 και το 40% για αυτές στην Fortune 500.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι σε παγκόσμιο επίπεδο οι εργοδότες εμφανίζονται διατεθειμένοι να αυξήσουν τις αμοιβές σε νεοεισερχόμενους εργαζόμενους κατόχους μεταπτυχιακών τίτλων στη διοίκηση επιχειρήσεων. Παράλληλα, τρεις στους πέντε εργοδότες (59%) προτίθενται να είναι ανοιχτοί στην προοπτική να προσλάβουν στελέχη από άλλες χώρες, γεγονός που είναι ενδεικτικό τόσο του πόσο σημαντικό θεωρούν οι επιχειρήσεις ένα business μεταπτυχιακό τίτλο, όσο και της περαιτέρω αύξησης του ανταγωνισμού στον πόλεμο των ταλέντων.

Στην Ελλάδα της παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης τα πράγματα είναι ως ένα σημείο διαφορετικά. Οι εταιρείες προφανώς αναζητούν τους βέλτιστα καταρτισμένους εργαζόμενους, πόσο εύκολο είναι όμως να τους στηρίξουν; «Η κρίση επηρέασε αρνητικά τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να υποστηρίξουν τις προσπάθειες των στελεχών τους για συνέχιση σπουδών», υποστηρίζει ο Δρ. Κ. Κυριακόπουλος, ο οποίος ωστόσο εμφανίζεται αισιόδοξος επισημαίνοντας ότι: «Οι αλλαγές στην αγορά εργασίας, όμως, που κυοφορούνται εδώ και χρόνια (ψηφιακός μετασχηματισμός, πελατοκεντρικότητα) αλλά επιταχύνονται δραματικά από την ανατροπή του οικονομικού και επιχειρηματικού μοντέλου στη χώρα μας (εξωστρέφεια, καινοτομία, δημιουργία ταλέντου) δημιουργούν νέες προϋποθέσεις επιτυχίας για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Σε αυτό το νέο περιβάλλον ανταγωνισμού χωρίς σύνορα, οι εταιρείες αρχίζουν και επενδύουν σε ενδοεπιχειρησιακά προγράμματα σπουδών αλλά και επιδότηση σπουδών σε ΜΒΑ και εξειδικευμένα Master. Το παράδοξο είναι ότι σε μια εποχή υψηλής ανεργίας, οι εταιρείες έχουν δυσκολία να εντοπίσουν άτομα με τις απαραίτητες δεξιότητες. Αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση και του εκπαιδευτικού συστήματος αλλά και των επιχειρήσεών μας!».


ΠΕΡΙ MBA ΚΑΙ SOFT SKILLS…
Είναι προφανές από τα ποσοστά ζήτησης ότι ο πιο δημοφιλής μεταπτυχιακός τίτλος στις επιχειρήσεις που αναζητούν στελέχη δεν είναι άλλος από αυτόν του MBA. Kαι αυτό γιατί ο κάτοχός του μπορεί να αξιοποιηθεί σε πολλά διαφορετικά τμήματα/function, καθώς και σε πολλούς διαφορετικούς ρόλους: από «strategic generalists» και «strategic specialists», οι οποίοι έχοντας γενικά ή εξειδικευμένα business skills μπορούν να συμβάλλουν στον σχεδιασμό της μελλοντικής κατεύθυνσης της εταιρείας μέχρι «tactical generalists» ή «specialist», οι οποίοι πάλι με βάση τις γενικές ή εξειδικευμένες ικανότητες και γνώσεις που διαθέτουν μπορούν να υλοποιήσουν τα στρατηγικά πλάνα της εταιρείας με αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα.

Είναι ωστόσο σημαντικό να σημειωθεί ότι, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι εταιρείες εμφανίζονται πρόθυμες να προσφέρουν μεγαλύτερες αμοιβές σε αποφοίτους εξειδικευμένων MBA προγραμμάτων. Τα εξειδικευμένα MBA καθίστανται ολοένα και περισσότερο δημοφιλή και παρέχουν στον εργαζόμενο βαθιά γνώση σε ό,τι αφορά στη διοίκηση επιχειρήσεων σε μία συγκεκριμένη αγορά ή κλάδο. Παραδείγματα τέτοιων εξειδικεύσεων αποτελούν τα MBA στη διαχείριση κινδύνων, την αεροπλοΐα, την ενέργεια, τη διαχείριση luxury brands κ.ά.

Σύμφωνα με την έρευνα της GMAC, οι ικανότητες στην επικοινωνία είναι αυτές που αξιολογούνται ως σημαντικότερες από τους εργοδότες. Πιο συγκεκριμένα, οι τέσσερις στις πέντε δεξιότητες που αναζητούν οι εργοδότες για νέες προσλήψεις περιλαμβάνουν ικανότητα στην προφορική και γραπτή επικοινωνία, listening ικανότητες καθώς και presentation skills. Παράλληλα, οι δεξιότητες που έχουν να κάνουν με την ομαδική εργασία, όπως η προσαρμοστικότητα, ο σεβασμός στις απόψεις των άλλων, η ικανότητα να ακολουθούν έναν ηγέτη καθώς και η διαπολιτισμική ευαισθησία συγκαταλέγονται επίσης ανάμεσα στις δέκα κορυφαίες δεξιότητες που οι εταιρείες αναζητούν στους αποφοίτους μεταπτυχιακών επιχειρηματικών σχολών. Τις ικανότητες στην επικοινωνία και την ομαδική εργασία ακολουθούν σε σπουδαιότητα οι ηγετικές και οι τεχνικές ικανότητες. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ειδικά στις ευρωπαϊκές εταιρείες οι ικανότητες που συνδέονται με την ομαδική εργασία κρίνονται ως σημαντικότερες και ακολουθούν τα communications skills.

Στο ίδιο πλαίσιο φαίνεται ότι κινείται και η ελληνική αγορά, σύμφωνα με τον Δρ. Κ. Κυριακόπουλο, ο οποίος υπογραμμίζει τόσο τη σημασία των soft skills, όσο και τη σπουδαιότητα των εξειδικευμένων μεταπτυχιακών σπουδών. Πιο συγκεκριμένα, ο καθηγητής επισημαίνει ότι: «Οι προκλήσεις στις μεταπτυχιακές σπουδές στο μάνατζμεντ αντανακλούν τις αλλαγές στην αγορά εργασίας και το “επιχειρείν” στην Ελλάδα. Ο ανταγωνισμός σε παγκόσμιο επίπεδο απαιτεί οι ελληνικές επιχειρήσεις να διαχειριστούν το ανθρώπινο κεφάλαιο ως τον πιο σημαντικό κρίκο στη δημιουργία πλούτου. Δεν είναι τυχαίο ότι οι εταιρείες δίνουν όλο και λιγότερο έμφαση στα τυπικά προσόντα και πτυχία και επικεντρώνονται σε ένα σύνολο “soft” δεξιοτήτων που αφορούν στη συνεχή μάθηση, θετική ψυχολογία, δημιουργικότητα και στην ικανότητα συνεργασίας σε διαπολιτισμικά περιβάλλοντα. Αν αυτές οι προκλήσεις είναι “οριζόντιες” σε όλες τις πτυχές του επιχειρείν, η ζήτηση για προγράμματα με ειδίκευση σε κλάδους που η ελληνική οικονομία έχει εξωστρέφεια (ναυτιλία, τουρισμός) είναι ιδιαίτερα ισχυρή. Η πρόκληση της ψηφιακής οικονομίας επηρεάζει επίσης τη ζήτηση για προγράμματα σε Μarketing, Finance, Risk Management, HRM, Supply Chain Management, κάτι που αντανακλά την προτεραιότητα των επιχειρήσεων να δημιουργήσουν τις νέες δεξιότητες σε big data, analytics, digital marketing».

ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΖΗΤΟΥΝ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ
Η ετήσια μελέτη GMAC mba.com Prospective Students Survey, η οποία βασίζεται σε δεδομένα περισσότερων από 11.000 φοιτητών επιχειρηματικών σχολών, έδειξε ότι και ανάμεσα στους σπουδαστές τα προγράμματα MBA παραμένουν κυρίαρχα, ωστόσο φαίνεται ότι και η ζήτηση των non-MBA business master programs εξακολουθεί να αυξάνεται.

Πιο συγκεκριμένα, περισσότεροι από 3 στους 4 σπουδαστές που συμμετείχαν στην έρευνα (77%) αναφέρουν ότι θα επιδιώξουν ένα MBA ενώ μόλις οι μισοί (49%) δήλωσαν ότι σκέφτονται να επιλέξουν ένα non-MBA πρόγραμμα business master.

Το ποσοστό των φοιτητών που σκέφτονται να στραφούν αποκλειστικά σε non-MBA business master πτυχίο έχει αυξηθεί από το 15% που ήταν το 2009, στο 23% το 2016. Παράλληλα, οι υποψήφιοι που σκέφτονται να επιλέξουν αποκλειστικά και μόνο ένα MBA πρόγραμμα μειώθηκαν από το 52% το 2009, στο 49% το 2016.

Η αύξηση στη ζήτηση non MBA business master προγραμμάτων οφείλεται και στα νέα εξειδικευμένα προγράμματα μεταπτυχιακών επιχειρηματικών σπουδών, όπως είναι για παράδειγμα τα Master of Data Analytics και τα Master of Entrepreneurship.

Θα πρέπει να σημειωθεί σε αυτό το σημείο ότι τα non MBA business master προγράμματα δεν αποτελούν απαραίτητα ένα «υποκατάστατο» του MBA. Οι δύο αυτές κατηγορίες business μεταπτυχιακών σπουδών φαίνεται ότι προσελκύουν υποψηφίους από διαφορετικές δεξαμενές. Τα non-MBA business master προγράμματα φαίνεται ότι προσελκύουν περισσότερο νεότερους υποψηφίους με μικρή ή και καθόλου εργασιακή εμπειρία, οι οποίοι επιδιώκουν την απόκτηση τεχνικών ικανοτήτων. Οι υποψήφιοι των MBA προγραμμάτων από την άλλη, διαθέτουν συνήθως μεγαλύτερη εργασιακή εμπειρία και στόχος τους είναι η απόκτηση διοικητικών και ηγετικών ικανοτήτων.

Επιπλέον, για πολλούς, ένας non-MBA business master τίτλος δεν σηματοδοτεί και το τέλος στην επιχειρηματική εκπαίδευσή τους. Η έρευνα δείχνει άλλωστε ότι η πλειοψηφία των κατόχων μεταπτυχιακών τίτλων αυτού του είδους, εξετάζουν την πιθανότητα απόκτησης και MBA τίτλου.

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ
Με δεδομένη την ώθηση που μπορούν οι επιχειρηματικές και οι μεταπτυχιακές σπουδές να δώσουν στην επαγγελματική σταδιοδρομία ενός λιγότερο ή και περισσότερο έμπειρου εργαζόμενου, το βασικό ερώτημα που προκύπτει δεν είναι κατά πόσο κάποιος να επιλέξει ένα σχετικό πρόγραμμα αλλά το ποιο πρόγραμμα να επιλέξει.

Το περιεχόμενο του προγράμματος καθώς και το κύρος και η φήμη του ιδρύματος που το παρέχει, αλλά και η ευθυγράμμιση αυτού με τις σύγχρονες απαιτήσεις αποτελούν τα κρισιμότερα κριτήρια. Όπως χαρακτηριστικά εξηγεί ο καθηγητής Κ. Κυριακόπουλος: «Ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να υιοθετήσει κριτική ματιά στα έως τώρα προσόντα του και εμπειρίες και να χαράξει το όραμα της επαγγελματικής του εξέλιξης πριν επιλέξει την κατάλληλη σχολή και πρόγραμμα. Η ευκολία του προγράμματος, τα χαμηλά δίδακτρα ή η διαφήμιση είναι εν πολλοίς παραπλανητικά κριτήρια επιλογής. Αντίθετα, ο υποψήφιος πρέπει να δει την απόφασή του ως “επένδυση” στην προσωπική του ανάπτυξη και τις φιλοδοξίες για το τι καριέρα αλλά και ζωή θέλει να δημιουργήσει. Η ποιότητα των καθηγητών, η παιδαγωγική μέθοδος, οι προσωποποιημένες υπηρεσίες επαγγελματικής σταδιοδρομίας, η φήμη του προγράμματος στην επιχειρηματική κοινότητα πρέπει να αποτελούν τον γνώμονα αξιολόγησης των εναλλακτικών επιλογών».