Απαραίτητη η διαμόρφωση ενός στέρεου νομοθετικού πλαισίου για την προστασία του μισθωτού από εργατικά ατυχήματα στις νέες ευέλικτες μορφές εργασίας που παρέχονται μέσω της τεχνολογίας, όπως η τηλεργασία.

Με βάση το άρθρο 5 του Ν. 3846/2010 που προσαρτήθηκε στο άρθρο 2 της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. 2006-2007, ως τηλεργασία ορίζεται η μορφή εργασίας που έχει οργανωθεί και εκτελείται εκτός των εγκαταστάσεων του εργοδότη μέσω της χρήσης τεχνολογίας. Ο όρος καλύπτει όχι μόνο την εργασία από το σπίτι αλλά γενικά την εργασία που γίνεται από απόσταση. Σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες, στην Ελλάδα ο όρος δεν είναι πολύ διαδεδομένος, κερδίζει όμως με τον καιρό πρόσφορο έδαφος, ως μία εναλλακτική μορφή εργασίας η οποία ρυθμίζει καλύτερα την ισορροπία μεταξύ εργασιακής και προσωπικής/οικογενειακής ζωής. Ο εργοδότης αναλαμβάνει να παρέχει στον μισθωτό την απαραίτητη τεχνική υποστήριξη για την παροχή της τηλεργασίας και είναι υπεύθυνος για την προστασία της υγείας και της επαγγελματικής ασφάλειας του τηλεργαζόμενου.

Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 551/1915 για τη νομική θεμελίωση εργατικού ατυχήματος θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής τρεις προϋποθέσεις: α. η επέλευση κάποιου βίαιου συμβάντος, β. ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της εργασίας και του βίαιου συμβάντος και γ. η πρόκληση θανάτου ή ανικανότητας για εργασία για περισσότερες από τέσσερις ημέρες. Σε περίπτωση όμως δόλου του εργοδότη, ο παθών εργαζόμενος μπορεί να διεκδικήσει αποζημίωση είτε με βάση τον Ν. 551/1915 είτε κατά τις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου (Α.Π 703/2013).

Για όσους μισθωτούς είναι ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ, αναλαμβάνει το τελευταίο να χορηγήσει τις απαιτούμενες παροχές. Όταν όμως το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη, όπως ορίζει το άρθρο 212 του Ν.4512/2018 κατ’ ερμηνεία του άρθρου 34 του Αναγκαστικού Νόµου 1846/1951, ο τελευταίος οφείλει να καταβάλλει α. στον μεν ασφαλιστικό οργανισμό το ποσό που κατέβαλε στον εργαζόμενο εξαιτίας του ατυχήματος, β. στον δε εργαζόμενο τη διαφορά μεταξύ των καταβληθεισών ασφαλιστικών παροχών και της αποζημίωσης κατά τις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου.

Ιδιαίτερης προσοχής όμως, χρήζει η περίπτωση εργατικού ατύχηματος στον χώρο εργασίας του τηλεργαζόμενου, στον οποίο δεν έχει άμεση εποπτεία ο εργοδότης και υπεύθυνος για την τήρηση των κανόνων ασφάλειας και υγείας παραμένει ο πρώτος. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ δραστηριότητας άμεσα συνδεδεμένης με την εργασία και δραστηριότητας συνδεδεμένης με την ιδιωτική ζωή του εργαζόμενου. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι ατύχημα που συμβαίνει εντός του τηρούμενου ωραρίου αλλά εκτός της οικίας του εργαζόμενου και όχι άμεσα συνδεδεμένο με την εργασία (π.χ. κατά τη στιγμή που ο εργαζόμενος διέκοψε την εργασία του για λίγες ώρες και έκανε τα εβδομαδιαία του ψώνια) περιορίζει κατά πολύ την ευδοκίμηση των παραπάνω αξιώσεων. Ακόμη πιο δύσκολο σε αυτή την περίπτωση θα είναι η απόδειξη της υπαιτιότητας του εργοδότη για την αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης.

Αν όμως το ατύχημα οφείλεται σε κάποια δυσλειτουργία του εταιρικού εξοπλισμού που έχει δοθεί στον εργαζόμενο από τον εργοδότη και είναι ο τελευταίος υπεύθυνος για τη συντήρησή του, θα μπορούσε να στοιχειοθετήσει υπαιτιότητά του. Στην περίπτωση αυτή, όμως, δεδομένου ότι η εργασία προσφέρεται στον οικιακό χώρο του εργαζόμενου στον οποίο ενδέχεται να βρίσκονται και άλλα οικογενειακά μέλη, γεννάται κίνδυνος και για τη δική τους ασφάλεια και υγεία. Φρονιμότερο, λοιπόν, θα ήταν, όταν ο εργοδότης γνωρίζει την ύπαρξη οικογενειακών μελών, να υπάρχει σαφής όρος στη σύμβαση εργασίας και για την προστασία αυτών σε περίπτωση πρόκλησης εργατικού ατυχήματος.

    Για περισσότερες πληροφορίες επί ζητημάτων σχετικών με εργασιακές σχέσεις επικοινωνήστε:
    E: [email protected]
    T: 210-6431387
    F: 210-6460313