Πόσο μακριά ή κοντά είναι η εποχή που αυτή η ερώτηση θα βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη των συζητήσεων; Ποιοι θα ωφεληθούν από τη συνεχή εκπαίδευση και την εκμάθηση στο εργασιακό περιβάλλον; Και πόσο εφικτό είναι οι εργαζόμενοι να εμπλουτίζουν διαρκώς τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους; Είτε πρόκειται για προπτυχιακές σπουδές, είτε για μεταπτυχιακές αλλά και για σεμινάρια και εξειδικευμένες εκπαιδεύσεις ένα είναι σίγουρο: η γνώση έχει πολυεπίπεδα αποτελέσματα.

Είναι ευρέως γνωστό το «αστείο», όπου ο CFO ρωτάει τον HR Director «Τι θα γίνει αν επενδύσουμε στην εκπαίδευση των ανθρώπων του οργανισμού και μετά αυτοί αποχωρήσουν;». Για να λάβει την απάντηση: «Τι θα γίνει αν δεν επενδύσουμε στην εκπαίδευσή τους και μείνουν;». Η εκπαίδευση αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία για την επέκταση της βάσης γνώσεων όλων των εργαζομένων, αλλά πολλοί εργοδότες θεωρούν δαπανηρές τις όποιες ευκαιρίες ανάπτυξης. Οι εργαζόμενοι, επίσης, χάνουν χρόνο εργασίας όταν παρακολουθούν εκπαιδευτικά προγράμματα, τα οποία ενδέχεται να καθυστερήσουν την ολοκλήρωση των έργων και των καθηκόντων τους. Παρά τα δυνητικά μειονεκτήματα, η εκπαίδευση και η ανάπτυξη παρέχουν, τόσο στο σύνολο της εταιρείας όσο και μεμονωμένα στους εργαζομένους, οφέλη που καθιστούν το κόστος και τον χρόνο μια αξιόλογη επένδυση.

«Οι αγορές αλλάζουν, οι οργανισμοί αλλάζουν, οι καριέρες αλλάζουν», επισημαίνει ο Δρ. Κυριάκος Κυριακόπουλος, Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Προγραμμάτων, Aκαδημαϊκός Διευθυντής του Executive MBA & του ALBA-EUROBANK MBA in Financial Services, Καθηγητής Στρατηγικής και Μάρκετινγκ, ALBA Graduate Business School, The American College of Greece και συνεχίζει: «Η απόκτηση και ανανέωση γνώσεων, εμπειριών, και δεξιοτήτων είναι σημαντικά εφόδια στην εποχή μας, που προσδιορίζεται από την 4η Βιομηχανική Επανάσταση (αυτοματισμοί, ρομπότ, κώδικες, τεχνητή νοημοσύνη κ.ά.), αλλάζουν την παραγωγή, απασχόληση, επικοινωνία, και την κοινωνία. Ίσως, τα πιο σημαντικά οφέλη (και πλεονεκτήματα) σε αυτήν περίοδο ταχύτατων αλλαγών είναι η διεύρυνση των οριζόντων, ώσμωση με διαφορετικές κουλτούρες και επαγγελματικά υπόβαθρα και απόκτηση νοοτροπίας επαγγελματία. Τα μεταπτυχιακά ενισχύουν την ικανότητα επίλυσης εταιρικών προβλημάτων και λήψης αποφάσεων, πράγμα που ενισχύει την προστιθέμενη αξία των υποψήφιων. Παράλληλα, βοηθούν τον φοιτητή να τονώσει την ολιστική αντίληψη που με τη σειρά του είναι κρίσιμο κριτήριο σε θέσεις ευθύνης. Τέλος, πέρα από τα εργασιακά οφέλη, για πολλούς αποφοίτους ένα μεταπτυχιακό στη διοίκηση επιχειρήσεων προσφέρει την ευκαιρία να αναζητήσουν το πραγματικό κίνητρο και την προσφορά που θέλουν να κάνουν στην κοινωνία».

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΥΧΟΝ ΑΔΥΝΑΜΙΩΝ
Ενδέχεται κάποιοι εργαζόμενοι να έχουν αδυναμίες/κενά στις δεξιότητές τους στον χώρο εργασίας. Ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα τους επιτρέπει να βελτιωθούν και να γίνουν πιο αποδοτικοί στο αντικείμενό τους. Ένα πρόγραμμα ανάπτυξης φέρνει όλους τους εργαζόμενους σε υψηλότερο επίπεδο έτσι ώστε όλοι να έχουν παρόμοιες δεξιότητες και γνώσεις. Αυτό συμβάλλει στη μείωση των αδύναμων σημείων εντός της εταιρείας και ενισχύει τους ανθρώπους που μπορεί να βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε άλλους για να ολοκληρώσουν κάποια καθήκοντα. Η παροχή της απαιτούμενης εκπαίδευσης δημιουργεί ένα συνολικά ενημερωμένο ανθρώπινο δυναμικό με εργαζόμενους που μπορούν να αναλάβουν πολλά διαφορετικά έργα ανάλογα με τις ανάγκες, είτε εργάζονται σε ομάδες είτε εργάζονται ανεξάρτητα χωρίς συνεχή βοήθεια και εποπτεία από άλλους.

«Οι προκλήσεις στις μεταπτυχιακές σπουδές στο μάνατζμεντ αντανακλούν τις αλλαγές στην αγορά εργασίας και το “επιχειρείν” στη χώρα μας», εξηγεί ο Δρ. Κ. Κυριακόπουλος. Ο ίδιος υποστηρίζει πως «δεν είναι τυχαίο ότι οι εταιρείες δίνουν όλο και λιγότερο έμφαση στα τυπικά προσόντα και πτυχία και επικεντρώνονται σε ένα σύνολο “soft” δεξιοτήτων που αφορούν στην ικανότητα συνεργασίας σε δια-πολιτισμικά περιβάλλοντα, στην ικανότητα συνεχούς μάθησης, στη θετική ψυχολογία, στη δημιουργικότητα, στην ευελιξία κ.ά. Στις περιπτώσεις εκείνες όπου οι προκλήσεις είναι “οριζόντιες”, η ζήτηση για προγράμματα με ειδίκευση σε κλάδους που η ελληνική οικονομία έχει εξωστρέφεια, όπως η ναυτιλία και ο τουρισμός, είναι ιδιαίτερα ισχυρή. Παράλληλα, όμως, η πρόκληση της ψηφιακής οικονομίας επηρεάζει επίσης τη ζήτηση για προγράμματα σε Μarketing, Finance, HRM, Supply Chain Management, κάτι που αντανακλά την προτεραιότητα των επιχειρήσεων να δημιουργήσουν τις νέες δεξιότητες σε big data, analytics, digital marketing».

ΒΕΛΤΙΩΜΕΝΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
Ένας εργαζόμενος που λαμβάνει την απαραίτητη εκπαίδευση είναι σε θέση να εκτελέσει καλύτερα την εργασία του. Γνωρίζει καλύτερα τις πρακτικές ασφάλειας και τις σωστές διαδικασίες για τις βασικές εργασίες. Η εκπαίδευση μπορεί, επίσης, να οικοδομήσει την αυτοπεποίθηση του ανθρώπου επειδή προσφέρει μια καλύτερη κατανόηση του κλάδου αλλά και των ευθυνών της δουλειάς του. Αυτή η εμπιστοσύνη μπορεί να τον ωθήσει να εργάζεται πιο αποτελεσματικά αλλά και να σκεφτεί νέες ιδέες που θα τον βοηθήσουν να υπερέχει. Η συνεχής εκπαίδευση διατηρεί τους εργαζόμενους στην αιχμή των εξελίξεων κλάδου δραστηριοποίησης της επιχείρησης. Οι εργαζόμενοι που είναι ικανοί και αντιλαμβάνονται εγκαίρως τις εξελίξεις στον κλάδο βοηθούν την εταιρεία να κατέχει μια ηγετική θέση και αποτελούν ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για εκείνη.

ΣΥΝΟΧΗ
Ένα δομημένο πρόγραμμα κατάρτισης και ανάπτυξης διασφαλίζει ότι το ανθρώπινο δυναμικό έχει συνεπή εμπειρία και γνώσεις. Η συνέπεια είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις βασικές πολιτικές και διαδικασίες της εταιρείας. Όλοι οι εργαζόμενοι πρέπει να γνωρίζουν τις προσδοκίες και τις διαδικασίες μέσα στην εταιρεία. Αυτό περιλαμβάνει την ασφάλεια, τις διακρίσεις και τις διοικητικές εργασίες. Το να εισέρχονται τα στελέχη ενός οργανισμού στη διαδικασία της τακτικής εκπαίδευσης, εξασφαλίζει ότι όλοι έχουν τουλάχιστον την έκθεση στις πληροφορίες.


ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ
Οι εργαζόμενοι που έχουν πρόσβαση σε προγράμματα κατάρτισης και ανάπτυξης έχουν πλεονέκτημα έναντι των εργαζομένων σε άλλες εταιρείες, οι οποίοι αναγκάζονται να αναζητήσουν μόνοι τους ευκαιρίες κατάρτισης. Η επένδυση στην κατάρτιση που κάνει μια επιχείρηση δείχνει στους ανθρώπους της ότι εκτιμώνται και δημιουργεί έναν υποστηρικτικό χώρο εργασίας. Οι εργαζόμενοι μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε γνώσεις που δεν θα είχαν μάθει σε διαφορετική περίπτωση ή δεν θα είχαν αναζητήσει. Το ανθρώπινο δυναμικό που βλέπει ότι ο οργανισμός το εκτιμά και επενδύει σε αυτό αισθάνεται μεγαλύτερη ικανοποίηση για την εργασία του και έχει σαφώς υψηλότερα επίπεδα δέσμευσης.

Τα απτά πλεονεκτήματα συνοδεύονται από εύλογα ερωτήματα αναφορικά με το πώς επιλέγεται ο εκπαιδευτικός φορέας, πώς το εκπαιδευτικό πρόγραμμα και η ποια είναι η κατάλληλη χρονική συγκυρία. Ο Δρ. Κ. Κυριακόπουλος δηλώνει σχετικά ότι «τα παραπάνω είναι δύσκολα ερωτήματα και απασχολούν νεαρούς αποφοίτους που επιζητούν να εισέλθουν στην αγορά εργασίας. Απασχολούν, επίσης, και επαγγελματίες σε διαφορετικά στάδια της καριέρας τους που επιζητούν ανάπτυξη και ανέλιξη. Μια προσεκτικά επιλεγμένη σχολή μπορεί να αποσβέσει την επένδυση σε MBA ή MSc με πολλούς διαφορετικούς τρόπους πέρα από ένα καλό μισθό ή ένα ευχάριστο εργασιακό περιβάλλον. Για τον λόγο αυτό, ο κάθε ενδιαφερόμενος θα πρέπει να χαράξει το όραμα της επαγγελματικής του εξέλιξης πριν επιλέξει την κατάλληλη σχολή και πρόγραμμα. Η ευκολία του προγράμματος, τα χαμηλά δίδακτρα ή η διαφήμιση είναι εν πολλοίς παραπλανητικά κριτήρια επιλογής. Αντίθετα, ο υποψήφιος πρέπει να δει την απόφασή του ως “επένδυση” στην προσωπική του ανάπτυξη και τις φιλοδοξίες για το τι καριέρα αλλά και ζωή θέλει να δημιουργήσει. Η ποιότητα των καθηγητών, η παιδαγωγική μέθοδος, οι προσωποποιημένες υπηρεσίες επαγγελματικής σταδιοδρομίας, η φήμη του προγράμματος στην επιχειρηματική κοινότητα πρέπει να αποτελούν τον γνώμονα αξιολόγησης των εναλλακτικών επιλογών».

ΧΩΡΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Οι εργαζόμενοι μπορούν να συμβάλλουν στην επιτυχία της επιχείρησης όταν εκπαιδεύονται για να εκτελούν τη δουλειά τους σύμφωνα με τα πρότυπα του κλάδου αλλά και τις ανάγκες της θέσης. Η κατάρτιση και η ανάπτυξη, οι οποίες είναι απαραίτητες τόσο για τη διοίκηση όσο και για το σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού, αποτελούνται συνήθως από εκπαιδεύσεις στον χώρο εργασίας καθώς και προγράμματα σε συνεργασία με εξωτερικούς συνεργάτες. Ορισμένες εταιρείες θεωρούν την εκπαίδευση περιττή δαπάνη αλλά εντοπίζοντας μερικές από τις αρνητικές επιπτώσεις στον οργανισμό ίσως θα πρέπει να αναθεωρήσουν.

ΔΥΣΑΡΕΣΤΗΜΕΝΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ
Οι εργαζόμενοι που αποδίδουν στη δουλειά τους διακατέχονται από μια αίσθηση υπερηφάνειας και προχωρούν σε υψηλότερες θέσεις. Όταν δεν υπάρχει εκπαίδευση, οι εργαζόμενοι ενδέχεται να δυσκολεύονται να εκτελέσουν σωστά την εργασία τους και κανένας από τους στόχους που τίθενται δεν είναι εφικτός. Αυτό οδηγεί σε χαμηλό ηθικό των εργαζομένων, γεγονός που οδηγεί σε turnover. Μια εταιρεία με φήμη για υψηλό turnover εργαζομένων είναι βέβαιο ότι δεν αποτελεί εργοδότη επιλογής και δεν είναι καθόλου ελκυστική για τα ταλέντα.

ΧΑΜΗΛΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ
Ο ρυθμός παραγωγικότητας είναι χαμηλός όταν οι εργαζόμενοι δεν γνωρίζουν αρκετά ώστε να εκτελούν την εργασία τους με αυτοπεποίθηση. Για να εξοικονομήσουν χρόνο και χρήμα, οι εργοδότες συχνά αναθέτουν το έργο της εκπαίδευσης σε ανθρώπους που εργάζονται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στην εταιρεία. Κάτι τέτοιο ούτε βιώσιμο είναι ούτε παραγωγικό καθώς από τη μία οι άνθρωποι αυτοί χάνουν χρόνο από τα δικά τους καθήκοντα και από την άλλη δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την ανάγκη για δομημένα εκπαιδευτικά προγράμματα. Έτσι, το πιο πιθανό είναι να μειωθεί η συνολική παραγωγικότητα.

ΜΗ ΑΣΦΑΛΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Οι ειδικοί σε θέματα Επαγγελματικής Ασφάλειας και Υγείας επισημαίνουν ότι οι ανειδίκευτοι εργαζόμενοι είναι πιο ευάλωτοι σε τραυματισμούς. Αυτό συμβαίνει όταν οι εργαζόμενοι στερούνται τις γνώσεις και τις δεξιότητες που απαιτούνται για την ασφαλή χρήση εξοπλισμού και προμηθειών. Το πρόβλημα θα μπορούσε να είναι θανατηφόρο σε περιβάλλοντα εργασίας που περιέχουν βαριά μηχανήματα και επικίνδυνα υλικά.

Δεν αρκεί να έχουν καθιερωθεί διαδικασίες και πρωτόκολλα για δραστηριότητες που συνεπάγονται πιθανούς κινδύνους για την ασφάλεια. Οι εργαζόμενοι πρέπει να λαμβάνουν εκπαίδευση σχετικά με τις κατάλληλες διαδικασίες και τον τρόπο και τον χρόνο χρήσης τους. Οι προϊστάμενοι ή οι υπεύθυνοι πρέπει να διασφαλίσουν ότι όλοι οι εργαζόμενοι κατανοούν τα πρωτόκολλα και αποδεικνύουν ότι μπορούν να τα ακολουθήσουν συστηματικά.


ΜΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ
Όταν όσοι κατέχουν managerial θέσεις δεν είναι επαρκώς εκπαιδευμένοι, επηρεάζουν ολόκληρη την εταιρεία. Ένας διευθυντής που είναι νέος στον ρόλο του, χρειάζεται εκπαίδευση για το πώς να διαχειριστεί τους ανθρώπους, να διαμοιράσει τα καθήκοντα, να επιλύσει τις συγκρούσεις μεταξύ των εργαζομένων, να εμπνεύσει το ανθρώπινο δυναμικό και να προσαρμοστεί στις αλλαγές εντός της επιχείρησης. Οι εργαζόμενοι απευθύνονται στη διοίκηση για να λύσουν αυτά τα ζητήματα και απογοητεύονται όταν η διοίκηση είναι απούσα και αδυνατεί να δώσει λύσεις. Το ηθικό τους πέφτει και δεν ενδιαφέρονται τόσο για τη δουλειά τους ούτε για την παραγωγικότητά τους. Πολύ συχνά, οι εργαζόμενοι εγκαταλείπουν την επιχείρηση, ενώ ο αναποτελεσματικός διευθυντής παραμένει, αλλά εξακολουθεί να μην λαμβάνει την εκπαίδευση που θα μπορούσε να τον βοηθήσει να εξελιχθεί σε καλύτερο manager.

ΑΥΞΗΜΕΝΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ
Μια εταιρεία που δεν εκπαιδεύει τους ανθρώπους της μπορεί να αναμένει αύξηση σε ένα ευρύ φάσμα εξόδων/δαπανών, όπως:

  • Το κόστος της ιατρικής περίθαλψης του ανθρώπινου δυναμικού λόγω τραυματισμών που προκλήθηκαν από ανειδίκευτη χρήση εξοπλισμού και προμηθειών.
  • Αποζημίωση πελατών για ελαττωματικά προϊόντα.
  • Το κόστος της υπεράσπισης της επιχείρησης από αγωγές από εργαζόμενους που ισχυρίζονται ότι ο τραυματισμός τους ήταν το αποτέλεσμα ανεπαρκούς κατάρτισης.

ΑΠΩΛΕΙΑ ΠΕΛΑΤΩΝ
Οι μη εκπαιδευμένοι εργαζόμενοι δεν μπορούν να παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Αν δεν διαθέτουν επαρκείς γνώσεις και δεξιότητες για να παρέχουν ικανοποιητική εξυπηρέτηση των πελατών, ο συνδυασμός αυτός οδηγεί σε δυσαρεστημένους πελάτες. Η εταιρεία θα βιώνει πτωτικές πωλήσεις αν οι δυσαρεστημένοι πελάτες επιλέγουν ανταγωνιστές που μπορούν να προσφέρουν ποιοτικά προϊόντα και κατάλληλη εξυπηρέτηση.

FACTS & FIGURES
Σύμφωνα με έρευνα του CIPD με τίτλο «Driving Performance & Productivity, Why Learning Organisations propel and sustain more impact», οι οργανισμοί που επενδύουν στη μάθηση:

  • Το 59% σημειώνει αύξηση της παραγωγικότητας.
  • Το 39% οδηγεί την επιχειρηματική καινοτομία.
  • Το 38% βελτιώνει τις στρατηγικές ταλέντων για να κρατήσει τους καλύτερους ανθρώπους.
  • Το 47% ενισχύει την ικανότητα για την επίλυση προβλημάτων.
  • Το 48% αναπτύσσει την κουλτούρα μάθησης εντός του οργανισμού του.
  • Το 68% διευκολύνει νέους τρόπους εργασίας.

Σύμφωνα με τον Δρ. Κ. Κυριακόπουλο, «η κρίση επηρέασε αρνητικά τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να υποστηρίξουν τις προσπάθειες των στελεχών τους για συνέχιση σπουδών. Οι αλλαγές στην αγορά εργασίας, όμως, που κυοφορούνται εδώ και χρόνια (ψηφιακός μετασχηματισμός, πελατο-κεντρικότητα) αλλά επιταχύνονται δραματικά από την ανατροπή του οικονομικού και επιχειρηματικού μοντέλου στη χώρα μας (εξωστρέφεια, καινοτομία, δημιουργία ταλέντου) δημιουργούν νέες προϋποθέσεις επιτυχίας για της ελληνικές επιχειρήσεις. Σε αυτό το νέο περιβάλλον ανταγωνισμού χωρίς σύνορα, οι εταιρείες αρχίζουν και επενδύουν τόσο σε ενδο-επιχειρησιακά προγράμματα σπουδών όσο και σε επιδότηση σπουδών σε ΜΒΑ και εξειδικευμένα Masters. Το παράδοξο είναι ότι σε μια εποχή υψηλής ανεργίας, οι εταιρείες έχουν ακόμη δυσκολία να εντοπίσουν άτομα με τις επιθυμητές δεξιότητες. Αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση του εκπαιδευτικού συστήματος, των νέων στελεχών αλλά και των επιχειρήσεών μας!».