Σύμφωνα με την ΓΣΕΕ, οι εργαζόμενοι που δεν κατάφεραν να προσέλθουν στην εργασία τους λόγω αδυναμίας μετακίνησής τους εξαιτίας της χιονόπτωσης και των συνεπειών της δικαιούνται κανονικά τις αποδοχές τους για την ημέρα ή τις ημέρες της κακοκαιρίας, αρκεί να έχει προηγηθεί τουλάχιστον δεκαήμερη πραγματική εργασία στον εργοδότη τους.

Το εν λόγω δικαίωμα θεμελιώνεται όταν η επιχείρηση λειτούργησε κανονικά και ο εργαζόμενος δεν κατόρθωσε, παρά την καταβληθείσα από μέρους του προσπάθεια, να μεταβεί στην εργασία του. Επισημαίνεται ότι το δικαίωμα αυτό διατηρείται ακόμη και όταν η επιχείρηση δεν λειτούργησε κανονικά, επειδή ο εργοδότης διέκοψε τη λειτουργία της χωρίς να λάβει τα απαιτούμενα «μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης».

Ως εκ τούτου, ο εργαζόμενος που δεν κατόρθωσε να μεταβεί στην επιχείρηση, της οποίας τη λειτουργία διέκοψε ο εργοδότης την ημέρα της κακοκαιρίας λόγω εκτίμησής του, δικαιούται κανονικά τις αποδοχές της ημέρας αυτής. Ωστόσο, στην επιχείρηση που, λόγω της ασυνήθους σε ένταση χιονόπτωσης, είναι κατ’ αντικειμενική κρίση αδύνατο να λειτουργήσει, τα μέρη απαλλάσσονται αμοιβαία από τις υποχρεώσεις τους. Σημειώνεται, τέλος, ότι η ημέρα κατά την οποία ο εργαζόμενος δεν κατόρθωσε να μεταβεί στην εργασία του λόγω ακραίων καιρικών συνθηκών, δεν μπορεί να χρεωθεί μονομερώς από τον εργοδότη στον μισθωτό ως ημέρα κανονικής άδειας.