Η κοινωνική ασφάλιση και η υγειονομική περίθαλψη αποτελούσε, μέχρι πρότινος τουλάχιστον, μία δεδομένη κατάκτηση για τους εργαζόμενους στην Ευρώπη και τη χώρα μας. Ωστόσο, εν μέρει και ως συνέπεια της κρίσης αλλά και λόγω άλλων συνθηκών και εξελίξεων, διανύουμε μία περίοδο όπου αρκετά κεκτημένα αμφισβητούνται, ενώ τουλάχιστον σε ότι αφορά την Ελλάδα, οι παροχές των κοινωνικών φορέων υποβαθμίζονται διαρκώς, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να αισθάνονται ολοένα και μεγαλύτερη ανασφάλεια.
Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης στη χώρα μας, διανύει μία περίοδο δοκιμασιών και δέχεται συνεχείς απειλές, ενώ παρά το υψηλό της κόστος, αδυνατεί σε μεγάλο βαθμό να ικανοποιήσει τις ανάγκες των εργαζομένων. Σύμφωνα με παλαιότερη έρευνα του ευρωβαρόμετρου (2014), οι Έλληνες δηλώνουν απογοητευμένοι σε ότι αφορά τις δημόσιες παροχές υγείας, γεγονός που τους κάνει να στρέφονται προς τα ιδιωτικά προγράμματα υγείας. Το περιορισμένο εύρος των καλύψεων σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια υγεία αλλά και η έλλειψη υπηρεσιών ποιότητας έχουν τα τελευταία χρόνια προσανατολίσει τους έλληνες πολίτες σε ιδιωτικές λύσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ευρωβαρόμετρου, με βάση την εικόνα που έχουν οι πολίτες για τη δημόσια υγεία, η χώρα μας τοποθετείται στην προτελευταία θέση ανάμεσα σε 28 ευρωπαϊκές χώρες, μόλις μία θέση πριν από τη Ρουμανία. Η ίδια έρευνα δείχνει ότι τρεις στους τέσσερις Έλληνες δεν εμπιστεύονται τα κρατικά νοσοκομεία, καθώς το 78% πιστεύει ότι μπορεί να υποστεί βλάβη κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Ικανοποιημένος από τη λειτουργία των κρατικών νοσοκομείων δηλώνει ένας στους τέσσερις πολίτες. Ειδικά στη χώρα μας, η συμπληρωματική κάλυψη με ένα ιδιωτικό πρόγραμμα υγείας προέρχεται από την ανάγκη του ασφαλισμένου να έχει άμεση πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, τη στιγμή που αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα, να χαίρει αξιοπρεπούς αντιμετώπισης καθ’ όλη τη διάρκεια της φροντίδας αλλά και να περιορίσει τον οικονομικό κίνδυνο που αναλαμβάνει, σε περίπτωση ασθένειας, που απαιτεί υψηλού κόστους θεραπεία και φροντίδα αποκατάστασης.
Την τάση αυτή καταγράφει και η πανελλαδική έρευνα της ΚΑΠΠΑ Research, που διεξήχθη το 2014, και σύμφωνα με την οποία το ποσοστό των Ελλήνων που επιλέγουν την ιδιωτική ασφάλιση για υγειονομική κάλυψη αυξήθηκε τη διετία 2012-2014 κατά 60% με αποτέλεσμα περίπου δύο στους πέντε Έλληνες να έχουν συμβόλαιο υγείας σε κάποια ασφαλιστική. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας αυτής, περίπου 2 στους 3 συμμετέχοντες στην έρευνα δήλωσαν ότι η κατάσταση του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) έχει επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια, ενώ ένας στους δύο έχουν παρόμοια άποψη για τον ΕΟΠΥΥ. Το ίδιο ποσοστό (49,3%) δηλώνει καθόλου ή λίγο ικανοποιημένος και από το Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας (ΠΕΔΥ).
Παράλληλα, το 36,9% των συμμετεχόντων σχολιάζει ότι τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί τα ποσά που κλήθηκαν να πληρώσουν για εργαστηριακές εξετάσεις. Αυξημένες πληρωμές δηλώνουν για επισκέψεις σε γιατρούς (36,5% των συμμετεχόντων), για φάρμακα (50,1%), ιατρικές συσκευές και υγειονομικό υλικό (46,6%) και νοσηλεία σε νοσοκομείο ή ιδιωτική κλινική (50,4%). Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την ανάγκη ευελιξίας και παροχής κινήτρων στον εργασιακό χώρο, όπως αυτός διαμορφώνεται στην ελληνική πραγματικότητα, έχουν οδηγήσει στην ευρεία εφαρμογή της ομαδικής ασφάλισης προσωπικού μίας επιχείρησης. Η παροχή της ομαδικής ασφάλισης των εργαζομένων στην επιχείρηση από τον ίδιο τον εργοδότη, αν και δεν προβλέπεται νομοθετικά, αποτελεί συνηθισμένη πρακτική κατά τα τελευταία χρόνια και εφαρμόζεται πλέον ευρύτατα σε πολλές εταιρείες, με πολλά θετικά αποτελέσματα, τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τις ίδιες τις εταιρείες.
Η ιδιωτική ασφάλιση στην Ελλάδα
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης καθώς και το σύστημα υγείας της χώρας έχουν οδηγήσει σε μία άνθηση την ιδιωτική ασφάλιση. Σύμφωνα με έρευνα της ICAP, για λογαριασμό της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος σε πολίτες ασφαλισμένους και μη:
- το 85% δηλώνει ότι τα επόμενα χρόνια όλο και περισσότεροι Έλληνες θα ασφαλιστούν για σύνταξη και υγεία
- το 77% δηλώνει πως η κοινωνική ασφάλιση περιορίζεται και η ιδιωτική τείνει να την αντικαταστήσει
- το 81% δηλώνει ότι τα προγράμματα σύνταξης των ασφαλιστικών εταιρειών είναι βασική εναλλακτική λύση για τη συμπλήρωση της σύνταξης από τα ασφαλιστικά ταμεία
- το 76% δηλώνει ότι ο ιδιωτικός τομέας είναι καλύτερος διαχειριστής χρημάτων από το κράτος.
Τα τελευταία χρόνια οι ασφαλίσεις του κλάδου υγείας στην Ελλάδα παρουσιάζουν διψήφιους ρυθμούς ανάπτυξης. Πιο συγκεκριμένα, οι ασφαλίσεις του συγκεκριμένου κλάδου αυξήθηκαν κατά 27% το πρώτο εξάμηνο του 2014 δείχνοντας μια σαφή τάση προς την ιδιωτική ασφάλιση, ωθούμενη κυρίως από τις συνεχόμενες αρνητικές εξελίξεις στο δημόσιο σύστημα υγείας αλλά και από τα πολλά προγράμματα που έχουν βγάλει στην αγορά οι ασφαλιστικές στοχεύοντας να καλύψουν κάθε είδους ανάγκη αλλά και… βαλάντιο.
Παρόλα αυτά, ο κλάδος ζωής και υγείας στην ελληνική ασφαλιστική αγορά εξακολουθεί να μην είναι τόσο ανεπτυγμένος όσο σε άλλες χώρες, παρά τη διαρκή αυξητική τάση που καταγράφεται. Ειδικότερα, από έρευνα που έγινε για τους λόγους που η ιδιωτική ασφάλιση υγείας στην Ελλάδα βρίσκεται σε αρκετά χαμηλά επίπεδα, η οποία αναλύθηκε στο 11ο Πανελλήνιο Συνέδριο της ΕΣΔΥ, για τη διοίκηση, τα οικονομικά και τις πολιτικές της υγείας, που έλαβε χώρα το Δεκέμβριο 2015, προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα: Σύμφωνα, με τους ερωτώμενους οι βασικοί λόγοι είναι οικονομικοί όπως η έλλειψη διαθέσιμου εισοδήματος (74,4%) και τα ακριβά ασφάλιστρα σε ποσοστό 51,2%.
Αρκετά μεγάλο μερίδιο έχει η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών ως προς τις καλύψεις (42,4%), ενώ η περιορισμένη ασφαλιστική συνείδηση των πολιτών κατά 31%. Μικρό είναι το ποσοστό εκείνων που πιστεύουν ότι η ιδιωτική ασφάλιση υστερεί λόγω επάρκειας της κοινωνικής ασφάλισης (10,3%). Θετικά αντιμετωπίζει η πλειονότητα των ερωτηθέντων την προοπτική να δοθούν κίνητρα για την αύξηση της διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης (73,5%, ισομερώς κατανεμημένο στις επαγγελματικές κατηγορίες των συμμετεχόντων).
Ιδιωτική ασφάλιση ζωής και υγείας
Ο Κλάδος Ασφαλίσεων Ζωής συμπεριλαμβάνει την κάλυψη προσωπικών κινδύνων που απειλούν τη ζωή (ασφαλίσεις θανάτου) αλλά και την κάλυψη αναγκών που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της (συνταξιοδοτικά προγράμματα). Βασικές καλύψεις του Κλάδου Ζωής είναι οι ακόλουθες:
- Αναπλήρωση εισοδήματος λόγω πρόωρου θανάτου
- Ανικανότητα / αναπηρία
- Ασθένεια
- Σύνταξη
Σύμφωνα με το στοιχείο κάλυψης που υπερισχύει σε ένα ασφαλιστήριο Ζωής, οι ασφαλίσεις ζωής χωρίζονται στις ακόλουθες κατηγορίες: Αποταμίευση: συσσώρευση κεφαλαίου (ασφαλίστρων) μέσω ασφαλιστηρίου συμβολαίου για κεφάλαιο που θα δοθεί είτε στη λήξη είτε με τη μορφή προσόδου (σύνταξης), είτε με τη μορφή εφάπαξ.
Προστασία: έναντι θανάτου, ασθένειας ή ατυχήματος ή των συνεπειών του (δηλαδή νοσοκομειακά έξοδα, απώλεια εισοδήματος, ανικανότητα,αποπληρωμή υποχρεώσεων). Οι ασφαλίσεις Ζωής παρέχονται σε διαφορετικές μορφές ως:
Aτομικές ασφαλίσεις: Mε ατομικό ασφαλιστήριο για κινδύνους που σχετίζονται με τη ζωή και την υγεία ενός προσώπου.
Ομαδικές ασφαλίσεις: Με ομαδικό ενιαίο ασφαλιστήριο συμβόλαιο για κινδύνους που σχετίζονται με τη ζωή και την υγεία μιας ομάδας ασφαλισμένων.
Στις ασφαλίσεις Ζωής συμπεριλαμβάνονται οι καλύψεις ασθενειών και ατυχημάτων είτε ως προσθήκες (συμπληρωματικές καλύψεις – riders) είτε ως αυτοτελής κλάδος σαν κύριες καλύψεις (IV). Σε ότι αφορά την υγεία, στην Ελλάδα, όπου η κοινωνική ασφάλιση είναι υποχρεωτική, καθολική και ευρεία, η ιδιωτική ασφάλιση υγείας είναι εθελοντική και λειτουργεί, κατά βάση, με σκοπό την κάλυψη ποιοτικά αναβαθμισμένων και εκσυγχρονισμένων υπηρεσιών φροντίδας της υγείας και την αποφυγή μακρών σειρών αναμονής για την εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων.
Η ασφάλιση υγείας διατίθεται από τις ασφαλιστικές εταιρείες μέσω της έκδοσης ατομικών συμβολαίων (ασφάλιση μεμονωμένων προσώπων, ως ιδιωτών) και ομαδικών συμβολαίων (ασφάλιση ομάδων προσώπων, όπως των εργαζομένων μιας επιχείρησης). Ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο μπορεί να περιέχει αμιγώς και μόνον καλύψεις υγείας, ή μπορεί να έχει ως βασική ασφαλιστική κάλυψη αυτή της ζωής ή της σύνταξης και οι καλύψεις υγείας να παρέχονται ως «συμπληρωματικό συμβόλαιο» ή «προσάρτημα» στο συμβόλαιο της βασικής κάλυψης ζωής.
Η ασφάλιση υγείας διατίθεται μέσω ετησίως ανανεούμενων, αλλά και μακροχρόνιων συμβολαίων, με εγγυημένη ανανεωσιμότητα σε αμφότερα. Η εγγυημένη ανανεωσιμότητα, πρακτικά παρέχει τη βεβαιότητα της διατήρησης της ασφαλιστικής κάλυψης του ασφαλισμένου προσώπου για όσο χρόνο έχει οριστεί η διάρκεια των καλύψεων υγείας, κατά τους όρους του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, ανεξάρτητα από την εξέλιξη της κατάστασης της υγείας του. Η ασφάλιση υγείας αφορά στην αποζημίωση /αναπλήρωση απωλειών (π.χ. απώλεια εισοδήματος), οι οποίες προκαλούνται από ασθένεια, ατύχημα ή αναπηρία του ασφαλισμένου και παρέχεται μέσω των ασφαλιστηρίων συμβολαίων υγείας με τις καλύψεις: νοσοκομειακή, εξω-νοσοκομειακή και ανικανότητα.
Προγράμματα ομαδικής ασφάλισης
Τα προγράμματα ομαδικής ασφάλισης που παρέχουν οι επιχειρήσεις, καλύπτουν τους εργαζόμενους σε τομείς όπως η ασφάλιση ζωής, αναπηρίας, ασφάλιση ατυχημάτων, απώλειας εισοδήματος, ανικανότητα για εργασία, ιατροφαρμακευτική, νοσοκομειακή και εξωνοσοκομειακή περίθαλψη, παροχή επιδομάτων, μητρότητας, συνταξιοδοτικά προγράμματα κ.λπ. Πιο συγκεκριμένα, οι παροχές των προγραμμάτων Ομαδικής Ασφάλισης προσφέρουν στους εργαζόμενους εξασφάλιση της οικογένειας σε περίπτωση απώλειας ζωής, προστασία του εισοδήματός τους σε περίπτωση μόνιμης ή πρόσκαιρης ολικής ή μερικής ανικανότητας από ατύχημα ή ασθένεια, κάλυψη έκτακτων εξόδων που δημιουργούνται για τους ίδιους και τις οικογένειές τους, σε περίπτωση νοσηλείας, κάλυψη δαπανών για ιατρικές επισκέψεις, διαγνωστικές εξετάσεις και φάρμακα.
Τα προγράμματα ασφάλισης ζωής αφορούν στην περίπτωση θανάτου όπου το ποσό της κάλυψης, καταβάλλεται στους δικαιούχους του ασφαλιζόμενου. Στην ασφάλιση αναπηρίας ή μόνιμης ανικανότητας, το κεφάλαιο της κάλυψης καταβάλλεται στον ασφαλιζόμενο ενώ στην περίπτωση προσωρινής ανικανότητας συνήθως καταβάλλεται μηνιαίο ποσό είτε από την πρώτη μέρα ανικανότητας είτε μετά από κάποια περίοδο αναμονής, ανάλογα με την κάλυψη του κύριου ασφαλιστικού φορέα του ασφαλιζόμενου και για ορισμένο χρονικό διάστημα. Οι παροχές περίθαλψης περιλαμβάνουν ακόμα νοσοκομειακή και εξωνοσοκομειακή περίθαλψη όπου καταβάλλεται το ποσό που δαπανάται στην περίπτωση εισαγωγής του ασφαλισμένου ή μελών της οικογένειάς του (στην πρώτη περίπτωση) ή τα έξοδα με τα οποία επιβαρύνθηκαν ο ασφαλισμένος ή μέλη της οικογένειάς του για αγορά φαρμάκων, ιατρικές επισκέψεις, εξετάσεις (μικροβιολογικές, ακτινολογικές ή άλλες εργαστηριακές κτλ).
Όπως επισημαίνει ο Κώστας Πάντος, Αναπληρωτής Διευθυντής Ζωής της Groupama Ασφαλιστικής, «Τα ομαδικά προγράμματα περιλαμβάνουν καλύψεις που αφορούν την προστασία του εργαζομένου και της οικογένειάς του από απρόβλεπτες και ανεπιθύμητες καταστάσεις, όπως απώλεια ζωής, ανικανότητες, απώλεια εισοδήματος, νοσοκομειακή και εξωνοσοκομειακή περίθαλψη, καθώς και σύνταξη. Τα κριτήρια που τα διαμορφώνουν βασίζονται κυρίως στις ανάγκες των εργαζομένων που θέλει να καλύψει ο εργοδότης σε συνδυασμό με το κόστος. Απευθύνονται σε εταιρείες με προσωπικό άνω των 10 ατόμων ανεξαρτήτως μεγέθους ή δραστηριότητας».
«Η ομαδική ασφάλιση απευθύνεται σε όλες τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους ή δραστηριότητας. Αποτελεί “θεσμό” για τις μεγάλες επιχειρήσεις και ιδιαίτερα τις πολυεθνικές. Όμως, τα τελευταία χρόνια και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που απασχολούν μικρό αριθμό προσωπικού, δείχνουν ενδιαφέρον και προχωρούν στη σύναψη ομαδικής ασφάλισης», εξηγεί ο Γιώργος Πλωμαρίτης, Διευθυντής Πωλήσεων Group& Corporate Business, Interamerican και συνεχίζει επισημαίνοντας ότι «Χαρακτηριστικό των ομαδικών προγραμμάτων είναι ότι διαμορφώνονται tailor-made, δηλαδή ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε επιχείρησης.
Κάθε επιχείρηση σε συνεργασία με την ασφαλιστική εταιρεία ή τον ασφαλιστικό της σύμβουλο μπορεί να σχεδιάσει το κατάλληλο πρόγραμμα το οποίο θα καλύπτει τις ανάγκες των εργαζομένων της και παράλληλα θα είναι μέσα στο πλαίσιο του ποσού που επιθυμεί να διαθέσει».Σύμφωνα με τον ίδιο, «Πιο διαδεδομένα σε ζήτηση είναι τα προγράμματα που παρέχουν κάλυψη ζωής και υγείας. Τα τελευταία, όμως, χρόνια ιδιαίτερα μετά τις ριζικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις στον χώρο της σύνταξης καθώς και την αλλαγή στο φορολογικό πλαίσιο, οι εταιρείες δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον για την υλοποίηση συνταξιοδοτικών προγραμμάτων».
Προγράμματα προσαρμοσμένα σε κάθε ανάγκη
Οι εταιρείες μπορούν να προσφέρουν στους εργαζόμενούς τους διάφορα ασφαλιστικά πακέτα, για την υγεία, για την ιατρική και τη νοσοκομειακή περίθαλψη, συνταξιοδοτικά προγράμματα, αποταμιευτικά προγράμματα κ.λπ. Οι ασφαλιστικές εταιρείες, προσφέρουν διαφοροποιημένα πακέτα στις επιχειρήσεις, ανάλογα με τον κλάδο δραστηριοποίησής τους και τις ανάγκες τους. Το πρόγραμμα που απευθύνεται σε κάθε εταιρεία δεν είναι τυποποιημένο αλλά δημιουργείται από έμπειρα στελέχη σύμφωνα με τις ανάγκες και τις δυνατότητες της ασφαλιζόμενης επιχείρησης. Έμπειροι ασφαλιστικοί σύμβουλοι μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες του προσωπικού ενός οργανισμού συνθέτοντας το κατάλληλο πακέτο ομαδικών παροχών. Ακόμα δίνεται η δυνατότητα στους ενδιαφερόμενους να επιλέξουν κάποιο από τα τυποποιημένα προσφερόμενα προγράμματα ομαδικής ασφάλισης, αποφεύγοντας σύνθετες και χρονοβόρες διαδικασίες, αλλά επιλέγοντας μία αξιόπιστη και αποτελεσματική ασφαλιστική λύση.
Η επιλογή του κατάλληλου προγράμματος είναι κρίσιμης σημασίας. Όπως εξηγεί ο Κ. Πάντος, «Κατά την επιλογή του κατάλληλου προγράμματος θα πρέπει να γίνεται προσεκτική και αναλυτική καταγραφή των ασφαλιστικών αναγκών των ασφαλισμένων, εστίαση στη διαφορετικότητα της ασφαλιζόμενης ομάδας, κατάλληλη επιλογή των καλύψεων σε συνδυασμό με το κόστος για την εξασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του συμβολαίου και διασφάλιση της αμεσότητας στην παροχή των υπηρεσιών προς τους ασφαλισμένους».
Σε ότι αφορά τα σημεία που χρήζουν προσοχής κατά την επιλογή και που μπορούν να προσδώσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, ο Γ. Πλωμαρίτης εξηγεί ότι «Κατ’ αρχάς, θα πρέπει η επιχείρηση να επιλέξει την κατάλληλη ασφαλιστική εταιρεία συνυπολογίζοντας την αξιοπιστία της, τη φερεγγυότητά της, τις υποδομές της, τις συνεργασίες της καθώς και τις παρεχόμενες υπηρεσίες προς την επιχείρηση αλλά και τους εργαζόμενους. Πολύ σημαντικό ρόλο επίσης παίζει ο χρόνος ανταπόκρισης της ασφαλιστικής εταιρείας στις απαιτήσεις της επιχειρήσης και των εργαζομένων.
Η μείωση του διαχειριστικού κόστους ενός προγράμματος ομαδικής ασφάλισης, ιδιαίτερα αυτή την εποχή που οι επιχειρήσεις λειτουργούν με μειωμένο προσωπικό, είναι πολύ σημαντικός παράγοντας. Θα πρέπει, λοιπόν, να επιλεγεί την εταιρεία η οποία θα προσφέρει τα κατάλληλα εργαλεία που θα βοηθήσουν τον HR Manager να παρακολουθεί την πορεία του ασφαλιστηρίου εύκολα και αποτελεσματικά. Το πρόγραμμα που θα επιλεγεί θα πρέπει να καλύπτει τις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων. Ενδεχομένως να απαιτείται ο διαχωρισμός των εργαζομένων ανάλογα με τη δραστηριότητά τους και να σχεδιασθεί διαφορετικό πρόγραμμα παροχών για κάθε κατηγορία. Ιδεώδες είναι να προσφέρεται η δυνατότητα στον εργαζόμενο, σε περίπτωση που αποχωρήσει από το πρόγραμμα ή την επιχείρηση να συνεχίσει την κάλυψή του εφόσον το επιθυμεί με ατομικό ασφαλιστήριο χωρίς να εξεταστεί εκ νέου η κατάσταση της υγείας του. Αυτή η δυνατότητα του προσφέρει μεγαλύτερη ασφάλεια για το μέλλον γιατί έχει φροντίσει από νωρίς και πριν μεταβληθεί η κατάσταση της υγείας του, για το μέλλον το δικό του και των παιδιών του».
Οφέλη
Σε μία αγορά που δοκιμάζεται από τη συρρίκνωση των μισθών και τον περιορισμό των εργαζομένων, η ομαδική ασφάλιση αναδεικνύει το υψηλό αίσθημα ευθύνης απέναντι στους συνεργάτες της, δημιουργώντας υψηλά κίνητρα παραγωγικότητας και διαφοροποίησης από τον ανταγωνισμό. Επιπλέον, ενδυναμώνει την ενιαία εταιρική συνείδηση, δημιουργώντας ισχυρούς σταθερούς δεσμούς ανάμεσα στην εταιρεία και τους συνεργάτες της. «Από έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί κατά καιρούς προκύπτει ότι πέραν του μισθού, το ομαδικό ασφαλιστήριο κατατάσσεται από τους εργαζόμενους στην πρώτη θέση ως η σημαντικότερη παροχή που τους προσφέρει ο εργοδότης τους», υποστηρίζει ο Γ. Πλωμαρίτης και εξηγεί ότι «Η ομαδική ασφάλιση είναι μια πολύτιμη παροχή για τον εργαζόμενο, ο οποίος απολαμβάνει τα πλεονεκτήματα και την υψηλή ποιότητα υπηρεσιών της ιδιωτικής ασφάλισης, ενώ συμπληρώνει τις παροχές του κοινωνικού φορέα οι οποίες ολοένα και συρρικνώνονται.
Στα ομαδικά προγράμματα παρέχεται η δυνατότητα στον εργαζόμενο να ασφαλίσει τα μέλη της οικογένειάς του με πολύ χαμηλό κόστος και έτσι όλη η οικογένεια απολαμβάνει τα οφέλη της ασφάλισης. Η ομαδική ασφάλιση μειώνει αισθητά το άγχος και την αγωνία του εργαζόμενου για το αύριο και την αντιμετώπιση απρόβλεπτων περιστατικών, ενώ επηρεάζει θετικά τη διάθεσή του και αυξάνει την παραγωγικότητά του. Τα προγράμματα ομαδικής ασφάλισης αποτελούν ένα σημαντικό εργαλείο για τις επιχειρήσεις, με το οποίο αυτές ενισχύουν τη δέσμευση και την αφοσίωση των εργαζομένων τους, γεγονός που αποδεδειγμένα τους κάνει πιο παραγωγικούς. Παράλληλα, παρέχουν κίνητρο για την προσέλκυση νέων ικανών στελεχών και γενικότερα βελτιώνεται το κύρος και η φήμη τους στην αγορά. Ο συνδυασμός του σχετικά χαμηλού κόστους αυτών των προγραμμάτων και των φορολογικών εκπτώσεων, καθιστούν τα προγράμματα ομαδικής ασφάλισης ως τα πλέον δημοφιλή για τις επιχειρήσεις».
Σε μία εποχή γεμάτη προκλήσεις και ανταγωνισμό σε επιχειρηματικό επίπεδο, οι άνθρωποι είναι αυτοί που μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Το ανθρώπινο δυναμικό καλείται να υλοποιήσει στρατηγικές ανάπτυξης, οι οποίες μπορούν να κάνουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της επιχείρησης ακόμα πιο ισχυρό. Οι εργαζόμενοι είναι αυτοί που έχουν τη δύναμη να προσδώσουν αξία στα προϊόντα, στις υπηρεσίες, στους πελάτες και στη συνολική εικόνα της επιχείρησης. Η ασφάλιση του ανθρώπινου δυναμικού μίας επιχείρησης, αποτελεί σήμερα μία ουσιαστική επένδυση που προσφέρει ικανοποίηση στους εργαζόμενους, ενισχύοντας τη δέσμευσή τους και κατ’ επέκταση την παραγωγικότητά τους. Μόνο οι ευχαριστημένοι άνθρωποι, που είναι σε θέση να καλύψουν βασικές ανάγκες των ίδιων και της οικογένειάς τους, έχουν τη διάθεση αλλά και την ικανότητα να αποδώσουν τα μέγιστα σε μία θέση εργασίας.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Κ. Πάντος, «Η ομαδική ασφάλιση αποτελεί μια επένδυση από τη μεριά του επιχειρηματία, η οποία του προσδίδει κύρος και τον βοηθά να προσελκύει και να διατηρεί ικανά στελέχη, αναβαθμίζοντας τη σχέση εργαζομένου-εργοδότη. Με τα ομαδικά προγράμματα η επιχείρηση διαφοροποιείται από τους ανταγωνιστές της και βελτιώνει την εικόνα της στην αγορά. Επίσης, οι δαπάνες για πρόσθετες παροχές στο ανθρώπινο δυναμικό της επιχείρησης εκπίπτουν φορολογικά. Παράλληλα, δίνεται η δυνατότητα στους εργαζόμενους να συμπληρώσουν τις παροχές του κοινωνικού φορέα και να αντισταθμίσουν τυχόν απώλειες που δυσχεραίνουν την καθημερινότητά τους. Με τον τρόπο αυτό αισθάνονται ήρεμοι, ασφαλείς και συνεχίζουν να προσφέρουν στην επιχείρηση απρόσκοπτα, χωρίς αγωνία για το αύριο».
Ομαδικές ασφαλίσεις την περίοδο της κρίσης
Η οικονομική κρίση, όπως δείχνουν τα στοιχεία, από τη μία έχει στρέψει τους έλληνες πολίτες σε λύσεις ιδιωτικής ασφάλισης, από την άλλη όμως έχει καταστήσει μία τέτοια επιλογή ακόμα δυσκολότερη για μεγάλη μερίδα, εξαιτίας της συνεχής συρρίκνωσης των εισοδημάτων. Τι συμβαίνει όμως με τις ελληνικές εταιρείες, οι οποίες επίσης βρίσκονται υπό διαρκή πίεση και ανάγκη για συμπίεση των δαπανών; «Η οικονομική κρίση έχει πλήξει ιδιαίτερα τον χώρο των επιχειρήσεων. Τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται σε μερικές περιπτώσεις μείωση των παροχών των ομαδικών συμβολαίων και σε κάποιες περιπτώσεις κατάργησή τους.
Οι περισσότερες επιχειρήσεις προσπαθούν να διατηρήσουν ανέπαφα τα ομαδικά τους συμβόλαια και είναι από τις τελευταίες παροχές προς τους εργαζομένους που σκέπτονται να μειώσουν. Θα λέγαμε μάλιστα ότι η οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα μας μπορεί να λειτουργήσει σαν μια ευκαιρία. Σε ένα τόσο δύσκολο περιβάλλον, στο οποίο τα νοικοκυριά στερούνται της δυνατότητας για την απόκτηση ατομικών προγραμμάτων ασφάλισης, οι επιθυμητές ασφαλιστικές καλύψεις μπορούν να αποκτηθούν σε ιδιαίτερα προσιτό κόστος, μόνο μέσω ενός ομαδικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου», υποστηρίζει ο Κ. Πάντος.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Γ. Πλωμαρίτης υπογραμμίζει ότι «Αναμφισβήτητα, η οικονομική κρίση που έχει πλήξει τις επιχειρήσεις στη χώρα μας, έχει πλήξει και τις έμμεσες παροχές όπως είναι η ομαδική ασφάλιση. Οι περισσότερες επιχειρήσεις, όμως, αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα και την προστιθέμενη αξία που προσφέρουν τα προγράμματα ομαδικής ασφάλισης, διατηρούν τα προγράμματά τους, καθώς πέραν των άλλων, λειτουργούν και αντισταθμιστικά έναντι των οικονομικών απωλειών που έχουν υποστεί οι εργαζόμενοι.
Ας μην παραβλέπουμε το γεγονός ότι η δαπάνη είναι σχετικά μικρή, ενώ η παροχή και τα οφέλη τόσο για τον εργαζόμενο όσο και την επιχείρηση είναι πολλαπλά. Ανέκαθεν αλλά και ιδιαίτερα σήμερα, οι ασφαλιστικές εταιρείες είναι δίπλα στην επιχείρηση για να την συμβουλεύουν και να βρουν από κοινού την κατάλληλη λύση στα προβλήματα της. Έτσι, όσες επιχειρήσεις έχουν υποστεί μεγαλύτερη πίεση, με την καθοδήγηση της ασφαλιστικής εταιρείας, προχωρούν στον σχεδιασμό εναλλακτικών προγραμμάτων με μικρότερο κόστος αλλά με ουσιαστική κάλυψη των εργαζομένων τους».