Εμπιστοσύνη – Trust: «Η κόλλα (Glue) της ζωής» Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Stephen R. Covey. Το απαραίτητο και βασικό συστατικό στις ανθρωπινές σχέσεις, στην επικοινωνία, στην ομαδική δουλεία και, εντέλει, ο θεμέλιος λίθος της «επιτυχίας».
Γράφει η Μαρία Πετροπούλου, HR Director, Rafarm SA
Επιτυχία και εμπιστοσύνη, δυο έννοιες, πολλές φορές, συνδεδεμένες και αλληλεξαρτώμενες. Κατά γενική ομολογία, η δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης μέσα σε έναν οργανισμό ή σε μία ομάδα αποτελεί χαρακτηριστικό της επιτυχημένης ηγεσίας, η οποία έχει επίγνωση ότι οι καθημερινές, απλές ή και πιο σύνθετες, πρακτικές της συμβάλουν στην εδραίωση ή όχι της εμπιστοσύνης των ανθρώπων. Η εμπιστοσύνη χρειάζεται χρόνο και προσπάθεια για να χτισθεί και να διατηρηθεί, αλλά αρκεί μονάχα ένα γεγονός για να τη διαλύσει τελείως. Ποια είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά / συστατικά που φαίνεται να έχουν σημασία για να εμπιστευτούμε έναν οργανισμό, μία ομάδα ή ακόμα και την οικογένειά μας;
Η ακεραιότητα και η συνέπεια που επιδεικνύει ένας οργανισμός, είτε αφορά σε εργαζομένους και σε πελάτες είτε και σε υπηρεσίες, η ευελιξία και η ικανότητα πρόβλεψης και επίλυσης των προβλημάτων και, τέλος, η ουσιαστική υποστήριξη, προστασία και «φροντίδα» που δείχνει στα μέλη του αποτελούν τους πυλώνες πάνω στους οποίους στηρίζεται η εμπιστοσύνη. Γιατί, όμως, είναι σημαντική η εμπιστοσύνη; Τι διαφορά κάνει σε έναν οργανισμό ή σε μία ομάδα η ύπαρξή της; Πιθανώς καμία, αφού οι άνθρωποι διαρκώς συμμορφώνονται με τους κανόνες και τις επιθυμίες της ηγεσίας, συνεχίζοντας να λειτουργούν μέσα στο πλαίσιο που ορίζεται από τον οργανισμό. Την εμπιστεύονται όμως; Είναι αφοσιωμένοι;Όχι απαραιτήτως. Συνήθως το κάνουν γιατί αισθάνονται ότι έτσι θα προστατεύσουν τα συμφέροντα τους, για παράδειγμα τη θέση και το μισθό τους, χωρίς ωστόσο να υιοθετούν τις αξίες, την κουλτούρα και την αποστολή του οργανισμού ή της ομάδας που ανήκουν. Και σε τι ενοχλεί αυτό; Αφού τελικώς συμμορφώνονται! Κατά καιρούς, έχουν δημοσιευτεί παγκοσμίως έρευνες για οργανισμούς, οι οποίες στοιχειοθετούν τη θετική σχέση που υπάρχει μεταξύ της εμπιστοσύνης των εργαζομένων και των επιδόσεων στον χώρο εργασίας.
Ίσως, λοιπόν, να πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψιν τον παράγοντα εμπιστοσύνη, καθώς σε σχετικές μελέτες αναφέρεται ότι οι εργαζόμενοι που δραστηριοποιούνται σε περιβάλλοντα «υψηλής εμπιστοσύνης» είναι περισσότερο παραγωγικοί στην εργασία τους, δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν λιγότερο εργασιακό στρες, έχουν μικρότερα ποσοστά απουσιασμού (absenteeism) και γενικότερα απολαμβάνουν περισσότερη ικανοποίηση από τη ζωή σε σχέση με εκείνους που, κατά τη δήλωσή τους, απασχολούνται σε εργασιακούς χώρους «μέτριας εμπιστοσύνης».
Συνεπώς, η ερώτηση που γεννάται είναι το τι μπορούν να κάνουν οι επιχειρηματίες και οι ηγέτες για να καλλιεργήσουν την εμπιστοσύνη στον οργανισμό ή στην ομάδα τους. Η εμπιστοσύνη πρέπει να ξεκινήσει από κάπου και φαίνεται να είναι ένας τέλειος, αυτόνομος κύκλος. Για παράδειγμα, κλείστε τα μάτια και αφήστε έναν συνεργάτη σας να σας καθοδηγήσει ώστε να ολοκληρώσετε από κοινού μία εργασία. Ίσως φανεί αρκετά δύσκολο, η πρωτοβουλία, όμως, που δίνουμε στους άλλους και, κατ’ επέκταση, η εμπιστοσύνη που δείχνουμε, δημιουργεί με τη σειρά της περισσότερη εμπιστοσύνη. Όλοι θέλουν μια ελάχιστη ελευθερία για να κάνουν ό,τι αναμένεται από αυτούς με τρόπο που τους ταιριάζει.
Δείξτε στους εργαζομένους στον οργανισμό σας ή στα μέλη της ομάδας σας ότι έχουν «σημασία» και ότι τους εμπιστεύεστε και εκείνοι θα δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους! Όλοι θέλουν να γνωρίζουν ότι η συνεισφορά τους στην εργασία και στην επίτευξη ενός κοινού στόχου αναγνωρίζεται. Ένα γρήγορο «ευχαριστώ» για μια καλή δουλειά μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση της αφοσίωσης και της εμπιστοσύνης στον οργανισμό, με θετικά αποτελέσματα στην επίτευξη των κοινών στόχων.
Συμπερασματικά, η επιτυχία μιας ομάδας έρχεται όταν τα μέλη της «ξεχνούν» ότι τους ενώνει η οικονομική αναγκαιότητα, όταν επικεντρώνονται σε κοινούς στόχους και όταν εμπιστεύονται το όραμα του οργανισμού, το οποίο πρέπει να πετύχουν «μαζί».