Ανησυχητικά στοιχεία για την σεξουαλική παρενόχληση στον εργασιακό χώρο του Δημοσίου καταγράφονται στη νέα έρευνα του Κοινωνικού Πολύκεντρου της ΑΔΕΔΥ, που παρουσιάστηκε σε συνέντευξη Τύπου στο υπουργείο Εσωτερικών. Η έρευνα ήταν δειγματοληπτική στον γενικό πληθυσμό των δημοσίων υπαλλήλων και παράλληλα διενεργήθηκε μια εμπειρική μελέτη ποιοτικού τύπου με τη συμμετοχή 26 γυναικών, οι οποίες είχαν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία τους. Οι περισσότερες γυναίκες περιγράφουν ένα δυσάρεστο περιβάλλον στην εργασία τους, χρησιμοποιώντας λέξεις όπως «τοξικό», «αρνητικό», «επιθετικό», «ανταγωνιστικό» έως και «επικίνδυνο», ενώ μόλις δύο γυναίκες περιγράφουν με θετικά λόγια το εργασιακό περιβάλλον τους. Έντεκα από τις 26 συμμετέχουσες στις συνεντεύξεις δήλωσαν ότι σκέφτηκαν να εγκαταλείψουν την εργασία τους μετά από τέτοιες συμπεριφορές, ενώ 14 γυναίκες επέλεξαν να μην αναφέρουν το περιστατικό στη διοίκηση, καθώς δεν ένιωθαν άνετα να το αναφέρουν και μόλις 11 προχώρησαν σε κοινοποίηση του γεγονότος, αλλά με πενιχρά αποτελέσματα.
Σύμφωνα με την έρευνα, συχνά ο θύτης καλύπτεται από μία ομάδα συναδέλφων ή ακόμη και από τη διοίκηση του οργανισμού, με αποτέλεσμα η παρενόχληση συνεχίζεται: Ορισμένες κατήγγειλαν ότι ένας παράγοντας που επηρεάζει το περιβάλλον εργασίας είναι οι πιέσεις απέναντι τους να προχωρήσουν σε παρατυπίες ή να «κάνουν τα στραβά μάτια» ακόμα και σε παρανομίες, στις οποίες επιδίδονται ενδοϋπηρεσιακά οι ανώτεροί τους. Σημαντικό επίσης είναι ότι στη στοχοποίηση κάποιων γυναικών, και ακόμη περισσότερο στην αντιμετώπιση των περιστατικών, ρόλο παίζουν οι γνωριμίες, αν είναι νέες εργαζόμενες σε μια υπηρεσία και το αν έχουν οικογένεια και φίλους σε μία περιοχή, επαρχία ή Δήμο, ενώ σημαντικό ρόλο έχουν οι διασυνδέσεις του παρενοχλητή – θύτη με πολιτικά κόμματα ή ακόμα και με συνδικάτα.
Χειροδικίες και προπηλακισμοί
Στην έρευνα αναφέρονται επίσης περιστατικά σωματικής και ψυχολογικής βίας ή άσκηση πίεσης σε κάποιες εργαζόμενες, όπου συνάδελφοί τους χτυπάνε, τους πετάνε αντικείμενα ή κινούνται απειλητικά εναντίον τους. Επίσης, από τις 15 γυναίκες που ανέφεραν περιστατικά ηθικής παρενόχλησης, σε μία περίπτωση ασκήθηκε απόπειρα βαριάς σωματικής βλάβης και σε δύο περιπτώσεις ο θύτης προσπάθησε να χειροδικήσει, ενώ μία εργαζόμενη ανέφερε προπηλακισμό εναντίον της στον χώρο εργασίας της.
Όσον αφορά την αντιμετώπιση των φαινομένων οι περισσότερες γυναίκες ανέφεραν ότι γνώριζαν πως η παρενόχληση, ηθική ή σεξουαλική, είναι παράνομη, ωστόσο μόνο δύο περιπτώσεις που είχαν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση κατάφεραν να καταγγείλουν το περιστατικό στη δικαιοσύνη. Χωρίς ωστόσο να έχει αποδοθεί δικαιοσύνη μέχρι στιγμής ενώ και στις δύο περιπτώσεις οι γυναίκες δέχθηκαν αντιμήνυση για παραπλάνηση δικαστηρίου και σύσταση συμμορίας στη μια περίπτωση και για ψευδή κατάθεση στοιχείων σε άλλη περίπτωση. Αναφερόμενος στα συμπεράσματα της έρευνας, ο πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ, Δημήτρης Μπράτης επισήμανε την ανάγκη επικαιροποίησης του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τους δημοσίους υπαλλήλους, σύμφωνα με το ισχύον διεθνές και Ενωσιακό Δίκαιο, ενώ παράλληλα, προτείνεται η άμεση εκπόνηση «Πρωτοκόλλου για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης στον δημόσιο τομέα» στα πρότυπα καλών πρακτικών άλλων οργανισμών στην Ευρώπη και την Ελλάδα.
(Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ)