EY: Νέα HR Associate Director η Ηλέκτρα Διαμαντή

Καθήκοντα HR Associate Director στην EY ανέλαβε η Ηλέκτρα Διαμαντή, η οποία μέχρι πρότινος ήταν Head of HR στην Westnet Distribution.

H Η. Διαμαντή αποτελεί ένα έμπειρο στέλεχος Ανθρώπινου Δυναμικού, με μεταπτυχιακό στην «Οργανωτική και Οικονομική Ψυχολογία». Έχει βαθιά γνώση του εργατικού δικαίου και πολυεπίπεδη εμπειρία στον αποτελεσματικό οργανωτικό σχεδιασμό, εστιάζοντας στην εφαρμογή προγραμμάτων που ενισχύουν τη βελτίωση της εταιρικής κουλτούρας.

Ήταν μέλος της ομάδας Ανθρώπινου Δυναμικού του Ομίλου Εταιρειών Olympia τα τελευταία 9 χρόνια, ενώ στην επαγγελματική της πορεία έχει διατελέσει και HR Administrator στην Adecco, αλλά και στα Jumbo.

Netcompany-Intrasoft: Ολοκληρώθηκε για το 2022 η Onboarding Academy

Με επιτυχία ολοκληρώθηκε ο τελευταίος κύκλος της Onboarding Academy της Netcompany-Intrasoft για το 2022. Μέσω αυτού, οι νεοπροσληφθέντες εργαζόμενοι της εταιρείας είχαν την ευκαιρία να εκπαιδευτούν τόσο στα technical skills που απαιτούνται όσο και σε ό,τι σχετίζεται με την εταιρική κουλτούρα.

Όπως επισημαίνει η ίδια η εταιρεία, το onboarding experience που προσφέρει είναι πολλά περισσότερα από ένα απλό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, αφού διευκολύνει το team bonding και το διαμοιρασμό γνώσεων μεταξύ των συμμετεχόντων από διάφορα τμήματα της εταιρείας.

«H Onboarding Academy είναι μία εξαιρετική ευκαιρία για τους νέους συναδέλφους να αποκτήσουν μια 360ο ματιά σχετικά με τις τεχνολογίες, τα εργαλεία και τον τρόπο εργασίας της εταιρείας μας, αλλά και για να γνωρίσουν ο ένας τον άλλον. Πιστεύουμε στους ανθρώπους μας και επιδιώκουμε να πιστεύουν και εκείνοι σε εμάς» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Παναγιώτης Καραφώτης, Academic Director.

SAS: Η συμπερίληψη στοιχείο ανθεκτικότητας των επιχειρήσεων το 2023

Η διαφορετική, δίκαιη και συμπεριληπτική εργασιακή κουλτούρα αναμένεται να αποτελέσει έναν από τους 10 βασικούς παράγοντες που θα επηρεάζουν την ανθεκτικότητα των οργανισμών το 2023 επισημαίνει σε σχετική της αναφορά η SAS.

Τα στελέχη της εν λόγω πολυεθνικής εταιρείας, που δραστηριοποιείται στον τομέα των analytics, προετοίμασαν μερικές προβλέψεις και τάσεις που θα πρωταγωνιστήσουν στο νέο έτος στις επιχειρήσεις, την τεχνολογία, τις αλυσίδες εφοδιασμού και αλλού. Μια από αυτές είναι και η συμπερίληψη, όπως αναφέρει μεταξύ άλλων και η Jenn Mann, Διευθύντρια HR της SAS.

Όπως τονίζει η ίδια, «οι εταιρείες θα στηρίζονται περισσότερο στις ομάδες ανθρώπινου δυναμικού και analytics για να κατανοήσουν τα δεδομένα και τις αναλύσεις για το προσωπικό τους, ώστε να δημιουργούν συγκεκριμένα πλάνα για το εργατικό δυναμικό».

Όπως εκτιμά, οι εταιρείες χρειάζονται δεδομένα για να ενημερωθούν για το ποιες δεξιότητες διαθέτουν, ποιες απαιτούνται για την προώθηση επιχειρηματικών πρωτοβουλιών και πού πρέπει να καταρτιστούν για να ανανεώσουν τις στρατηγικές τους σε επίπεδο μάθησης και ανάπτυξης. «Τα δεδομένα θα βοηθήσουν επίσης να διασφαλιστεί ότι η διαφορετικότητα, η ισότητα και η συμπερίληψη αποτελούν μέρος της επιχειρηματικής στρατηγικής μιας εταιρείας πέρα από το ανθρώπινο δυναμικό» καταλήγει η Jenn Mann.

Συνεργασία ΔΥΠΑ και Humanity Greece

Δράση εθελοντισμού πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου, στην Επαγγελματική Σχολή Μαθητείας (ΕΠΑΣ) της ΔΥΠΑ στο Γαλάτσι, με την παρασκευή ολοκληρωμένων γευμάτων από τους μαθητές των τμημάτων μαγειρικής τέχνης και αρτοποιίας-ζαχαροπλαστικής και τη δημιουργία πακέτων με είδη πρώτης ανάγκης από τους εθελοντές της Humanity Greece.

Τα 200 πακέτα στήριξης θα διανεμηθούν σε οικογένειες που αντιμετωπίζουν οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και σε αστέγους της Αττικής, ενώ οι μαθητές της ΕΠΑΣ Γαλατσίου είχαν τη δυνατότητα να ενημερωθούν και να ευαισθητοποιηθούν για την αξία του εθελοντισμού.

Επιπρόσθετα, στο πλαίσιο της εκδήλωσης, ο διοικητής της ΔΥΠΑ, Σπύρος Πρωτοψάλτης, και η εκπρόσωπος της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας Humanity Greece, Γεωργία Παράσχου, υπέγραψαν μνημόνιο συνεργασίας για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του εκπαιδευτικού προγράμματος για την αξία του εθελοντισμού.

Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα θα υλοποιηθεί από τη ΔΥΠΑ για την ενεργοποίηση των μαθητών των ΕΠΑΣ Μαθητείας και της διεύρυνσης των γνώσεων και δεξιοτήτων τους, ενώ η Humanity Greece θα παράσχει το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό για τις εκπαιδεύσεις, με τους συμμετέχοντες να λαμβάνουν και πιστοποιητικό ολοκλήρωσης.

Οι προκλήσεις του HR στη μετά-Covid εποχή

Σε μία αναμφίβολα πρωτόγνωρη κατάσταση, τόσο αυτή της πανδημίας όσο και της μετά-Covid εποχής που διανύουμε, τα στελέχη του HR πλέουν ακόμα σε θολά νερά στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν τόσο τους συναδέλφους τους όσο και τους εργοδότες τους και τον οργανισμό τον οποίο πρεσβεύουν, οι οποίοι έχουν ταλαιπωρηθεί αρκετά όλο αυτό το διάστημα: οι μεν εργαζόμενοι, έχοντας επιβαρύνει την ψυχοσωματική τους υγεία και οι δε εργοδότες, έχοντας επιβαρυνθεί με επιπλέον κόστη και αβεβαιότητα για το μέλλον.

Το παγκόσμιο φαινόμενο της «μεγάλης παραίτησης» έρχεται να επιβεβαιώσει τη συσσωρευμένη ψυχολογική κόπωση των εργαζομένων και να φέρει στο προσκήνιο αρκετές προκλήσεις στα στελέχη του HR αλλά και να αναδείξει την αναγκαιότητα και τη σπουδαιότητα ύπαρξής τους, σε κάθε είδος οργανισμού.

ΤΟ EMPLOYEE ENGAGEMENT ΣΤΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ

Η σημαντικότερη πρόκληση στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται καθημερινά,  είναι το employee engagement. Νέα πρότυπα ηγεσίας είναι πιο αναγκαία από ποτέ. Το παρωχημένο και αναποτελεσματικό πλέον micromanagement -μέσω της καθημερινής παρακολούθησης των εργαζομένων- πρέπει να εκλείψει, καθώς τα υβριδικά μοντέλα εργασίας δεν το επιτρέπουν ή το κάνουν ευκολότερα αντιληπτό και πλέον δυσάρεστο. Η εμπιστοσύνη και ο αμοιβαίος σεβασμός πρέπει να είναι τα βασικά στοιχεία των ομάδων εργασίας και της εταιρικής κουλτούρας που πρέπει να καλλιεργείται αδιαλείπτως σε έναν οργανισμό.

Η προσοχή πρέπει να επικεντρώνεται στην επίτευξη του επιθυμητού στόχου και στην ποιότητα του αποτελέσματος, ανεξαιρέτως αν αυτό επιτυγχάνεται εντός του επιβεβλημένου και συμφωνημένου 8ώρου ημερησίως. Η διαμόρφωση σχημάτων bonus και παροχών, θα μπορούσαν να βοηθήσουν ιδανικά στην αύξηση της παραγωγικότητας, όπως επίσης και η διαμόρφωση νέων πολιτικών που στόχο έχουν την αποσυμφόρηση της τεταμένης ψυχολογικής κόπωσης και την επίτευξη του work-life balance.

ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΓΡΥΠΝΗΣΗΣ

Μία ακόμα σημαντική πρόσκληση είναι η διατήρηση της επαγρύπνησης του οργανισμού, καθώς το κύμα ελπίζουμε πως πέρασε, αλλά ο ιός καραδοκεί ακόμα, χωρίς να γίνεται κουραστική αλλά κατανοητά επιβεβλημένη. Πρέπει να καλλιεργηθεί μία εταιρική κουλτούρα που θα κάνει απόλυτα σεβαστή και αναγκαία την προστασία τόσο της προσωπικής μας υγείας όσο και των συναδέλφων μας, μέσω της εναρμόνισής μας με κανόνες συμπεριφοράς και χρήσης μέσων ατομικής προστασίας στους χώρους εργασίας (μάσκα, αντισηπτικό), ώστε να διαφυλάξουμε όλοι την ομαλή συνέχιση των εργασιών του οργανισμού μας και να κατανοήσουμε πως η τήρηση των μέτρων και των κανόνων από τον καθένα μας ξεχωριστά, επηρεάζει στον μέγιστο βαθμό το αποτέλεσμα της ομάδας στην οποία ανήκουμε. Η επίτευξη αυτού του εγχειρήματος μπορεί να επιτευχθεί με τη διενέργεια mini surveys και χρήσης ερωτηματολογίων, μέσω των οποίων θα ενθαρρύνεται η συμμετοχή των εργαζομένων, ώστε να προτείνουν λύσεις και μέτρα προστασίας, καθώς και να εξωτερικεύσουν τις σκέψεις τους για το πόσο ασφαλείς νιώθουν στον χώρο εργασίας τους. Αποτέλεσμα αυτού θα είναι το απαραίτητο feed back που χρειάζεται το HR, ώστε να βελτιώσει τις συνθήκες ασφάλειας και υγείας στους χώρους εργασίας (βασική υποχρέωση των εργοδοτών), καθώς και η καλλιέργεια αισθήματος στη συνείδηση των εργαζομένων πως όλοι είναι ενεργά μέλη στην επίτευξη ενός ύψιστου στόχου, όπως είναι αυτός του health & safety assurance, και η γνώμη τους είναι σεβαστή, αναγκαία και υπολογίσιμη.

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ

Τέλος, μία ακόμα κρίσιμη πρόκληση αποτελεί η εναρμόνιση των εργασιών με την εργατική νομοθεσία, μιας και βασικό πλέον αντικείμενο των ξαφνικών επιθεωρήσεων, αποτελεί η τήρηση των μέτρων προστασίας κατά της διασποράς του κορονοϊού. Οι επαγγελματίες του HR πρέπει να παρακολουθούν τακτικά τις εξελίξεις και να ενημερώνονται μέσω των ΦΕΚ και του ΕΟΔΥ για τα μέτρα που ψηφίζονται, ώστε με τη σειρά τους να ενημερώνουν τον οργανισμό και να είναι σε θέση να δώσουν απαντήσεις στα ερωτήματα των εργαζομένων. Επίσης, θα πρέπει να μην παραλείπουν τον εφοδιασμό του οργανισμού με τα απαραίτητα ΜΑΠ (μάσκες, αντισηπτικά), καθώς και να τοποθετούν σημάνσεις στους χώρους εργασίας με οδηγίες του ΕΟΔΥ για την ορθή χρήση αυτών και τη συμπεριφορά μας στους χώρους εργασίας και, τέλος, σε συνεργασία με τον Ιατρό Εργασίας, να αναρτούν χρήσιμες ενημερώσεις για την αποφυγή νέας διασποράς.

Neurodiversity: Δυσλεξία και εργασία

Η δυσλεξία θεωρείται η πιο κοινή μορφή νευροδιαφορετικότητας. Στατιστικά, 5-10% του παγκόσμιου πληθυσμού ενδέχεται να έχει κάποια μορφή δυσλεξίας, καθιστώντας υψίστης σημασίας τον ρόλο του τμήματος ΗR στην κατανόηση και υποστήριξη των εν λόγω εργαζομένων.

Oι περισσότεροι οργανισμοί, δυστυχώς, επικεντρώνονται στο τι δεν μπορούν να κάνουν οι εργαζόμενοι με δυσλεξία, αντί στο τι μπορούν να προσφέρουν. Αυτό οδηγεί την πλειοψηφία των εργαζομένων με δυσλεξία να την αποκρύψει από τον εργοδότη του. Αποκρύπτοντας, όμως, τη δυσλεξία τους, οι εργαζόμενοι καθίστανται αδύνατο να λάβουν υποστήριξη και, παράλληλα, αποτρέπουν τους εργοδότες και συναδέλφους τους στο να εντοπίσουν και να ενδυναμώσουν τα δυνατά τους σημεία.

Ως γνωστόν, ο ανθρώπινος εγκέφαλος επεξεργάζεται και αντιλαμβάνεται τα πράγματα και τις καταστάσεις διαφορετικά, καθιστώντας, συχνά, δύσκολο στους εργαζόμενους με δυσλεξία πράγματα, όπως η ορθογραφία, η ανάγνωση και η απομνημόνευση γεγονότων. Τα παραπάνω αποτελούν μέρος των δεξιοτήτων που συνδέονται με το επίπεδο νοημοσύνης των εργαζομένων, στοιχεία με τα οποία, τις περισσότερες φορές, συγκρίνουν και αξιολογούν τους εργαζόμενους οι οργανισμοί. Αυτομάτως, κάποιος εργαζόμενος με δυσλεξία ενδέχεται να κριθεί εσφαλμένα ως απρόσεκτος ή όχι τόσο ικανός όσο οι συνάδελφοί του. Αντίθετα, οι εργαζόμενοι με δυσλεξία μπορούν να διαπρέψουν, προσφέροντας δεξιότητες, όπως οι συνάδελφοί τους και, επομένως, να αποτελέσουν σημαντικό παράγοντα για το μέλλον ενός οργανισμού.

Μεγάλο ποσοστό εργαζομένων με δυσλεξία (80%) επιδεικνύει ισχυρή ικανότητα δημιουργίας διαπροσωπικών σχέσεων, ικανότητα επίλυσης προβλημάτων (84%) και ηγεσίας (75%). Τα παραπάνω αποτελούν δεξιότητες τις οποίες πολλοί οργανισμοί αποζητούν μέσω των πρακτικών προσέλκυσης και επιλογής προσωπικού. Με βάση τα παραπάνω, το τμήμα ανθρώπινου δυναμικού θα πρέπει να στοχεύει στην ενδυνάμωση και υποστήριξη των εργαζομένων με δυσλεξία μέσω των πρακτικών του.

Πιο συγκεκριμένα, η μη χρησιμοποίηση τυποποιημένων τεστ, καθώς και η προσφορά περισσότερου χρόνου στους υποψηφίους με δυσλεξία, θα κάνουν τη διαδικασία πρόσληψης πιο φιλική προς τα εν λόγω άτομα. Παράλληλα, η κατανόηση του τρόπου σκέψεως των εργαζομένων με δυσλεξία είναι απαραίτητη, τόσο για το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό όσο και στη διαδικασία πρόσληψης, έτσι ώστε να ενθαρρύνει περισσότερα άτομα με την εν λόγω νευροδιαφορετικότητα να κάνουν αίτηση σε διαθέσιμες θέσεις εργασίας. Η συνεχής υποστήριξη των εν λόγω ατόμων απαιτείται, επίσης, περιλαμβάνοντας απλά πράγμα, όπως μικρότερη διάρκεια των συναντήσεων, λιγότερα emails (τα φωνητικά μηνύματα λειτουργούν καλύτερα), καθώς και διατήρηση συνοπτικών οδηγιών.

Το σημαντικότερο όλων, η ενδυνάμωση των δυνατών σημείων των εργαζομένων με δυσλεξία. Το τμήμα HR θα πρέπει να επικεντρωθεί στις δεξιότητές τους και να τους παραχωρήσει τη δυνατότητα εξέλιξης, ώστε να βοηθήσουν με τις ικανότητές τους, τις ομάδες τους να βρουν πρωτοποριακές λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Συνοψίζοντας, το τμήμα HR θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη νευροδιαφορετικότητα ως δεξιότητα και όχι ως ανικανότητα στον εργασιακό χώρο και να αναπτύξει μία κουλτούρα, στοχεύοντας στην υποστήριξη των δυσλεκτικών εργαζομένων και στην ενδυνάμωση των δεξιοτήτων τους.

Ο Δρ. Φώτιος Μητσάκης είναι Επίκουρος Καθηγητής στη Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού στο Nottingham Business School, Nottingham Trent University. Δραστηριοποιείται επιστημονικά στον ευρύτερο χώρο της Στρατηγικής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού. Η έρευνά του σχετίζεται με θέματα οργανωσιακής εκπαίδευσης, ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, επισφαλούς απασχόλησης, καθώς και με την αποδοχή της διαφορετικότητας στον εργασιακό χώρο μέσω της υλοποίησης μέτρων κατάρτισης. Έχει αναγνωρισθεί πολλές φορές για την ερευνητική και διδακτική του προσφορά.

 

Assessment & Development Centers: Δίνοντας «αξία» στην αξιολόγηση και ανάπτυξη των ανθρώπων

Καθώς η αγορά εργασίας γίνεται όλο και πιο ανταγωνιστική, η εύρεση και η ανάπτυξη των ταλέντων αποτελούν πρόκληση για τη ΔΑΔ. Σε αυτό το πλαίσιο, τα Κέντρα Αξιολόγησης και Ανάπτυξης καλύπτουν την ανάγκη για διαφανή προσέγγιση των υποψηφίων αλλά και για την εξέλιξη των εργαζομένων, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην απόδοση του οργανισμού, συνολικά.

Σε έναν ιδανικό κόσμο, η μέθοδος «try before you buy» θα μπορούσε να αξιοποιηθεί σε οποιονδήποτε κλάδο, ώστε να γνωρίζουμε αν έχουμε προβεί σε μία συμφέρουσα και ικανοποιητική αγορά. Όμως, στον κλάδο του HR τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Πώς το τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού θα μπορέσει να εντοπίσει τους κατάλληλους υποψηφίους για την κατάλληλη θέση; Και όταν προχωρήσει η συνεργασία, με ποιον τρόπο η εταιρεία θα συμβάλλει στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων τους, κάνοντάς τους ακόμα καλύτερους; H απάντηση βρίσκεται στα Κέντρα Αξιολόγησης και Ανάπτυξης, μία από τις πιο έγκυρες και αξιόπιστες μεθόδους πρόβλεψης των δυνατοτήτων της μελλοντικής απόδοσης των εργαζομένων.

Όπως εξηγεί η Λίλιαν Τσέρτου, Head της Right Management – Talent Solutions, ManpowerGroup Greece, «Σε μία εποχή κατά την οποία οι εργαζόμενοι αναζητούν μεγαλύτερο νόημα στην εργασία τους σε συνδυασμό με την ανάπτυξή τους, η αξιόπιστη αξιολόγηση των δυνατών τους σημείων και των ταλέντων τους αποκτά ιδιαίτερη σημασία, είτε πρόκειται για διαδικασία επιλογής είτε για την ανάπτυξή τους». Σύμφωνα με την ίδια, τα Κέντρα Αξιολόγησης συνιστούν ένα ουσιαστικό εργαλείο όχι μόνο για την εύρεση του «καταλληλότερου» για τη θέση αλλά και για τον εντοπισμό των σημείων προς βελτίωση των υπόλοιπων συμμετεχόντων μέσω της ανατροφοδότησης. «Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι εταιρείες χρησιμοποιούν τα Κέντρα Αξιολόγησης για την ανάπτυξη των εργαζομένων τους, εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα στην επιχείρηση, μεγιστοποιώντας τα οφέλη της από τη βέλτιστη αξιοποίηση των ανθρώπινων πόρων και τη διατήρηση των ταλέντων», συμπληρώνει.

Τη δική του άποψη παραθέτει και ο Ιωάννης Κόρσος, Key Account Manager & RiseSmart Lead, Randstad Ελλάδας. «Η εμπειρία των εργαζομένων και των υποψηφίων παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην εικόνα μίας επιχείρησης και ένα ολοκληρωμένο Assessment / Development Center μπορεί να ενισχύσει την ελκυστικότητα ενός εργοδότη». Όπως εξηγεί ο ίδιος, τα Κέντρα Αξιολόγησης χρησιμεύουν τόσο στην επιλογή των κατάλληλων υποψηφίων, κατά τη διαδικασία μίας νέας πρόσληψης ή εσωτερικής προαγωγής όσο και στην αποτύπωση των δεξιοτήτων των εργαζομένων ενός οργανισμού που στοχεύει στην αναγνώριση των επόμενων ηγετών αλλά και των εκπαιδευτικών αναγκών και χαρακτηριστικών προς βελτίωση των στελεχών. Και συμπληρώνει: «Στον “πόλεμο” για τα ταλέντα που επικρατεί αυτή την εποχή, η σωστή χρήση των Assessment / Development Centers τελειοποιεί τη διαδικασία αξιολόγησης των εργαζομένων ενός οργανισμού και των υποψηφίων, εστιάζοντας στις απαιτούμενες συμπεριφορές και δεξιότητες που απαιτεί ο κάθε ρόλος».

Από την πλευρά της, η Γαλήνη Ηλιοπούλου, Εργασιακή Ψυχολόγος, Senior Manager, Human Capital Consulting, ICAP People Solutions, επισημαίνει πως τα Κέντρα Αξιολόγησης και Ανάπτυξης αποτελούν την πιο ολοκληρωμένη και αξιόπιστη μεθοδολογία για την αξιολόγηση ατόμων για σκοπούς επιλογής, προαγωγής ή/και ανάπτυξης. «Ειδικά στη σημερινή επιχειρηματική πραγματικότητα, με την τάση των εταιρειών να υιοθετούν ευέλικτα μοντέλα εργασίας, όπως το υβριδικό, οι εταιρείες χρειάζονται μία ολιστική μέθοδο για να γνωρίσουν τους εργαζομένους τους σε βάθος, να ανακαλύψουν τις δυνατότητές τους αλλά και τις περιοχές προς βελτίωση, για να επενδύσουν πιο στοχευμένα στην ανάπτυξή τους. Επιπλέον, ένα άλλο φαινόμενο που παρατηρείται είναι το Great Resignation. Είναι σημαντικό για τις εταιρείες που επιθυμούν να συγκρατήσουν τα ταλέντα τους να αναπτύξουν τη στρατηγική διαχείρισης ταλέντων τους, ενσωματώνοντας σε αυτήν εξελιγμένες μεθοδολογίες, όπως τα Κέντρα Αξιολόγησης και Ανάπτυξης», αναφέρει χαρακτηριστικά η ίδια.

ΠΟΥ ΑΞΙΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΤΑ ASSESSMENT & DEVELOPMENT CENTERS;
Εκτός από την αξιολόγηση των υποψηφίων, το τμήμα HR χρησιμοποιεί τα Assessment & Development Centers για τους παρακάτω σκοπούς:

  • Succession Planning: Συμβάλλουν στον προγραμματισμό της διαδοχής, καθώς βοηθούν στην εύρεση του σωστού υποψηφίου, ελαχιστοποιώντας τα περιθώρια για τυχόν λάθη.
  • Εντοπισμός των ταλέντων: Αναδεικνύουν τα ταλέντα που απασχολούνται στην εταιρεία και βοηθούν στον εντοπισμό των κατάλληλων ατόμων για μία θέση εργασίας.
  • Επιλογή: Βοηθούν στον εντοπισμό των ατόμων με τις κατάλληλες δεξιότητες για τη σωστή θέση εργασίας.
  • Ανάπτυξη των υποψηφίων: Βοηθούν σε μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξη των skills των υποψηφίων, μέσω συγκεκριμένων δραστηριοτήτων.
  • Ανάγκη για κατάρτιση: Συμβάλλουν στον εντοπισμό των τομέων στους οποίους ο υποψήφιος μπορεί να αναπτυχθεί περαιτέρω. Βοηθούν, επίσης, στην αξιολόγηση των αναγκών κατάρτισης και ανάπτυξης του υποψηφίου.

TO ΚΟΣΤΟΣ ΜΙΑΣ ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ
Η πρόσληψη αλλά και οι αποφάσεις για ανάπτυξη ή προαγωγή αποτελούν μερικές από τις πιο σημαντικές αποφάσεις που λαμβάνει ένας HR Manager. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Γιάννη Λαγουδάκη, Senior Consultant and Partner, Human Resources Planning, οι αποφάσεις για ανάπτυξη δεν στηρίζονται σε ξεκάθαρα κριτήρια μέτρησης. «Συχνά, ένας μάνατζερ θα προτείνει για προαγωγή ανθρώπους με παρόμοιο τρόπο εργασίας με τον δικό του. Το ρίσκο είναι η επένδυση χρόνου και χρήματος σε εκπαιδευτικές δράσεις που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα ή η αναπαραγωγή στελεχών με παρόμοια χαρακτηριστικά, που δεν εμπλουτίζουν τον ρόλο. “Αντικειμενικά δεδομένα”, όπως οι τεχνικές γνώσεις του υποψηφίου ή οι πωλήσεις δεν αποτελούν πάντοτε κριτήρια σχετικά με τον επόμενο ρόλο». Και συμπληρώνει: «Τα Κέντρα Αξιολόγησης και Ανάπτυξης αποτελούν έναν στοχευμένο τρόπο συλλογής δεδομένων που θα εξοικονομήσει χρήμα από μία λάθος διάγνωση αναγκών ή από λάθος επιλογή. Στην εποχή της “σιωπηλής παραίτησης” αποτελούν, επίσης, ένα μήνυμα προς τους εργαζομένους σχετικά με το πόσο σοβαρά λαμβάνουν οι εταιρείες τις διαδικασίες ανάπτυξης και επιλογής, στηριζόμενες σε αντικειμενικά και επιστημονικά κριτήρια».

Τι συμβαίνει, όμως, στην περίπτωση της λανθασμένης επιλογής και ποιος ο αντίκτυπος αυτής στον οργανισμό; Σύμφωνα με ανεξάρτητη έρευνα της εξειδικευμένης εταιρείας προσλήψεων Robert Half που διεξήχθη στην Αυστραλία τον Μάιο του 2021, σχεδόν εννέα στους δέκα (86%) ερωτηθέντες ηγέτες επιχειρήσεων πιστεύουν ότι ο αρνητικός αντίκτυπος μίας κακής πρόσληψης οδηγεί σε ακόμα πιο σοβαρές συνέπειες σήμερα, συγκριτικά με τον προηγούμενο χρόνο. Πιο συγκεκριμένα, μία κακή πρόσληψη μπορεί να κοστίσει στον εργοδότη μεταξύ 15%-21% του μισθού του εργαζομένου, με την έκταση των επιπτώσεων να εξαρτάται από τον κλάδο αλλά και το επίπεδο της θέσης. Μάλιστα, ο αντίκτυπος μίας κακής πρόσληψης μεταξύ των επαγγελματιών της τεχνολογίας γίνεται πιο έντονα αισθητός από ό,τι σε άλλους κλάδους, με το κόστος μίας λανθασμένης πρόσληψης σε Director-level Tech θέσεις τεχνολογίας να είναι σήμερα πιο σοβαρό, εν συγκρίσει με τους CFOs ρόλους (83%).

Επιπλέον, ένας εργαζόμενος που δεν ανταποκρίνεται στην περιγραφή της θέσης του μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο, λόγω διαφυγόντων εσόδων ή χαμένης παραγωγικότητας. Πέραν, όμως, από το άμεσο κόστος, μία κακή πρόσληψη μπορεί να προκαλέσει δαπανηρές συνέπειες σε ολόκληρο τον οργανισμό, από τη σπατάλη χρόνου για την πρόσληψη και την εκπαίδευση του προσληφθέντος, έως τη μείωση της παραγωγικότητας των ομάδων που επηρεάζονται και την αύξηση του άγχους των managers. Συνεπώς, κατανοούμε την ανάγκη της αξιολόγησης των υποψηφίων, πριν την υπογραφή της σύμβασης πρόσληψης και σε αυτό, «σύμμαχος» των εταιρειών αποδεικνύονται τα Assessment & Development Centers.

ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΣ ΤΙΣ «ΠΑΓΙΔΕΣ»
Η διαχείριση των Κέντρων Αξιολόγησης απαιτεί προσοχή, ώστε οι μέθοδοι που ακολουθούνται να ανταποκριθούν στις προσδοκίες του τμήματος HR και να μην δημιουργήσουν επιπτώσεις στην εταιρική κουλτούρα. Ποιες είναι, λοιπόν, οι ενδεχόμενες «παγίδες»;
Οι νεοπροσληφθέντες με υψηλές προσδοκίες μπορεί να απογοητευτούν, εάν το Κέντρο Αξιολόγησης τους ενθάρρυνε να πιστέψουν ότι η θέση εργασίας ή ο οργανισμός ταιριάζει με τις αξίες τους, ενώ στην πραγματικότητα ενδέχεται να μην ισχύει κάτι τέτοιο.
Εάν δεν έχουν καθοριστεί εξ αρχής ποιες είναι οι απαιτούμενες δεξιότητες πριν από την εκδήλωση ενδιαφέροντος αλλά και ο τρόπος μέτρησής τους, δεν θα μπορέσει να γίνει η ακριβής αξιολόγηση των υποψηφίων.
Τα εσωστρεφή άτομα χρειάζονται χρόνο για να «ανοιχτούν» και μπορεί να αγχωθούν κατά τη διάρκεια των ομαδικών συζητήσεων ή παρουσιάσεων.
Ορισμένοι αξιολογητές δυσκολεύονται να κατανοήσουν τα εργαλεία και τις ικανότητες που «χαρτογραφούν» και δεν κατανοούν πλήρως τη θέση για την οποία εξετάζεται ο υποψήφιος. Συνεπώς, είναι ζωτικής σημασίας οι assessors να συμμετέχουν σε ένα σύντομο εκπαιδευτικό πρόγραμμα πριν από την αξιολόγηση, ώστε να κατανοήσουν σε βάθος τις ανάγκες της θέσης.

ΤΑ ΟΦΕΛΗ
Σύμφωνα με το Chartered Institute of Personnel and Development (CIPD), κατά μέσο όρο το 1/3 των εταιρειών στο Ηνωμένο Βασίλειο χρησιμοποιεί Κέντρα Αξιολόγησης ως μέθοδο επιλογής υποψηφίων. Τα Κέντρα Αξιολόγησης συμβάλλουν στο screening πολλαπλών υποψηφίων αλλά και για μεμονωμένες συνεντεύξεις. Βοηθούν, επίσης, στον εντοπισμό των ακατάλληλων υποψηφίων ή αξιοποιούνται για την επιλογή των καταλληλότερων ατόμων από μία ομάδα δυνητικών υποψηφίων. Ένα από τα πλεονεκτήματα που προσφέρονται μέσω των τεστ τους, είναι πως παρέχουν λεπτομερή εικόνα των ικανοτήτων, της ψυχολογίας, καθώς και της ευθυγράμμισης των αξιών των υποψηφίων με τις εκάστοτε εταιρείες.

Συνοπτικά, παρακάτω παρατίθενται τα επιχειρηματικά οφέλη των Κέντρων Αξιολόγησης:

  • Δίνουν ακριβή αποτελέσματα, εν συγκρίσει με μία τυπική διαδικασία πρόσληψης, καθώς επιτρέπουν τη χρήση ενός ευρύτερου φάσματος μεθόδων επιλογής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.
  • Επιτρέπουν στους υπεύθυνους συνεντεύξεων να αξιολογούν την υφιστάμενη απόδοση, καθώς και να προβλέπουν τη μελλοντική απόδοση του υποψηφίου στην εταιρεία.
  • Επιτρέπουν την εις βάθος αξιολόγηση, η οποία θα διαφοροποιήσει τους υποψηφίους με κοινά χαρακτηριστικά (π.χ., κοινό εκπαιδευτικό υπόβαθρο), ώστε να επιλεχθεί αυτός που ταιριάζει καλύτερα στις ανάγκες της θέσης.
  • Μέσω των τεστ, οι υποψήφιοι αποκτούν ξεκάθαρη εικόνα για τα καθήκοντα της θέσης εργασίας που τους ενδιαφέρει.
  • Βοηθούν στην οικοδόμηση ενός employer brand. Οι υποψήφιοι που συμμετέχουν σε Κέντρα Αξιολόγησης τα οποία αντικατοπτρίζουν τη θέση εργασίας αλλά και τις αξίες του οργανισμού, κατανοούν πως ο εργοδότης δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στο ανθρώπινο δυναμικό και στους μελλοντικούς του συνεργάτες, ακόμη και αν απορριφθούν.
  • Λιγότερο δαπανηρό κόστος, σε σύγκριση με το πιθανό κόστος πολλών φάσεων πρόσληψης αλλά και το κόστος μίας λανθασμένης επιλογής.
  • Προάγουν τη διαφορετικότητα, καθώς αποτελούν μία δίκαιη διαδικασία επιλογής, διασφαλίζοντας ότι οι άνθρωποι επιλέγονται αποκλειστικά βάσει της αξίας τους.

ΟΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΟΥ ΟΔΗΓΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΥΧΙΑ
Παρακάτω, παρατίθενται επτά από τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται στα Κέντρα Αξιολόγησης:

1. Βιογραφική συνέντευξη. Πρόκειται για μία CV-based συνέντευξη. Οι αξιολογητές υποβάλλουν ερωτήσεις σχετικά με τις προηγούμενες θέσεις εργασίας, τις αρμοδιότητες αλλά και τις δεξιότητες που έχει αποκτήσει ο υποψήφιος μέσω αυτών.
2. Συνέντευξη συμπεριφοράς. Σύμφωνα με αυτή, ζητούνται από τους υποψηφίους παραδείγματα εμπειριών από προηγούμενους ρόλους που δείχνουν τις ικανότητές τους. Βασίζεται στην ιδέα ότι, ο τρόπος με τον οποίο ξεπέρασαν ένα πρόβλημα που αντιμετώπισαν, αποτελεί ένδειξη για το πώς θα αντιμετώπιζαν ένα πρόβλημα σε μελλοντική θέση εργασίας.
3. Role Play. Μέσω τέτοιων ειδών τεστ, δοκιμάζονται διάφορες ικανότητες και skills. Ο αξιολογητής αποκτά ξεκάθαρη εικόνα για το πόσο σίγουρος νιώθει ένας υποψήφιος και πόσο καλός είναι στο να λαμβάνει γρήγορα αποφάσεις. Τα παιχνίδια ρόλων μπορούν να διεξαχθούν σε ομάδες ή ατομικά, όπου ο αξιολογητής έχει ενεργό ρόλο στην άσκηση.
4. Ομαδική άσκηση. Σε πολλές περιπτώσεις, η ικανότητα του να δουλεύουμε σε ομάδες είναι απαραίτητο skill για τη διεκπεραίωση των καθημερινών εργασιακών καθηκόντων. Σε μία ομαδική άσκηση, λοιπόν, οι αξιολογητές ορίζουν έναν στόχο για την ομάδα και παρακολουθούν την απόδοσή της. Με αυτόν τον τρόπο, μπορεί να γίνει αξιολόγηση σε πληθώρα δεξιοτήτων, όπως listening skills, άμεση λήψη αποφάσεων και ικανότητα ανάθεσης αρμοδιοτήτων. Επίσης, αναδεικνύονται οι αδυναμίες που μπορεί έχουν οι υποψήφιοι, όπως για παράδειγμα το να μην μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους.
5. Ψυχομετρικά τεστ. Τα εν λόγω τεστ «ξεδιπλώνουν» την προσωπικότητα του υποψηφίου. Εδώ, δεν υπάρχουν σωστές ή λανθασμένες απαντήσεις, αλλά μέσω αυτών, ο εργοδότης έχει τη δυνατότητα να ανακαλύψει το πώς σκέφτεται πραγματικά ο υποψήφιος.
6. Λεκτικές και αριθμητικές δοκιμασίες. Αυτά τα τεστ μπορούν να διεξαχθούν είτε online, είτε offline, είτε την ημέρα της αξιολόγησης ή εκ των προτέρων, εφόσον το επιθυμεί ο αξιολογητής. Παρέχουν αποδείξεις για τις λεκτικές και αριθμητικές δεξιότητες του υποψηφίου, ενώ εκείνος βρίσκεται υπό την πίεση του χρόνου.
7. Άσκηση παρουσίασης. Βάσει αυτής, οι υποψήφιοι προετοιμάζουν κάποιου είδους παρουσίαση για την ημέρα της αξιολόγησης. Συνήθως, το θέμα της παρουσίασης βασίζεται σε κάτι σχετικό με τη θέση εργασίας, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις παίρνει τη μορφή ενός επιχειρηματικού σχεδίου.

ΕΝΤΟΠΙΖΟΝΤΑΣ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ
Μία έννοια στενά συνδεδεμένη με το Κέντρο Αξιολόγησης είναι αυτή του Κέντρου Ανάπτυξης. Ο στόχος μπορεί να είναι διαφορετικός, αλλά η «γραμμή» μεταξύ αυτών των δύο προσεγγίσεων δεν είναι πάντα σαφής. Πρώτον, ο στόχος του Κέντρου Αξιολόγησης είναι η ατομική αξιολόγηση των μελλοντικών εργαζομένων για την ανάδειξη των δεξιοτήτων και των δυνατοτήτων τους. Αντιθέτως, ο στόχος του Κέντρου Ανάπτυξης είναι να εστιάσει στα δυνατά σημεία ενός ατόμου και να τα αναπτύξει περαιτέρω.

Ο Γ. Λαγουδάκης, εστιάζοντας στις ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στα Κέντρα αξιολόγησης και Ανάπτυξης, αναφέρει πως η διαδικασία και τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται συνήθως είναι τα ίδια: ηλεκτρονικές προσομοιώσεις, ερωτηματολόγια, ασκήσεις ρόλων, παρατηρήσεις ομάδας. «Διαφέρουν η στόχευση και το παραδοτέο. Τα Κέντρα Ανάπτυξης μετρούν την απόδοση στον παρόντα ρόλο και τις προϋποθέσεις εξέλιξης σε έναν επόμενο. Ο συμμετέχων λαμβάνει τα αποτελέσματα. Τα Κέντρα Ανάπτυξης προσφέρουν δεδομένα στην εταιρεία για τη λήψη αποφάσεων, όπως επιλογή, μετακίνηση, προαγωγή και οι αποδέκτες των αποτελεσμάτων είναι οι άνθρωποι του HR και οι μάνατζερ της θέσης», σημειώνει ο Senior Consultant and Partner της Human Resources Planning.

Όπως μας εξηγεί η Γ. Ηλιοπούλου, «Τα Κέντρα Αξιολόγησης και τα Κέντρα Ανάπτυξης είναι στην ουσία η ίδια μεθοδολογία. Οι ίδιες διαδικασίες (ασκήσεις προσομοίωσης, συνεντεύξεις, ψυχομετρικά εργαλεία) μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο στη μία όσο και στην άλλη περίπτωση, προσαρμοσμένες ανάλογα με τον ρόλο, το επίπεδο της θέσης, την περιοχή δραστηριοποίησης της εταιρείας». Σύμφωνα με την ίδια, η βασική τους διαφορά είναι ο σκοπός για τον οποίο χρησιμοποιούνται. «Τα Κέντρα Αξιολόγησης αξιοποιούνται όταν η εταιρεία θέλει να αξιολογήσει υποψηφίους, εσωτερικούς ή εξωτερικούς, για να καλύψει μία θέση. Τα Κέντρα Ανάπτυξης, από την άλλη, χρησιμοποιούνται από τις εταιρείες για αναπτυξιακούς λόγους, όταν ο οργανισμός θέλει να λάβει ολοκληρωμένη εικόνα για το δυναμικό υφιστάμενων εργαζομένων του, προκειμένου να τους/τις υποστηρίξει στη συνέχεια με σχετικές αναπτυξιακές ενέργειες», επισημαίνει η Senior Manager, Human Capital Consulting της ICAP People Solutions.

Στη διαφορά του σκοπού εστιάζει και η Λ. Τσέρτου. «Τα Κέντρα Αξιολόγησης στοχεύουν στην επιλογή εσωτερικών ή εξωτερικών υποψηφίων για την κάλυψη μίας θέσης εργασίας, ενώ τα Κέντρα Ανάπτυξης αφορούν στον προσδιορισμό των ταλέντων, των δυνατών σημείων, καθώς και των αναγκών προς βελτίωση». Και συνεχίζει: «Παρά το γεγονός ότι το αντικείμενο είναι διαφορετικό, η γραμμή που τα διαχωρίζει συνήθως δεν είναι ευδιάκριτη. Τα Κέντρα Αξιολόγησης διερευνούν τη δυναμική των μελλοντικών εργαζομένων, όσον αφορά στη δυνατότητά τους να φέρουν εις πέρας έναν ρόλο σε επίπεδο γνώσεων, συμπεριφοράς ή/και διαχείρισης ανθρώπων και ομάδων. Τα Κέντρα Ανάπτυξης είναι σχεδιασμένα για να αποκωδικοποιούν ειδικά μέσα από την προσομοίωση καταστάσεων, την αντίδραση και τη συμπεριφορά σε έναν ρόλο, καθώς και τις συνέπειες των αποφάσεων σε σχέση με τον οργανισμό ή/και τους υπόλοιπους εργαζόμενους», τονίζει η Head της Right Management – Talent Solutions της ManpowerGroup Greece.

ΜΕ ΤΗ «ΔΥΝΑΜΗ» ΤΟΥ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ
Η πανδημία άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο αλληλοεπιδρούμε με τους ανθρώπους, με την υιοθέτηση του υβριδικού μοντέλου εργασίας να έχει, πλέον, εδραιωθεί σε πληθώρα οργανισμών. Ως αποτέλεσμα αυτού, η τεχνολογία έχει «διεισδύσει» και στον χώρο των Assessment Centers, προσδίδοντας ευελιξία στους συμμετέχοντες. Σύμφωνα με τον Ι. Κόρσο, η εμφάνιση της πανδημίας πυροδότησε ταχείς εξελίξεις στο εργασιακό περιβάλλον και ενδυνάμωσε τον ρόλο της τεχνολογίας στην καθημερινότητά μας. «Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν τεχνολογικά εργαλεία και πλατφόρμες που παρέχουν video interviews και ασκήσεις αξιολόγησης και οι εταιρείες που τα επιλέγουν, μειώνουν τα κόστη τους, κερδίζουν χρόνο και περιορίζουν αισθητά τον φόρτο εργασίας. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τη μείωση του περιβαλλοντικού αντίκτυπου, μιας και δεν υπάρχει λόγος μετακίνησης των συμμετεχόντων και αξιολογητών, καθώς και εκτύπωσης βιογραφικών σημειωμάτων και ασκήσεων. Επιπλέον, δίνεται η δυνατότητα για πλήρη προσαρμογή αυτών των ηλεκτρονικών εργαλείων, ώστε η εμπειρία των συμμετεχόντων να προσομοιάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό με την εμπειρία ενός παραδοσιακού Κέντρου Αξιολόγησης», αναφέρει ο Key Account Manager & RiseSmart Lead της Randstad Ελλάδας.

Το Virtual ή Digital Assessment Center, λοιπόν, αξιοποιεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την τεχνολογία της νέας εποχής για την επίτευξη ολοκληρωμένων αποτελεσμάτων, χωρίς να διακυβεύεται η αξιοπιστία και η εγκυρότητα της διαδικασίας. Με ένα μείγμα διαδικτυακών εργαλείων και τεχνολογιών, τα ψηφιακά Κέντρα Αξιολόγησης βοηθούν τους οργανισμούς στην αντιστοίχιση των εργαζομένων σε έναν συγκεκριμένο ρόλο, ο οποίος ορίζεται από ένα σύνολο ικανοτήτων.

Επιπροσθέτως, η δημιουργία των εικονικών Κέντρων Αξιολόγησης συνέβαλε στην αποφυγή των παρακάτω προκλήσεων:
Προσβασιμότητα: Τα διαδικτυακά Κέντρα Αξιολόγησης δίνουν τη δυνατότητα σε απεριόριστο αριθμό συμμετεχόντων να δώσουν τον καλύτερό τους εαυτό εικονικά, χωρίς την ταλαιπωρία των ταξιδιών και του συντονισμού.
Χρόνος διεξαγωγής: Ο χρόνος που απαιτείται σε ένα παραδοσιακό Κέντρο Αξιολόγησης, ξεκινώντας από τον προγραμματισμό, την εφαρμογή της αξιολόγησης, την ανάλυση των αποτελεσμάτων, την παροχή ανατροφοδότησης έως τη λήψη της τελικής απόφασης, μπορεί να είναι «βασανιστικά» μεγάλος, δεδομένης της πολλαπλότητας των παραγόντων. Αντίθετα, στα διαδικτυακά Κέντρα Αξιολόγησης επιταχύνεται η όλη διαδικασία, με την άμεση διεξαγωγή των αποτελεσμάτων.
Εμπειρία συμμετεχόντων & αξιολογητών: Το διαδικτυακό Κέντρο Αξιολόγησης επιτρέπει τη συμμετοχή από οπουδήποτε, εξασφαλίζοντας ότι οι υποψήφιοι συμμετέχουν σε χρόνο που τους εξυπηρετεί, ώστε να μην σπαταλούνται επιπλέον εργατοώρες. Σε ένα παραδοσιακό περιβάλλον, απαιτείται η συνάντηση όλων των συμμετεχόντων σε μία συγκεκριμένη τοποθεσία, γεγονός που οδηγεί όχι μόνο σε διογκωμένο κόστος, αλλά και στην απώλεια παραγωγικών ωρών.
Δεδομένα & πληροφορίες: Ένα άλλο πλεονέκτημα της επιλογής του διαδικτυακού Κέντρου Αξιολόγησης είναι ότι όλη η δραστηριότητα λαμβάνει χώρα στον εικονικό κόσμο, πράγμα που σημαίνει ότι οι στοίβες εγγράφων για τη διεξαγωγή των τελικών αποτελεσμάτων, παραλείπονται. Τα διαδικτυακά Κέντρα Αξιολόγησης διευκολύνουν την τυποποίηση των αξιολογήσεων, τη συγκέντρωση και τη σύγκριση των απαντήσεων. Η ικανότητά τους να παράγουν άμεσα και αυτοματοποιημένα αποτελέσματα στα οποία απαιτούνται ελάχιστες ή ακόμα και μηδαμινές χειροκίνητες ενέργειες, αποτελούν ένα ακόμα επιχειρηματικό πλεονέκτημα.

Η ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΜΑΤΙΑ ΕΝΟΣ VENDOR
Καθώς στόχος των Κέντρων Αξιολόγησης και Ανάπτυξης είναι η αντικειμενικότητα και η ουδετερότητα, η συμβολή ενός εξωτερικού συνεργάτη κρίνεται αναγκαία. Για τον Ι. Κόρσο, οι εταιρείες που επιλέγουν να συνεργαστούν με έναν εξωτερικό συνεργάτη στον σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός Αssessment & Development Center, το κάνουν για την αντικειμενικότητα και την τεχνογνωσία του. «Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τα Development Centers που στοχεύουν στην εύρεση των εκπαιδευτικών αναγκών των στελεχών αλλά και στην αναγνώριση των high potentials, τότε η ύπαρξη ενός εξωτερικού συνεργάτη διασφαλίζει τόσο την αντικειμενικότητα της διαδικασίας όσο και των αποτελεσμάτων και των προτάσεων που τους αφορούν». Και συνεχίζει: «Μία εξειδικευμένη εταιρεία μπορεί να δημιουργήσει ένα Κέντρο Αξιολόγησης, ειδικά σχεδιασμένο για την ανάγκη του συνεργάτη της, να επιλέξει από την πληθώρα εργαλείων και τεχνικών αξιολόγησης που υπάρχουν και να το υλοποιήσει με βάση τις ανάγκες και τις προδιαγραφές που έχουν εξαρχής συμφωνηθεί».

Όπως τονίζει η Γ. Ηλιοπούλου, «Ο/η εξωτερικός/ή σύμβουλος που αναλαμβάνει τη διεξαγωγή των Κέντρων Αξιολόγησης και Ανάπτυξης διαθέτει την απαραίτητη τεχνογνωσία και εμπειρία στο αντικείμενο. Προσφέρει, επιπλέον, την ουδετερότητα και την αντικειμενικότητα ενός “τρίτου ματιού”, ενός ατόμου που δεν εμπλέκεται με κάποιον τρόπο με τους υποψηφίους, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό στις περιπτώσεις που οι συμμετέχοντες/ουσες είναι εργαζόμενοι/ες στον οργανισμό και αξιολογούνται για σκοπούς προαγωγής ή ανάπτυξης». Επίσης, σύμφωνα με την ίδια, «Ο/η σύμβουλος έχει ευρύτερη εικόνα της αγοράς κι έτσι μπορεί να προσφέρει ένα είδος benchmarking, πολύτιμο για τους οργανισμούς που θέλουν να γνωρίζουν πού βρίσκονται, πώς συγκρίνονται με τον ανταγωνισμό και σε ποια σημεία υπερέχουν, αναφορικά με το ανθρώπινο δυναμικό τους».

Στα οφέλη που προκύπτουν από τη συνεργασία με έναν εξωτερικό συνεργάτη, ο Γ. Λαγουδάκης ξεχωρίζει, πρώτον, την τεχνογνωσία και αξιοποίηση τεχνολογίας, την οποία ο πελάτης ίσως δεν γνωρίζει. Δεύτερον, τη συμβουλευτική, όσον αφορά στην προετοιμασία, την υλοποίηση της διαδικασίας και τα επόμενα βήματα, όπως για παράδειγμα, ποια μορφή πρέπει να λάβει η επικοινωνία των managers με τους συμμετέχοντες. Τρίτον, (και ίσως σημαντικότερο), την αντικειμενικότητα και κρίση ανεπηρέαστη από προσωπικές σχέσεις με τους συμμετέχοντες και από το περιρρέον κλίμα.

Ωστόσο, για τη Λ. Τσέρτου, οι εξωτερικοί συνεργάτες είναι σημαντικοί σε ορισμένες περιπτώσεις και δεν συνιστούν απαραίτητα «μονόδρομο» για τις εταιρείες. «Ωστόσο, όταν αξιολογούνται “τρόποι συμπεριφοράς” είναι σημαντικό να υπάρχουν εκπαιδευμένοι συνεργάτες που θα μπορούν να κατανοήσουν υποβόσκουσες αντιδράσεις και μηχανισμούς σκέψης. Επίσης, όταν στην εταιρεία οι εργαζόμενοι έχουν εκφράσει τον φόβο ότι η Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού ή ο manager τους δεν είναι αμερόληπτος. Και τέλος, όταν η αξιολόγησή τους συνδέεται με προαγωγή και στοχεύει στην ανάληψη ενός νέου ρόλου». Και συμπληρώνει: «Αυτό που πρέπει να έχουμε κατά νου είναι ότι η ουσία βρίσκεται στην ποιότητα του σχεδιασμού και των αξιολογητών και όχι κατ’ ανάγκη στην επιλογή τους εντός ή/και εκτός επιχείρησης».

ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
Η επιλογή των κατάλληλων υποψηφίων αλλά και η ανάπτυξή τους όταν, πλέον, ενταχθούν στο ανθρώπινο δυναμικό ενός οργανισμού, αποτελεί πρόκληση για τα τμήματα HR. Σε αυτό το δύσκολο έργο, τα Assessment and Development Centers με τη βοήθεια των εξωτερικών συνεργατών, αξιοποιούνται καταλλήλως, για τη λήψη της πιο σωστής απόφασης. Παράλληλα, με αυτόν τον τρόπο οι εταιρείες αποδεικνύουν στην πράξη πως επενδύουν στους εργαζομένους τους, εστιάζοντας στις ανάγκες και την ανάπτυξή τους, βελτιώνοντας τα επίπεδα του employee engagement αλλά και την παραγωγικότητά τους.

 

Talent Management Strategy: Με στόχο μία πιο ολιστική και inclusive προσέγγιση

Η προσέλκυση και η διατήρηση των εργαζομένων αποτελούν τις μεγαλύτερες προκλήσεις για το τμήμα HR, σε διεθνές και εθνικό επίπεδο, είτε αναφερόμαστε σε μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις είτε σε μικρότερες. Η πανδημία άλλαξε άρδην τις προσδοκίες των εργαζομένων, όσο και τις προτεραιότητες των επιχειρήσεων.

Στη νέα αυτή πραγματικότητα, το talent management strategy αναδεικνύεται σε ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία των επιχειρήσεων και των τμημάτων HR, στην προσπάθειά τους όχι απλά να αποκτήσουν το καταλληλότερο ανθρώπινο δυναμικό, αλλά και να του δώσουν τα απαραίτητα κίνητρα, ώστε αυτό να παραμείνει σε αυτές, να εξελιχθεί και να προσφέρει σταθερά και διαρκώς το maximum των δυνατοτήτων του. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με την τελευταία διεθνή έρευνα Resetting Normal, υπάρχει σε εξέλιξη μία παγκόσμια τάση για μαζική αναβάθμιση δεξιοτήτων (upskilling), με το 69% των συμμετεχόντων σε αυτή να δηλώνει ότι αναζητά περισσότερες ευκαιρίες ψηφιακής εκπαίδευσης στη μετά-Covid 19 εποχή. Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με σειρά ερευνών που διεξήχθησαν τους τελευταίους μήνες και στη χώρα μας, οι περισσότεροι Έλληνες εργαζόμενοι δηλώνουν ότι παραμένουν αφοσιωμένοι στην εταιρεία τους και εφόσον οι εργοδότες ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους, εκείνοι θα παραμείνουν στην υπάρχουσα θέση εργασίας τους. Ωστόσο, τη στιγμή που οι επιχειρήσεις αδυνατούν να προσελκύσουν νέα ταλέντα, παρατηρείται ότι οι εργοδότες δεν προσανατολίζονται αντίστοιχα, προς την ικανοποίηση των αναγκών τους. Και παρά το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων εργαζομένων -σύμφωνα με τις ίδιες έρευνες-, σε όλες τις ηλικίες, δηλώνει ότι η πρόσθετη κατάρτιση και ανάπτυξη είναι σημαντική για την καριέρα και το μέλλον τους, το ποσοστό αυτό είναι λίγο μικρότερο παγκοσμίως.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ TALENT MANAGEMENT STRATEGY
Kαι κάπου εδώ, υπεισέρχεται ο ρόλος του talent management strategy (στρατηγική διαχείρισης ταλέντων), το οποίο ορίζεται ως η μεθοδικά οργανωμένη στρατηγική διαδικασία για την απόκτηση των ιδανικών για την κάθε επιχείρηση ταλέντων, παράλληλα με την παροχή σε αυτά των κατάλληλων εργαλείων και εφοδίων που θα αναδείξουν τις βέλτιστες δυνατότητές τους και θα τους βοηθήσουν να επιτύχουν τους εταιρικούς οργανωτικούς στόχους. Σύμφωνα δε με το τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού του Πανεπιστημίου John Hopkins, η διαχείριση ταλέντων περιλαμβάνει όλες εκείνες τις ολοκληρωμένες οργανωτικές διαδικασίες HR που συνεργάζονται για να προσελκύσουν, να εμπλέξουν, να παρακινήσουν και να διατηρήσουν τους καλύτερους εργαζομένους σε μία εταιρεία. Η Deloitte Global, προχωρώντας τον ορισμό αυτόν ένα βήμα παρακάτω, ορίζει τη διαχείριση ταλέντων ως τη σταθερή δέσμευση ενός οργανισμού να προσλαμβάνει, να διατηρεί και να αναπτύσσει τους πιο ταλαντούχους υποψήφιους εργαζομένους που είναι διαθέσιμοι στην αγορά εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη τις παγκόσμιες δημογραφικές αλλαγές, το διευρυμένο χάσμα δεξιοτήτων και την ανάγκη εισόδου μίας πιο ευέλικτης και τεχνολογικά καθοδηγούμενης γενιάς στην αγορά.

ΤΙ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΑΛΕΝΤΩΝ
Η στρατηγική διαχείρισης ταλέντων δεν αφορά μόνο στα νέα στελέχη που είναι υπό πρόσληψη, αλλά και στα στελέχη που ήδη βρίσκονται σε έναν οργανισμό. Με άλλα λόγια, αφορά στο σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού ενός οργανισμού και είναι –ή πρέπει να είναι– μία αέναη διαδικασία, η οποία μάλιστα για να αποδειχθεί αποτελεσματική, θα πρέπει να εξελίσσεται και να εμπλουτίζεται διαρκώς, λαμβάνοντας υπόψη της τις διαρκείς αλλαγές στην αγορά εργασίας. Ως στρατηγική, εστιάζει σε δύο διακεκριμένους τομείς, την προσέλκυση και πρόσληψη ταλέντων, αλλά και στη δημιουργία και απασχόληση νέων.
Σύμφωνα με τις επισημάνσεις κορυφαίων διεθνών εταιρειών HR consulting, τα βασικότερα βήματα στη διαδικασία αποτελεσματικής διαχείρισης ταλέντων είναι τα εξής:
1. O προγραμματισμός (planning): Όπως σε κάθε διαδικασία management, ο σωστός και ορθολογικός σχεδιασμός είναι το πρώτο βήμα για την επιτυχία. Περιλαμβάνει τον εντοπισμό των κενών, τις ακριβείς ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό αλλά και τη λεπτομερή περιγραφή των ζητούμενων θέσεων εργασίας που θα συνδράμουν στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση της στρατηγικής διαχείρισης ταλέντων.
2. Η προσέλκυση (attracting): Με βάση το σχέδιο, το βήμα αυτό αφορά στην απόφαση εάν τα ταλέντα θα επιλεγούν από το εσωτερικό του οργανισμού ή θα προέλθουν από την αγορά εργασίας. Οι πιο συνηθισμένες εξωτερικές πηγές επιλογής είναι τα job portals και τα κοινωνικά δίκτυα.
3. H επιλογή (selecting): Εδώ θα επιλεγούν τα εργαλεία που θα αξιοποιηθούν, όπως γραπτές εξετάσεις, προσωπικές συνεντεύξεις, ομαδικές συζητήσεις, ψυχομετρικά tests κ.ά.
4. H ανάπτυξη (developing): Αφορά στον σχεδιασμό ενός αποτελεσματικού προγράμματος ένταξης του ταλέντου στον νέο του ρόλο, το οποίο περιλαμβάνει και ενέργειες παροχής περαιτέρω ευκαιριών ενίσχυσης δεξιοτήτων.
5. H διατήρηση (retaining): Το βήμα αυτό περιλαμβάνει την παροχή και ανάπτυξη κινήτρων προς τον εργαζόμενο, ώστε ο τελευταίος να παραμείνει στην εταιρεία και να εξελιχθεί μαζί της σε νέους ρόλους και καθήκοντα, όσο αυτή αναπτύσσεται.
6. Η μετάβαση (transitioning): Η αποτελεσματική διαχείριση ταλέντων επικεντρώνεται στον συλλογικό μετασχηματισμό και την εξέλιξη του οργανισμού μέσω της ανάπτυξης αυτόνομων και ανεξάρτητων εργαζομένων. Αυτό περιλαμβάνει στρατηγικές που κάνουν κάθε εργαζόμενο να αισθάνεται σημαντικό κομμάτι ενός μεγαλύτερου συνόλου.

ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΙΑΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΑΛΕΝΤΩΝ
Σύμφωνα με διεθνείς μελετητές, οι οργανισμοί μπορούν να είναι πιο αποτελεσματικοί, εάν στηρίξουν τη στρατηγική διαχείρισης ταλέντων τους στις ανάγκες, τις δεξιότητες και τις ικανότητες των εργαζομένων τους.
Στο πλαίσιο αυτό, καταγράφονται ορισμένες σημαντικές αρχές σε ουσιαστικές στρατηγικές διαχείρισης ταλέντων:

  • Η στρατηγική στο επίκεντρο: Αυτό που προσπαθούν να επιτύχουν οι οργανισμοί με τη διαχείριση ταλέντων τους θα πρέπει να εναρμονίζεται με την τρέχουσα και μελλοντική επιχειρηματική στρατηγική και τους ευρύτερους επιχειρηματικούς στόχους. Για παράδειγμα, η αύξηση των πωλήσεων σε μία επιμέρους αγορά μπορεί να οδηγήσει στην πρόσληψη νέων πωλητών σε μία συγκεκριμένη περιοχή.
  • Δεξιότητες και ικανότητες: Αντί να εστιάζουν οι εταιρείες στις θέσεις εργασίας που κατέχουν οι εργαζόμενοι, θα πρέπει να εστιάζουν στις δεξιότητες που αυτοί έχουν, αλλά και στις δεξιότητες που χρειάζονται αυτές.
  • Αξιολόγηση βάσει απόδοσης: Οι εταιρείες θα πρέπει να αναλύουν την απόδοση των εργαζομένων και των ομάδων και να εντοπίζουν κενά στην απόδοση ή εμπόδια στην επίτευξη των στόχων.
  • Agile: Η στρατηγική διαχείρισης ταλέντων πρέπει να προσαρμόζεται στο επιχειρηματικό περιβάλλον, στην αγορά εργασίας και στις επιχειρηματικές προτεραιότητες.
  • Τμηματοποιημένη και εξατομικευμένη στρατηγική: Η στρατηγική διαχείρισης ταλέντων θα πρέπει να αναγνωρίζει ότι οι ανάγκες των εργαζομένων δεν είναι ίδιες. Ο τρόπος με τον οποίο αλληλεπιδρούν οι εταιρείες με την ομάδα πωλήσεων μπορεί να είναι πολύ διαφορετικός από τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούν αυτές με τους προγραμματιστές λογισμικού, για παράδειγμα.
  • Αποφάσεις βάσει αποδεικτικών στοιχείων: Οι οργανισμοί θα πρέπει να βασίσουν τις αποφάσεις τους σε δεδομένα από το εσωτερικό τους, όπως η παραγωγή, η απόδοση και οι πωλήσεις. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να συμπληρωθεί με πληροφορίες σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές του κλάδου και τις μετρήσεις συγκριτικής αξιολόγησης, όπου είναι δυνατόν.

ΟΙ ΝΕΕΣ ΤΑΣΕΙΣ
Σύμφωνα με την έκθεση του European Strategy & Policy Analytics System (ESPAS), η επόμενη δεκαετία αναμένεται να είναι καθοριστική για το μέλλον του κλάδου του ανθρώπινου δυναμικού, συμπεριλαμβανομένου και του talent management. Kαι αυτό, διότι η παγκόσμια κοινότητα βρίσκεται μπροστά στον ριζικό μετασχηματισμό των οικονομικών μοντέλων αλλά και των κοινωνικών δομών, ως συνέπεια της υπερβολικής χρήσης της τεχνολογίας σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας. Η παραπάνω εξέλιξη σε συνδυασμό με τη νέα γεωπολιτική και γεωοικονομική τάξη που διαμορφώνεται, δημιουργεί ένα εκρηκτικό μίγμα αλλαγών στη ζωή του ανθρώπου. Οι αλλαγές αυτές θα ήταν αδύνατον να μην επηρεάσουν τα τμήματα διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού αλλά και τις τάσεις διαχείρισης ταλέντων.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ειδικών, έξι αναμένεται να είναι οι τάσεις που θα επηρεάσουν το νέο τοπίο στις εν λόγω λειτουργίες:
1. Η συνδυαστική λειτουργία του φυσικού και του εικονικού κόσμου, όπου οι αυτοματισμοί και η τεχνητή νοημοσύνη θα ενισχύσουν τις ανθρώπινες προσλαμβάνουσες, την ίδια στιγμή που ο απρόσκοπτος συνδυασμός φυσικών και εικονικών περιβαλλόντων θα είναι ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση της συνολικής εμπειρίας των εργαζομένων και της βιωσιμότητας.
2. Η εξατομίκευση των δεδομένων μέσω του λεγόμενου «internet of us». Ζούμε σε έναν κόσμο πλούσιο σε δεδομένα και η ποσότητα αυτών συνεχίζει να αυξάνεται ραγδαία. Οι ανθρωποκεντρικές υπηρεσίες γίνονται όλο και πιο κρίσιμες για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των ανθρώπων. Έτσι, οι υπηρεσίες μπορούν να προσαρμοστούν στις προτιμήσεις των εργαζομένων και να παρέχουν έγκαιρη βοήθεια σε όσους τη χρειάζονται περισσότερο.
3. Η τεχνητή νοημοσύνη σε συνδυασμό με τη συλλογική ανθρώπινη νοημοσύνη. Η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης για την υποβοήθηση της συλλογικής ανθρώπινης νοημοσύνης αυξάνει την ικανότητα των διευθυντών ανθρώπινου δυναμικού να αποφασίζουν, να προσαρμόζονται και να μαθαίνουν. Με αυτήν την προσέγγιση, οι συνδυασμένες δυνατότητες αναμένεται να είναι απεριόριστες.
4. Τάσεις απόκτησης προσωρινών δεξιοτήτων. Σήμερα, οι εργοδότες αναζητούν θεμελιώδεις δεξιότητες σε δυνητικούς εργαζομένους και όχι τυπικά προσόντα και απλή κατάρτιση. Πολλά μαθήματα προσφέρθηκαν διαδικτυακά κατά τη διάρκεια της πανδημίας και η ζήτηση για ευέλικτη μάθηση συνεχίζει να αυξάνεται.
5. Εικονικές εταιρείες και νέοι επαγγελματικοί τομείς. Από τη στιγμή που η Meta λάνσαρε την αίθουσα συσκέψεων Horizon Workrooms VR, τον Σεπτέμβριο του 2020, η εταιρεία ανακοίνωσε μία νέα πλατφόρμα εργασίας που ονομάζεται Infinite Office. Αυτή η πλατφόρμα επιτρέπει στους εργαζομένουςνα συνεργάζονται σε tablets ή φορητούς υπολογιστές, όπως σε ένα παιχνίδι υπολογιστή. Οι επιχειρηματικές τοποθεσίες μπορούν να «μοντελοποιηθούν» ψηφιακά και να καταστούν προσβάσιμες μέσω γυαλιών εικονικής πραγματικότητας.
6. Οι νέοι διαμορφώνουν μία καινούργια επενδυτική κουλτούρα. H νέα αυτή γενιά εργαζομένων και επενδυτών χρησιμοποιεί στον μέγιστο βαθμό και διαρκώς τα smartphones για να συγκεντρώσει χαρτοφυλάκια με γρήγορους ρυθμούς και να συζητήσει για μετοχές, δημόσιες προσφορές και επενδυτικές επιδόσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό ζήτηση για νέες υπηρεσίες για την εργασία της.

Η ΝΕΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Κάποιες από τις αλλαγές που επηρεάζουν το talent management strategy είναι ίδιες με αυτές που επηρεάζουν το μοντέλο εργασίας γενικότερα για το σύνολο των εργαζομένων, επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ο Δημήτρης Ιωάννοβιτς, HR Business Partner, Greece & Romania, Gilead Sciences. Όπως λέει, κάποια από τα ζητούμενα των εργαζομένων έχουν αλλάξει, κυρίως, όσων έχουν να κάνουν με την ευελιξία του τόπου και χρόνου εργασίας. «Όταν μιλάμε για talent retention, τότε αυτές οι παράμετροι σίγουρα επηρεάζουν την προσέγγισή μας. Η προσπάθεια έχει ενταθεί στο να μπορούμε να βρίσκουμε πολυσχιδείς εξελικτικές και αναπτυξιακές εμπειρίες (εστίαση σε cross-functional skills) που δεν περιορίζονται από σύνορα. Επίσης, με τη στροφή σε virtual/hybrid εργασιακά μοντέλα, έχουμε και περισσότερες ευκαιρίες αλληλεπίδρασης με ταλέντα (talent forums) σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη πιο συχνά απ’ ότι παλιότερα, καθώς και μεγαλύτερη χρήση της τεχνολογίας/συστημάτων στις διαδικασίες αναγνώρισης και επιλογής ταλέντων». Ο Δ. Ιωάννοβιτς εκτιμά ότι μία σημαντική στροφή είναι αυτή που λέμε «εκδημοκρατισμός» της διαδικασίας αξιολόγησης και αναγνώρισης ταλέντων με τη συμμετοχή των ίδιων των εργαζομένων σε αυτήν, και όχι μόνο των managers ή της ανώτατης διοίκησης. Κατά τον ίδιο, είναι επιτακτική μία πιο ολιστική και inclusive προσέγγιση – όλοι έχουν ταλέντα και δυναμικό, απλά διαφέρουν στον τρόπο που αυτό εκφράζεται. Όπως λέει, με τον τρόπο αυτόν, υπάρχει η δυνατότητα καλύτερης μελέτης για τη δυνατότητα έκφρασης του δυναμικού, στοχεύοντας σε περισσότερο τεχνικό βάθος ή ηγετικό εύρος.

Μιλώντας για το ίδιο θέμα, ο Τάσος Τσουμάνης, People Head, Πλαίσιο Computers, επισήμανε ότι η σύγχρονη πραγματικότητα των τελευταίων δύο ετών ανέδειξε την επιτακτική αναγκαιότητα ενός ευέλικτου και πλήρως προσαρμοσμένου στις νέες απαιτήσεις talent management strategy. Όπως είπε, η εταιρεία του, με στόχο την επιλογή του σωστού ταλέντου στη σωστή θέση με τις σωστές δεξιότητες, δημιούργησε νέες γρήγορες και καινοτόμες πρακτικές για την ανάδειξη, την ανάπτυξη και τη διακράτηση των στελεχών της. «Στην Ελλάδα μετά την ύφεση της πανδημίας Covid-19, θεωρώ ότι δεν έφτασε σε μεγάλο βαθμό το φαινόμενο που στον υπόλοιπο κόσμο ονομάστηκε “Great resignation”», αναφέρει από την πλευρά του ο Γιώργος Γεωργαλάς, Talent Acquisition & Development Manager, Nestlé. Eπικαλούμενος πρόσφατα στοιχεία για την αγορά εργασίας στην Ελλάδα, επισημαίνει ότι τα βασικά ζητούμενα που καλούνται οι εταιρείες να καλύψουν στην προσέλκυση και ένταξη των νέων ταλέντων είναι το ανταγωνιστικό πακέτο μισθολογικών απολαβών και παροχών, το ευχάριστο εργασιακό περιβάλλον, οι δυνατότητες κατάρτισης και εξέλιξης σε έναν οργανισμό αλλά και η σταθερότητα.

ΟΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
«To Talent Management είναι ένα εξαιρετικής σημασίας εργαλείο που βοηθά τις επιχειρήσεις να μένουν ανταγωνιστικές στην αγορά, ενισχύοντας το δυναμικό τους με κορυφαία ταλέντα, που θα φέρουν και τα αντίστοιχα αποτελέσματα», τονίζει ο Γ. Γεωργαλάς, εστιάζοντας στις προκλήσεις που αυτό έχει να αντιμετωπίσει. «Στη Nestlé, υποστηρίζουμε δυναμικά τις δράσεις μας στο κομμάτι του Talent Acquisition, εκσυγχρονίζοντας τα εργαλεία μας, υιοθετώντας νέες τεχνολογίες και αναπτύσσοντας μία δυναμική στρατηγική Recruitment Marketing, που μας επιτρέπει να ξεχωρίζουμε από τον ανταγωνισμό», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Talent Acquisition & Development Manager της Nestlé.

Η σημαντικότερη πρόκληση κατά τον Δ. Ιωάννοβιτς είναι η δυνατότητα του οργανισμού να κατανοήσει ότι το talent management strategy δεν είναι μία διαδικασία του HR που γίνεται απλά για να γίνει. «Το HR, αλλά και η ανώτερη ηγεσία πρέπει να καταφέρουν να πείσουν τα στελέχη σε όλα τα επίπεδα του οργανισμού ότι αυτή είναι μία διαδικασία που φέρνει αποτέλεσμα, που τελικά διευκολύνει το έργο των ίδιων των στελεχών και του οργανισμού, φέρνοντας το μέλλον και τη διαρκή επιτυχία ένα βήμα πιο κοντά». Το αποτέλεσμα αυτό θα έρθει κατά τον ίδιο μόνο με ουσιαστική και επίπονη προσπάθεια. «Η βασική πρόκληση είναι να μην σηματοδοτηθεί ως μία διαδικασία του HR, αλλά ως μία διαδικασία του business και εκεί να βρίσκεται το ownership» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Και συνεχίζει, αναφερόμενος στις προκλήσεις: «Μία ακόμη πρόσκληση έχει να κάνει με την κοινή αποδοχή της στόχευσης. Ποια είναι τα απαραίτητα skills στα οποία πρέπει να στοχεύσει η εταιρεία; Πώς θα συντονιστεί και ευθυγραμμιστεί όλος ο οργανισμός σε αυτά; Ποια είναι αυτά τα χαρακτηριστικά που θέλει να ξεχωρίσει και πού βρίσκονται τα “κλειδιά” για την επιτυχία στο εγγύς μέλλον; Αυτού του είδους η μακροπρόθεσμη στόχευση που απαιτεί υπομονή και αποδοχή ρίσκου, όταν αντιπαραβάλλεται με τις αυξημένες βραχυπρόθεσμες ανάγκες δημιουργεί πάντα μία πρόσκληση που είναι εύκολο να σταθεί εμπόδιο στην επένδυση του απαραίτητου χρόνου και πόρων».

Από την πλευρά του, ο Τ. Τσουμάνης εκτιμά ότι μία από τις βασικότερες προκλήσεις που καλείται το τμήμα Talent Management να διαχειριστεί είναι η αντιστρόφως ανάλογη σχέση ανάμεσα στο ποσοστό διακράτησης των εργαζομένων και του χρόνου εκπαίδευσης και ανάπτυξης των ατόμων. «Η εποχή που διανύουμε χαρακτηρίζεται από μεγάλη εργασιακή κινητικότητα, ενώ ο χρόνος που απαιτείται για να εκπαιδευτεί ένας εργαζόμενος μέχρι να αναλάβει με ownership νέες αρμοδιότητες είναι σημαντικός για το business εσωτερικά» αναφέρει. Και συνεχίζει: «Συμπληρωματικά, η δέσμευση των managers στη διαδικασία της αξιολόγησης με στόχο τη συστηματοποίηση των action plans και το συνεπακόλουθο follow up αυτών, αποτελεί συχνά σημείο σύγκρουσης με την καθημερινή ροή των εργασιών. Τη σύγκρουση αυτή καλείται να διαχειριστεί το τμήμα του ανθρώπινου δυναμικού, δημιουργώντας πάντα τις βέλτιστες λύσεις που θα φέρουν το αποτέλεσμα».

Ο ΙΔΑΝΙΚΟΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ
Σκιαγραφώντας τον ιδανικό εξωτερικό σύμβουλο management, o People Head της Πλαίσιο Computers τονίζει ότι σε τεχνικό επίπεδο, είναι σημαντικό να έχει αυτός εμπειρία πάνω στο industry με το οποίο συνεργάζεται. Όπως λέει, θα πρέπει να γνωρίζει τις δυσκολίες και τα δυνατά σημεία του οργανισμού, «διαθέτοντας μία δυνατή ματιά και έναν καλό συγχρονισμό με τα νέα δεδομένα της αγοράς». Και καταλήγει: «Η στοχοπροσήλωση στο αποτέλεσμα θα πρέπει να φιλτράρεται από τις ανάγκες, τους χρόνους και τη δυναμική της εταιρείας. Συνεπακόλουθο όσων αναφέρθηκαν είναι η αποφυγή υιοθέτησης στείρων μοντέλων που απομονώνουν τον ανθρώπινο παράγοντα και την ιδιοσυγκρασιακή προδιάθεση της εταιρείας. Σίγουρα, η αύξηση της διακράτησης και του ποσοστού ικανοποίησης των εργαζομένων είναι σημαντικοί δείκτες για την αποτελεσματικότητα του talent management strategy».

ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΟΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ, ΑΛΛΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΑ ΣΗΜΕΙΑ
Είναι εμφανές μετά από τα παραπάνω, ότι η στρατηγική διαχείρισης ταλέντων δεν είναι εύκολο να σχεδιαστεί. Το talent management strategy κάθε οργανισμού θα πρέπει να είναι μοναδικό για τους επιχειρηματικούς του στόχους. Θα πρέπει, επίσης, να είναι ευέλικτο, ώστε να προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες επιχειρηματικές ανάγκες και περιβάλλοντα. Οι καλύτερες στρατηγικές διαχείρισης ταλέντων εξετάζουν τις ιστορικές, τρέχουσες και μελλοντικές επιχειρηματικές ανάγκες και εξετάζουν όλες τις πτυχές της εμπειρίας των εργαζομένων.

Ωστόσο, οι διεθνείς μελετητές έχουν εντοπίσει και απομονώσει κάποια κοινά στοιχεία στην όλη διαδικασία, τα οποία αξίζει να συγκρατήσει κανείς:
1. Ο σχεδιασμός του talent management strategy θα πρέπει να ξεκινάει με τη μελέτη της επιχειρηματικής στρατηγικής. Οι εταιρείες θα πρέπει να βεβαιωθούν ότι όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη κατανοούν τον επιχειρηματικό στόχο.
2. Θα πρέπει να διεξάγεται τακτικός έλεγχος ταλέντων. Οι εταιρείες είναι απαραίτητο να προσδιορίσουν τα κενά στο στελεχιακό δυναμικό τους, τα οποία θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως τροχοπέδη προς την επίτευξη των στόχων τους.
3. Απαιτείται διαρκής προσαρμογή και βελτίωση των σχεδίων. Οι οργανισμοί θα πρέπει να αναζητούν διαρκώς μέσα από τους υπάρχοντες εργαζομένους τους, εκείνους που διαθέτουν τις απαραίτητες δεξιότητες, ικανότητες και δυνατότητες να κάνουν τη δουλειά. Είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν «δεξαμενές ταλέντων», με ειδικούς προϋπολογισμούς κατάρτισης και ανάπτυξης αλλά και την εφαρμογή πολιτικών που ενθαρρύνουν την ανάπτυξη και την εξέλιξη των εργαζομένων.
4. Θα πρέπει οι εταιρείες να προσέχουν, ώστε να προσελκύουν τους σωστούς υποψηφίους, λαμβάνοντας υπόψη τους το τι συμβαίνει και υπάρχει στην αγορά. Εδώ, είναι απαραίτητο για τις εταιρείες να μπορούν να απαντήσουν σε μία σειρά από ερωτήματα, όπως εάν τα ταλέντα που στοχεύουν είναι άμεσα διαθέσιμα, ποια κίνητρα μπορεί να χρειαστεί να προσφέρουν για να προσελκύσουν το σωστό ταλέντο, τι κάνουν οι ανταγωνιστές που προσπαθούν να προσελκύσουν νέα στελέχη από την ίδια δεξαμενή ταλέντων, ποια είναι η φήμη της εταιρείας στην αγορά και άλλα σχετικά ερωτήματα.
5. Εφαρμογή διαδικασιών διαχείρισης απόδοσης: Οι συγγραφείς του βιβλίου «One Page Talent Management», Marc Effron and Miriam Ort, συνιστούν την απλοποίηση αυτής της διαδικασίας, όσο το δυνατόν περισσότερο. Για παράδειγμα, πολλοί οργανισμοί χρησιμοποιούν το ακρωνύμιο «SMART» (specific, measurable, achievable, realistic and time-bound) για την παρακολούθηση στόχων για μεμονωμένα σχέδια μπόνους. Οι συγγραφείς προτείνουν, αντίθετα, τη χρήση του «SIMple» για την παρακολούθηση (specific, important, measurable) στόχων. Προτείνουν στις εταιρείες να καταγράφουν τους στόχους κατά σειρά σπουδαιότητας και να κάνουν τη διαχείριση της απόδοσης σταθερή διαδικασία καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
6. Αξιοποίηση δεδομένων για την προώθηση των αποφάσεων διαχείρισης ταλέντων. Κατά τη διαμόρφωση της στρατηγικής διαχείρισης ταλέντων, οι εταιρείες θα πρέπει να ενσωματώσουν βασικούς δείκτες απόδοσης (KPI) για να παρακολουθείται η πρόοδος και η αποτελεσματικότητα ορισμένων προσπαθειών.

LHH: Προετοιμάζοντας τους οργανισμούς και τους ανθρώπους τους για το μέλλον της εργασίας

Η Κατερίνα Βουρλογιάννη, Talent Development Director της LHH, μας περιγράφει πώς οι εταιρείες μπορούν να υποστηρίξουν τους εργαζομένους τους, ώστε να είναι απασχολήσιμοι
τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον.

HR Professional: Η LHH δραστηριοποιείται στην Ελλάδα τα τελευταία είκοσι χρόνια και προσφέρει μία πληθώρα υπηρεσιών που υποστηρίζουν τους οργανισμούς. Πείτε μας περισσότερα για την εταιρεία.

Κατερίνα Βουρλογιάννη: Η LHH, εταιρεία του Ομίλου Adecco, είναι παγκόσμιος ηγέτης στην παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και λύσεων ανάπτυξης ταλέντου, με εξειδίκευση σε θέματα που σχετίζονται με το μέλλον της Εργασίας, ενώ κατέχει ηγετική θέση στον χώρο της Επαγγελματικής Μετάβασης για περισσότερα από 50 χρόνια. Παρέχει υπηρεσίες Επαγγελματικής Μετάβασης για εργαζόμενους σε όλα τα ιεραρχικά επίπεδα, ενώ βοηθά τις εταιρείες σε όλα τα στάδια του σχεδιασμού, της επικοινωνίας και της εκτέλεσης της Επαγγελματικής Μετάβασης των επηρεαζόμενων εργαζομένων. Στην Ελλάδα, μόνο την τελευταία δεκαετία έχουμε υποστηρίξει χιλιάδες ανθρώπους, των οποίων η θέση επηρεάστηκε από κάποιου είδους αλλαγή, ενώ μας εμπιστεύεται η συντριπτική πλειοψηφία των οργανισμών που προχωράει σε κάποιον μετασχηματισμό ή αναδιοργάνωση. Παράλληλα, μέσω εξειδικευμένων υπηρεσιών αξιολόγησης ανθρώπινου δυναμικού, ανάπτυξης ταλέντου, career mobility, και ανάπτυξης ηγεσίας βοηθάμε τους οργανισμούς να εντοπίσουν και να αναπτύξουν τις δυνατότητες των ίδιων των εργαζομένων τους, με αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγικότητας και της δέσμευσης των ανθρώπων τους, καθώς και την ισχυροποίηση του employer brand.

Career Transition Services: Η απομάκρυνση εργαζομένων δεν είναι ποτέ μία εύκολη απόφαση. Ιδανικά, οι εταιρείες υπό αναδιοργάνωση πρέπει να αξιολογούν το υπάρχον δυναμικό τους και τις δεξιότητές του και να επιδιώκουν την εσωτερική μετακίνησή του από ρόλους που τείνουν να εκλείψουν σε θέσεις που καλύπτουν νέες αναδυόμενες ανάγκες στον οργανισμό. Στις περιπτώσεις που κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, η παροχή υποστήριξης στους εργαζόμενους που απομακρύνονται – ανεξαρτήτως ιεραρχικού επιπέδου – είναι μία κοινωνικά υπεύθυνη επιλογή, που αποδεικνύει πως ο οργανισμός ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους του, ακόμα και για εκείνους που αναγκαστικά πρέπει να απομακρύνει.

Talent Assessment: Oι εταιρείες που λειτουργούν με διορατικότητα έχουν την αξιολόγηση των ταλέντων στο επίκεντρο των διαδικασιών τους σε όλη την πορεία των εργαζομένων στον οργανισμό, αξιοποιώντας τη για τον καθορισμό, τον σχεδιασμό και την ιεράρχηση των ενεργειών που σχετίζονται με την εκπαίδευση και ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού τους. H αξιολόγηση προσφέρει χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τους τομείς στους οποίους οι εταιρείες θα πρέπει να κάνουν τις πιο σημαντικές επενδύσεις για το ανθρώπινο δυναμικό τους, εξοικονομώντας ταυτόχρονα πόρους από δαπάνες σε άλλους τομείς που δεν είναι απαραίτητες. Η σωστή αξιολόγηση επιτρέπει στις εταιρείες να εντοπίσουν έγκαιρα τα ταλέντα, τα οποία θα οδηγήσουν τον οργανισμό στην επίτευξη των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων τους.

Talent Development: Η ανάγκη των εταιρειών να ακολουθούν τις εξελίξεις της τεχνολογίας, να διαφοροποιούνται από τον ανταγωνισμό όπως και να επιλέγουν και να διακρατούν τα ταλέντα που θα τις βοηθήσουν να επιτύχουν τους στόχους τους, κάνει τη διαρκή ανάπτυξη δεξιοτήτων πιο επιτακτική από ποτέ. Η διατήρηση ενός ανθρώπινου δυναμικού με επίκαιρες δεξιότητες, που απαντούν στις ανάγκες της σημερινής αλλά και μελλοντικής αγοράς, κάνουν τους εργαζόμενους να αισθάνονται καλύτερα εξοπλισμένοι για να αντιμετωπίσουν την αστάθεια και την αβεβαιότητα.

Leadership Development: Οι εργαζόμενοι χρειάζονται ηγέτες που θα τους εμπνεύσουν, θα τους καθοδηγήσουν και θα τους αναπτύξουν. Αντίστοιχα και οι ηγέτες χρειάζονται υποστήριξη για να ανταποκριθούν στον απαιτητικό κόσμο της εργασίας και να καλύψουν τις επιθυμίες και τις ανάγκες των ανθρώπων που διοικούν. Οι εταιρείες θα πρέπει να ενισχύσουν τους ηγέτες τους με τα απαραίτητα εργαλεία, ώστε να μπορούν να εντοπίζουν και να αντιμετωπίζουν έγκαιρα ζητήματα που διαφορετικά θα μπορούσαν να γίνουν ο λόγος αποχώρησης των ταλαντούχων εργαζομένων τους.

Career Mobility: Η μετάβαση από ένα «αναλώσιμο» σε ένα ανανεώσιμο ανθρώπινο δυναμικό αποτυπώνει την πίστη που πρέπει να έχουμε στην απεριόριστη δύναμη και τη δυνατότητα κάθε ανθρώπου να αναπτυχθεί και να επανεφεύρει τον εαυτό του σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του. Η εσωτερική κινητικότητα ταλέντων είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους με τους οποίους οι εργοδότες μπορούν να αναπτύξουν τους ανθρώπους τους — ενώ είναι και ο πιο συμφέρων οικονομικά.

HR P.: Η LHH αναδείχθηκε ηγέτης στις Υπηρεσίες Outplacement και Career Transition, σύμφωνα με το Report Peak Matrix® του Everest Group για το 2022. Θέλετε να μας μιλήσετε περισσότερο για αυτή τη διάκριση;

Κ. Β.: Είμαστε ιδιαίτερα χαρούμενοι για την ανάδειξή μας ως ηγέτης στην έκθεση PEAK Matrix® Outplacement and Career Transition 2022 του Everest Group, η οποία απλά επιβεβαιώνει τη δέσμευσή μας για παροχή των ποιοτικότερων υπηρεσιών στην αγορά. Η LHH έλαβε την υψηλότερη βαθμολογία για τον θετικό αντίκτυπο των προγραμμάτων που προσφέρει στην αγορά και αναγνωρίστηκε για τις καινοτόμες τεχνολογικές λύσεις της και το παγκόσμιο αποτύπωμα των προσφερόμενων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των career coaches που είναι άρτια εκπαιδευμένοι και πιστοποιημένοι στην επαγγελματική συμβουλευτική και καθοδήγηση του ανθρώπινου δυναμικού. Έλαβε, επίσης, υψηλές βαθμολογίες για το μερίδιο αγοράς, το μείγμα χαρτοφυλακίου, την αξία των προγραμμάτων, το όραμα και τη στρατηγική, την καινοτομία και τις επενδύσεις της για τη διατήρηση της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών.

HR P.: Ο κόσμος της εργασίας συνεχώς μετασχηματίζεται, ακολουθώντας με τη σειρά του τις εξελίξεις. Πώς μπορούν οι εργαζόμενοι να διαχειριστούν αυτά τα νέα δεδομένα στην αγορά εργασίας;

Κ.Β.: Όντως στις μέρες μας, οι οργανισμοί ανεξαρτήτως κλάδου αντιμετωπίζουν πρωτοφανείς αλλαγές. Καλούνται να μετασχηματίσουν την ανθρωποδύναμή τους για να ανταποκρίνεται στις εξελίξεις και καθώς μεταβαίνουν σε νέα επιχειρηματικά μοντέλα που έχουν στο επίκεντρο την ψηφιοποίηση, τον αυτοματισμό και την εξ αποστάσεως αλληλεπίδραση, ο αντίκτυπος στις απαιτούμενες δεξιότητες είναι αναπόφευκτος. Η αναγκαιότητα, πλέον, για τους εργαζόμενους μεταφέρεται στο να επιδιώκουν αναπτυξιακές διαδικασίες που θα τους οδηγήσουν στην επαγγελματική αυτογνωσία. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να εντοπίσουν τα δυνατά τους σημεία, καθώς και εκείνα στα οποία πρέπει να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους και να αναπτύξουν περαιτέρω τις δεξιότητές τους (upskilling), ενώ θα πρέπει να εντοπίσουν και τους τομείς που χρειάζονται επανακατάρτιση (reskilling), ώστε να παραμένουν ανταγωνιστικοί επαγγελματικά, τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον.

HR P.: Οι οργανισμοί στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε ενέργειες που αφορούν στο employer branding. Πώς αυτό συνδέεται με τις υπηρεσίες της LHH;

Κ.Β.: Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να υιοθετήσουν μία ανθρωποκεντρική προσέγγιση, ισχυροποιώντας το employer brand σε οποιαδήποτε φάση του κύκλου ζωής τους και αν βρίσκονται, προσαρμοσμένη στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Συγκεκριμένα, σε περιόδους αναδιοργάνωσης, οι οργανισμοί που δείχνουν έμπρακτα ότι νοιάζονται ακόμα και για τους ανθρώπους που αποχωρούν παρέχοντας υπηρεσίες outplacement, αποδεικνύουν την εταιρική κοινωνική ευθύνη τους και καταφέρνουν να διατηρήσουν υψηλή την παραγωγικότητα, τη διακράτηση και τη δέσμευση των εργαζομένων που παραμένουν σε αυτόν. Επιπλέον, οι γραμμικές πορείες σταδιοδρομίας ανήκουν σε ένα ολοένα και πιο μακρινό παρελθόν και είναι πλέον σε μεγάλο βαθμό απρόβλεπτες και επηρεαζόμενες από τις συνθήκες της αγοράς και τις αλλαγές που συντελούνται στον κόσμο της εργασίας.

Η ανάγκη των εταιρειών να ακολουθούν τις εξελίξεις της τεχνολογίας, να διαφοροποιούνται από τον ανταγωνισμό, όπως και να επιλέγουν και να διακρατούν τα ταλέντα που θα τις βοηθήσουν να επιτύχουν τους στόχους τους, κάνει τη διαρκή ανάπτυξη δεξιοτήτων πιο επιτακτική από ποτέ. Η διατήρηση ενός ανθρώπινου δυναμικού με επίκαιρες δεξιότητες που απαντούν στις ανάγκες της σημερινής αλλά και μελλοντικής αγοράς, κάνουν τους εργαζόμενους να αισθάνονται καλύτερα εξοπλισμένοι για να αντιμετωπίσουν την αστάθεια και την αβεβαιότητα, κάτι που τους ενισχύει τη δέσμευση που αισθάνονται στον οργανισμό που εργάζονται.

Είναι υποχρέωση των οργανισμών να αποδείξουν στους εργαζόμενους ότι το περιβάλλον τους είναι το καλύτερο δυνατό μέρος για να προετοιμαστούν για το μέλλον της εργασίας, να έχουν πρόσβαση σε ευκαιρίες αναβάθμισης δεξιοτήτων και ανάπτυξη. Και αν παλαιότερα ήταν σαφές ότι το ύψος των απολαβών ήταν ένα αποτελεσματικό εργαλείο πρόσληψης, οι εργαζόμενοι δεν μένουν πλέον σε μία επιχείρηση μόνο για τον μισθό. Παρόλο που αποτελεί ισχυρό παράγοντα θετικής αξιολόγησης και ενισχύει το employer branding, σίγουρα δεν είναι ο μόνος. Οι πρόσθετοι λόγοι για να αφοσιωθούν σε έναν εργοδότη περιλαμβάνουν την ύπαρξη μίας ισχυρής εταιρικής κουλτούρας, καλό εργασιακό περιβάλλον και προσεκτικά σχεδιασμένες ευκαιρίες ανάπτυξης.

HR P.: Εφαρμόζουν οι επιχειρήσεις στρατηγικές ανάπτυξης ταλέντων για το ανθρώπινο δυναμικό τους και πόσο σημαντικές είναι;

Κ.Β.: Παρά το γεγονός ότι οι εταιρείες αντιμετωπίζουν πρωτοφανείς προκλήσεις στην εύρεση εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, μόνο οι μισοί από τους εργοδότες σε όλο τον κόσμο εφαρμόζουν μακροχρόνιες στρατηγικές ανάπτυξης ταλέντων, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της LHH. Επιπλέον, λιγότερες από τις μισές εταιρείες εστιάζουν την προσοχή τους στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων των εργαζομένων τους για να τους προετοιμάσουν για τις θέσεις εργασίας που θα ανοίξουν στον οργανισμό μελλοντικά, κάτι που είναι απαραίτητο για να μπορέσουν οι εργαζόμενοι να παραμείνουν απασχολήσιμοι και παραγωγικοί. Ειδικά, στην περίπτωση κατάργησης θέσεων λόγω της εξέλιξης του κόσμου της εργασίας και της επικράτησης της τεχνολογίας, οι εργαζόμενοι είναι απαραίτητο να επανεκπαιδεύονται και να αποκτούν δεξιότητες χρήσιμες σε άλλους τομείς, για να μπορέσουν να ανακατευθυνθούν σε νέους ρόλους εντός των οργανισμών.

Σε αυτή την κομβική περίοδο που βρισκόμαστε, θα πρέπει να αναδειχθεί ως αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα οι εταιρείες να ζητήσουν την υποστήριξη εξειδικευμένων συμβούλων που θα μπορέσουν να βοηθήσουν τους εργαζομένους τους να φανταστούν εκ νέου για πόσα είναι ικανοί, αλλά και οι εταιρείες να δουν τις δυνατότητες στους ίδιους τους ανθρώπους τους και να στρέψουν την προσοχή τους προς τα μέσα για να βρουν τα μελλοντικά τους ταλέντα. Οι εταιρείες θα πρέπει να επανεξετάσουν συνολικά τη στρατηγική και το πλάνο ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού τους, για να εξασφαλίσουν πως θα έχουν στο εγγύς αλλά και στο απώτερο μέλλον πρόσβαση στα ταλέντα που θα τις βοηθήσουν να παραμείνουν βιώσιμες.

HR P.: Πώς βλέπετε το μέλλον της Εργασίας;

Κ.Β.: Από όλα όσα προείπαμε, η πρόκληση που διαφαίνεται για το άμεσο μέλλον είναι σαφής – όμως πιστεύουμε ότι το ίδιο σαφείς είναι και οι λύσεις. Το ανθρώπινο κεφάλαιο για χρόνια θεωρούνταν κόστος και όχι επένδυση. Αυτό πλέον δεν μπορεί να είναι επιλογή και θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι θα πρέπει να επενδύσουμε διαφορετικά στους ανθρώπους μας. Και αν όντως ξεκινήσουμε να αλλάζουμε αυτή την άποψη και αναλογιστούμε τη στρατηγική σημασία της ιδέας ενός νέου Return On Investment, μίας νέας απόδοσης της επένδυσης στον άνθρωπο (Return on Individual), τότε πραγματικά θα απελευθερώσουμε το μέχρι τώρα ανεκμετάλλευτο δυναμικό των πιο σημαντικών μας πόρων, που είναι και θα είναι πάντα οι άνθρωποί μας.

 

Volkswagen Financial Services: Νέα Head of People & Culture η Μαρία Τριανταφύλλου

Καθήκοντα Head of People & Culture στην Volkswagen Financial Services ανέλαβε η Μαρία Τριανταφύλλου, προαγόμενη από τη θέση της ΗR Business Partner.

Η Μ. Τριανταφύλλου είναι κάτοχος BSc στην Ψυχολογία και MSc στην Οργανωσιακή και Οικονομική Ψυχολογία από το Πάντειο Πανεπιστήμιο, ενώ στην επαγγελματική της πορεία έχει, μεταξύ άλλων, διατελέσει Human Capital Senior Consultant στην Icap Group και Recruitment Manager στην Skyserv.