Τα πιο πρόσφατα αποτελέσματα της έρευνας Workmonitor, η οποία πραγματοποιήθηκε από την Randstad, δείχνουν πως οκτώ στους δέκα Έλληνες εργαζόμενους (80%) έχουν προφίλ σε κάποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης (social media), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για την Αυστραλία και τη Γερμανία είναι 69% και 54% αντίστοιχα.

Η πλειοψηφία των εργαζομένων (64%) στην Ελλάδα χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να επικοινωνεί με την οικογένεια, τους φίλους και τους γνωστούς, ενώ προτιμούν να παρουσιάζουν τον εαυτό τους σε προσωπικό επίπεδο (49%) παρά επαγγελματικά (27%). Δύο στους πέντε εργαζομένους (42%) δήλωσαν πως έχουν επαγγελματικά οφέλη από τα social media.

Από τα άτομα που συμμετείχαν στην έρευνα, το 49% πιστεύει ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να το βοηθήσουν να βρει εργασία. Μόνο το 16% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θα χρησιμοποιούσε μόνο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αντί για τις παραδοσιακές μεθόδους αναζήτησης εργασίας, αν ήθελε να βρει μια νέα εργασία.

Παράλληλα το 49% συμφώνησε ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σίγουρα μπορούν να βοηθήσουν στην αναζήτηση εργασίας. Το 60% θα αναζητήσει πληροφορίες για έναν εργοδότη σε διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να προετοιμαστεί για μια συνέντευξη εργασίας, ενώ το 39% θεωρεί αξιόπιστες τις πληροφορίες που βρίσκει σχετικά με τους εργοδότες στα social media. Το 37% ακολουθεί (follow) ορισμένους εργοδότες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προκειμένου να ενημερώνεται για το τι λέγεται για αυτούς.

Επίσης, το 70% των ερωτηθέντων χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να αποκτήσει μια αίσθηση για την κουλτούρα της εταιρείας. Το 52% των Ελλήνων εργαζόμενων δήλωσε ότι δεν θα έκανε αίτηση σε έναν πιθανό εργοδότη, εάν υπήρχαν αρνητικές κριτικές για αυτόν και το 57% των εργαζομένων γνωρίζει ότι το προφίλ τους μπορούν να το δουν οι εργοδότες.

Από τους 405 εργαζόμενους που ερωτήθηκαν στην Ελλάδα, οι 344 (85%) δήλωσαν ότι έχουν πρόσβαση σε υπολογιστή στη δουλειά τους, αλλά μόνο 89 (22%) δήλωσαν ότι ο εργοδότης τους παρέχει κατευθυντήριες γραμμές για το πώς να προβάλλουν τον εαυτό τους επαγγελματικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το 42% δήλωσε ότι ο εργοδότης τους παρέχει πρόσβαση στα social media, ενώ το 25% είπε ότι η ανάγνωση και η ενημέρωση των προφίλ του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τους αποσπά την προσοχή από το να εργάζονται.

Περισσότεροι από τους μισούς (53%) έχουν ενημερώσει το προφίλ τους μέσα στον τελευταίο μήνα και ένας στους έξι εργαζόμενους (14%) στην Ελλάδα προτιμά το twitter σε σχέση με το παραδοσιακό email για να ενημερώσει τους συνάδελφούς του σχετικά με το με τι ασχολείται εκείνη τη στιγμή.

Η Αυτοπεποίθηση των Εργαζομένων Παραμένει Σταθερή
Το γενικό επίπεδο αυτοπεποίθησης για την εύρεση νέας εργασίας στην Ελλάδα μέσα στους επόμενους έξι μήνες, παρέμεινε σχετικά σταθερό. Το 54% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι θα μπορεί να βρει εργασία ανάλογη με εκείνη που έχει, σε αντίθεση με το 52% του δ’ τριμήνου του 2010 και το 65% του α’ τριμήνου του 2010. Υπήρξε, δηλαδή, μια μείωση της τάξης του 7% στην αυτοπεποίθηση των εργαζομένων μεταξύ του α’ τριμήνου του 2011 και του α’ τριμήνου του 2010.

Η Κινητικότητα Μειώνεται
Ο «δείκτης κινητικότητας» της Randstad για την αγορά εργασίας αξιολογεί την ετοιμότητα του εργαζόμενου να αλλάξει δουλειές μέσα στους επόμενους έξι μήνες. Αυτό βασίζεται στην τρέχουσα εργασιακή ικανοποίηση του ατόμου, το φόβο της απόλυσης, την ανάγκη να βρει νέες προκλήσεις και την αυτοπεποίθηση να βρει εργασία αλλού. Ο δείκτης κινητικότητας μειώθηκε από 103 μονάδες στο δ’ τρίμηνο του 2010 σε 100 μονάδες στο α’ τρίμηνο του 2011. Αυτή η μικρή μείωση αντανακλά την αβεβαιότητα που συνεχίζει να υπάρχει σχετικά με τις προοπτικές στην εργασία και την οικονομία.

Εργασιακή Ικανοποίηση
Στην τελευταία έρευνα Workmonitor διαπιστώθηκε ότι το 57% των Ελλήνων εργαζομένων είναι ικανοποιημένο με την εργασία του και παρουσιάζει τα ίδια επίπεδα ικανοποίησης με τους εργαζόμενους στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2010 παρατηρείται μια μείωση της τάξης του 5% για τους εργαζόμενους και στις δύο χώρες. Από το σύνολο των συμμετεχόντων, 16.1% άλλαξαν δουλειά τους τελευταίους έξι μήνες, με το 54% να δηλώνει πως ο λόγος για αυτή του τη μετακίνηση είναι οι καλύτερες εργασιακές συνθήκες.

Ένα επιπλέον 35% δήλωσε ότι οι οργανωσιακές συνθήκες (όπως η αναδιοργάνωση, η συγχώνευση) ήταν η αιτία της αλλαγής δουλειάς και 29% δήλωσαν ότι ήταν οι προσωπικές τους φιλοδοξίες στον τομέα της διοίκησης. Όπως φαίνεται από τα στοιχεία, όσο μεγαλώνουμε, τόσο μεγαλύτερη είναι η ικανοποίηση από τη δουλειά μας. Από τους συμμετέχοντες της ηλικιακής κατηγορίας 45-54 ετών, το 62% δήλωσε πως είναι ικανοποιημένο με τη δουλειά του, ενώ στην ηλικιακή κατηγορία 18-24 ετών το επίπεδο ικανοποίησης ήταν 48%.

Προσωπική Κινητοποίηση: Η επικέντρωση στην προαγωγή μειώνεται ελαφρώς
Τα πρόσφατα αποτελέσματα της έρευνας αποκαλύπτουν ότι έξι στους δέκα εργαζόμενους (60%) στην Ελλάδα, επικεντρώθηκαν στο να πάρουν προαγωγή. Μια μικρή μείωση της τάξης του 2% από το δ’ τρίμηνο του 2010. Στην Ελλάδα οι άνδρες είναι 9% περισσότερο επικεντρωμένοι από ότι οι γυναίκες. Σε παγκόσμιο επίπεδο οι εργαζόμενοι στην Ινδία είναι οι περισσότερο επικεντρωμένοι στο να πάρουν προαγωγή (88%), ενώ οι εργαζόμενοι στη Δανία είναι οι λιγότερο επικεντρωμένοι με ποσοστό 38%.

Τα χαρακτηριστικά της ερευνάς Workmonitor της Randstad
Μετά την επιτυχή διεξαγωγή του πρώτου Workmonitor στην Ολλανδία το 2003 και πιο πρόσφατα στη Γερμανία, η έρευνα πλέον διεξάγεται σε 29 χώρες σε όλο τον κόσμο, καλύπτοντας την Ευρώπη, την Ασία, την Ωκεανία και την Αμερική. Η έρευνα Workmonitor δημοσιεύεται 4 φορές τον χρόνο αναδεικνύοντας τις τάσεις κινητικότητας και σε τοπικό και σε διεθνές επίπεδο σε βάθος χρόνου.

Ο «Δείκτης Κινητικότητας» της έρευνας Workmonitor εντοπίζει την αυτοπεποίθηση των εργαζομένων και στοχεύει στην καταγραφή των προσδοκιών και του αισθήματος ασφάλειας που νιώθουν, καθώς και την πιθανότητα μετακίνησής τους σε διαφορετικούς εργοδότες μέσα σε ένα 6μηνο πλαίσιο. Έτσι, παρέχεται μία ουσιαστική κατανόηση των αισθητήρων της αγοράς και των τάσεων που διαμορφώνουν οι εργαζόμενοι. Εκτός από τις εργασιακές μετακινήσεις, μέρη της έρευνας αποτυπώνουν την εργασιακή ικανοποίηση και τα προσωπικά κίνητρα των εργαζομένων.

Η έρευνα διεξάγεται μέσω online ερωτηματολογίου και το δείγμα αποτελούν άτομα ηλικίας 18-65 ετών, που εργάζονται τουλάχιστον 24 ώρες την εβδομάδα σε μια αμειβόμενη εργασία (όχι αυτοαπασχολούμενοι).

Το εύρος δείγματος στην Ελλάδα ήταν 405 συνεντεύξεις, για τις οποίες χρησιμοποιήθηκε η Survey Sampling International. Η έρευνα για το α΄ τρίμηνο του 2011 διεξήχθη από τις 17 έως τις 27 Φεβρουαρίου 2011.

Η Randstad ειδικεύεται στις ευέλικτες μορφές εργασίας και στις υπηρεσίες ανθρώπινου δυναμικού. Οι υπηρεσίες μας καλύπτουν την προσωρινή και μόνιμη απασχόληση, την εύρεση και αξιολόγηση προσωπικού , τη εξειδικευμένη στελέχωση αλλά και τις λύσεις που προσφέρονται σε συμβουλευτικό επίπεδο (outplacement & coaching).

Από την εξαγορά της Vedior το 2008, ο Ομιλος Randstad είναι ένας από τους κορυφαίους παρόχους υπηρεσιών ανθρώπινου δυναμικού στον κόσμο, κατέχοντας μια από τις τρεις πρώτες θέσεις στην Αργεντινή, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, τον Καναδά, τη Χιλή, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ινδία, το Μεξικό, την Ολλανδία, την Πολωνία, την Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ελβετία και το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και σημαντικές θέσεις στην Αυστραλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στο τέλος του 2010 η Randstad είχε περίπου 27.500 υπαλλήλους που εργάζονται σε περίπου 4.200 υποκαταστήματα σε 43 χώρες σε όλο τον κόσμο. Τα συνολικά έσοδα της Randstad για το 2010 έφτασαν τα €14,2 δισ . Τα κεντρικά γραφεία της βρίσκονται στο Diemen της Ολλανδίας, ενώ η μετοχή της Randstad Holding nv είναι καταχωρημένη στο χρηματιστήριο NYSE Euronext Amsterdam, όπου οι μετοχές του ομίλου είναι εμπορεύσιμες.

Για περισσότερες πληροφορίες δείτε το www.randstad.gr.