Απαγορεύεται κατ’ αρχήν ο άνευ προηγούμενης ενημέρωσης και συγκατάθεσης του εργαζομένου, έλεγχος από τον εργοδότη του ιστορικού συνδέσεων προσωπικού περιεχομένου που φυλάσσονται στον ηλεκτρονικό υπολογιστή του εργαζομένου, στο μέτρο που παραβιάζονται τα προσωπικά του δεδομένα και θίγεται η προσωπικότητά του.

Οι εργαζόμενοι αποτελούν μία ομάδα που έχει ιδιαίτερη ανάγκη προστασίας της προσωπικότητάς της, ειδικότερη έκφανση της οποίας αποτελεί άλλωστε το δικαίωμα πληροφοριακής αυτοδιάθεσης. Η ανάπτυξη, όμως, της ηλεκτρονικής τεχνολογίας και πληροφορικής επιτρέπουν στον εργοδότη να ελέγχει και να καταγράφει την εργασιακή, και συνακόλουθα, την προσωπική ζωή του εργαζομένου. Για αυτόν το λόγο η προστασία της προσωπικότητας και της ιδιωτικής ζωής των εργαζομένων από τη χρήση των σύγχρονων τεχνολογιών συνιστά επιτακτική ανάγκη και συναρτάται με την οριοθέτηση της χρήσης τους.

Σε μία τέτοια προσπάθεια οριοθέτησης προέβη η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα με την υπ’ αριθ. 37/2007 απόφασή της, κληθείσα να διερευνήσει καταγγελία εργαζομένου. Ειδικότερα, κλήθηκε να ερευνήσει τη συμβατότητα με το νόμο περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (ν. 2472/1997) της συμπεριφοράς προϊσταμένου να ελέγξει, απουσία του εργαζομένου, το φάκελο των προσωρινών αρχείων διαδικτύου και τα cookies του υπολογιστή του τελευταίου. Το αποτέλεσμα του ελέγχου ήταν ο εντοπισμός ιστοσελίδων σεξουαλικού περιεχομένου, γεγονός το οποίο δημοσιοποιήθηκε τόσο στο χώρο εργασίας όσο και εκτός αυτού.

Η Αρχή εξέδωσε απόφαση με την οποία επιβεβαίωσε την ανάγκη προστασίας της προσωπικότητας και των προσωπικών δεδομένων του εργαζομένου. Συγκεκριμένα, εκτός του ν. 2472/1997, επικαλέστηκε θεμελιώδεις συνταγματικές διατάξεις και μία σειρά οδηγιών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με τη βοήθεια των οποίων θεμελίωσε τον υποστηρικτικό του εργαζομένου συλλογισμό της.

Προσωπικά δεδομένα και έρευνα
Συγκεκριμένα, έκρινε σε πρώτη φάση ότι η έρευνα στο ιστορικό συνδέσεων του υπολογιστή του εργαζομένου αποτελεί επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση αυτή βρίσκει εφαρμογή ο νόμος περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο οποίος προβλέπει ως θεμελιώδη προϋπόθεση νομιμότητας -για κάθε συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα- την αρχή του σκοπού της επεξεργασίας και την αρχή της αναλογικότητας των δεδομένων σε σχέση με το σκοπό επεξεργασίας.

Περαιτέρω, ανέλυσε το νόμο επισημαίνοντας ότι η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων επιτρέπεται κατ’ αρχήν μόνο όταν το υποκείμενό τους έχει δώσει τη συγκατάθεσή του.

Επιπλέον, ο υπεύθυνος επεξεργασίας των δεδομένων οφείλει, κατά το στάδιο της συλλογής τους, να ενημερώνει με τρόπο πρόσφορο και σαφή το υποκείμενο τουλάχιστον για το σκοπό της επεξεργασίας και τους αποδέκτες των δεδομένων. Τέλος, επεσήμανε ότι εάν τα δεδομένα ανακοινώνονται σε τρίτους, το υποκείμενο ενημερώνεται για την ανακοίνωση πριν από τους τρίτους.

Προϋποθέσεις νομιμότητας της έρευνας
Από τα παραπάνω η Αρχή συνήγαγε ότι ο προϊστάμενος παραβίασε το ν.2472/1997, διότι η έρευνα στα αρχεία που τηρούνται στον ηλεκτρονικό υπολογιστή έγινε χωρίς τη συναίνεση του εργαζόμενου. Επιπλέον, απεφάνθη ότι τότε μόνο θα ήταν νόμιμη η άνευ συγκατάθεσης του εργαζομένου έρευνα του υπολογιστή του, αν συνέτρεχε λόγος ανωτέρας βίας, ο οποίος θα καθιστούσε αναγκαίο και πρόσφορο τον άμεσο έλεγχο του ηλεκτρονικού υπολογιστή του καταγγέλλοντος εν τη απουσία του, κάτι το οποίο δεν συνέτρεχε εν προκειμένω.

Σε αυτό το συμπέρασμα, όμως η Αρχή καταλήγει παγίως, κρίνοντας επανειλημμένα ότι η υποχρέωση ενημέρωσης του υποκειμένου, που βαρύνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας, είναι θεμελιώδης και συνιστά, καταρχήν, αναφαίρετο δικαίωμα του υποκειμένου. Και αυτό συμβαίνει διότι από την εκπλήρωσή της υποχρέωσης ενημέρωσης εξαρτάται και η δυνατότητα άσκησης των δικαιωμάτων πρόσβασης και αντίρρησης του υποκειμένου.

Συμπερασματικά, ο έλεγχος των προσωπικών δεδομένων του υπολογιστή του εργαζομένου από τον προϊστάμενό του είναι νόμιμος μόνο αν έχει ενημερωθεί προηγουμένως ο εργαζόμενος και έχει δώσει τη συγκατάθεσή του για την έρευνα. Ο δικαιολογητικός δε λόγος για τη θέσπιση της υποχρέωσης είναι η προστασία της προσωπικότητας του εργαζομένου, των προσωπικών του δεδομένων και του δικαιώματος έκθεσης σχετικών αντιρρήσεων από πλευράς ελεγχόμενου. Σε διαφορετική περίπτωση, η στοχευμένη και περιορισμένη στο αναγκαίο έρευνα χωρίς τη συγκατάθεση είναι νόμιμη μόνο αν συντρέχει ανώτερη βία αλλιώς, σύμφωνα με την απόφαση της Αρχής, παράνομη.