Οι πρόσφατες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στο χώρο του εργατικού δικαίου τα τελευταία 3 χρόνια, προσφέρουν πλέον στις επιχειρήσεις δυνατότητες διαµόρφωσης ευέλικτου εργασιακού περιβάλλοντος και ταυτόχρονα µείωσης του εργασιακού κόστους.

Στην προσπάθεια των επιχειρήσεων για µείωση του λειτουργικού τους κόστους, η δυνατότητά τους να περιορίσουν το µισθολογικό κόστος είναι ένας παράγοντας τον οποίο αναπόφευκτα θα πρέπει να εξετάσουν. Με το διαµορφωθέν νοµικό πλαίσιο, και δη µε την κατάργηση στην πράξη τόσο των κλαδικών συλλογικών συµβάσεων εργασίας, όσο και της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Συµβάσεως Εργασίας, η δυνατότητα µείωσης µισθών µέσω ατοµικών συµβάσεων εργασίας έχει καταστεί απλούστερη. Ειδικότερα, ως προς το ζήτηµα του κατώτατου µισθού και ηµεροµισθίου πρέπει να σηµειωθεί ότι η διαµόρφωση και ο επανακαθορισµός των κατώτερων νοµίµων ορίων εφεξής γίνεται µε πράξη του Υπουργικού Συµβουλίου.

Ο δε, κατά τον τρόπο αυτό, καθοριζόµενος πλέον κατώτατος µισθός αποτελεί και το µοναδικό σήµερα περιορισµό στη διαµόρφωση µισθών και ηµεροµισθίων. Στη µείωση του µισθολογικού κόστους θα πρέπει να συµπεριληφθούν και οι αλλαγές που έφερε ο νόµος 4093/2012 και που σχετίζονται µε την αναστολή αυξήσεων και το πάγωµα των µισθολογικών ωριµάνσεων και τριετιών, καθώς και τη διακοπή της παροχής του επιδόµατος γάµου.

Επιπρόσθετες αλλαγές
Σηµαντική αλλαγή συνιστά και η τροποποίηση του χρόνου προειδοποίησης για την καταγγελία συµβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου, αλλά και η µείωση της καταβαλλόµενης αποζηµιώσεως. Αµφότερες οι τροποποιήσεις αυτές καθιστούν ευκολότερη τη διαδικασία επαναπροσδιορισµού και αναδιοργάνωσης του προσωπικού των εταιρειών. Ειδικότερα, ως συνεπεία των πρόσφατων νοµοθετικών ρυθµίσεων και κυρίως του νόµου 4093/2012, έχει µειωθεί σηµαντικά ο προβλεπόµενος χρόνος προειδοποίησης για την καταγγελία συµβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου, ο οποίος σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει πλέον το χρονικό διάστηµα των τεσσάρων µηνών.

Κατά τον τρόπο αυτό, δίδεται πλέον η δυνατότητα καταγγελίας συµβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου, µε σηµαντικά µικρότερο χρόνο προειδοποίησης και µε την καταβολή του ½ της οφειλόµενης νόµιµης αποζηµιώσεως. Σηµαντική µείωση ωστόσο επέρχεται και στο ποσό της καταβαλλόµενης αποζηµιώσεως απολύσεως. Με την καθιέρωση πλαφόν αποζηµίωσης, ίσου µε 12 µισθούς για εργαζόµενους µέχρι 16 έτη στον ίδιο εργοδότη και µε την παροχή επιπρόσθετου µηνιαίου µισθού ο οποίος ωστόσο δεν µπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 2.000 € για κάθε έτος πέρα των 16.

Ευέλικτο εργασιακό περιβάλλον
Επιγραµµατικά αναφέρουµε τις κάτωθι µορφές ευέλικτης απασχόλησης, όπως ισχύουν σήµερα:
* Θέση εργαζοµένων σε διαθεσιµότητα κατ΄ ανώτατο όριο 3 µήνες ανά έτος, η οποία γίνεται κατόπιν διαβουλεύσεως εργοδότη και εργαζοµένων. Θα πρέπει να σηµειώσουµε ότι κατά τη διάρκεια της διαθεσιµότητας οι αποδοχές του εργαζοµένου είναι σηµαντικά µειωµένες.

* Συµφωνία για σύστηµα εκ περιτροπής απασχόλησης στην εταιρεία, µέσω καθιέρωσης συστήµατος εργασίας πλήρους ωραρίου, ωστόσο λιγότερες ηµέρες από τις εκάστοτε προβλεπόµενες ανά εβδοµάδα, µήνα ή έτος. Η εκ περιτροπής εργασία µπορεί: είτε να συµφωνηθεί µεταξύ εργοδότη-εργαζόµενου κατά την υπογραφή σχετικής σύµβασης εργασίας ή κατά τη διάρκειά της, είτε να επιβληθεί µε µονοµερή απόφαση του εργοδότη, εφόσον έχει περιορισθεί η δραστηριότητα της επιχείρησης και εφόσον έχει προβεί ο εργοδότης σε διαβούλευση µε τους νόµιµους εκπροσώπους των εργαζοµένων. 

* Συµφωνία για καθεστώς µερικής απασχόλησης των εργαζοµένων, ήτοι για παροχή εργασίας µε ωράριο µειωµένο σε σχέση µε το νόµιµο ή το ισχύον συµβατικό. Η µερική απασχόληση προϋποθέτει, σύµφωνη γνώµη κάθε απασχολούµενου στην επιχείρηση ατοµικά, η οποία µπορεί να παρασχεθεί µε τη σύναψη έγγραφης σύµβασης εργασίας.

* Η παροχή εργασίας υπό το καθεστώς προσωρινής απασχόλησης, δηλαδή η συµφωνία για παροχή εργασίας όχι στον άµεσο εργοδότη µε τον οποίο ο εργαζόµενος συνδέεται µε σύµβαση ή σχέση εξαρτηµένης εργασίας ορισµένου ή αορίστου χρόνου αλλά σε άλλον εργοδότη (έµµεσο εργοδότη).

* Συµφωνία για σύστηµα εργασίας µε «Ευέλικτο ωράριο», ήτοι µε σχετική αναπροσαρµογή του ωραρίου ανάλογα µε τις εταιρικές ανάγκες, ήτοι παροχή επιπρόσθετης εργασίας όποτε αυτή κρίνεται αναγκαία.