Οι εργοδότες θα πρέπει να λάβουν προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπισης της κατάθλιψης των εργαζομένων, καθώς η τελευταία κοστίζει στους πρώτους περίπου 92 δις ευρώ ετησίως.

Τριάντα εκατομ. άνθρωποι στην Ευρώπη πάσχουν από κατάθλιψη και πολλοί εργοδότες υποτιμούν τον αντίκτυπο αυτής, αναφέρει η έκθεση, που δημοσιεύθηκε από τον καθηγητή Martin Knapp του LSE και την Sara Evans-Lacko από το King’s College και σύμφωνα με την οποία οι εργοδότες έχουν τεράστιο οικονομικό πλήγμα λόγω της αύξησης χρήσης αδειών και απώλειας παραγωγικότητας. Στην έρευνα, που συμμετείχαν 7.065 απασχολούμενοι από τη Δανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ισπανία, την Τουρκία και το Ην. Βασίλειο, διαπιστώθηκε ότι μεταξύ 20-55% των απασχολουμένων έχουν κατάθλιψη και λαμβάνουν άδειες για να ακολουθήσουν θεραπεία.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι γυναίκες, οι διαζευγμένοι και οι ημιαπασχολούμενοι έχουν περισσότερες πιθανότητες να πάσχουν από κατάθλιψη, ενώ οι επαγγελματίες πανεπιστημιακού επιπέδου έχουν λιγότερες πιθανότητες να πάρουν άδεια λόγω κατάθλιψης. Και εάν το κάνουν, είναι πιο διστακτικοί στο να αποκαλύψουν στον εργοδότη τους τον λόγο της αίτησης άδειας. Η έκθεση αναφέρει επίσης ότι υπάρχουν τεράστιες διαφορές στην αντιμετώπιση της κατάθλιψης στους χώρους εργασίας στις χώρες της ΕΕ. Για παράδειγμα, οι μάνατζερ στη Δανία είναι πιο «συμπονετικοί» προς τους απασχολούμενους που πάσχουν από κατάθλιψη και είναι λιγότερο πιθανό να κάνουν διακρίσεις εναντίον τους, ενώ οι μάνατζερ στη Γαλλία και την Ισπανία είναι πιο πιθανό να συστήσουν στον εργαζόμενο να ζητήσει βοήθεια από έναν επαγγελματία υγειονομικής περίθαλψης για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της κατάθλιψης.

Ο M. Knapp τόνισε ότι η ευελιξία στις ώρες εργασίας και οι άδειες δεν είναι απαραίτητα η καλύτερη στρατηγική για τους εργαζομένους που πάσχουν από κατάθλιψη, και ότι η μόνη λύση είναι η κοινωνική ένταξη. Επομένως, οι μάνατζερ θα πρέπει να παράσχουν στους εργαζομένους άμεση βοήθεια. «Είναι αυτοί που οφείλουν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο δημιουργώντας υποστηρικτικό περιβάλλον εργασίας, που προωθεί την κοινωνική αποδοχή. Εάν το κάνουν αυτό, οι απασχολούμενοι θα νιώσουν ασφαλείς να συζητήσουν οποιοδήποτε ψυχικό πρόβλημα προκύψει», τόνισε η Evans-Lacko.