Οι επιχειρηματικές σπουδές, και κυρίως αυτές σε μεταπτυχιακό επίπεδο, χρήζουν μεγάλης αποδοχής τόσο από τις εταιρείες και τους εργοδότες κατά την επιλογή υποψηφίων όσο και από τους ίδιους τους εργαζόμενους, οι οποίοι ολοένα και περισσότερο συνειδητοποιούν την αξία των εφοδίων που αυτές προσφέρουν για την επαγγελματική τους πορεία και καταξίωση.

Ιδιαίτερα σήμερα σε ένα δύσκολο αλλά και ανταγωνιστικό επιχειρηματικό και οικονομικό περιβάλλον, τα εφόδια που προσφέρουν οι επιχειρηματικές σπουδές είναι περισσότερο κρίσιμα από ποτέ. Όπως επισημαίνει ο Δρ. Στέφανος Ζάρκος, Επίκουρος Καθηγητής Χρηματοοικονομικής και Ακαδημαϊκός Διευθυντής MSc Προγραμμάτων στο ALBA Graduate Business School at The American College of Greece: «Οι επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι καλούνται να αντιμετωπίσουν μεγάλες προκλήσεις μιας παγκόσμιας αγοράς που δεν γνωρίζει σύνορα. Η επιβίωση σε ένα τέτοιο περιβάλλον επιτυγχάνεται μόνο μέσω της προστιθέμενης αξίας που δημιουργεί η επιχείρηση. Και αυτό γίνεται εφικτό μόνο όταν το ανθρώπινο δυναμικό της έχει την απαιτούμενη κατάρτιση και ειδίκευση που θα της επιτρέψει να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα, να εντοπίσει ευκαιρίες στην αγορά, και να τις αξιοποιήσει με κέρδος συνεισφέροντας στην ανάπτυξη της οικονομίας μας. Οι επιχειρηματικές σπουδές προσφέρουν τις απαραίτητες γνώσεις ώστε τα στελέχη να αναπτύξουν και να διατηρήσουν τις δεξιότητες και τα προσόντα που χρειάζονται στο σύγχρονο επιχειρηματικό περιβάλλον».

Στην άποψη αυτή συνηγορεί και ο Ιωάννης Νικολάου, Διευθυντής του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών στη Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, καθώς όπως υποστηρίζει, οι επιχειρηματικές σπουδές: «Προσφέρουν πρόσβαση σε σύγχρονη γνώση και εξειδίκευση, ειδικά αυτή την εποχή που οι εξελίξεις στη Διοίκηση και την Πληροφορική είναι ραγδαίες, είναι απαραίτητο το σύγχρονο στέλεχος να είναι ενημερωμένο με όλες τις πρόσφατες εξελίξεις στον τομέα δραστηριοποίησής του».

Οι έρευνες αποδεικνύουν ότι η ζήτηση από πλευράς εργοδοτών για αποφοίτους προγραμμάτων και σχολών επιχειρηματικών σπουδών παραμένει διαχρονικά υψηλή, καθώς οι εταιρείες αναγνωρίζουν τα οφέλη που οι κάτοχοι τέτοιων πτυχίων προσδίδουν. Ταυτόχρονα, όμως, διανύουμε μία περίοδο «μετασχηματισμού» και αλλαγών τόσο σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο και την κατεύθυνση των επιχειρηματικών προγραμμάτων, ακόμα και των πλέον παραδοσιακών MBAs, όσο και σε ό,τι αφορά τη μορφή παροχής της γνώσης αυτής, καθώς τα online courses φαίνεται να κερδίζουν ολοένα και περισσότερο έδαφος.

Βusiness studies και η ζήτηση για τους εργοδότες
Οι εργοδότες σπουδαιολογούν τα business studies και ιδιαίτερα τα MBAs, καθώς οι κάτοχοί τους εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά ζήτησης αλλά και μεγαλύτερους μισθούς, σύμφωνα με τα όσα αποκαλύπτει η «Corporate Recruiters Survey Report 2016», του Graduate Management Admission Council (GMAC) σε συνεργασία με την MBA Career Services & Employer Alliance και το EFMD. Η έρευνα διεξήχθη το Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2016, με τη συνδρομή γραφείων σταδιοδρομίας από 109 επιχειρηματικά μεταπτυχιακά προγράμματα από όλο τον κόσμο και τη συμμετοχή 842 εργοδοτών από 40 διαφορετικές χώρες, οι οποίοι συνεργάζονται απευθείας με τα εν λόγω προγράμματα.

Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, οι εταιρείες συνεχίζουν σταθερά να εκφράζουν υψηλά ποσοστά ζήτησης για αποφοίτους business σχολών. Πιο συγκεκριμένα, το 88% των εταιρειών που συνεργάζονται με τα γραφεία σταδιοδρομίας των business σχολών δήλωσε ότι σκοπεύει να προσλάβει αποφοίτους MBA μέσα στη χρονιά που διανύουμε, σε σύγκριση με το 80% των εταιρειών, οι οποίες προχώρησαν σε αντίστοιχες προσλήψεις μέσα στο 2015 (Διάγραμμα 1). Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι οι εταιρείες δεν περιορίζουν τους στόχους τους σε κατόχους MBA, καθώς συνολικά το ένα τέταρτο ή και περισσότεροι των εργοδοτών δήλωσαν στην έρευνα ότι αναζητούν αποφοίτους από τα εξής προγράμματα: Master στην Eφοδιαστική Aλυσίδα (27% των συμμετεχόντων), Master σε Data Analytics (26%) και Master στο Mάρκετινγκ (24%).

Ειδικότερα για την Ευρώπη, η ζήτηση για νέους αποφοίτους MBA βρίσκεται επίσης σε άνοδο. Για το 2016, το 71% των ευρωπαϊκών εταιρειών δήλωσε ότι σκοπεύει να προσλάβει νέους MBA κατόχους, ένα ποσοστό αυξημένο κατά 7% σε σχέση με το 2015. Παρομοίως, το 43% των εργοδοτών στη Γηραιά Ήπειρο σκοπεύει να προσλάβει κατόχους Master of Accounting φέτος, σε σχέση με το 36% των εταιρειών που στην πράξη προσέλαβαν αντίστοιχους υποψηφίους το 2015. Η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών εταιρειών (62%) σχεδιάζουν προσλήψεις για νέους κατόχους τίτλου Master in Management – ποσοστό ελαφρώς μειωμένο σε σχέση με πέρυσι (65%), αλλά και πάλι σταθερά υψηλό (Διάγραμμα 2).

Οι προτιμήσεις αυτές σε επίπεδο εργοδοτών αντανακλώνται και στη ζήτηση αντίστοιχων προγραμμάτων, αφού όπως εξηγεί ο Δρ. Στ. Ζάρκος: «Στην αγορά εκπαίδευσης υπάρχουν δύο βασικές τάσεις που χαρακτηρίζουν τη ζήτηση για επιχειρηματικές σπουδές: Η πρώτη τάση είναι η ειδίκευση σε εκείνους τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας όπου κατέχουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία. Πέραν όμως από την παραπάνω στόχευση στους συγκεκριμένους κλάδους, παρατηρείται εξίσου σημαντική ζήτηση για προγράμματα σπουδών που προσφέρουν ουσιαστικές γνώσεις, δεξιότητες, και προσόντα σε βασικές λειτουργίες της επιχείρησης όπως Marketing, Finance, Human Resources Management κ.ά. που επιτρέπουν στις ελληνικές επιχειρήσεις να γίνουν πιο παραγωγικές και να ανταγωνιστούν με αξιώσεις στη διεθνή αγορά, βρίσκοντας έτσι μια διέξοδο από την κρίση που αντιμετωπίζει η εγχώρια αγορά».


Η σημασία των επιχειρηματικών σπουδών για τις εταιρείες
Μέσα από την έρευνα της GMAC φαίνεται, επίσης, ότι οι εργοδότες σπουδαιολογούν τους κατόχους MBA τίτλων και το αποδεικνύουν έμπρακτα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στις αμερικανικές επιχειρήσεις, ο μέσος μισθός εκκίνησης για τους κατόχους MBA κυμαίνεται στα 105.000 δολάρια το χρόνο για το 2016, ενώ ο αντίστοιχος μισθός για νέους κατόχους μεταπτυχιακού τίτλου στο Mάρκετινγκ κυμαίνεται στα 85.000 δολάρια το χρόνο, σύμφωνα με τα στοιχεία της «Corporate Recruiters Survey».

Ταυτόχρονα, σχεδόν όλες οι εταιρείες που συμμετείχαν στην έρευνα «General Population Employer» -η οποία διεξήχθη την ίδια περίοδο από τη GMAC και στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 1.200 εργοδότες από όλο τον κόσμο- εργοδοτούν κατόχους business μεταπτυχιακών τίτλων, ενώ δηλώνουν ότι κατά μέσο όρο 2 στους 5 εργαζόμενούς τους (41%) είναι κάτοχοι business πτυχίου. Το εύρημα αυτό έρχεται να επιβεβαιώσει τη σημασία που δίνουν οι εργοδότες στις business σπουδές. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα:

  • Το 72% των εργοδοτών αναφέρει ότι οι κάτοχοι MBAs προσθέτουν αξία στον οργανισμό τους
  • Το 70% των εργοδοτών συμφωνεί ότι ένα πτυχίο MBA προσφέρει ένα ευρύ σύνολο ικανοτήτων που επιτρέπει στους εργαζόμενους να αναλάβουν επιπλέον ρόλους
  • Το 67% των εργοδοτών συμφωνεί ότι ένα MBA επιταχύνει την ανέλιξη μέσα στην εταιρεία
  • Το 66% των εργοδοτών συμφωνεί ότι οι ηγέτες στον οργανισμό τους συνήθως έχουν κάποιον business μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών.

Σχεδόν οι μισοί εργοδότες (47%) δήλωσαν ότι η εταιρεία τους αποζημιώνει ή και χρηματοδοτεί την προσπάθεια των εργαζομένων να αποκτήσουν έναν business μεταπτυχιακό τίτλο. Οι εταιρείες στην Κίνα, την Ινδία και τις Ηνωμένες Πολιτείες εμφανίζουν μεγαλύτερη πιθανότητα να χρηματοδοτήσουν τους εργαζομένους τους για τέτοιου είδους σπουδές, σε αντίθεση με εταιρείες στη Γαλλία, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η χρηματοδότηση μεταπτυχιακών σπουδών ενέχει σημαντικό κόστος για τις εταιρείες, τόσο σε επίπεδο οικονομικής δαπάνης όσο και σε χαμένες εργατοώρες. Ωστόσο, οι συμμετέχοντες στην «General Population Employer Survey», δήλωσαν ότι μπορούν να μετρήσουν με απτά αποτελέσματα την απόδοση στην επένδυση (ROI) αυτής της δαπάνης σε επίπεδο διακράτησης εργαζομένου (47%), employee engagement (43%), παραγωγικότητας (41%) και ποιότητας εργασίας (41%).

Τι συμβαίνει όμως στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά στην στήριξη που παρέχουν οι επιχειρήσεις στους εργαζόμενους για επιχειρηματικές σπουδές; «Η αλήθεια είναι ότι αυτή η ενθάρρυνση δεν γίνεται στo βαθμό που θα έπρεπε, ειδικά στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες συνήθως δεν απορροφούν καν την επιδότηση που προσφέρει ο ΟΑΕΔ (ΛΑΕΚ) για την εκπαίδευση του προσωπικού. Αντίθετα, οι μεγάλες επιχειρήσεις (που είναι αυτές που έχουν κατά κύριο λόγο και μεγάλα- οργανωμένα τμήματα HR), κατά κύριο λόγο ενθαρρύνουν περισσότερο τους εργαζόμενούς τους, μιας και πολύ συχνά η εκπαίδευση του προσωπικού τους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανάπτυξη – εξέλιξή τους μέσα στην επιχείρηση», υποστηρίζει ο Ι. Νικολάου.

Στο ίδιο μήκος κύματος ο Δρ. Σ. Ζάρκος εξηγεί ότι: «Γενικά η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα εκτιμά την αξία των επιχειρηματικών σπουδών. Δυστυχώς, η οικονομική κρίση έχει οδηγήσει πολλές επιχειρήσεις στην περικοπή δαπανών για εκπαίδευση με κίνδυνο να προκληθεί μεγαλύτερο κακό παρά όφελος, αφού θα χρειαστεί στο μέλλον να καταβάλουν πολλή μεγαλύτερη προσπάθεια για να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος. Όλο και περισσότερες επιχειρήσεις αναγνωρίζουν ότι η επιβίωσή τους εξαρτάται από την ποιότητα του ανθρωπίνου δυναμικού τους. Για αυτό το λόγο, ενθαρρύνουν τα στελέχη τους να αποκτήσουν νέες γνώσεις και να αναπτύξουν νέες δεξιότητες που απαιτούνται για τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου επιχειρηματικού μοντέλου που θα βασίζεται στην ανταγωνιστικότητα, ευελιξία, καινοτομία, και εξωστρέφεια».

Τάσεις και εξελίξεις
Τα λεγόμενα business studies διαχρονικά προτιμώνται από νέους, και όχι μόνο, που επιθυμούν μία σταδιοδρομία στο δύσκολο και ανταγωνιστικό κόσμο των επιχειρήσεων. Καθώς όμως το επιχειρείν αλλάζει εξαιτίας πολλαπλών παραγόντων -τεχνολογική πρόοδος, οικονομική αστάθεια, παγκοσμιοποίηση και δημογραφικές αλλαγές, για να αναφέρουμε μερικούς μόνο από αυτούς-, αντίστοιχα αλλάζουν και οι σπουδές και προγράμματα, τα οποία καλούνται αφενός να εξοπλίσουν τους σπουδαστές τους με νέες δεξιότητες και αφετέρου να ανταποκριθούν στη ζήτηση και τις ανάγκες της αγοράς. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, παραθέτουμε κάποιες από τις κυρίαρχες τάσεις σήμερα στις επιχειρηματικές σπουδές.

1. Η τεχνολογία μετασχηματίζει το περιεχόμενο των business studies
Η επίδραση της τεχνολογίας έχει συγκλονιστικές επιδράσεις σε κάθε πτυχή της ζωής μας, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου που επιχειρούμε και σπουδάζουμε. Σε άρθρο του BBC γύρω από τις τεχνολογικές τάσεις επισημαίνεται ότι:

  • τα real-time data analytics, και όχι η διαίσθηση, καθορίζουν τις επιχειρηματικές αποφάσεις
  • τα νέα κανονιστικά πλαίσια για την προστασία των δεδομένων αναγκάζουν τις εταιρείες να επανεξετάσουν τις στρατηγικές συμμόρφωσης
  • η τεχνητή νοημοσύνη και η ρομποτική θα αναλάβουν τα επαναληπτικά καθήκοντα
  • τα smartphones εξελίσσονται στο κυρίαρχο εργαλείο για τα πάντα σχεδόν
  • οι καθιερωμένες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν αυξημένο ανταγωνισμό από start-ups.

Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η επερχόμενη εποχή των «έξυπνων μηχανών» αναμένεται να μετασχηματίσει, μεταξύ άλλων, και τις business σπουδές. Κορυφαίοι ερευνητές από το MIT, το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και την IBM συμφωνούν ότι: «στο κοντινό μέλλον, οι άνθρωποι θα είναι απαραίτητοι κυρίως για εργασίες που απαιτούν ιδιαίτερα κριτική, δημιουργική και καινοτόμο σκέψη, καθώς και εργασίες που περιλαμβάνουν τη λήψη ηθικών αποφάσεων ή απαιτούν υψηλά επίπεδα συναισθηματικής επαφής με άλλους ανθρώπους». Αν οι ερευνητές αποδειχτούν σωστοί, τότε οι επιχειρήσεις του μέλλοντος θα αναζητούν ανθρώπους που θα είναι εξαιρετικοί κριτικοί και καινοτόμοι στοχαστές και οι οποίοι θα διαθέτουν υψηλή συναισθηματική και κοινωνική νοημοσύνη.


Η τάση αυτή αντανακλάται ήδη στις δεξιότητες που αναπτύσσει το Gratuate Management Admission Test (GMAT), ένα από τα ορόσημα για την εισαγωγή σε MBA προγράμματα, καθώς και σε ορισμένα εξειδικευμένα προγράμματα Master στο management, το επιχειρείν, τα οικονομικά και άλλα σχετικά πεδία. Η τάση αυτή φαίνεται και από τις επιλογές των σπουδαστών. Όπως εξηγεί ο Ι. Νικολάου, αν και: «Οι περισσότεροι εργαζόμενοι εξακολουθούν να επιλέγουν “παραδοσιακά” γενικά μεταπτυχιακά προγράμματα, όπως Master in Business Administration (MBA), ή περισσότερο εξειδικευμένα, όπως Μάστερ σε Διοίκηση Ανθρωπίνων Πόρων, Χρηματο-οικονομικά, κ.ά.», ωστόσο «αυξημένη ζήτηση τα τελευταία χρόνια, φαίνεται να έχουν και πιο εξειδικευμένα προγράμματα, ειδικά όσα σχετίζονται με τον χώρο της τεχνολογίας/ πληροφορικής, π.χ. Business Analytics, Digital Marketing, κ.ά. Η υψηλή απορροφητικότητα των αποφοίτων αυτών των προγραμμάτων, ειδικά όσων είναι από υψηλού κύρους και αναγνωρισμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα δείχνει ότι καλύπτουν πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας».

2. Τα προγράμματα «Big Data» αυξάνονται
Ο αριθμός των MBA και των προγραμμάτων master πτυχίων τα οποία εστιάζουν στην τεχνολογία και ειδικότερα στα «Big Data» αυξάνονται με ταχύτατο ρυθμό. Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο επίσημο site του GMAT, πολλές business σχολές προσφέρουν μία μεγάλη ποικιλία προγραμμάτων που εστιάζουν στα δεδομένα, τα οποία περιλαμβάνουν από εξειδικευμένα MBAs μέχρι προγράμματα Master για data analysts και PhDs για data επιστήμονες. Αυτά τα προγράμματα εστιάζουν στην ανάλυση δεδομένων ή την πληροφορική.

Οι επιχειρήσεις, ολοένα και περισσότερο, χρειάζονται στελέχη που είναι σε θέση να αναλύσουν γρήγορα και να κατανοήσουν τις επιπτώσεις τεράστιων όγκων πληροφοριών. Μία βαθιά γνώση γύρω από τα business analytics προσδίδει προστιθέμενη αξία στις ικανότητες ενός επαγγελματία, καθώς του επιτρέπει να κατανοήσει τους τρόπους συλλογής και ταξινόμησής τους, τη σημασία τους καθώς και πώς μπορούν αυτά τα δεδομένα να αξιοποιηθούν για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων της εταιρείας. Τα business analytics ως εφόδιο δεν περιορίζουν τον εργαζόμενο πλέον σε θέσεις όπως αυτή του αναλυτή -η σημασία των οποίων αυξάνεται διαρκώς-, καθώς η έννοια των big data έχει εφαρμογή σε όλα τα τμήματα, όπως αυτό του Μarketing, της Εφοδιαστικής Αλυσίδας και των Οperations.

3. Διευρύνεται η ποικιλομορφία των παρόχων business studies Τα online και ανοιχτά προγράμματα αποτελούν ήδη μία πραγματικότητα στον ακαδημαϊκό χώρο. Σήμερα διαπιστώνουμε μία τεράστια έκρηξη των Massive Open Online Courses (MOOC) τόσο σε επίπεδο αριθμού και αντικειμένων όσο και σε επίπεδο παρόχων. Τα MOOC παρέχουν ανοιχτή ή χαμηλού κόστους και φιλική για το χρήστη πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας γνώση, ακόμα και από κορυφαία πανεπιστήμια. Και όλα αυτά χωρίς να απαιτούνται εξετάσεις εισαγωγής, ούτε δύσκολες διαδικασίες αίτησης. Τα MOOCs φαίνεται να είναι το τέλειο εργαλείο για να αποκτήσει κανείς συγκεκριμένη γνώση σε σύντομο χρονικό διάστημα και με «βολικό» τρόπο.

H μελέτη του EFMD: «Emerging Trends in MOOC Delivery of Business Education», επισημαίνει τα παρακάτω σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των MOOC:

  • Ένας αυξανόμενος αριθμός MOOC που σχετίζονται με business σπουδές προσφέρεται από ιδρύματα τα οποία δεν είναι αμιγώς ακαδημαϊκά, ωστόσο η πλειοψηφία των MOOCs εξακολουθεί να ελέγχεται από πανεπιστήμια ή άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης
  • Όλο και περισσότερα σχετικά με το επιχειρείν MOOCs διδάσκονται από καθηγητές εκτός σχολών ή από επαγγελματίες, όπως οικονομολόγοι ή λογιστές, σε συνδυασμό με τις σχολές ή και μεμονωμένα
  • Ολοένα και περισσότερο κάνουν την εμφάνισή τους MOOC που προσφέρουν πιστοποιήσεις με σχετικά χαμηλό κόστος
  • Νεότερες πλατφόρμες έχουν αρχίσει να διευρύνουν τα προγράμματα που προσφέρουν διάφορα ανοιχτά ή χαμηλού κόστους MOOC και σχετίζονται με τις σπουδές σε διοίκηση επιχειρήσεων, όπως είναι το NovoED της Silicon Valley, ή το EduKart που έχει έδρα στην Ινδία, το France Universite Numerique (FUN) ή οι κινεζικής γλώσσας πλατφόρμες ewant και xuetangX
  • Κάποιες σχολές Διοίκησης Επιχειρήσεων έχουν αρχίσει να πειραματίζονται με ανεξάρτητα προγράμματα MOOCs.

4. Business schools σε εγρήγορση
Η αυξανόμενη δημοτικότητα των MOOC θεωρείται ως μία μεγάλη πρόκληση για την παραδοσιακή επίσημη τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά και ο νούμερο ένα παράγοντας που συμβάλει στον εκδημοκρατισμό της γνώσης στον τομέα της διοίκησης επιχειρήσεων – και όχι μόνο. Σε άρθρο του global focus, του επιχειρηματικού περιοδικού του EFMD, με τίτλο «Survival of the Fittest: The New World Order in Education», αναφέρεται ότι MOOCs από μερικά από τα κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου, όπως είναι το Harvard, το MIT ή το Caltech, μπορούν πλέον να βρεθούν online (edX, Coursera και FutureLearn) γεγονός που οδηγεί σε ένα συναρπαστικό καινούργιο κανάλι γνώσης.

Ωστόσο, τα MOOCs είναι μόνο το πρώτο κύμα της ψηφιακής εκπαίδευσης και μάθησης. Τι σημαίνει αυτό για τις business σχολές; Σύμφωνα με το άρθρο του global focus, «σημαίνει ότι η καινοτομία θα πρέπει να βρίσκεται στην καρδιά των οργανισμών: οι παραδοσιακές σχολές θα πρέπει να δρουν περισσότερο ως γρήγορα και ευέλικτα τεχνολογικά start-ups και λιγότερο σαν ληθαργικές γραφειοκρατίες».

Κριτηρια επιλογης προγραμματος επιχειρηματικων σπουδων

Τα κριτήρια επιλογής του κατάλληλου μεταπτυχιακού προγράμματος προφανώς και ποικίλουν ανάλογα με τον υποψήφιο. Ωστόσο, η φήμη και το κύρος του Iνστιτούτου που παρέχει το πρόγραμμα καθώς και η ευθυγράμμιση του περιεχομένου των μεταπτυχιακών σπουδών με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της αγοράς, αλλά και η επιστημονική επάρκεια των διδασκόντων αποτελούν ίσως τα βασικότερα κριτήρια επιλογής. «Ένα κρίσιμο κριτήριο είναι η τοπική αλλά και διεθνής αναγνωρισιμότητα του Iδρύματος, όπως και του εκπαιδευτικού προσωπικού του. Οι διδάσκοντες θα πρέπει να έχουν πρόσφατη, άριστη γνώση του επιστημονικού τους αντικειμένου και όπου χρειάζεται και υψηλή/σχετική επαγγελματική εμπειρία», υποστηρίζει ο Ι. Νικολάου, συμπληρώνοντας εμφατικά ότι: «Είναι σημαντικό στην επιλογή του προγράμματος, οι γνώσεις που αποκτούνται να μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα- γρήγορα, αλλά ταυτόχρονα να μην “ξεπεραστούν” γρήγορα από την πραγματικότητα, μιας και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πολύ συχνά αυτό το μεταπτυχιακό θα πρέπει να μπορεί να του είναι χρήσιμο για αρκετά χρόνια στην επαγγελματική του καριέρα».

Το κύρος του προγράμματος και της σχολής αναφέρει και ο Δρ. Στ. Ζάρκος ως ένα βασικό κριτήριο επιλογής για τον υποψήφιο, επισημαίνοντας ωστόσο την προσωπική πορεία και τα μελλοντικά σχέδια του ενδιαφερόμενου ως έναν εξίσου σημαντικό παράγοντα. Ο ίδιος εξηγεί ότι κατά τη διαδικασία επιλογής: «Ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει πρώτα να λάβει υπόψη την παρούσα επαγγελματική του κατάσταση, τα μελλοντικά του σχέδια και την εργασιακή εμπειρία που έχει αποκομίσει ως σήμερα ώστε να επιλέξει το κατάλληλο πρόγραμμα σπουδών που καλύπτει καλύτερα τις παρούσες και μελλοντικές ανάγκες του. Θα πρέπει επίσης να ελέγξει το όνομα και τη φήμη της σχολής, την αναγνώριση που έχει στην ακαδημαϊκή και επιχειρηματική κοινότητα, τις διασυνδέσεις που έχει με επιχειρήσεις και οργανισμούς, τα προσόντα και την εμπειρία του διδακτικού προσωπικού, την ποιότητα του προγράμματος σπουδών και την πιστοποίηση του από διεθνείς οργανισμούς, και την απορρόφηση των αποφοίτων από την αγορά εργασίας».