Επιτυχημένες προσλήψεις εξ αποστάσεως

Πως θα επιλέξετε τον κατάλληλο υποψήφιο για την επιχείρησή σας, χωρίς να τον έχετε συναντήσει ποτέ.

Η στελέχωση της επιχείρησης με τους κατάλληλους ανθρώπους αποτελεί ένα από τα κρισιμότερα καθήκοντα της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού, αλλά και κάθε μάνατζερ. Η επιλογή του σωστού υποψηφίου θεωρείται πρόκληση, καθώς από αυτήν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η επιτυχημένη ή μη πορεία της ομάδας στην οποία θα ενταχθεί. Στην εποχή της απομακρυσμένης εργασίας και επιλογής προσωπικού, η πρόκληση αυτή μεγεθύνεται.

Οι περισσότεροι υπεύθυνοι προσλήψεων χρειάζονται επαρκή χρόνο αλληλεπίδρασης με τον υποψήφιο, κυρίως αυτοπροσώπως, προτού αποφασίσουν να τον προσλάβουν. Ο λόγος είναι ότι δεν θέλουν απλά να επιβεβαιώσουν ότι διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις, δεξιότητες και εμπειρία για τη θέση, αλλά να κατανοήσουν αν ταιριάζει με την κουλτούρα της εταιρείας και αν θα συνεργαστεί αποτελεσματικά με τα μέλη της ομάδας που θα ανήκει. Προ πανδημίας, αυτό γινόταν κατά βάση δια ζώσης, άλλαξε όμως δραστικά με τα νέα εργασιακά δεδομένα της τηλεργασίας. Τα καλά νέα είναι ότι οι υπεύθυνοι προσλήψεων μπορούν πλέον να προσελκύσουν πολύ περισσότερα ταλέντα, αντλώντας από μια ευρύτατη γεωγραφικά δεξαμενή. Ωστόσο, προκειμένου να κάνουν την καλύτερη επιλογή, θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν τη μεθοδολογία τους.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΕ ΠΟΛΛΕΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΕΣ
Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι η μετάβαση από τη συνέντευξη πρόσωπο με πρόσωπο στη συνέντευξη μέσω βίντεο αποτελεί την πλέον κατάλληλη και επαρκή μέθοδο για να προσλάβετε κάποιον εξ’ αποστάσεως. Στην πράξη, όμως, ελάχιστο μέρος της τηλεργασίας και της επικοινωνίας μεταξύ των μελών της ομάδας γίνονται μέσω βιντεοκλήσεων σε πραγματικό χρόνο. Η επικοινωνία της ομάδας είναι κατά βάση ασύγχρονη, μέσω μηνυμάτων σε πλατφόρμες συνεργασίας -βλέπε Microsoft Teams- ή emails. Επομένως, αν ο στόχος της συνέντευξης είναι να αξιολογήσετε αν το στυλ επικοινωνίας του υποψηφίου ταιριάζει με την ομάδα, τότε το πιθανότερο είναι ότι θα πρέπει να χρησιμοποιήσετε διαφορετικές πλατφόρμες και μέσα επικοινωνίας.

Για παράδειγμα, μπορεί να ξεκινήσετε τη διαδικασία μέσω βιντεοκλήσης, να πραγματοποιήσετε τον επόμενο γύρο συνεντεύξεων μέσω email και να συνεχίσετε μετά με ηχητική συνέντευξη. Το σημαντικό είναι να συμπεριλάβετε στη διαδικασία της συνέντευξης τα βασικά κανάλια που χρησιμοποιούν τα μέλη της ομάδας στην καθημερινότητά τους για να συνεργάζονται απομακρυσμένα. Επιπλέον, μπορείτε να δώσετε στους υποψηφίους μερικές ερωτήσεις και να τους ζητήσετε να καταγράψουν τις απαντήσεις σε βίντεο 2 λεπτών που θα σας αποστείλουν. Με τον τρόπο αυτόν, αξιολογείτε πόσο συνοπτικά μπορούν να παρέχουν την πληροφορία που χρειάζεται, αλλά και πόσο σωστά ακολουθούν οδηγίες. Οι ερωτήσεις μπορεί να είναι τεχνικές ή συμπεριφορικές, σε κάθε περίπτωση όμως πρέπει να είναι κοινές για όλους τους υποψηφίους, ώστε να μπορείτε να συγκρίνετε τα βίντεο αργότερα.

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Εδώ και αρκετό καιρό οι έρευνες έχουν καταδείξει ότι η ατομική απόδοση δεν εξαρτάται μόνο από τις γνώσεις και τις ικανότητες του ατόμου. Η δυναμική της ομάδας, οι διαθέσιμοι πόροι για να επιτελέσει το έργο της και η ποιότητα της συνεργασίας των μελών της επηρεάζουν σημαντικά την ατομική απόδοση.
Ακόμα και σε ένα απομακρυσμένο εργασιακό περιβάλλον, η ομάδα στην οποία θα συμμετάσχουν οι νεοπροσληφθέντες θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στη βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη απόδοσή τους.

Για τον λόγο αυτό, αξίζει να συμμετέχουν στη διαδικασία της επιλογής του υποψηφίου όσα περισσότερα μέλη της ομάδας γίνεται. Μπορεί ορισμένα μέλη να διεξάγουν one-on-one συνέντευξη με τον υποψήφιο ή να ζητήσετε από ένα γκρουπ μελών να κάνουν μια ενημερωτική συζήτηση μαζί του. Αν προχωρήσετε σε καταγραφή των απαντήσεων (π.χ. μέσω των δίλεπτων βίντεο που προτάθηκαν παραπάνω), μπορείτε να τις μοιραστείτε με την ομάδα για να πάρετε τη γνώμη τους προτού λάβετε την τελική σας απόφαση.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΔΟΚΙΜΑΣΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
Ο καλύτερος τρόπος για να εμπλακεί η ομάδα στη διαδικασία και να διαπιστώσει αν δουλεύει καλά με το προτεινόμενο νέο μέλος είναι να συνεργαστεί μαζί του στην πράξη. Πολλές επιχειρήσεις εφαρμόζουν τεστ, δοκιμαστικές ακροάσεις, βλέπουν δείγματα δουλειάς του υποψηφίου κ.ά. ώστε να πάρουν μια γεύση από το στυλ εργασίας του. Η δοκιμαστική συμμετοχή τους δεν θα πρέπει να αφορά κάποιο πολύ κρίσιμο έργο της επιχείρησης. Ο στόχος δεν είναι να κάνουν δωρεάν δουλειά, αλλά να παρατηρήσετε και να αξιολογήσετε τον τρόπο που δουλεύουν και συνεργάζονται. Μπορείτε ακόμη να σχεδιάσετε σκόπιμα το δοκιμαστικό έργο με κάποιες ελλείψεις (σε πόρους ή οδηγίες), ώστε να ελέγξετε τη δημιουργική σκέψη και την προσαρμοστικότητα του υποψηφίου προκειμένου να αντιμετωπίσει την πρόκληση.

Η εταιρεία τεχνολογίας Zapier έχει εντάξει σταθερά αυτές τις δοκιμές στη διαδικασία της συνέντευξης για πλήθος διευθύνσεων. Οι δυνητικοί software engineers δοκιμάζονται πάνω σε ένα εταιρικό προϊόν, ενώ π.χ. οι υποψήφιοι για θέσεις μάρκετινγκ συνεργάζονται για τη σύνταξη ενός άρθρου για το εταιρικό blog. Κάποιες εταιρείες έχουν επεκτείνει τη διαδικασία, παρέχοντας μακροπρόθεσμη απασχόληση των υποψηφίων σε δοκιμαστικά έργα με αμοιβή, ωστόσο για τους περισσότερους hiring managers η ενασχόληση λίγων ωρών σε ένα πιο απλό project είναι αρκετή για να αξιολογήσουν τον υποψήφιο και να διαπιστώσουν αν ταιριάζει με την ομάδα.

ΈΓΚΑΙΡΗ ΚΑΙ ΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΔΟΚΙΩΝ ΣΑΣ
Η σταδιακή επιστροφή στην «κανονικότητα» πάνω από έναν χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας δεν σημαίνει επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση. Για την πλειοψηφία των επιχειρήσεων η νέα κανονικότητα περιλαμβάνει ένα υβριδικό εργασιακό περιβάλλον αποκλειστικά ή συνδυαστικά με τηλεργασία. Το τι θα δουλέψει αποτελεσματικά για κάθε οργανισμό θα φανεί στην πορεία, ωστόσο σε ένα τόσο αβέβαιο καθεστώς είναι λογικό οι υποψήφιοι εργαζόμενοι να χρειάζονται διευκρινίσεις από τον εκάστοτε εργοδότη. Για τον σκοπό αυτό, ο υπεύθυνος προσλήψεων οφείλει να αποσαφηνίσει από νωρίς και αρκετές φορές στον υποψήφιο σε τι ποσοστό θα εργάζεται εξ’ αποστάσεως, καθώς και να του αποστείλει ό,τι διαθέσιμο υλικό έχει ετοιμάσει η επιχείρηση με οδηγίες/κατευθύνσεις για το καθεστώς απομακρυσμένης εργασίας.

Αν δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί η νέα εργασιακή κατάσταση, θα πρέπει να επικοινωνήσει στον υποψήφιο ό,τι γνωρίζει ή συζητιέται ζωηρά για το άμεσο μέλλον. Αντίστοιχα, ο υπεύθυνος προσλήψεων θα πρέπει να επικοινωνήσει ανοιχτά τους τρόπους συνεργασίας και επικοινωνίας της ομάδας. Αν υπάρχουν και γραπτώς κανόνες ομαδικής επικοινωνίας ή άλλες χρήσιμες οδηγίες στη λογική του user manual για τα νέα μέλη της ομάδας, θα πρέπει να κοινοποιηθούν στον υποψήφιο.

Εφόσον ολοκληρωθεί η επιλογή και η πρόσληψη του κατάλληλου υποψηφίου, υπάρχει ένα ουσιαστικό πρόσθετο βήμα που πρέπει να γίνει: το onboarding. Ένα video chat καλωσορίσματος από όλη την ομάδα στο νέο συνάδελφο ή έστω ένα welcome e-mail από τους νέους συναδέλφους του είναι σημαντικά για να επιταχυνθεί η ένταξη του νεοεισερχόμενου στην ομάδα. Ιδίως αν τα μέλη της συμμετείχαν στη διαδικασία της επιλογής και τον έχουν γνωρίσει, θα μπορούσαν να μοιραστούν σε ένα βίντεο τι τους έκανε να τον ξεχωρίσουν και γιατί ανυπομονούν να δουλέψουν μαζί του.

Συμπερασματικά, ο κοινός παρονομαστής στις 4 παραπάνω οδηγίες για remote προσλήψεις είναι το «ταίριασμα» του νέου εργαζόμενου στην ομάδα. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Παρά τα φαινόμενα, η ομαδικότητα είναι ακόμα πιο σημαντική στην εξ’ αποστάσεως εργασία και πρέπει να επιτυγχάνεται σε κάθε πρόσληψη. Οι τηλεργαζόμενοι δεν εργάζονται μόνοι: εργάζονται απομακρυσμένα μαζί.

Πώς θα στελεχώσετε σωστά μια agile ομάδα

Προτιμήστε τα κρυφά ταλέντα από τα αστέρια του οργανισμού και εντοπίστε έγκαιρα τους κρίσιμους συμμάχους.

Η ευέλικτη μεθοδολογία (agile methodology) υιοθετήθηκε πρώτη φορά το 2001 από τον κλάδο ανάπτυξης λογισμικού, καθώς, σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, επέτρεπε στις ομάδες έργου να προχωρούν πολύ γρήγορα από τον σχεδιασμό στην παραγωγή και στην παράδοση ενός υπο-προϊόντος στον πελάτη και στη συνέχεια, με βάση τη δική του ανάδραση, να το βελτιστοποιούν και να το εξελίσσουν ταχύτατα, σύμφωνα με τις ανάγκες του. Αυτές οι ομάδες έργου είναι διατμηματικές και έχουν ελευθερία λήψης αποφάσεων ώστε να φέρνουν γρήγορα αποτελέσματα. Το agile είναι ένας εξαιρετικός τρόπος, προκειμένου μια επιχείρηση να ανταποκρίνεται πιο γρήγορα από τον ανταγωνισμό στις αλλαγές και να αναπτύσσει καινοτόμα, υψηλής ποιότητας προϊόντα και υπηρεσίες.

Καθώς οι διαρκείς αλλαγές και η ασάφεια χαρακτηρίζουν πλέον το επιχειρηματικό περιβάλλον σε κάθε κλάδο της οικονομίας, η agile μεθοδολογία εφαρμόζεται όλο και περισσότερο από τις επιχειρήσεις, αν και με περιορισμένη επιτυχία. Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησαν σε agile έργα εταιρειών σε βάθος αρκετών ετών, οι καθηγητές των Babson College και Harvard Law School, Rob Cross, Alia Crocker και Heidi K. Gardner αντίστοιχα, διαπίστωσαν ότι πολλές πρωτοβουλίες agile που εφαρμόζονται σε μεγάλη κλίμακα στις επιχειρήσεις όχι μόνο δεν πετυχαίνουν τους στόχους τους, αλλά βλάπτουν τον οργανισμό, αφού χάνουν κρίσιμες προθεσμίες, καθυστερούν την ανάπτυξη του προϊόντος, οδηγούν σε burnout των μελών της ομάδας και σε απώλεια κρίσιμου ταλέντου ή δημιουργούν εσωτερικές διχόνοιες. Σχεδόν το 90% των εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσε ότι δυσκολεύεται πολύ να εφαρμόσει την ευέλικτη μεθοδολογία ευρέως στον οργανισμό, παρότι σε έργα μικρής κλίμακας είχε δουλέψει με επιτυχία.

Για ποιους λόγους ναυαγούν σε τόσο μεγάλο ποσοστό οι agile πρωτοβουλίες; Στο άρθρο τους «For an agile transformation, choose the right people» στο τελευταίο τεύχος του Harvard Business Review, οι Cross, Crocker και Gardner απαντούν σε αυτό το ερώτημα. Αξιοποιώντας τη μεθοδολογία organizational network analysis, η οποία καταγράφει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι συνεργάζονται επίσημα και ανεπίσημα μέσα στην επιχείρηση, οι ερευνητές μίλησαν με περισσότερους από 100 ηγέτες και 30.000 εργαζόμενους σε 140 επιχειρήσεις. Έτσι, κατέληξαν ότι οι παραδοσιακές πρακτικές για τον σχεδιασμό, τη στελέχωση και την εκτέλεση των agile έργων δεν έχουν πρακτική εφαρμογή όταν ο μετασχηματισμός αφορά όλο το εύρος του οργανισμού.

ΤΙ ΚΑΝΟΥΜΕ ΛΑΘΟΣ
Στις σημαντικές στρατηγικές πρωτοβουλίες της επιχείρησης, τρία τυπικά λάθη υπονομεύουν τις ευέλικτες ομάδες ήδη από το ξεκίνημα.
1. Στελέχωση της agile ομάδας μόνο με τα «αστέρια» της επιχείρησης: Το πρόβλημα με τα κορυφαία ταλέντα της επιχείρησης είναι ότι εμπλέκονται ενεργά σε πολλά έργα και δίκτυα σχέσεων που είναι κρίσιμα για την εκτέλεση των υφιστάμενων έργων της εταιρείας. Συνεπώς, δεν είναι εύκολο ή απλό να απεμπλακούν από τους προηγούμενους ρόλους τους. Ακόμα και αν απαιτείται να αφιερωθούν εξολοκλήρου στον στόχο της agile ομάδας, θα τους αναζητούν διαρκώς για υποστήριξη οι συνεργάτες και οι υφιστάμενοί τους, συνήθως ανεπίσημα. Ο αριθμός και το εύρος των απαιτήσεων στις οποίες καλούνται να ανταποκριθούν τα αστέρια, συμπληρωματικά με το agile έργο, σπάνια αναγνωρίζονται ή καταγράφονται. Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, συχνά τα άτομα αυτά δουλεύαν παράλληλα σε 10 ή περισσότερα έργα, τα οποία όμως δεν εμφανίζονταν επίσημα στα timesheets. Ο κίνδυνος της εξουθένωσης ή/και της αποτυχίας λόγω του υπερβολικού φόρτου εργασίας είναι πολύ μεγάλος.

2.Απόσταση της ομάδας από τον υπόλοιπο οργανισμό, ώστε να μη «μολυνθεί» ο τρόπος σκέψης της από το status quo: Η αντίληψη αυτή είναι αρκετά διαδεδομένη (και λόγω της προσέγγισης του Clayton Christensen για την καινοτομία). Σίγουρα, μια agile ομάδα χρειάζεται να λειτουργεί με αυτονομία, χωρίς υπερβολικό έλεγχο, γραφειοκρατικές διαδικασίες και παρεμβάσεις που θα καθυστερήσουν το έργο της. Από την άλλη πλευρά, ούτε η απομόνωση λειτουργεί ευεργετικά. Οι agile ομάδες σπάνια διαθέτουν στους κόλπους τους όλες τις ικανότητες που απαιτούνται για την ανάπτυξη και την υλοποίηση ενός νέου έργου. Είναι πολύ πιο πιθανό να χρειαστούν εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία από διάφορα τμήματα της επιχείρησης για να αντιληφθούν τη γενική εικόνα και τα ευρύτερα προβλήματα, να κατανοήσουν τις διαφοροποιήσεις ανάλογα με τις γεωγραφικές περιοχές και τις κατηγορίες πελατολογίου ή να κάνουν ορθές εκτιμήσεις για τις επερχόμενες αλλαγές στην αγορά. Επιπλέον, είναι ζωτικής σημασίας να συνεργαστεί από νωρίς η agile ομάδα με τους βασικούς stakeholders της επιχείρησης, ώστε να λαμβάνει έγκαιρα εγκρίσεις σε αιτήματα για παροχή πόρων και σε σχέδια υλοποίησης.

3. Στελέχωση μόνο με μέλη που αφιερώνουν το 100% του χρόνο τους στην agile ομάδα: Το σκεπτικό εδώ είναι ότι η απόλυτη δέσμευση των μελών της ομάδας είναι απαραίτητη, προκειμένου να ανταποκριθούν σε ένα τόσο εντατικό πρόγραμμα καθημερινών συναντήσεων και συχνών sprints, παραμένοντας επικεντρωμένοι στην επίτευξη των βασικών στόχων. Παρόλα αυτά, η εν λόγω προσέγγιση δεν είναι ρεαλιστική, τουλάχιστον όχι για όλα τα μέλη της ομάδας. Κάποια έργα απαιτούν τη συμμετοχή εξειδικευμένων στελεχών, τα οποία όμως δεν είναι εφικτό – ή και απαραίτητο- να αποσυρθούν από τα τρέχοντα καθήκοντά τους για να απασχοληθούν εξολοκλήρου στην agile ομάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ένας δικηγόρος από τη διεύθυνση κανονιστικής συμμόρφωσης, ο οποίος μπορεί να δώσει χρήσιμες κατευθύνσεις για την ασφαλέστερη τοποθέτηση του προϊόντος στην αγορά, ή ένα μέλος της ομάδας κυβερνοασφάλειας που θα κατευθύνει την ομάδα για την προστασία δεδομένων και την αντιμετώπιση απειλών.

ΠΩΣ ΘΑ ΤΟ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ
Η έρευνα αποκάλυψε τις δύο βασικές αρχές στις οποίες οι επιχειρήσεις μπορούν να βασιστούν προκειμένου να στελεχώσουν τις agile ομάδες τους με τα σωστά άτομα και να τους αναθέσουν τους κατάλληλους ρόλους.

1. Στελέχωση της ομάδας με «κρυφά ταλέντα»: Για όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω, οι επιχειρήσεις δεν θα πρέπει να υποκύψουν στον πειρασμό και να αναθέσουν τους πιο κρίσιμους ρόλους της ομάδας στα αστέρια της επιχείρησης. Αντίθετα, οι ερευνητές προτείνουν να απευθυνθούν στα κρυφά ταλέντα του οργανισμού, σε λιγότερο αναγνωρισμένα στελέχη δηλαδή, τα οποία όμως διαθέτουν τις ικανότητες και τις επαφές που χρειάζονται μέσα στον οργανισμό για να φέρουν εις πέρας τον ρόλο τους. Τα άτομα αυτά έχουν περισσότερο διαθέσιμο χρόνο να αφιερώσουν στην agile ομάδα. Επιπλέον, είναι λιγότερο εμποτισμένα με την κουλτούρα της επιχείρησης από ό,τι τα αστέρια, άρα είναι πιθανότερο να φέρουν στο τραπέζι αέρα ανανέωσης, που αποτελεί απαραίτητο στοιχείο κάθε agile έργου. Τέλος, επιλέγοντας λιγότερο προφανή άτομα για τη στελέχωση αυτών των εξαιρετικά προβεβλημένων ομάδων, οι επιχειρήσεις ενδυναμώνουν τη δεξαμενή ταλέντων τους. Σε κάθε περίπτωση, μπορούν πάντα να αξιοποιήσουν κάποια αστέρια ως εξωτερικούς συνεργάτες για ad hoc, ανεπίσημη υποστήριξη.

2. Εντοπισμός των σημαντικότερων παικτών εκτός της ομάδας: Τα περισσότερα agile έργα απαιτούν περιστασιακά υποστήριξη από εξειδικευμένα στελέχη εκτός της βασικής ομάδας έργου. Ο εντοπισμός των κατάλληλων ανθρώπων για συμβουλευτική υποστήριξη δεν είναι απλή υπόθεση. Από την έρευνα προκύπτουν τρεις κρίσιμες κατηγορίες επαφών, τις οποίες πρέπει να επιδιώξει να χτίσει κάθε agile ομάδα:
Οι μεσάζοντες (brokers), οι οποίοι βρίσκονται στη διασταύρωση μεταξύ διαφορετικών σιλό της επιχείρησης (επιχειρηματικές μονάδες, υπηρεσίες, λειτουργίες) και επηρεάζουν δραστικά τη διάδοση ιδεών και την υιοθέτηση σχεδίων. Δεν διαθέτουν υποχρεωτικά θεσμοθετημένο ρόλο μεταξύ των σιλό, ωστόσο μιλούν τη γλώσσα τους και μπορούν να ανοίξουν το δρόμο στην agile ομάδα για νέες ιδέες, εξοπλισμό ή χρηματοδότηση, στα οποία δεν έχουν άμεση πρόσβαση τα μέλη της ομάδας.
Οι κεντρικοί σύνδεσμοι (central connectors) μιας επιχειρηματικής μονάδας ή λειτουργίας που σχετίζεται με το agile έργο. Χωρίς να διαθέτουν υποχρεωτικά ανώτερες ηγετικές θέσεις, τα άτομα αυτά γνωρίζουν πολύ βαθιά το αντικείμενό τους και έχουν κεντρικό ρόλο και μεγάλη επιρροή στη μονάδα τους. Η υποστήριξή τους από την αρχή του έργου είναι κρίσιμη γιατί τη δική τους στάση θα ακολουθήσει και όλη η μονάδα τους.
Οι εμπειρογνώμονες (domain experts), οι οποίοι διαθέτουν πολύ εξειδικευμένη γνώση (επιστημονική, τεχνική, σχεδιαστική κ.ά) που χρειάζεται η agile ομάδα προσωρινά για την έγκαιρη αντιμετώπιση συγκεκριμένων προκλήσεων.

Συμπερασματικά, η ευέλικτη μεθοδολογία μπορεί να επιταχύνει την ανάπτυξη προϊόντων και τη βελτίωση διαδικασιών, καθώς και να κινητοποιήσει τους πιο πολύτιμους εργαζόμενους της επιχείρησης, συμβάλλοντας έτσι στη μακροπρόθεσμα επιτυχημένη πορεία της. Οι agile ομάδες, όμως, δεν αποτελούν αυτόνομες οντότητες, αλλά αναπόσπαστο κομμάτι του οργανισμού. Αν οι ηγέτες των επιχειρήσεων αντιληφθούν αυτή την πραγματικότητα, μπορούν να τις διαμορφώσουν έξυπνα, αξιοποιώντας στο έπακρο τα ταλέντα εντός και εκτός των ομάδων.

Πηγή:
Rob Cross, Heidi K. Gardner, Alia Crocker, “For an Agile Transformation, Choose the Right People”, Harvard Business Review, τεύχος Μαρτίου-Απριλίου 2021

Burnout: η νέα (;) επιδημία

Βρισκόμαστε εν μέσω όχι μόνο της πανδημίας του κορωνοϊού, αλλά και μιας παγκόσμιας επιδημίας burnout. Το burnout είναι ένα χρόνιο πρόβλημα για τις επιχειρήσεις, το οποίο επιδεινώθηκε εκθετικά τον τελευταίο χρόνο. Η καταπολέμηση του μοιάζει άθλος, ωστόσο μπορεί να επιτευχθεί ευκολότερα από ό,τι φανταζόμαστε και θα πρέπει να γίνει άμεσα.

Όλοι γνωρίζουμε τις ραγδαίες αλλαγές που επέφερε η πανδημία στον τρόπο εργασίας. Ήδη από τον Απρίλιο του 2020, 2,6 δισεκατομμύρια άτομα βρίσκονταν σε lockdown. Η πρόσβαση στον χώρο εργασίας για το 81% του παγκόσμιου ανθρώπινου δυναμικού περιορίστηκε εν μέρει ή ολοκληρωτικά και η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων δούλευε από το σπίτι και συνεργαζόταν μέσα από ψηφιακές πλατφόρμες (ενδεικτικά, οι ενεργοί χρήστες του Zoom ημερησίως αυξήθηκαν από 10 σε 200 εκατομμύρια). Αυτή η απότομη αλλαγή έφερε στο προσκήνιο, όσο τίποτε άλλο, την ήδη αυξημένη πίεση και ψυχική εξουθένωση των εργαζομένων και τις επέτεινε δραματικά.

ΓΙΑΤΙ ΤΟ BURNOUT ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Η έννοια του burnout συζητείται από τη δεκαετία του 1970, ωστόσο μόλις το 2019 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας το ενέταξε στη διεθνή λίστα ασθενειών, ορίζοντάς το ως «σύνδρομο το οποίο οφείλεται σε χρόνιο εργασιακό στρες που δεν έχει αντιμετωπιστεί επιτυχώς». Ο ορισμός αυτός αναγνωρίζει ότι το burnout δεν είναι πρόβλημα του εργαζόμενου, αλλά πρόβλημα του οργανισμού, συνεπώς απαιτεί οργανωσιακή λύση.
Οι βασικές αιτίες του burnout είναι έξι:
1. Υπερβολικός φόρτος εργασίας
2. Έλλειψη ελέγχου/αυτονομίας στην εργασία
3. Ανεπαρκής επιβράβευση της προσπάθειας
4. Απουσία υποστηρικτικού περιβάλλοντος
5. Έλλειμα αξιοκρατίας/δικαιοσύνης
6. Αταίριαστες αξίες και ικανότητες μεταξύ εργαζομένου και επιχείρησης

Παρότι όλες οι παραπάνω αιτίες σχετίζονται με την επιχείρηση, οι λύσεις που υιοθετούνται ευρέως για την αντιμετώπισή του είναι λανθασμένες, γιατί εστιάζουν στο άτομο: γιόγκα, διαλογισμός, προγράμματα ευεξίας, άσκηση κ.ά. Οι ρίζες του προβλήματος, όμως, είναι οργανωσιακές, άρα εκεί πρέπει να αναζητήσουμε και τις λύσεις για την αντιμετώπισή του.
Στο άρθρο «Beyond Burned Out» στο Harvard Business Review, η συγγραφέας Jennifer Moss παρουσιάζει τα αποτελέσματα διεθνούς έρευνας για το burnout στη διάρκεια της πανδημίας, την οποία εκπόνησε το φθινόπωρο του 2020 σε 1.500 εργαζόμενους από 46 χώρες. Σύμφωνα με αυτά, το burnout είναι σε έξαρση. Το 89% των συμμετεχόντων δηλώνει ότι η εργασιακή του ζωή έχει χειροτερέψει, το 56% ότι οι απαιτήσεις της δουλειάς του έχουν αυξηθεί, το 62% όσων δυσκολεύονται να διαχειριστούν τον αυξημένο φόρτο εργασίας αισθάνεται εξαντλημένο συχνά ή πολύ συχνά τους τελευταίους 3 μήνες, ενώ το 55% αδυνατεί πλέον να ισορροπήσει την επαγγελματική με την προσωπική του ζωή. Το πιο ανησυχητικό, ίσως, εύρημα είναι ότι έχει αυξηθεί σημαντικά το αίσθημα κυνισμού των εργαζομένων απέναντι στην εργασία τους και τον κόσμο. Τα υψηλότερα επίπεδα burnout διαπιστώνονται στους millennials.

ΤΑ ΛΑΘΗ ΠΟΥ ΕΠΙΔΕΙΝΩΣΑΝ ΤΟ BURNOUT ΣΤΗΝ ΠΑΝΔΗΜΙΑ
Η πανδημία ήταν ο καταλύτης σε ένα υφιστάμενο πρόβλημα. Οι σπόροι προϋπήρχαν, καθώς οι ηγέτες πολλών επιτυχημένων επιχειρήσεων προήγαγαν την always-on κουλτούρα των 60 ή και 70 ωρών εργασίας την εβδομάδα ως κλειδί της επιτυχίας τους.

Στις πρώτες εβδομάδες της πανδημίας, είναι λογικό ότι όλες οι επιχειρήσεις αναζητούσαν τα πατήματά τους σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Πολλοί εργαζόμενοι αφέθηκαν μόνοι τους να ρυθμίσουν αποδοτικά το WFH (work-from-home) στάτους τους, τα διαρκή virtual meetings είχαν ένα σκοπό και όλοι λειτουργούσαν με τη λογική ότι αυτή είναι μια έκτακτη κατάσταση που σύντομα θα τελειώσει και θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα. Ωστόσο, όταν οι μήνες πέρασαν και κατέστη σαφές ότι αυτή η παρένθεση δεν θα κλείσει στο άμεσο μέλλον, η πλειοψηφία των επιχειρήσεων δεν πάτησε φρένο για να αναλογιστεί τι δουλεύει μακροπρόθεσμα και τι όχι για το υπερβολικά στρεσαρισμένο ανθρώπινο δυναμικό τους. Αντίθετα, όπως υποστηρίζει η Moss, έκαναν τα πράγματα χειρότερα στους ακόλουθους τομείς:
1. Δεν προσάρμοσαν τον φόρτο εργασίας (που αποτελεί τη Νο1 αιτία του burnout). Σύμφωνα με έρευνα της Gallup πριν από την πανδημία, ο κίνδυνος του burnout αυξάνεται όταν οι εβδομαδιαίες ώρες εργασίας ξεπερνούν τις 50 και κορυφώνεται όταν φτάνουν τις 60. Στην εποχή της πανδημίας, αυτά τα ωράρια αποτελούν τον κανόνα, όχι την εξαίρεση, με τους συμμετέχοντες στην έρευνα να διαμαρτύρονται για έλλειψη ορίων και σεβασμού, με τα e-mails να ξεκινούν από τις 6 το πρωί και να συνεχίζουν ως τις 10 το βράδυ.

2. Δεν έδωσαν στους εργαζομένους αυτονομία και ευελιξία. Η πανδημία δημιούργησε πολλές νέες προκλήσεις, ιδίους στους εργαζόμενους γονείς. Με τα σχολεία κλειστά, κλήθηκαν να συνδυάσουν τη φροντίδα και την ψηφιακή εκπαίδευση των παιδιών με τη δική τους εργασία στον ίδιο χώρο, με το ίδιο wi-fi. Κάποιες επιχειρήσεις αναγνώρισαν την ανάγκη των εργαζομένων αυτών για ένα πιο ευέλικτο πρόγραμμα εργασίας, οι περισσότερες όμως δεν το έκαναν. Το αποτέλεσμα, σύμφωνα με το Center for American Progress, είναι ότι στις ΗΠΑ 850.000 γυναίκες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον εργασιακό στίβο τον Σεπτέμβριο (τετραπλάσιες, σε σχέση με τους άντρες). Όπως αναφέρεται, αν συνεχιστεί αυτή η τάση και το 2021, τα ποσοστά συμμετοχής των γυναικών στο εργασιακό δυναμικό θα γυρίσουν 25 χρόνια πίσω.

3. Αύξησαν τα διαδικτυακά meetings και το χρόνο έκθεσης μπροστά σε μια οθόνη. Πολύ μελάνι είχε χυθεί και πρo- Covid για τη μάστιγα των πολύωρων και συχνά άσκοπων meetings. Η πανδημία έκανε την κατάσταση χειρότερη με δύο τρόπους: πρώτον, αυξήθηκαν σε συχνότητα και διάρκεια (όπως αποδεικνύεται και από πρόσφατη έρευνα του National Bureau of Economic Research σε 3 εκατ. εργαζόμενους στις ΗΠΑ) και δεύτερον έγιναν πιο εξαντλητικά, καθώς γίνονται υποχρεωτικά διαδικτυακά. Σύμφωνα με έρευνα του UCLA, τα video calls είναι πιο κουραστικά τόσο πνευματικά (γιατί ο εγκέφαλος δυσκολεύεται περισσότερο να επεξεργαστεί τη μη λεκτική επικοινωνία από την οθόνη) όσο και σωματικά, καθώς οι εργαζόμενοι μένουν καθηλωμένοι για ώρες σε μια καρέκλα, μεταβαίνοντας από το ένα call στο άλλο.

4. Δεν αναγνώρισαν την ένταση του στρες που υφίσταντο οι άνθρωποί τους. Η πανδημία δεν είναι «business as usual» και δεν μπορούμε να προσποιούμαστε ότι είναι. Πολλοί βίωσαν τις επιπτώσεις της βαρύτερα από άλλους. Όλοι όμως, ηγέτες και εργαζόμενοι, αισθάνονται κουρασμένοι και δικαίως. Προκειμένου να μπουν γρήγορα σε ένα καθεστώς κανονικότητας, οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν άφησαν στους ανθρώπους τους το περιθώριο να εκφράσουν την κούραση αυτή ή δεν τους δημιούργησαν ασφάλεια ώστε να μιλήσουν για τις επιπτώσεις της στην ψυχική τους υγεία. Οι trendy προτάσεις για εφαρμογές διαλογισμού και χαλάρωσης λειτουργούν εξίσου αποτελεσματικά στο burnout όσο το τσιρότο σε μια ανοιχτή πληγή.

ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
Η έρευνα κατέδειξε τους τομείς που αυξάνουν το burnout των εργαζομένων σήμερα, ωστόσο φώτισε και τους παράγοντες εκείνους που βοηθούν τους ανθρώπους στην καταπολέμησή του, αν υιοθετηθούν σε επιχειρησιακό επίπεδο:
Διαχειρίσιμος όγκος εργασίας. Όπως είναι αναμενόμενο, όσο πιο διαχειρίσιμος είναι ο όγκος εργασίας, τόσο χαμηλότερα είναι τα επίπεδα του burnout. Σε οργανωσιακό επίπεδο, αυτό σημαίνει ότι η επιχείρηση θα πρέπει να υποστηρίξει τους εργαζομένους, θέτοντας προτεραιότητες για το τι πρέπει να γίνει σήμερα και τι μπορεί να γίνει σε μεταγενέστερο χρόνο. Επιπλέον, θα πρέπει να θέσει κανόνες για να περιορίσει τα meetings στα αναγκαία, τόσο σε συχνότητα όσο και σε διάρκεια και ποιότητα, με την απλή φόρμουλα: είναι αναγκαία αυτή η συνάντηση; Αν ναι, είναι απαραίτητο να διαρκέσει πάνω από 30 λεπτά; Πρέπει να είναι video call ή μπορεί να γίνει και audio, ώστε να είναι ελεύθεροι οι εργαζόμενοι να μετακινηθούν ελεύθερα; Επίσης, για όσους έχουν συνεχόμενα calls, θα πρέπει να υπάρχει η ευελιξία να φύγουν από τη συνάντηση 5-10 λεπτά νωρίτερα.

Υποστήριξη σε θέματα ψυχικής υγείας. Σύμφωνα με την έρευνα, το 50% των εργαζομένων δεν αισθάνεται άνετα να μιλήσει για την ψυχική πίεση που υφίσταται, το 65% των οποίων, μάλιστα, βιώνει burnout σε έντονο βαθμό. Το πρώτο βήμα για τις επιχειρήσεις είναι να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον «ψυχολογικής ασφάλειας» (όπως την ορίζει η Καθηγήτρια του Harvard, Amy Edmondson), όπου οι άνθρωποι νιώθουν ασφαλείς να είναι ο εαυτός τους, χωρίς να φοβούνται αρνητικές συνέπειες στην καριέρα τους. Η επιχείρηση μπορεί να προσφέρει πρόσθετη υποστήριξη σε όσους χρειάζονται βοήθεια με πρακτικές όπως μειωμένο ή ευέλικτο ωράριο, άδεια μετ’ αποδοχών, παροχή ψυχικής υποστήριξης από ειδικούς (ή ενημερωτική webpage με πηγές από επαγγελματίες και προγράμματα όπου μπορούν να απευθυνθούν ανώνυμα για βοήθεια), τακτικά check-ins από τους άμεσους προϊσταμένους κ.ά.

Υποστηρικτικός προϊστάμενος. Η συμβολή ενός μάνατζερ με ενσυναίσθηση στη μείωση του burnout των υφισταμένων του είναι πρωταγωνιστικής σημασίας. Οι άμεσοι προϊστάμενοι πρέπει να δώσουν στους ανθρώπους τους την ελευθερία να εκφράσουν το πώς βιώνουν τις δυσκολίες της κρίσης στη δουλειά και τη ζωή τους, να τους ακούσουν προσεκτικά και να ενεργήσουν κατάλληλα για να τους βοηθήσουν όπως μπορούν.

Οι συζητήσεις αυτές μπορούν να γίνονται σε ατομικό επίπεδο ή στο πλαίσιο της ομάδας μέσω εργαλείων συνεργασίας (Slack, Microsoft Teams κ.ά.), όπου θα μπορούν να μοιράζονται και ιδέες που θα συνεισφέρουν στη διαχείριση του burnout και τη βελτίωση της ευημερίας των μελών της ομάδας.
Δεσμοί φιλίας και κοινωνικοποίηση με συναδέλφους. Η έρευνα έδειξε εμφατικά πόσο απομονωμένοι αισθάνονται οι άνθρωποι μετά από μήνες κοινωνικής απόστασης. Ένα από τα πιο ευεργετικά οφέλη της εργασίας στην προ-Covid εποχή ήταν οι διαπροσωπικές σχέσεις, η κοινωνικοποίηση και η ανάπτυξη δεσμών φιλίας μεταξύ των εργαζομένων. Η έλλειψη φυσικής επαφής δυσχεραίνει πολύ την ανάπτυξη αυτών των δεσμών, ιδίως για τα νέα μέλη μιας ομάδας που δεν έχουν γνωρίσει τους συναδέλφους τους δια ζώσης.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της JLL σε εργαζομένους σε 10 χώρες, οι 3 στους 4 θέλουν να επιστρέψουν στον χώρο εργασίας μετά τη λήξη της πανδημίας, ενώ το 80% των high performers δηλώνει ότι του έχει λείψει το γραφείο στη διάρκεια του lockdown. Συνεπώς, η Moss προτείνει στις επιχειρήσεις να μη βιαστούν να υιοθετήσουν την ολοκληρωτική WFH πολιτική μετά το πέρας της κρίσης. Ας λειτουργήσει σαν μια ευκαιρία για υβριδικές λύσεις, που θα δίνουν στους εργαζομένους τη δυνατότητα να επιλέξουν οι ίδιοι αν είναι πιο παραγωγικοί και ικανοποιημένοι δουλεύοντας από το γραφείο ή από το σπίτι.

Οι 9 τάσεις στην εργασία το 2021

Οι προβλέψεις του επικεφαλής έρευνας HR της Gartner για το 2021 επιβεβαιώνουν ότι η νέα χρονιά θα είναι εξίσου ανατρεπτική με την προηγούμενη.

Το 2020 ήταν μία χρονιά που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ. Προκειμένου να διαχειριστούν τις πρωτόγνωρες προκλήσεις, οι ηγέτες των επιχειρήσεων χρειάστηκε να κάνουν δραστικές αλλαγές στη στρατηγική τους, στο επιχειρηματικό μοντέλο και στον τρόπο λειτουργίας τους. Για πολλούς οργανισμούς, οι αλλαγές αυτές περιλάμβαναν ανταπόκριση σε κοινωνικά κινήματα, μετάβαση σε καθεστώς απομακρυσμένης εργασίας για την πλειοψηφία ή το σύνολο του προσωπικού, καθορισμό αποτελεσματικότερων μεθόδων για τη διασφάλιση της ευημερίας των ανθρώπων τους, διοίκηση του υβριδικού ανθρώπινου δυναμικού και αντιμετώπιση νομικών θεμάτων που σχετίζονται με την απομακρυσμένη εργασία και, πλέον, με τον εμβολιασμό για τον κορωνοϊό.
Παρότι όλοι θα επιθυμούσαμε το 2021 να είναι χρονιά σταθερότητας και επιστροφής στην κανονικότητα, το πιθανότερο είναι ότι και φέτος θα έχουμε πολλές ανατροπές, καθώς οι επιπτώσεις της πανδημίας βαθαίνουν και επεκτείνονται. Σε πρόσφατο άρθρο του στο HBR, ο Brian Kropp, Chief of Research, Gartner HR practice, παρουσιάζει τις προβλέψεις του για το 2021 και μετά. Πέρα από τη βασική αλλαγή στο εργασιακό περιβάλλον στην οποία έχει δοθεί μεγάλη έμφαση παγκοσμίως, δηλαδή την αύξηση του αριθμού των εργαζομένων που θα εργάζονται πλήρως ή εν μέρει από το σπίτι, υπάρχουν εννέα ακόμη τάσεις που προκύπτουν από έρευνες της Gartner, οι οποίες θα μας απασχολήσουν το 2021:

1 Μετάβαση από τη διαχείριση της εργασιακής εμπειρίας στη φροντίδα για τη συνολική ποιότητα ζωής των εργαζομένων
Η πανδημία έκανε την προσωπική ζωή των εργαζομένων πιο ορατή από ποτέ στα μάτια των εργοδοτών τους, καθώς τον τελευταίο χρόνο καλούνταν να διαχειριστούν προσωπικές και επαγγελματικές δοκιμασίες. Αυτή η εμπειρία κατέστησε σαφές ότι η υποστήριξη των εργαζομένων σε θέματα που άπτονται της προσωπικής τους ζωής, τους επιτρέπει να αποδίδουν καλύτερα στη δουλειά. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας της Gartner ReimagineHR το 2020, οι επιχειρήσεις που υποστηρίζουν την προσωπική ζωή των ανθρώπων τους σημειώνουν αύξηση 23% και 17% στον αριθμό των εργαζομένων με καλύτερη ψυχική και σωματική υγεία αντίστοιχα, ενώ ταυτόχρονα έχουν αύξηση 21% στον αριθμό των high performers στην επιχείρησή τους.
Για αυτόν τον λόγο, το 2021 προβλέπεται ότι οι εργοδότες θα αναδιαμορφώσουν τις παροχές που δίνουν στους ανθρώπους τους, περιλαμβάνοντας υποστήριξη της ψυχικής υγείας, της οικονομικής υγείας, ακόμη και υποστήριξη σε τομείς που έως σήμερα θεωρούνταν εκτός ορίων της επιχείρησης, όπως ο ύπνος.

2 Περισσότερες εταιρείες θα πάρουν θέση στον τρέχοντα κοινωνικοπολιτικό διάλογο
Η επιθυμία των ανθρώπων να εργαστούν σε επιχειρήσεις με κοινές αξίες με τις δικές τους είναι γνωστή εδώ και χρόνια. Το 2020 όμως η επιθυμία αυτή εντάθηκε. Η έρευνα της Gartner αποκαλύπτει ότι το 74% των εργαζομένων περιμένει από τον εργοδότη του να συμμετάσχει πιο ενεργά στον διάλογο για τα κρίσιμα κοινωνικά και πολιτικά θέματα που μας απασχολούν σήμερα.
Σύμφωνα με τον Kropp, οι CEOs θα πρέπει να ανταποκριθούν προκειμένου να προσελκύσουν και να διατηρήσουν τους καλύτερους στην επιχείρησή τους. Ωστόσο, δεν αρκεί μία δημόσια τοποθέτηση. Οι εργαζόμενοι περιμένουν και πράξεις. Οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι που έχουν αφιερώσει πόρους σε αυτά τα θέματα έχουν ανταμειφθεί με αυξημένη παραγωγικότητα. Έρευνα της Gartner διαπίστωσε ότι ο αριθμός των εργαζομένων που θεωρήθηκαν εξαιρετικά αποδοτικοί και αφοσιωμένοι αυξήθηκε από 40% σε 60% όταν ο οργανισμός τους ανέλαβε ενεργό δράση στα σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα.

3 Η μισθολογική ανισότητα μεταξύ των δύο φύλων θα αυξηθεί περαιτέρω με την επιστροφή στο γραφείο
Οι περισσότερες επιχειρήσεις έχουν ήδη υιοθετήσει το υβριδικό εργασιακό μοντέλο που επιτρέπει στους απασχολούμενους να εργάζονται από το γραφείο, από το σπίτι ή από έναν εναλλακτικό χώρο (καφετέρια, χώρος συνεργασίας κ.ά.). Σύμφωνα με τις έρευνες που εκπονούν εσωτερικά πολλές εταιρείες, οι άντρες δηλώνουν πιο πρόθυμοι να επιστρέψουν στο γραφείο από τις γυναίκες συναδέλφους τους, που προτιμούν να διατηρήσουν το καθεστώς της εργασίας από το σπίτι.
Το πρόβλημα, όπως αποκαλύπτεται από πρόσφατη έρευνα της Gartner, είναι ότι το 64% των μάνατζερ θεωρεί ότι οι εργαζόμενοι στο γραφείο είναι πιο αποδοτικοί από τους εξ’ αποστάσεως και για τον λόγο αυτό προτίθεται να τους δώσει μεγαλύτερες αυξήσεις (το παράδοξο, βέβαια, είναι ότι στην πραγματικότητα ισχύει το αντίθετο, σύμφωνα με στοιχεία της Gartner από έρευνες το 2019 και το 2020 – δηλαδή και πριν και κατά τη διάρκεια της πανδημίας).
Συνεπώς, αν εκείνοι που θα επιστρέψουν στο γραφείο είναι κυρίως άντρες και οι διευθυντές έχουν προκατάληψη απέναντι στους εξ’ αποστάσεως εργαζόμενους, μπορούμε να αναμένουμε επιδείνωση του υφιστάμενου χάσματος στις αμοιβές εις βάρος των γυναικών.

4 Νέοι κανονισμοί για τη μείωση της παρακολούθησης των εργαζομένων
Στη διάρκεια της πανδημίας, πάνω από 1 στις 4 εταιρείες αγόρασαν νέες τεχνολογίες που επιτρέπουν την παρακολούθηση των εργαζομένων τους. Ωστόσο, πολλές από αυτές δεν έχουν καθορίσει το πώς θα ισορροπήσουν το απόρρητο των εργαζομένων με την τεχνολογία. Η έρευνα της Gartner διαπιστώνει ότι λιγότερο από το 50% των εργαζομένων εμπιστεύεται τον οργανισμό με τα δεδομένα του, ενώ το 44% δεν γνωρίζει καν ποια δεδομένα του συλλέγονται. Το 2021, περιμένουμε πλήθος νέων κανονισμών που θα περιορίζουν τα στοιχεία που μπορούν να συλλέγουν οι εργοδότες για τους υπαλλήλους τους.

5 Η ευελιξία θα επεκταθεί από το χώρο στο χρόνο εργασίας
Η ευελιξία στον χώρο εργασίας έγινε κοινός τόπος το 2020 και θα συνεχιστεί στο μέλλον. Το επόμενο βήμα μετά το πού θα εργάζεται το ανθρώπινο δυναμικό είναι το πότε. Η έρευνα ReimagineHR 2020 αποκάλυψε ότι μόνο το 36% των εργαζομένων ήταν υψηλής απόδοσης σε οργανισμούς με τυπική εβδομάδα εργασίας 40 ωρών. Αντίθετα, στις εταιρείες που παρείχαν ευελιξία όχι μόνο στον χώρο, αλλά και στον χρόνο και τον τρόπο εργασίας, το ποσοστό ανέβαινε στο 55%. Το 2021, η Gartner αναμένει αύξηση των νέων θέσεων εργασίας στις οποίες οι εργαζόμενοι θα αξιολογούνται με βάση το αποτέλεσμα και όχι την τήρηση ενός συμφωνημένο ωραρίου.

6 Οι κορυφαίες εταιρείες θα αγοράσουν μαζικά το εμβόλιο του κορωνοϊού για τους εργαζομένους τους
Η Gartner προβλέπει ότι πολλές μεγάλες επιχειρήσεις θα προβούν σε μαζικές αγορές του εμβολίου για το ανθρώπινο δυναμικό τους, αξιοποιώντας αυτή την ενέργεια ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την προσέλκυση και τη διατήρηση ταλέντων. Ταυτόχρονα, αρκετές επιχειρήσεις θα δεχτούν μηνύσεις επειδή θα απαιτούν από τους εργαζομένους τους να έχουν αποδεικτικό εμβολιασμού προτού επιστρέψουν στον χώρο εργασίας. Με τον τρόπο αυτόν, η μαζική επιστροφή στα γραφεία θα επιβραδυνθεί παρά την εξάπλωση της χρήσης του εμβολίου.

7 Η υποστήριξη της ψυχικής υγείας αποτελεί τη νέα κανονικότητα
Τα τελευταία χρόνια, οι εργοδότες έχουν προσθέσει νέες παροχές στους εργαζομένους τους, όπως η διευρυμένη γονική άδεια, ενώ και πριν την πανδημία το 45% της αύξησης του προϋπολογισμού για την ευημερία των εργαζομένων αφορούσε προγράμματα ψυχικής και συναισθηματικής στήριξης. Με την επέλαση του Covid-19, η διατήρηση της ψυχικής υγείας ήρθε στο προσκήνιο, καθώς οι εργοδότες διαπίστωσαν στην πράξη την επίδρασή της στους εργαζομένους και κατ’ επέκταση στο εργασιακό περιβάλλον.
Έως τα τέλη Μαρτίου του 2020, το 68% των επιχειρήσεων είχε εισάγει τουλάχιστον μία νέα παροχή σχετική με τη φροντίδα της ψυχικής υγείας των ανθρώπων του. Το 2021, η Gartner εκτιμά ότι θα προχωρήσουν ακόμη περισσότερο, με νέες παροχές και με πρωτοβουλίες όπως «η συλλογική ημέρα ψυχική υγείας», η οποία θα αφιερώνεται στην αύξηση της ευαισθητοποίησης όλου του προσωπικού πάνω σε αυτό το κρίσιμα ζήτημα.

8 Οι εργοδότες θα «νοικιάζουν» τις δεξιότητες που χρειάζονται
Ο αριθμός των δεξιοτήτων που αναζητούν οι εργοδότες έχει αυξηθεί δραματικά – σύμφωνα με την ανάλυση της Gartner, οι αγγελίες θέσεων εργασίας το 2020 είχαν 33% περισσότερες δεξιότητες από ό,τι το 2017. Αντιμέτωπες με μεγάλες προκλήσεις, και καθώς δεν προλαβαίνουν να εκπαιδεύσουν τους εργαζομένους τους πάνω σε όλες αυτές τις νέες δεξιότητες, θα επεκτείνουν τις συνεργασίες με συμβασιούχους ή εξωτερικούς συνεργάτες και τη χρήση ενοικιαζόμενου προσωπικού με συγκεκριμένο ορίζοντα απασχόλησης.

9 Τα κράτη θα ανταγωνίζονται για να προσελκύσουν εργαζόμενους, όχι εταιρείες
Οι περισσότερες χώρες προσπαθούσαν ιστορικά να δώσουν κίνητρα στις επιχειρήσεις να εγκατασταθούν στο έδαφός τους, προκειμένου να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και να ενδυναμώσουν την οικονομία. Στη νέα εποχή της υβριδικής, απομακρυσμένης εργασίας, όπου η έδρα της επιχείρησης είναι ανεξάρτητη από το πού δουλεύει ο εργαζόμενος, πολλές κυβερνήσεις θα δημιουργήσουν φορολογικά και άλλα κίνητρα σε ατομικό και όχι εταιρικό επίπεδο, ώστε να προσελκύουν τα ταλέντα να μετοικήσουν στη χώρα τους.

 

Πώς θα βοηθήσετε την ομάδα σας χωρίς να κάνετε micromanagement

Οι έρευνες αποδεικνύουν ότι η πρακτική υποστήριξη από τους μάνατζερ βοηθά τους εργαζόμενους να αποδώσουν καλύτερα. Η περιττή ή ανεπιθύμητη βοήθεια, όμως, εκλαμβάνεται ως micromanagement και λειτουργεί αποθαρρυντικά. Πως μπορούν οι μάνατζερ να παρέμβουν εποικοδομητικά στο έργο της ομάδας τους;

Στο σύγχρονο εργασιακό περιβάλλον, το micromanagement είναι μια κατηγορία που κάθε μάνατζερ θέλει να αποφύγει. Οι προϊστάμενοι που παρεμβαίνουν πολύ συχνά ή πολύ δραστικά στα καθήκοντα των υφισταμένων τους έχουν κακή φήμη, καθώς οι περισσότερες επιχειρήσεις ενθαρρύνουν την αυτονομία έναντι της αυστηρής εποπτείας των εργαζομένων. Εξάλλου, πλήθος ερευνών αποδεικνύουν ότι η περιττή ή ανεπιθύμητη βοήθεια προκαλεί αρνητικά συναισθήματα στα μέλη της ομάδας και διαβρώνει τις σχέσεις με τους ανωτέρους.

Εξίσου αναποτελεσματικό, όμως, είναι το να αφήσετε τους ανθρώπους σας χωρίς καμία καθοδήγηση, πόσο μάλλον όταν δουλεύουν απομακρυσμένα, όπως συμβαίνει στην πλειοψηφία των επιχειρήσεων σήμερα λόγω της πανδημίας. Ιδίως αν η εργασία τους είναι σύνθετη, οι επιφανειακές συμβουλές ή η απλή ενθάρρυνση δεν αρκούν. Χρειάζονται υποστήριξη την κατάλληλη στιγμή, πάνω στα συγκεκριμένα ζητήματα που τους απασχολούν και δυστυχώς δεν έχουν την ευκαιρία να την επιδιώξουν δια ζώσης στο γραφείο. Οι έρευνες αποδεικνύουν ότι αυτή η έγκαιρη και ακριβής υποστήριξη βελτιώνει την απόδοση των εργαζομένων πολύ περισσότερο από το να αφήνονταν να ενεργήσουν μόνοι τους.

Πώς μπορούν οι μάνατζερ να παρέχουν στους υφισταμένους τους την κατάλληλη βοήθεια, χωρίς να υπονομεύσουν την αυτονομία τους; Η επίτευξη αυτού του στόχου αποτέλεσε το αντικείμενο δεκαετούς έρευνας των καθηγητών των Πανεπιστημίων UCL School of Management, Harvard Business School και New York University’s Stern School of Business, C.Fisher, T.M. Amabile και J. Pillemer, τα συμπεράσματα της οποίας δημοσίευσαν σε πρόσφατο άρθρο τους στο Harvard Business Review.

Σύμφωνα με αυτά, τρεις είναι οι βασικές στρατηγικές για τους μάνατζερ που θέλουν να είναι παρόντες χωρίς να γίνουν micro-managers: να προσφέρουν βοήθεια όταν οι άνθρωποί τους είναι έτοιμοι να τη δεχτούν, να ξεκαθαρίσουν τις προθέσεις τους και να προσαρμόσουν τον βαθμό και τη συχνότητα της καθοδήγησης στις ατομικές ανάγκες του εργαζομένου. Επιπλέον, πριν καν ξεκινήσουν, θα πρέπει να έχουν διασφαλίσει τρεις προϋποθέσεις: α. οι άνθρωποί τους γνωρίζουν ότι είναι πρόθυμοι να τους βοηθήσουν και έχουν την άνεση να το ζητήσουν, β. είναι διατεθειμένοι να αφιερώσουν χρόνο και ενέργεια και γ. διαθέτουν μια βασική γνώση του αντικειμένου και των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι.

ΕΠΙΛΕΞΤΕ ΤΟ ΠΟΤΕ
Όταν εμπλέκεστε στο έργο των μελών της ομάδας σας, το timing είναι το παν. Είθισται να θεωρούμε ότι ο μάνατζερ πρέπει να λειτουργεί προληπτικά, προετοιμάζοντας τους εργαζομένους για τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν και προτείνοντας λύσεις. Η έρευνα όμως αποδεικνύει ότι αυτή δεν είναι η πιο εποικοδομητική πρακτική. Οι πιο χρήσιμοι ηγέτες δεν είναι αυτοί που προσπαθούν να προλάβουν το πρόβλημα ή βιάζονται να δώσουν λύσεις μόλις το εντοπίσουν. Είναι εκείνοι που δίνουν χρόνο στον εργαζόμενο να σχηματίσει τη δική του άποψη και να αναζητήσει βοήθεια, κατανοώντας ότι είναι πιο δεκτικός να τους ακούσει όταν έχει ήδη αναλάβει το έργο και έχει βιώσει από πρώτο χέρι τις προκλήσεις του. Η έρευνα σε 124 ομάδες εργασίας κατέδειξε ότι οι άνθρωποι κατανοούσαν και αξιολογούσαν περισσότερο τις συμβουλές των επικεφαλής αφού είχαν παρουσιαστεί τα προβλήματα, όχι πριν. Και μάλιστα, τους ήταν πιο εύκολο να αξιοποιήσουν έμπρακτα τη βοήθεια, βελτιώνοντας διαδικασίες, μοιράζοντας πληροφόρηση και λαμβάνοντας αντικειμενικά ορθότερες αποφάσεις από ότι οι ομάδες που είχαν λάβει καθοδήγηση πριν καν ξεκινήσουν το έργο.

ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΤΕ ΤΟ ΓΙΑΤΙ
Ακόμη και αν φροντίσετε να παρέμβετε τη σωστή στιγμή, η συμβολή σας θα αποβεί άκαρπη αν δεν αποσαφηνίσετε τις προθέσεις σας. Μην ξεχνάτε ότι οι μάνατζερ συνδυάζουν πολλούς ρόλους, μεταξύ των οποίων είναι η αξιολόγηση της απόδοσης και η επιβράβευση ή η επιβολή κυρώσεων. Αυτή η αναπόφευκτη δυναμική εξουσίας μπορεί να τορπιλίσει την προσπάθειά σας να βοηθήσετε, καθώς είναι πολύ πιθανό να εκληφθεί από τους εργαζομένους ως ένδειξη ότι δεν τα καταφέρνουν καλά μόνοι τους. Αυτός εξάλλου είναι και ο λόγος που συχνά αποκρύπτουν ή υποτιμούν κρίσιμα θέματα που προκύπτουν, αποφεύγουν να ζητήσουν υποστήριξη ή γίνονται αμυντικοί όταν την προσφέρετε.

Προκειμένου να μην δημιουργήσετε πρόσθετο στρες στην ομάδα, επιδεινώνοντας την κατάσταση, είναι πολύ σημαντικό να τονίσετε ότι η πρόθεσή σας είναι να βοηθήσετε και όχι να τους κρίνετε ή να αναλάβετε εσείς το έργο. Όταν από εσάς κρίνεται η παραμονή και η εξέλιξή τους στην εταιρεία, μην θεωρείτε αυτονόητο ότι θα καταλάβουν ότι δεν λειτουργείτε στην παρούσα φάση με αυτό το «καπέλο». Χρειάζεται να τονίσετε ότι η παρέμβασή σας έχει καθαρά συμβουλευτικό και όχι αξιολογικό χαρακτήρα. Επίσης, αξίζει να καλλιεργήσετε στην ομάδα σας αυτό που η καθηγήτρια του Harvard Business School, Amy Edmondson, ονομάζει «ψυχολογική ασφάλεια» -ένα περιβάλλον στο οποίο η αμοιβαία ειλικρίνεια και η ανάληψη ρίσκου ενθαρρύνονται, δεν τιμωρούνται.
Από την έρευνα προκύπτει πως όταν οι προϊστάμενοι ξεκαθάριζαν τις προθέσεις τους, οι υφιστάμενοί τους αισθάνονταν πιο ασφαλείς να περιγράψουν τις προκλήσεις που αντιμετώπιζαν, αλλά και πιο πρόθυμοι να δεχτούν βοήθεια και να δουλέψουν συλλογικά για να βρουν λύσεις.

ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΤΕ ΤΟ ΠΩΣ
Προκειμένου να είναι εποικοδομητική η βοήθεια που θα προσφέρετε, είναι απαραίτητο να αφιερώσετε χρόνο και προσοχή για να κατανοήσετε το πρόβλημα (ιδίως αν το αντικείμενο είναι απαιτητικό, σύνθετο ή δημιουργικό) και να προσαρμόσετε τη συμμετοχή σας ανάλογα με τις ανάγκες της ομάδας. Ο «ρυθμός» της συμμετοχής σας, όπως τον ονομάζουν οι ερευνητές, θα εξαρτηθεί από το αν η ομάδα χρειάζεται εντατική καθοδήγηση βραχυπρόθεσμα ή εμβόλιμες παρεμβάσεις για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Η πρώτη περίπτωση ενδείκνυται όταν οι εργαζόμενοι πρέπει να διαχειριστούν εμπόδια που δεν ξεπερνιούνται με ένα γρήγορο feedback ή με κάποιες ώρες ενασχόλησης από πλευράς σας. Σε αυτό το σενάριο, οι μάνατζερ χρειάζεται να εμβαθύνουν στο πρόβλημα και να συνεργαστούν στενά με τους υφισταμένους τους για λίγες ημέρες, σε εντατικές, πολύωρες συναντήσεις. Αυτή η πρακτική φλερτάρει επικίνδυνα με το micromanagement, για αυτό είναι καίριο να ξεκαθαρίσετε τον ρόλο σας με βάση τις προηγούμενες δύο στρατηγικές, ώστε να μη θεωρηθεί ότι υποσκελίζετε την ομάδα αναλαμβάνοντας εσείς την ευθύνη του έργου.

Η δεύτερη μορφή βοήθειας ενδείκνυται όταν οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν συνεχείς δυσκολίες, π.χ. όταν η ομάδα είναι υπο-στελεχωμένη. Σε αυτή την περίπτωση, η συμβολή του μάνατζερ γίνεται διαλειμματικά αλλά για μακρά περίοδο, με τονωτικές ενέσεις όπου χρειάζεται (π.χ. συμμετοχή σε ένα teleconference με ένα σημαντικό πελάτη). Εδώ, ο ρόλος του είναι περισσότερο να ανακουφίσει την ομάδα παρά να εμβαθύνει στην ουσία της δουλειάς.

Τέλος, οι τρεις αυτές κατευθυντήριες γραμμές είναι χρήσιμες σε κάθε περίπτωση για τους μάνατζερ, πολύ περισσότερο όμως στη σημερινή εποχή της γενικευμένης εξ αποστάσεως εργασίας. Όταν δεν έχουν φυσική εγγύτητα με την ομάδα τους, είναι πολύ πιο εύκολο να κάνουν υπερβολικά τακτικά check-ins, διακόπτοντας τον ειρμό της εργασίας των ανθρώπων τους, ή αντίθετα να χάνουν την επαφή, αφήνοντάς τους να αισθάνονται μετέωροι και απομονωμένοι. Η ουσιαστική βοήθεια στην ομάδα σε αυτή τη συγκυρία είναι κρίσιμη, αφού δεν θα βελτιώσει μόνο την παραγωγικότητα των εργαζομένων, αλλά θα τους προσφέρει τη σύνδεση και την αλληλοϋποστήριξη που χρειάζονται περισσότερο από ποτέ.

Το μέλλον της εργασίας ως το 2025

Το «Future of Jobs Report 2020» του World Economic Forum χαρτογραφεί τις θέσεις εργασίας και τις δεξιότητες του μέλλοντος, όπως αυτές διαμορφώνονται από τις επιπτώσεις της πανδημίας του covid-19 και την ευρεία υιοθέτηση της τεχνολογίας.

Η πανδημία του Covid-19, με τα lockdowns και την παγκόσμια οικονομική ύφεση που τη συνοδεύει, δημιουργεί ένα εξαιρετικά αβέβαιο τοπίο για την αγορά εργασίας, επιταχύνοντας την «επόμενη μέρα» του εργασιακού περιβάλλοντος. Το «Future of Jobs Report 2020», που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2020 από το World Economic Forum, μελετά 15 κλάδους της αγοράς σε 26 χώρες (η Ελλάδα δεν περιλαμβάνεται) και ρίχνει φως τόσο στις επιπτώσεις της πανδημίας μέχρι σήμερα, όσο και στις αναμενόμενες τάσεις υιοθέτησης της τεχνολογίας, οι οποίες επηρεάζουν τις θέσεις εργασίας και τις δεξιότητες που θα χρειαστούμε στο μέλλον.

Σύμφωνα με τα βασικά ευρήματα της έρευνας:

Ο ρυθμός υιοθέτησης της τεχνολογίας θα παραμείνει αμείωτος, ενώ σε ορισμένους τομείς της οικονομίας θα επιταχυνθεί. Το cloud computing, το ηλεκτρονικό εμπόριο και τα big data παραμένουν ψηλά στις προτεραιότητες των επιχειρηματικών ηγετών, ενώ διαπιστώνεται και σημαντική αύξηση του ενδιαφέροντος για κρυπτογράφηση, μη ανθρωποειδή ρομπότ και τεχνητή νοημοσύνη.

  • Οι πιέσεις στην οικονομία από την πανδημία, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη εφαρμογή της αυτοματοποίησης, δημιουργούν αρκετές αλλαγές στις θέσεις εργασίες και στις δεξιότητες που θα χρειαστούν οι επιχειρήσεις έως το 2025. Το 43% των επιχειρήσεων που ερωτήθηκαν προβλέπει ότι θα μειώσουν το ανθρώπινο δυναμικό του. Το 41% σχεδιάζει να επεκτείνει τη χρήση έκτακτου ανθρώπινου δυναμικού για εξειδικευμένες εργασίες (contractors), ενώ το 34% σχεδιάζει να αυξήσει τους εργαζομένους του, προκειμένου να υποστηρίξει την τεχνολογική αναβάθμιση της επιχείρησης. Το 2025, ο χρόνος που θα αφιερώνεται στις τρέχουσες εργασίες από τους ανθρώπους και τις μηχανές θα είναι ίσος.
    Μέχρι το 2025, η αλλαγή στον καταμερισμό της εργασίας μεταξύ ανθρώπων και μηχανών εκτιμάται ότι θα εξαλείψει 85 εκατομμύρια θέσεις εργασίας και θα δημιουργήσει 97 εκατομμύρια νέες. Οι εταιρείες ευελπιστούν να αξιοποιήσουν σε νέους ρόλους σχεδόν το 50% των εργαζομένων που θα χάσουν τη θέση τους λόγω της αυτοματοποίησης και της βελτιστοποίησης των διαδικασιών.
  • Η έλλειψη δεξιοτήτων εξακολουθεί να αποτελεί καίριο πρόβλημα για τις επιχειρήσεις, το οποίο επιδεινώνεται καθώς οι απαιτούμενες δεξιότητες μεταβάλλονται μέσα στην επόμενη πενταετία. Οι δεξιότητες που θα έχουν το προβάδισμα για τους εργοδότες ως το 2025 είναι η κριτική σκέψη, η αναλυτική ικανότητα και η επίλυση προβλημάτων, καθώς και οι ικανότητες αυτοδιαχείρισης, όπως η ενεργή μάθηση, η ανθεκτικότητα, η προσαρμοστικότητα και η αποτελεσματική διαχείριση άγχους. Κατά μέσο όρο, οι επιχειρήσεις εκτιμούν ότι σχεδόν το 40% των εργαζομένων τους θα χρειαστεί μετεκπαίδευση στο αντικείμενό του μέσα στο επόμενο εξάμηνο, ενώ το 94% πιστεύει ότι θα απαιτηθεί να αποκτηθούν καινούριες εργασιακές δεξιότητες (ραγδαία αύξηση από 65% το 2018).
  • Το μέλλον της εργασίας έχει ήδη φτάσει για τη μεγάλη πλειοψηφία του ανθρώπινου δυναμικού που εργάζεται διαδικτυακά. Το 84% των εργοδοτών ψηφιοποιούν ταχύτατα τις εργασιακές διαδικασίες και επεκτείνουν την εξ’ αποστάσεως εργασία για το μεγαλύτερο ποσοστό του ανθρώπινου δυναμικού τους. Με στόχο να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες που σχετίζονται με την παραγωγικότητα και την ευεξία των απομακρυσμένων εργαζομένων, περίπου 1 στις 3 επιχειρήσεις σκοπεύει να πάρει μέτρα για να αναπτύξει κλίμα «κοινότητας», σύνδεσης και ομαδικότητας μεταξύ τους με τη βοήθεια ψηφιακών εργαλείων.
  • Δυστυχώς, η έρευνα του World Economic Forum προβλέπει ότι η επέλαση της πανδημίας και της τεχνολογίας είναι πολύ πιθανό να επιδεινώσουν τις ανισότητες. Οι γυναίκες, οι χαμηλόμισθοι και οι νεότεροι εργαζόμενοι επλήγησαν περισσότερο στην πρώτη φάση της οικονομικής κρίσης. Συγκρίνοντας τον αντίκτυπο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 σε άτομα με χαμηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης με τον αντίκτυπο της κρίσης του Covid-19, ο αντίκτυπος σήμερα είναι πολύ πιο σημαντικός και είναι πιθανότερο να εμβαθύνει τις υπάρχουσες ανισότητες.
  • Η online εκπαίδευση γνωρίζει προφανώς μεγάλη άνθηση και θα συνεχίσει να αυξάνεται, ωστόσο φαίνεται να διαφοροποιείται μεταξύ εργαζομένων και ανέργων. Όσοι έχουν ήδη απασχόληση δίνουν έμφαση σε μαθήματα προσωπικής ανάπτυξης (αύξηση 88%), ενώ εκείνοι που αναζητούν εργασία προτιμούν την εκπαίδευση σε ψηφιακές δεξιότητες, όπως είναι η ανάλυση δεδομένων και η πληροφορική.
  • Παρόλη την οικονομική ύφεση, οι περισσότερες επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην έρευνα αναγνωρίζουν την αξία της επένδυσης στο ανθρώπινο κεφάλαιο. Το 66% των εργοδοτών αναμένει απόδοση της επένδυσής του στην εκπαίδευση των ανθρώπων του μέσα σε ένα έτος. Κατά μέσο όρο, στόχος τους είναι να παράσχουν ευκαιρίες εκπαίδευσης και αναβάθμισης δεξιοτήτων στο 70% των εργαζομένων τους μέσα στην επόμενη πενταετία.
  • Ο δημόσιος τομέας χρειάζεται να ενισχύσει τη στήριξη που προσφέρει για την εκπαίδευση και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων, καθώς και των ανθρώπων που έχασαν τη δουλειά τους λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων. Επί του παρόντος, μόνο το 21% των επιχειρήσεων μπορεί να κάνει χρήση δημοσίων πόρων για να υποστηρίξει τη «μετεκπαίδευση» των ανθρώπων του. Επίσης, ο δημόσιος τομέας θα πρέπει να δημιουργήσει κίνητρα για επενδύσεις στις αγορές και στις θέσεις εργασίας του μέλλοντος, να παράσχει ισχυρότερο δίχτυ ασφαλείας για όσους χάνουν τη δουλειά τους και βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο, καθώς και να αντιμετωπίσει αποφασιστικά το χρόνιο, αλλά επιτακτικό πλέον, πρόβλημα του εκσυγχρονισμού του εκπαιδευτικού συστήματος.

Work from Anywhere: Η νέα τάση που ήρθε για να μείνει;

Πολλοί εργαζόμενοι, ήδη πριν το 2020, είχαν εκφράσει την απορία γιατί σε μια εποχή ευρύτατης ψηφιακής διασυνδεσιμότητας είναι απαραίτητο να βρίσκονται καθημερινά σε ένα περιβάλλον γραφείου για να εργαστούν. Η απάντηση δόθηκε ηχηρά με την έλευση του κορωνοϊού, καθώς το ανθρώπινο δυναμικό μαζικά σε όλο τον κόσμο υποχρεώθηκε να εργαστεί εξ αποστάσεως και το έκανε με επιτυχία. Η εμπειρία αυτή δημιούργησε νέα ερωτήματα: είναι η απομακρυσμένη εργασία για το σύνολο ή το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων γραφείου το νέο status quo στο μέλλον;

Η πανδημία οδήγησε τις διοικήσεις πολλών επιχειρήσεων να εξετάσουν την προοπτική της μόνιμης εφαρμογής του μοντέλου Work from Anywhere (WFA). Οργανισμοί όπως το Twitter, το Facebook, το Shopify ή η Siemens ανακοίνωσαν, μάλιστα, ότι θα διατηρήσουν την απομακρυσμένη εργασία και μετά τη διάθεση του εμβολίου. Οι επιχειρήσεις που θέλουν να υιοθετήσουν το μοντέλο για μέρος ή για το σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού τους, θα κερδίσουν αξιόλογα οφέλη, πρέπει όμως να συνυπολογίσουν και τις σημαντικές προκλήσεις. Αντλώντας από την πενταετή έρευνά του στην υιοθέτηση του WFA σε μεγάλες, ώριμες αλλά και νεότερες επιχειρήσεις, ο Καθηγητής του Harvard Business School Raj Choudhury, στο πρόσφατο άρθρο του «Our Work-from-Anywhere Future», μοιράζεται βέλτιστες πρακτικές που θα βοηθήσουν τους ηγέτες να αποφασίσουν αν το υβριδικό αυτό μοντέλο ταιριάζει στην επιχείρησή τους.

ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Η πρώτη μεγάλης κλίμακας μετάβαση από την παραδοσιακή στην απομακρυσμένη εργασία έγινε τη δεκαετία του 1970, καθώς η άνοδος των τιμών της βενζίνης που προκλήθηκε από το εμπάργκο πετρελαίου του ΟΠΕΚ το 1973 έκανε τις μετακινήσεις πιο ακριβές. Οι νέες πολιτικές εργασίας που υιοθετήθηκαν επέτρεπαν στους εργαζομένους να δουλεύουν από το σπίτι (WFH) περιστασιακά ή σε τακτική βάση με την παραδοχή ότι θα πήγαιναν περιοδικά και στο γραφείο. Η μεγαλύτερη ευελιξία στη διαχείριση του προγράμματός τους και η εξοικονόμηση κόστους συνετέλεσαν στην αύξηση της ικανοποίησης των εργαζομένων και στη μείωση των απουσιών λόγω ασθένειας.

Στη δεκαετία του 2000, η τηλεργασία γνώρισε νέα άνθηση χάρη στις τεχνολογικές εξελίξεις που την ευνοούσαν: laptops, διαδίκτυο, ευρυζωνικότητα, έξυπνα κινητά, cloud computing, βιντεοκλήσεις κ.ά. Παράλληλα, πλήθος ερευνών παρουσίαζαν τη συμβολή της τηλεργασίας στο engagement και την παραγωγικότητα. Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότερες επιχειρήσεις επέτρεπαν στους εργαζομένους τους να εργαστούν από το σπίτι ή τους έδιναν την ελευθερία της επιλογής. Για παράδειγμα, το γραφείο διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και εμπορικών σημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών (USPTO) δημιούργησε το 2012 το πρόγραμμα WFA, το οποίο προέβλεπε δύο χρόνια εργασίας στα κεντρικά γραφεία και στη συνέχεια εργασία από το σπίτι ή από οποιαδήποτε τοποθεσία στις Η.Π.Α., με την προϋπόθεση οι εν λόγω εργαζόμενοι να επισκέπτονται τα κεντρικά γραφεία με δικό τους κόστος μάξιμουμ 12 φορές τον χρόνο.

Οι περισσότερες επιχειρήσεις έδιναν τη δυνατότητα εξ αποστάσεως εργασίας σε μέρος των εργαζομένων, αποκλείοντας ορισμένες θέσεις εργασίας. Λίγες ήταν οι επιχειρήσεις, όπως η εταιρεία λογισμικού GitLab (σήμερα ο μεγαλύτερος εργοδότης remote work με εργαζόμενους σε 67 χώρες), που απασχολούσαν το σύνολο των εργαζομένων τους απομακρυσμένα. Το 2020, όμως, το πείραμα της ολοκληρωτικής απομάκρυνσης από τα γραφεία λόγω της πανδημίας οδήγησε μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων από διαφορετικούς κλάδους να εφαρμόσουν το μοντέλο σε ευρεία κλίμακα.

ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
Μελετώντας τις εταιρείες που εφαρμόζουν πολιτικές WFA εδώ και πέντε χρόνια, ο Choudhury επισημαίνει μια σειρά από οφέλη αυτού του μοντέλου εργασίας για τους εργαζομένους, τις επιχειρήσεις και την κοινωνία.
Για τους εργαζομένους: Οι εργαζόμενοι απολαμβάνουν την ελευθερία να μπορούν να επιλέξουν τον τόπο διαμονής τους, ανεξάρτητα από την έδρα της επιχείρησης, δηλώνοντας ότι συνεισφέρει στην καλύτερη ποιότητα της ζωής τους. Αυτή η ευελιξία τους επιτρέπει να διαμένουν κοντά στην οικογένειά τους ή σε μια περιοχή που τους αρέσει, ευνοεί τα ζευγάρια που εργάζονται σε απομακρυσμένες μεταξύ τους τοποθεσίες και γενικότερα επιτρέπει την καλύτερη ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής.

Επιπλέον, για τη γενιά των millennials, η ιδέα του WFA είναι εξαιρετικά ελκυστική γιατί τους δίνει την ευκαιρία (ή τουλάχιστον τους την έδινε προ πανδημίας) να είναι «ψηφιακοί νομάδες» και να ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο παραμένοντας εργαζόμενοι στην ίδια επιχείρηση. Το κόστος αποτελεί ένα ακόμα πλεονέκτημα της τηλεργασίας, καθώς οι εργαζόμενοι μπορούν να διαμένουν σε έναν τόπο με χαμηλότερο κόστος ζωής / ενοίκιο από αυτόν που εδρεύει η επιχείρησή τους. Ταυτόχρονα, εξοικονομούν τα έξοδα και τον χαμένο χρόνο από τις μετακινήσεις με ίδια μέσα ή ΜΜΜ από και προς τον χώρο εργασίας.

Για τις επιχειρήσεις: Οι πολιτικές WFA φαίνεται από την έρευνα να συμβάλουν στην αύξηση του engagement των εργαζομένων, το οποίο αποτελεί βασικό συστατικό για τη θετική απόδοση της επιχείρησης. Οι εργαζόμενοι δεν είναι απλά πιο ευχαριστημένοι, αλλά συχνά και πιο παραγωγικοί, ενώ οι επιχειρήσεις που τις εφάρμοσαν διαπιστώνουν υψηλότερο ποσοστό retention. Άλλα προφανή οφέλη της τηλεργασίας είναι ο περιορισμός των λειτουργικών εξόδων και του κόστους ακινήτων, όπως και η πρόσβαση της επιχείρησης σε μία ευρύτατη δεξαμενή ταλέντων, χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς.

Για την κοινωνία: Οι WFA επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν στη μείωση του brain drain που πλήττει κυρίως την περιφέρεια ή αναπτυσσόμενες αγορές, καθώς οι εργαζόμενοι μπορούν να παραμείνουν στον τόπο τους ή να επιλέξουν μια φθηνότερη περιοχή για να μείνουν, συνεισφέροντας στην άνθιση της τοπικής οικονομίας. Παράλληλα, η αποφυγή των καθημερινών μετακινήσεων του ανθρώπινου δυναμικού λόγω της απομακρυσμένης εργασίας συμβάλλει στη σημαντική μείωση των εκπομπών ρύπων και την προστασία του περιβάλλοντος.

ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Οι χώροι γραφείου με τα meeting rooms, τους κοινόχρηστους χώρους διάδρασης των εργαζομένων και τις ευκαιρίες για επίσημη και ανεπίσημη επικοινωνία μεταξύ των συναδέλφων αποτελούν εδώ και δεκαετίες αναπόσπαστο κομμάτι της επαγγελματικής μας ζωής. Εντούτοις, το πείραμα της πλήρους απομάκρυνσης στην πανδημία έδειξε ότι μπορεί να υπάρξει επαγγελματική ζωή και χωρίς γραφείο. Σύμφωνα με τον Choudhury, οι εταιρείες που επιθυμούν να εφαρμόσουν ευρέως το μοντέλο μπορούν να διαχειριστούν τα προβλήματα της τηλεργασίας με την κατάλληλη προσοχή και τον απαραίτητο χρόνο.

Επικοινωνία, brainstorming και επίλυση προβλημάτων
Ένα βασικό πρόβλημα της απομακρυσμένης εργασίας που εντοπίζουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι είναι οι περιορισμοί της εξ αποστάσεως ψηφιακής επικοινωνίας. Η φυσική παρουσία σε έναν κοινό χώρο ευνοεί το brainstorming και την επίλυση προβλημάτων, τη στιγμή που τα χρειάζεσαι. Παράλληλα, όταν οι εργαζόμενοι είναι διασκορπισμένοι γεωγραφικά σε διαφορετικές ζώνες ώρας, η ταυτόχρονη επικοινωνία μέσα από Zoom ή Teams meetings καθίσταται ακόμη πιο δύσκολη. Η μόνη λύση σε αυτή την περίπτωση είναι να εξοικειωθεί η επιχείρηση και οι εργαζόμενοι με τη λογική της ασύγχρονης επικοινωνίας. Υπάρχουν εργαλεία που μπορούν να καλύψουν αυτή την ανάγκη, όπως εσωτερικά κανάλια στο Slack ή Google shared documents που μοιράζονται οι εργαζόμενοι και μπορούν να συμπληρώσουν δυναμικά στον χρόνο που τους εξυπηρετεί.

Πέρα από τα ίδια τα εργαλεία, όμως, χρειάζεται να εκπαιδευτούν στη διαφορετική φιλοσοφία της ασύγχρονης επικοινωνίας τα μέλη της ομάδας που είχαν ως τώρα συνηθίσει στην κουλτούρα της τηλεφωνικής επικοινωνίας, των e-mails και των meetings.

Ανταλλαγή γνώσης
Μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις της τηλεργασίας είναι το μοίρασμα της γνώσης, που σε ένα περιβάλλον γραφείου θα μπορούσε να γίνει απλά και άμεσα με μια ερώτηση ή μια συζήτηση στον διάδρομο. Καλώς ή κακώς, στις περισσότερες επιχειρήσεις μεγάλο μέρος της γνώσης παραμένει στο μυαλό των ανθρώπων που την κατέχουν. Για να λειτουργήσει το WFA μοντέλο προϋποθέτει τη δυναμική καταγραφή της γνώσης, σε κάθε στάδιο, σε αρχεία ή βάσεις δεδομένων στις οποίες έχουν πρόσβαση ανά πάσα στιγμή όλοι οι εργαζόμενοι και οι οποίες πρέπει να τροφοδοτούνται διαρκώς. Είναι βέβαιο ότι οι εργαζόμενοι θα δουν αυτό το έργο καταγραφής σαν ένα πρόσθετο φορτίο στην καθημερινότητά τους, ωστόσο είναι αδύνατον να λειτουργήσει το σύστημα χωρίς απόλυτη διαφάνεια και καταγραφή της πληροφόρησης.

Για αυτό θα πρέπει τα ανώτερα στελέχη να δώσουν πρώτα το παράδειγμα, κωδικοποιώντας και μοιράζοντας απλόχερα πληροφόρηση για τη δουλειά και εξηγώντας γιατί αυτή η διαδικασία είναι απαραίτητη. Επίσης, μπορούν να ενισχύσουν το υλικό που μοιράζεται με transcripts από σημαντικές συναντήσεις, να βιντεοσκοπήσουν τις παρουσιάσεις και τα σεμινάρια, στα οποία θα έχουν όλοι πρόσβαση στον δικό τους χρόνο.

Κοινωνικοποίηση, συναδελφικότητα και mentoring
Η απομακρυσμένη εργασία, κατά γενική ομολογία, απομονώνει τους ανθρώπους. Ιδίως σε περιπτώσεις που δεν εργάζεται όλο το ανθρώπινο δυναμικό από το σπίτι, οι τηλεργαζόμενοι αισθάνονται αποκομμένοι από τους συναδέλφους τους που βρίσκονται στο γραφείο. Επιπροσθέτως, δεν είναι εύκολο για τους προϊσταμένους να κάνουν τόσο τακτικά check-ins με τα μέλη της ομάδας τους, ούτε είναι απλό να καταλάβουν από μια βιντεοκλήση αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα δυσλειτουργίας ή burnout σε κάποιο μέλος της. Προκειμένου να διαχειριστούν την πρόκληση αυτή, κάποιες εταιρείες έχουν εισάγει τακτικές, ανεπίσημες συναντήσεις με βιντεοκλήση μεταξύ εργαζομένων, ώστε να ενισχύσουν τις σχέσεις τους.

Στην περίπτωση του mentoring που πλήττεται σε μεγάλο βαθμό καθώς τα υψηλόβαθμα στελέχη συχνά δεν προλαβαίνουν να κάνουν one-on-one mentoring με βιντεοκλήση στους υφισταμένους τους, κάποιες εταιρείες έχουν εισάγει μια online διαδικασία ερωταπαντήσεων, όπου οι υφιστάμενοι θέτουν τις απορίες και τους προβληματισμούς τους και οι μέντορες τούς απαντούν αργότερα.

Αξιολόγηση της απόδοσης και αμοιβές
Ένα ακόμα πεδίο προβληματισμού είναι η δίκαιη αξιολόγηση της απόδοσης των τηλεργαζομένων. Πώς μπορείς να αξιολογήσεις, ιδίως σε soft skills, εργαζόμενους με τους οποίους δεν έχεις καμία φυσική επαφή; Η πρακτική που εφαρμόζουν οι επιχειρήσεις με WFA μοντέλο στο σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού είναι ότι αξιολογούν την ποιότητα του παραγόμενου αποτελέσματος, την ποιότητα της ψηφιακής διάδρασης με τον εργαζόμενο και το feedback από συναδέλφους και πελάτες.

Σε ό,τι αφορά τις αμοιβές, ο διάλογος είναι ακόμη σε εξέλιξη. Υπάρχουν εργοδότες που εφαρμόζουν WFA όπως η social media εταιρεία Reddit, η οποία ανακοίνωσε πρόσφατα ότι η μετακίνηση του εργαζόμενου σε οικονομικότερη τοποθεσία από το Σαν Φρανσίσκο που εδρεύει η εταιρεία δεν θα επηρεάσει τις απολαβές του. Άλλες εταιρείες, όπως το Facebook, δήλωσαν ότι θα αναπροσαρμόσουν τους μισθούς ανάλογα με τη γεωγραφική ζώνη που θα επιλέξει ο εργαζόμενος. Το ποια είναι η βέλτιστη πρακτική θα κριθεί στο μέλλον, το πιθανότερο όμως είναι ότι οι οργανισμοί που επιτρέπουν στους ανθρώπους τους να επωφεληθούν από το φθηνότερο κόστος ζωής θα επιβραβευθούν.

Προστασία δεδομένων
Τέλος, είναι βέβαιο ότι οι εταιρείες που προσφέρουν μόνο εξ αποστάσεως εργασία καλούνται να διαχειριστούν μεγαλύτερες προκλήσεις στον τομέα της κυβερνοασφάλειας, προκειμένου να προστατεύσουν τα δεδομένα της επιχείρησης, του ανθρώπινου δυναμικού και των πελατών.

Συμπερασματικά, το ερώτημα δεν είναι αν η εξ αποστάσεως εργασία για την πλειοψηφία ή το σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού είναι εφικτή, αλλά υπό ποιες προϋποθέσεις καθίσταται εφικτή και αν η ηγεσία της επιχείρησης μπορεί και θέλει να τις εκπληρώσει. Με άλλα λόγια, αν θέλουν να εφαρμόσουν ένα WFA μοντέλο στην επιχείρησή τους, οι ηγέτες θα πρέπει και οι ίδιοι να εργάζονται απομακρυσμένα, να υποστηρίζουν τόσο την παράλληλη όσο και την ασύγχρονη επικοινωνία με τους εργαζομένους για χτίσιμο σχέσεων, brainstorming και επίλυση προβλημάτων, να στηρίζουν έμπρακτα τις ενέργειες για ψηφιακή καταγραφή της εσωτερικής πληροφόρησης, να ενθαρρύνουν το ψηφιακό mentoring και να επενδύσουν στον τομέα της κυβερνοασφάλειας.

Πηγή:  “Our Work-from-Anywhere Future”, Raj Choudhury, Harvard Business Review, τεύχος Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 2020

To «αφεντικό» και η εργασιακή ευτυχία

Στην μετά Covid-19 εποχή, οι ηγέτες των επιχειρήσεων πασχίζουν όσο ποτέ άλλοτε να κρατήσουν τις επιχειρήσεις τους ζωντανές, προστατεύοντας ταυτόχρονα την υγεία των εργαζομένων και των πελατών τους. Οι προσδοκίες είναι πολλές και πιεστικές, με τους μετόχους να απαιτούν τολμηρές στρατηγικές, πρόβλεψη για το μέλλον, ευελιξία και ανθεκτικότητα, ενώ το κράτος και η κοινωνία αναμένουν από αυτούς να συνδράμουν σε ευρύτερους και κρίσιμους σκοπούς, όπως είναι η βιωσιμότητα και η κοινωνική δικαιοσύνη. Πώς μπορούν να υποστηρίξουν τις κοινωνικές αξίες και τους στόχους όλων των σημαντικών stakeholders, όταν η ανάγκη να μειώσουν τις δαπάνες τους ή να προχωρήσουν σε αναδιαρθρώσεις είναι επιτακτική;

Το κλειδί για να κάνουν ένα βήμα μπροστά είναι η ξεκάθαρη προτεραιοποίηση, ενώ υπάρχει ένας τομέας στον οποίο η κοινωνική συμβολή τους μπορεί να είναι καθοριστική, ενισχύοντας ταυτόχρονα την κερδοφορία και την υγεία της επιχείρησής τους. Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο της McKinsey («The boss factor: making the world a better place through workplace relationships»), ο τομέας αυτός είναι η ικανοποίηση των εργαζομένων τους. Λόγω του, αποδεδειγμένα, σημαντικού ρόλου που διαδραματίζει η ικανοποίηση από την εργασία στην ευρύτερη ικανοποίηση του ατόμου από τη ζωή του, η βελτίωση της εργασιακής ευτυχίας θα έχει δραστική επίδραση στην ποιότητα ζωής των 2,1 δισεκατομμυρίων εργαζομένων.

Ο ΚΟΜΒΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΑΜΕΣΟ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟ
Ο παράγοντας με τη μεγαλύτερη βαρύτητα στην ικανοποίηση των εργαζομένων είναι η σχέση συνεργασίας με τους προϊσταμένους τους. Αυτό επιβεβαιώνεται από πλήθος ερευνών και είναι απολύτως λογικό. Οι δύο κύριοι τομείς, που προσδιορίζουν ένα καλό και υγιές εργασιακό περιβάλλον και βρίσκονται στον απόλυτο έλεγχο των μάνατζερ είναι:

α. η αποτελεσματική οργάνωση της εργασίας, δηλαδή να παρέχουν στους ανθρώπους τους τη σωστή καθοδήγηση, τα κατάλληλα εργαλεία και την απαραίτητη αυτονομία, ώστε να βρίσκουν νόημα στη δουλειά τους και να μπορούν να φέρουν εις πέρας τα καθήκοντά τους με τις λιγότερες δυνατές τριβές

β. η ψυχολογική ασφάλεια, ώστε να είναι σε θέση να εκφράσουν τις απόψεις, τις ανησυχίες ή τυχόν προβλήματα που αντιμετωπίζουν -ιδίως στο σημερινό αγχωτικό πλαίσιο της πανδημίας- χωρίς να φοβούνται για τη θέση τους.

Οι δύο αυτοί τομείς είναι άμεσα συνδεδεμένοι μεταξύ τους και οδηγούν σε ενάρετους ή φαύλους κύκλους.

Όπως φαίνεται από πλήθος ερευνών, μάλλον κυριαρχεί η δεύτερη περίπτωση, καθώς οι περισσότεροι εργαζόμενοι δεν είναι ικανοποιημένοι από τη σχέση τους με τη διοίκηση. Σύμφωνα, μάλιστα, με έρευνα του American Psychological Association, το 75% των συμμετεχόντων αναφέρει ότι το πιο στρεσογόνο στοιχείο στην εργασία του είναι η σχέση με τον άμεσο προϊστάμενό του. Όσοι δηλώνουν ότι έχουν κακή ή πολύ κακή συνεργασία με το μάνατζμεντ παρουσιάζουν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα εργασιακής ικανοποίησης από εκείνους που έχουν καλές σχέσεις.

ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΜΑΝΑΤΖΕΡ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ «SERVANT LEADERS»
Προκειμένου οι μάνατζερ να βελτιώσουν τη σχέση με τους ανθρώπους τους και να αυξήσουν την ικανοποίησή τους, αρκεί να θέσουν στον εαυτό τους την ερώτηση «πώς μπορώ να κάνω πιο εύκολη τη ζωή των μελών της ομάδας μου σε γνωστικό, συναισθηματικό ή φυσικό επίπεδο;». Με άλλα λόγια, να υιοθετήσουν τη διεθνώς διαδεδομένη φιλοσοφία του «servant leader», ο οποίος εστιάζει στους ανθρώπους και στο πώς θα φέρει το αποτέλεσμα μέσα από αυτούς, καθοδηγώντας και ενδυναμώνοντας την ομάδα του, ενώ διατηρεί πιο χαμηλό προφίλ από τον «παραδοσιακό» ηγέτη. Οι έρευνες έχουν καταδείξει ότι αυτό το προφίλ ηγεσίας βελτιώνει την απόδοση και την ικανοποίηση των εργαζομένων. Παράλληλα, λειτουργεί θετικά και για τον ίδιο τον μάνατζερ, αφού αισθάνεται πιο σημαντικό τον ρόλο του όταν βοηθά έμπρακτα την ομάδα του.

Γιατί, λοιπόν, δεν το έχουν υιοθετήσει περισσότερα στελέχη ως σήμερα; Η απάντηση είναι πως, ενώ στη θεωρία οι επιχειρήσεις το ενστερνίζονται, στην πράξη το παρακάμπτουν. Στις περισσότερες εταιρείες, οι μάνατζερ δεν έχουν ούτε το κίνητρο ούτε τις δεξιότητες για να διοικήσουν τους ανθρώπους τους ως servant leaders. Η εμπειρία τους είναι διαφορετική, καθώς η δική τους επαγγελματική ανέλιξη, όπως και των περισσότερων ανώτερων στελεχών, έγινε με άλλα κριτήρια: τεχνικές γνώσεις, υψηλή απόδοση και παραγωγικότητα, αυτοπεποίθηση και φιλοδοξία, σωστή δικτύωση και ικανότητα έξυπνης διαχείρισης των politics στον οργανισμό. Η υποστήριξη της ομάδας, η ενίσχυση της ικανοποίησης των μελών της, η οικοδόμηση σχέσεων καλής συνεργασίας και εμπιστοσύνης, ο ανοικτός διάλογος και η διαφάνεια δεν αποτέλεσαν ποτέ τις προϋποθέσεις για να αναλάβει κάποιος ανώτερη διοικητική θέση. Για αυτό και, σύμφωνα με έρευνα της Gallup, μόνο 1 στους 10 μάνατζερ διαθέτει αυτές τις δεξιότητες. Αντίθετα, σύμφωνα με τον οργανωσιακό ψυχολόγο Tomas Chamorro-Premuzic, τα περισσότερα στελέχη εξελίσσονται στην ιεραρχία ακριβώς επειδή είναι επικεντρωμένα στο «εγώ», και όχι στο «εμείς».

Συνεπώς, ακόμη και αν ένα στέλεχος αισθάνεται ότι το σωστό είναι να υποστηρίξει την ευημερία της ομάδας του, είναι δύσκολο να αγνοήσει τις σειρήνες που επιτάσσουν ένα πιο αυταρχικό στυλ διοίκησης, προκειμένου να έχει μεγαλύτερη αναγνώριση άνωθεν. Η κατάσταση διαιωνίζεται από τις πρακτικές του HR για επιλογή και αξιολόγηση του ανθρώπινου δυναμικού που δεν αναζητούν ή επιβραβεύουν αυτό το προφίλ. Έτσι, δύσκολα θα βρει άλλα στελέχη μέσα στον οργανισμό που θα αποτελούσαν παράδειγμα προς μίμηση του servant leadership.

ΠΩΣ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ
Ο ρόλος που διαδραματίζει το «αφεντικό» στην ικανοποίηση του εργαζομένου είναι δυσανάλογα μεγάλος σε σχέση με τις λίγες, απλές ενέργειες που χρειάζεται να κάνει για να βελτιώσει τη σχέση με τους ανθρώπους του. Όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς του άρθρου, τα βασικά συστατικά που ορίζουν την ποιότητα κάθε ανθρώπινης σχέσης είναι η αμοιβαία εμπιστοσύνη, η ενθάρρυνση, η ενσυναίσθηση και η καλή επικοινωνία.

Παρότι, λοιπόν, το εταιρικό περιβάλλον σπάνια τους δίνει το κίνητρο, οι διευθυντές μπορούν να συνεισφέρουν στην εργασιακή ευημερία των ανθρώπων τους με μικρές ενέργειες, που μετρούν περισσότερο από τις μεγάλες οργανωσιακές αλλαγές, με τρεις τρόπους:

  • Ενσυναίσθηση και κατανόηση.

Ένας μάνατζερ που νοιάζεται πραγματικά για τα μέλη της ομάδας του θα ρωτήσει με ειλικρίνεια «πώς είσαι σήμερα;» και θα δείξει ενσυναίσθηση ανεξάρτητα από την απάντηση, ώστε να δώσει την ευκαιρία στον εργαζόμενο να εγείρει τα θέματα που τον προβληματίζουν. Αν τα θέματα αυτά άπτονται της εργασίας, θα φροντίσει για την από κοινού επίλυσή τους, ενθαρρύνοντας τον να αναλάβει πρωτοβουλίες. Ταυτόχρονα, και ο ίδιος ο μάνατζερ θα πρέπει να είναι πρόθυμος να γίνει λίγο πιο ευάλωτος και να μοιραστεί συναισθήματα και προβληματισμούς. Με τον τρόπο αυτόν, αυξάνει την αφοσίωση των ανθρώπων του και χτίζει ένα στενό δίκτυο υποστήριξης, που είναι απαραίτητο στη σημερινή ευμετάβλητη συγκυρία.

  • Ευγνωμοσύνη.

Το «ευχαριστώ» κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται ότι οι κόποι τους αναγνωρίζονται. Γιορτάζοντας τις μικρές νίκες, τακτικά και γενναιόδωρα, ο μάνατζερ δίνει δύναμη στους ανθρώπους του για να αντιμετωπίσουν τις μεγαλύτερες προκλήσεις που έρχονται και δημιουργεί μία θετική δυναμική μέσα στην ομάδα, που όλοι θέλουν να συμμετέχουν και να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους. Δεν κοστίζει τίποτα και έχει τεράστια οφέλη. Προσοχή όμως διότι η ευγνωμοσύνη αυτή πρέπει να είναι αυθεντική, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν ευαίσθητα ραντάρ στις ψεύτικες εκδηλώσεις συναισθήματος.

  • Θετικότητα.

Πλήθος ερευνών έχουν αποδείξει την αξία του θετικού, χωρίς επίκριση, feedback, στην παρακίνηση και στην απόδοση των εργαζομένων. Παράλληλα, αυτή η θετική αντιμετώπιση συνεισφέρει στην ανάπτυξη της αυτονομίας και στην ενίσχυση της αυτοπεποίθησης του μέλους της ομάδας, συντελώντας άμεσα στην αύξηση της ικανοποίησής του από την εργασία.

ΠΩΣ ΘΑ ΤΟΥΣ ΒΟΗΘΗΣΕΙ Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ
Η αλλαγή της κουλτούρας για την αύξηση της ικανοποίησης των εργαζομένων δεν μπορεί να προέλθει μόνο από τους ίδιους τους μάνατζερ. Η Ηγεσία και το HR θα πρέπει να πιστέψουν και να υποστηρίξουν με δράσεις την αλλαγή. Τα κύρια βήματα προς αυτή την κατεύθυνση  είναι:

  • να εκπαιδεύσουν τους μάνατζερ στην μεγάλη αξία που έχει η εργασιακή ικανοποίηση για την επιχείρηση (πλήθος ερευνών καταδεικνύουν τη σύνδεση μεταξύ ικανοποίησης των εργαζομένων, πιστότητας των πελατών και κερδοφορίας)
  • να υπογραμμίσουν την ευθύνη που φέρουν οι μάνατζερ για την επίτευξή της
  • να εντάξουν την ποιότητα της σχέσης με την ομάδα στο σύστημα αξιολόγησης της απόδοσης των μάνατζερ
  • να εντάξουν τις κοινωνικές δεξιότητες του servant leadership στα χαρακτηριστικά των υποψηφίων που αναζητούν για στελέχωση και στα προγράμματα ανάπτυξης ηγεσίας
  • όπως σε κάθε άλλη περίπτωση, να φροντίσουν και οι ίδιοι οι ηγέτες του οργανισμού να λειτουργήσουν ως role models, επιδεικνύοντας στους μάνατζερ την επιθυμητή συμπεριφορά προς τα μέλη των ομάδων τους.

Πηγή:
“The boss factor: making the world a better place through workplace relationships”, Tera Allas & Bill Schaninger, McKinsey Quarterly, 22 September 2020.

To «αφεντικό» και η εργασιακή ευτυχία

Στην μετά Covid-19 εποχή, οι ηγέτες των επιχειρήσεων πασχίζουν όσο ποτέ άλλοτε να κρατήσουν τις επιχειρήσεις τους ζωντανές, προστατεύοντας ταυτόχρονα την υγεία των εργαζομένων και των πελατών τους. Οι προσδοκίες είναι πολλές και πιεστικές, με τους μετόχους να απαιτούν τολμηρές στρατηγικές, πρόβλεψη για το μέλλον, ευελιξία και ανθεκτικότητα, ενώ το κράτος και η κοινωνία αναμένουν από αυτούς να συνδράμουν σε ευρύτερους και κρίσιμους σκοπούς, όπως είναι η βιωσιμότητα και η κοινωνική δικαιοσύνη. Πώς μπορούν να υποστηρίξουν τις κοινωνικές αξίες και τους στόχους όλων των σημαντικών stakeholders, όταν η ανάγκη να μειώσουν τις δαπάνες τους ή να προχωρήσουν σε αναδιαρθρώσεις είναι επιτακτική;
Το κλειδί για να κάνουν ένα βήμα μπροστά είναι η ξεκάθαρη προτεραιοποίηση, ενώ υπάρχει ένας τομέας στον οποίο η κοινωνική συμβολή τους μπορεί να είναι καθοριστική, ενισχύοντας ταυτόχρονα την κερδοφορία και την υγεία της επιχείρησής τους. Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο της McKinsey («The boss factor: making the world a better place through workplace relationships»), ο τομέας αυτός είναι η ικανοποίηση των εργαζομένων τους. Λόγω του, αποδεδειγμένα, σημαντικού ρόλου που διαδραματίζει η ικανοποίηση από την εργασία στην ευρύτερη ικανοποίηση του ατόμου από τη ζωή του, η βελτίωση της εργασιακής ευτυχίας θα έχει δραστική επίδραση στην ποιότητα ζωής των 2,1 δισεκατομμυρίων εργαζομένων.

Ο κομβικός ρόλος της σχέσης με τον άμεσο προϊστάμενο

Ο παράγοντας με τη μεγαλύτερη βαρύτητα στην ικανοποίηση των εργαζομένων είναι η σχέση συνεργασίας με τους προϊσταμένους τους. Αυτό επιβεβαιώνεται από πλήθος ερευνών και είναι απολύτως λογικό. Οι δύο κύριοι τομείς, που προσδιορίζουν ένα καλό και υγιές εργασιακό περιβάλλον και βρίσκονται στον απόλυτο έλεγχο των μάνατζερ είναι:

α. η αποτελεσματική οργάνωση της εργασίας, δηλαδή να παρέχουν στους ανθρώπους τους τη σωστή καθοδήγηση, τα κατάλληλα εργαλεία και την απαραίτητη αυτονομία, ώστε να βρίσκουν νόημα στη δουλειά τους και να μπορούν να φέρουν εις πέρας τα καθήκοντά τους με τις λιγότερες δυνατές τριβές

β. η ψυχολογική ασφάλεια, ώστε να είναι σε θέση να εκφράσουν τις απόψεις, τις ανησυχίες ή τυχόν προβλήματα που αντιμετωπίζουν -ιδίως στο σημερινό αγχωτικό πλαίσιο της πανδημίας- χωρίς να φοβούνται για τη θέση τους.

Οι δύο αυτοί τομείς είναι άμεσα συνδεδεμένοι μεταξύ τους και οδηγούν σε ενάρετους ή φαύλους κύκλους.
Όπως φαίνεται από πλήθος ερευνών, μάλλον κυριαρχεί η δεύτερη περίπτωση, καθώς οι περισσότεροι εργαζόμενοι δεν είναι ικανοποιημένοι από τη σχέση τους με τη διοίκηση. Σύμφωνα, μάλιστα, με έρευνα του American Psychological Association, το 75% των συμμετεχόντων αναφέρει ότι το πιο στρεσογόνο στοιχείο στην εργασία του είναι η σχέση με τον άμεσο προϊστάμενό του. Όσοι δηλώνουν ότι έχουν κακή ή πολύ κακή συνεργασία με το μάνατζμεντ παρουσιάζουν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα εργασιακής ικανοποίησης από εκείνους που έχουν καλές σχέσεις.

Γιατί οι managers δεν είναι “servant leaders”

Προκειμένου οι μάνατζερ να βελτιώσουν τη σχέση με τους ανθρώπους τους και να αυξήσουν την ικανοποίησή τους, αρκεί να θέσουν στον εαυτό τους την ερώτηση «πώς μπορώ να κάνω πιο εύκολη τη ζωή των μελών της ομάδας μου σε γνωστικό, συναισθηματικό ή φυσικό επίπεδο;». Με άλλα λόγια, να υιοθετήσουν τη διεθνώς διαδεδομένη φιλοσοφία του «servant leader», ο οποίος εστιάζει στους ανθρώπους και στο πώς θα φέρει το αποτέλεσμα μέσα από αυτούς, καθοδηγώντας και ενδυναμώνοντας την ομάδα του, ενώ διατηρεί πιο χαμηλό προφίλ από τον «παραδοσιακό» ηγέτη. Οι έρευνες έχουν καταδείξει ότι αυτό το προφίλ ηγεσίας βελτιώνει την απόδοση και την ικανοποίηση των εργαζομένων. Παράλληλα, λειτουργεί θετικά και για τον ίδιο τον μάνατζερ, αφού αισθάνεται πιο σημαντικό τον ρόλο του όταν βοηθά έμπρακτα την ομάδα του.

Γιατί, λοιπόν, δεν το έχουν υιοθετήσει περισσότερα στελέχη ως σήμερα; Η απάντηση είναι πως, ενώ στη θεωρία οι επιχειρήσεις το ενστερνίζονται, στην πράξη το παρακάμπτουν. Στις περισσότερες εταιρείες, οι μάνατζερ δεν έχουν ούτε το κίνητρο ούτε τις δεξιότητες για να διοικήσουν τους ανθρώπους τους ως servant leaders. Η εμπειρία τους είναι διαφορετική, καθώς η δική τους επαγγελματική ανέλιξη, όπως και των περισσότερων ανώτερων στελεχών, έγινε με άλλα κριτήρια: τεχνικές γνώσεις, υψηλή απόδοση και παραγωγικότητα, αυτοπεποίθηση και φιλοδοξία, σωστή δικτύωση και ικανότητα έξυπνης διαχείρισης των politics στον οργανισμό. Η υποστήριξη της ομάδας, η ενίσχυση της ικανοποίησης των μελών της, η οικοδόμηση σχέσεων καλής συνεργασίας και εμπιστοσύνης, ο ανοικτός διάλογος και η διαφάνεια δεν αποτέλεσαν ποτέ τις προϋποθέσεις για να αναλάβει κάποιος ανώτερη διοικητική θέση. Για αυτό και, σύμφωνα με έρευνα της Gallup, μόνο 1 στους 10 μάνατζερ διαθέτει αυτές τις δεξιότητες. Αντίθετα, σύμφωνα με τον οργανωσιακό ψυχολόγο Tomas Chamorro-Premuzic, τα περισσότερα στελέχη εξελίσσονται στην ιεραρχία ακριβώς επειδή είναι επικεντρωμένα στο «εγώ», και όχι στο «εμείς».

Συνεπώς, ακόμη και αν ένα στέλεχος αισθάνεται ότι το σωστό είναι να υποστηρίξει την ευημερία της ομάδας του, είναι δύσκολο να αγνοήσει τις σειρήνες που επιτάσσουν ένα πιο αυταρχικό στυλ διοίκησης, προκειμένου να έχει μεγαλύτερη αναγνώριση άνωθεν. Η κατάσταση διαιωνίζεται από τις πρακτικές του HR για επιλογή και αξιολόγηση του ανθρώπινου δυναμικού που δεν αναζητούν ή επιβραβεύουν αυτό το προφίλ. Έτσι, δύσκολα θα βρει άλλα στελέχη μέσα στον οργανισμό που θα αποτελούσαν παράδειγμα προς μίμηση του servant leadership.

Πώς θα γίνουν

Ο ρόλος που διαδραματίζει το «αφεντικό» στην ικανοποίηση του εργαζομένου είναι δυσανάλογα μεγάλος σε σχέση με τις λίγες, απλές ενέργειες που χρειάζεται να κάνει για να βελτιώσει τη σχέση με τους ανθρώπους του. Όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς του άρθρου, τα βασικά συστατικά που ορίζουν την ποιότητα κάθε ανθρώπινης σχέσης είναι η αμοιβαία εμπιστοσύνη, η ενθάρρυνση, η ενσυναίσθηση και η καλή επικοινωνία.

Παρότι, λοιπόν, το εταιρικό περιβάλλον σπάνια τους δίνει το κίνητρο, οι διευθυντές μπορούν να συνεισφέρουν στην εργασιακή ευημερία των ανθρώπων τους με μικρές ενέργειες, που μετρούν περισσότερο από τις μεγάλες οργανωσιακές αλλαγές, με τρεις τρόπους:

Ενσυναίσθηση και κατανόηση. Ένας μάνατζερ που νοιάζεται πραγματικά για τα μέλη της ομάδας του θα ρωτήσει με ειλικρίνεια «πώς είσαι σήμερα;» και θα δείξει ενσυναίσθηση ανεξάρτητα από την απάντηση, ώστε να δώσει την ευκαιρία στον εργαζόμενο να εγείρει τα θέματα που τον προβληματίζουν. Αν τα θέματα αυτά άπτονται της εργασίας, θα φροντίσει για την από κοινού επίλυσή τους, ενθαρρύνοντας τον να αναλάβει πρωτοβουλίες. Ταυτόχρονα, και ο ίδιος ο μάνατζερ θα πρέπει να είναι πρόθυμος να γίνει λίγο πιο ευάλωτος και να μοιραστεί συναισθήματα και προβληματισμούς. Με τον τρόπο αυτόν, αυξάνει την αφοσίωση των ανθρώπων του και χτίζει ένα στενό δίκτυο υποστήριξης, που είναι απαραίτητο στη σημερινή ευμετάβλητη συγκυρία.

Ευγνωμοσύνη. Το «ευχαριστώ» κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται ότι οι κόποι τους αναγνωρίζονται. Γιορτάζοντας τις μικρές νίκες, τακτικά και γενναιόδωρα, ο μάνατζερ δίνει δύναμη στους ανθρώπους του για να αντιμετωπίσουν τις μεγαλύτερες προκλήσεις που έρχονται και δημιουργεί μία θετική δυναμική μέσα στην ομάδα, που όλοι θέλουν να συμμετέχουν και να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους. Δεν κοστίζει τίποτα και έχει τεράστια οφέλη. Προσοχή όμως διότι η ευγνωμοσύνη αυτή πρέπει να είναι αυθεντική, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν ευαίσθητα ραντάρ στις ψεύτικες εκδηλώσεις συναισθήματος.

Θετικότητα. Πλήθος ερευνών έχουν αποδείξει την αξία του θετικού, χωρίς επίκριση, feedback, στην παρακίνηση και στην απόδοση των εργαζομένων. Παράλληλα, αυτή η θετική αντιμετώπιση συνεισφέρει στην ανάπτυξη της αυτονομίας και στην ενίσχυση της αυτοπεποίθησης του μέλους της ομάδας, συντελώντας άμεσα στην αύξηση της ικανοποίησής του από την εργασία.

Πώς θα τους βοηθήσει η επιχείρηση

Η αλλαγή της κουλτούρας για την αύξηση της ικανοποίησης των εργαζομένων δεν μπορεί να προέλθει μόνο από τους ίδιους τους μάνατζερ. Η Ηγεσία και το HR θα πρέπει να πιστέψουν και να υποστηρίξουν με δράσεις την αλλαγή. Τα κύρια βήματα προς αυτή την κατεύθυνση είναι:

1. να εκπαιδεύσουν τους μάνατζερ στην μεγάλη αξία που έχει η εργασιακή ικανοποίηση για την επιχείρηση (πλήθος ερευνών καταδεικνύουν τη σύνδεση μεταξύ ικανοποίησης των εργαζομένων, πιστότητας των πελατών και κερδοφορίας)

2. να υπογραμμίσουν την ευθύνη που φέρουν οι μάνατζερ για την επίτευξή της

3. να εντάξουν την ποιότητα της σχέσης με την ομάδα στο σύστημα αξιολόγησης της απόδοσης των μάνατζερ

4. να εντάξουν τις κοινωνικές δεξιότητες του servant leadership στα χαρακτηριστικά των υποψηφίων που αναζητούν για στελέχωση και στα προγράμματα ανάπτυξης ηγεσίας

5. όπως σε κάθε άλλη περίπτωση, να φροντίσουν και οι ίδιοι οι ηγέτες του οργανισμού να λειτουργήσουν ως role models, επιδεικνύοντας στους μάνατζερ την επιθυμητή συμπεριφορά προς τα μέλη των ομάδων τους.

Τι κάνουμε -ξανά- λάθος στη διοίκηση ανθρώπινου δυναμικού

Μετά από δεκαετίες έμφασης στην ενδυνάμωση των εργαζομένων, οι επιχειρήσεις σήμερα τείνουν να επιστρέψουν στο παλιό μοντέλο διοίκησης, με στόχο τη βελτιστοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού μέσα από αυξημένο έλεγχο και αυτοματοποίηση. Όπως επισημαίνει ο καθηγητής του Wharton, Peter Cappelli, η προσέγγιση αυτή είναι λανθασμένη.

Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1930, οι ερευνητές – και κυρίως οι ηγέτες των επιχειρήσεων- άρχισαν να εγκαταλείπουν το μοντέλο του επιστημονικού μάνατζμεντ, το οποίο αντιμετώπιζε τους εργαζομένους ως μηχανές που εκτελούσαν προδιαγεγραμμένες εντολές από ειδικούς, και να υιοθετούν σταδιακά μία νέα προσέγγιση που ενέπλεκε το ανθρώπινο δυναμικό στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Για δεκαετίες, η ενδυνάμωση των εργαζομένων αποτέλεσε βασικό στόχο των επιχειρήσεων για να επιτύχουν αυξημένη αποδοτικότητα. Όπως επισημαίνει με ανησυχία, όμως, σε πρόσφατο άρθρο του στο Harvard Business Review ο Καθηγητής Μάνατζμεντ του Wharton University Peter Cappelli, σήμερα διαφαίνεται μία ισχυρή τάση επιστροφής στην προηγούμενη προσέγγιση.

Παρότι πολλές επιχειρήσεις- ιδίως όσες δεν έχουν αυστηρή ιεραρχία ή εφαρμόζουν agile μεθόδους διοίκησης- εξακολουθούν να είναι οπαδοί του engagement των εργαζομένων, ένας σημαντικός και διαρκώς αυξανόμενος αριθμός εταιρειών υιοθετεί την προσέγγιση της βελτιστοποίησης, η οποία αναθέτει τη λήψη αποφάσεων και τον έλεγχο στους ειδήμονες και τους αλγορίθμους.

Η εργασία εξελίσσεται σε εμπόρευμα και ο στόχος είναι να μειωθεί στο ελάχιστο με τη βοήθεια της αυτοματοποίησης και της τεχνητής νοημοσύνης, ελέγχοντας αυστηρά τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι κάνουν τη δουλειά τους και αντικαθιστώντας τους εργαζομένους με εργολάβους / εξωτερικούς συνεργάτες, ενώ όσοι απομένουν καλούνται να συμμορφωθούν με την προκαθορισμένη, βέλτιστη εργασιακή συμπεριφορά.

Η εν λόγω προσέγγιση αρέσει στα περισσότερα υψηλόβαθμα στελέχη, επειδή την έχουν διδαχθεί και την κατανοούν, αλλά και επειδή ευθυγραμμίζεται με «σκληρές» στρατηγικές προτεραιότητες, όπως η μείωση του κόστους. Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία ότι βελτιώνει τα οικονομικά αποτελέσματα. Αντίθετα, η ενδυνάμωση των εργαζομένων είναι αποδεδειγμένο εδώ και δεκαετίες ότι συνεισφέρει στην απόδοση της επιχείρησης.

Η δημοτικότητα της «μηχανικής» προσέγγισης της εργασίας είθισται να αυξάνεται σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, καθώς οι εργαζόμενοι δεν παραιτούνται ακόμη και αν αντιμετωπίζονται ως μηχανές, και να πέφτει σε περιόδους ανάπτυξης όπου έχουν την επιλογή να αντιδράσουν ή να φύγουν από τον οργανισμό.

Η πανδημία προβλέπεται να την ενισχύσει. Χωρίς αντίσταση από την αγορά εργασίας ή μετρήσιμα αποτελέσματα των επιπτώσεών της, η προσέγγιση της βελτιστοποίησης αναμένεται να υιοθετηθεί ευρέως στο επόμενο διάστημα κι αυτό θα είναι μεγάλο λάθος, προειδοποιεί ο Cappelli. Αν και πολλές διαδικασίες μπορούν πράγματι να αναβαθμιστούν με τη βελτιστοποίηση, οι μάνατζερ δεν θα πρέπει να την επιλέξουν έναντι της ενδυνάμωσης. Το κλειδί είναι να βρεθεί ο σωστός συνδυασμός των δύο προσεγγίσεων.

ΔΥΟ ΑΝΤΙΠΑΛΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Το «επιστημονικό μάνατζμεντ» ξεκίνησε από τον Frederick Taylor στις αρχές του 1900 και υιοθετήθηκε ευρέως, αντιμετωπίζοντας τους εργαζομένους ως εκτελεστικά όργανα των αποφάσεων των ειδικών. Γύρω στο 1930 άρχισαν να αναδεικνύονται τα προβλήματα της προσέγγισης αυτής. Τότε ορισμένες επιχειρήσεις πειραματίστηκαν με την παροχή μεγαλύτερης εξουσίας αποφάσεων στους εργαζομένους και διαπίστωσαν ότι, όταν λάμβαναν υπόψη τις ψυχολογικές και κοινωνικές ανάγκες του ανθρώπινου δυναμικού και του επέτρεπαν να συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων, η παραγωγικότητά του αυξάνονταν κατακόρυφα.

Στο τέλος της δεκαετίας του ’50, ο επιχειρηματικός κόσμος ήταν διχασμένος ανάμεσα στις δύο προσεγγίσεις του αυστηρού ελέγχου και της ελευθερίας έκφρασης και λήψης αποφάσεων (ο Douglas McGregor τις ονόμασε Θεωρία Χ και Θεωρία Υ, αντίστοιχα, στο βιβλίο του «The Human Side of Enterprise»).

Τις τελευταίες 4 δεκαετίες, η Θεωρία Υ αποτελεί το κυρίαρχο μοντέλο εργασίας. Η αρχή έγινε όταν στα τέλη του ‘70 κατέστη σαφές στον βιομηχανικό κλάδο των ΗΠΑ ότι η χαμηλής ποιότητας εργασία ήταν εν μέρει συνέπεια της εφαρμογής των ιδεών του Taylor και της αυτοματοποίησης που είχε καταστήσει πολλές θέσεις βαρετές, αφαιρώντας κάθε όρεξη από τους εργαζομένους.

Η απάντηση στη μειωμένη παραγωγικότητα με αυστηρότερους ελέγχους είχε τα αντίθετα αποτελέσματα. Τη μεγάλη ώθηση, βέβαια, έδωσε το επιτυχημένο lean production model που εφάρμοσε η Toyota, δίνοντας στους εργαζομένους της πρώτης γραμμής την εξουσία ακόμη και να διακόψουν τη γραμμή παραγωγής αν εντόπιζαν κάποιο πρόβλημα που θα διακύβευε την ποιότητα του τελικού προϊόντος.

Έως το 2000, το σύστημα παραγωγής της Toyota είχε υιοθετηθεί διεθνώς όχι μόνο από την αυτοκινητοβιομηχανία, αλλά από όλους τους κλάδους, ενώ τα τελευταία χρόνια η Θεωρία Υ γνώρισε ακόμη μεγαλύτερη άνθιση με το agile project management.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Το μοντέλο ενδυνάμωσης των εργαζομένων άρχισε να χάνει έδαφος με τη διεθνή οικονομική κρίση και τις μακροχρόνιες επιπτώσεις της. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες του συνετέλεσαν στην παρακμή του:

Το ρευστό ανθρώπινο δυναμικό. Ένα διαχρονικό πρόβλημα των επιχειρήσεων ήταν ότι ενώ η ζήτηση στην αγορά είχε διακυμάνσεις, το ανθρώπινο δυναμικό τους παρέμενε σταθερό. Ήταν δύσκολο να το μειώσουν σε περιόδους ύφεσης και ακόμη πιο δύσκολο να το επαναφέρουν όταν η αγορά βρισκόταν ξανά σε ανάπτυξη.

Η gig economy και το παράδειγμα εταιρειών όπως η Uber που απασχολούσε και πλήρωνε οδηγούς ανάλογα με την πραγματική ζήτηση ενέπνευσαν πολλούς εργοδότες. Οι εταιρείες στελέχωσης στάθηκαν στο πλευρό των επιχειρήσεων σε αυτή τη μετάβαση, εισάγοντας νέες έννοιες όπως το «ρευστό» ανθρώπινο δυναμικό και το «talent on demand»: αντί για εργαζομένους πλήρους απασχόλησης, οι εργοδότες είχαν συμβασιούχους που πληρώνονταν με το έργο και οι εταιρείες στελέχωσης τους παρείχαν προσωπικό τη στιγμή που το χρειάζονταν.

Σήμερα το «talent on demand» μοντέλο είναι ευρέως διαδεδομένο. Σύμφωνα με μελέτες, σχεδόν 1 στους 3 εργαζομένους σε εταιρείες στις ΗΠΑ δεν ανήκει στο ενταγμένο ανθρώπινο δυναμικό τους. Στην Google η πλειοψηφία των εργαζομένων απασχολείται με καθεστώς σύμβασης ή προσωρινής απασχόλησης, όπως συμβαίνει και στις περισσότερες εταιρείες τεχνολογίας.

Ωστόσο, δεν έχει αποδειχθεί ότι η συρρίκνωση του ανθρώπινου δυναμικού βελτιώνει τα αποτελέσματα της επιχείρησης. Η πρόωρη ή δραστική μείωση του ανθρώπινου δυναμικού δεν επιφέρει βελτίωση της οικονομικής απόδοσης του οργανισμού, αντίθετα, πρόσφατες έρευνες αποδεικνύουν ότι οι επιχειρήσεις που δεν βιάζονται να κάνουν περικοπές σημειώνουν καλύτερες επιδόσεις.

Επιπλέον, η εκτεταμένη αξιοποίηση δανειζόμενου προσωπικού παράλληλα με τους τακτικούς εργαζομένους συχνά αποθαρρύνει τους δεύτερους. Δεν υπάρχουν, ως τώρα, στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το «ρευστό» ανθρώπινο δυναμικό αποδίδει καλύτερα ή χειρότερα.

Σύμφωνα με τον Cappelli, όμως, σίγουρα δεν έχουν την ίδια αφοσίωση ή ενδιαφέρον να κάνουν την υπερπροσπάθεια πέρα από το πλαίσιο του ρόλου τους, να συνεισφέρουν με νέες ιδέες ή να κάνουν παρεμβάσεις (κάτι τέτοιο μπορεί και να παραβίαζε τη σύμβασή τους). Τέλος, το ρευστό ανθρώπινο δυναμικό δεν είναι και τόσο ρευστό, καθώς σε πολλές περιπτώσεις παραμένουν για εξίσου πολλά χρόνια στην επιχείρηση με τους εργαζομένους πλήρους απασχόλησης, καθώς καταλαμβάνουν όλο και πιο ζωτικής σημασίας ρόλους και η επιχείρηση δεν θέλει να χάσει τις γνώσεις και την εμπειρία που απέκτησαν.

Τεχνητή νοημοσύνη και βελτιστοποίηση. Ίσως ο ισχυρότερος παράγοντας που ενισχύει την επιστροφή στη Θεωρία Χ είναι η τεχνητή νοημοσύνη. Τα εργαλεία AI βασίζονται σε αλγόριθμους που προκύπτουν από προγράμματα machine-learning, δηλαδή σύνολα εξισώσεων που βελτιστοποιούν τις ανάγκες στελέχωσης, την επιλογή του κατάλληλου υποψηφίου για τη θέση, τις ενέργειες μάρκετινγκ κ.ά.

Έτσι, η λήψη αποφάσεων γίνεται από αλγορίθμους, όχι από το ανθρώπινο δυναμικό, επιστρέφοντας στη λογική του Taylor ότι υπάρχει ένας ιδανικός τρόπος εργασίας που ορίζεται από τους ειδικούς -τους data experts που σχεδίασαν τον αλγόριθμο. Ωστόσο, όταν αφαιρούμε τη λήψη αποφάσεων από τους εργαζομένους, παύουν να αισθάνονται υπεύθυνοι για τη δουλειά τους και χάνουν το ενδιαφέρον τους για καλύτερη απόδοση.

Ταυτόχρονα, αποδυναμώνεται και ο ρόλος των προϊσταμένων, οι οποίοι ως τώρα ήταν υπεύθυνοι για αποφάσεις που αφορούσαν την ομάδα τους, όπως οι προσλήψεις, ο προγραμματισμός ή η αξιολόγηση της απόδοσης. Είναι πολύ πιο δύσκολο να ζητήσουν από τους ανθρώπους τους να κάνουν μεγαλύτερη προσπάθεια, όταν γνωρίζουν ότι ακόμη και αν αυτή εκτιμηθεί από τους ίδιους, δεν έχουν τη δυνατότητα να τη μεταφράσουν σε κάποια επιβράβευση για τον εργαζόμενο.

Στο πλαίσιο της βελτιστοποίησης, οι επιχειρήσεις έχουν πλέον στη διάθεσή τους λογισμικό ΑΙ που τους επιτρέπει να παρακολουθούν την παραγωγικότητα των εργαζομένων: από performance management software που μετρά χτυπήματα στο πληκτρολόγιο και παρακολουθεί την οθόνη του εργαζομένου, badges που παρακολουθούν σε ποιον όροφο του κτιρίου βρίσκεται σε πραγματικό χρόνο, μέχρι λογισμικό που αναλύει τις συζητήσεις στα ομαδικά meetings ως εργαλείο ανάπτυξης για τους νέους μάνατζερ. Ωστόσο, ποτέ δεν άρεσε στους εργαζομένους να παρακολουθούνται, εξού και πέρα από τη δυσαρέσκεια, τα άτομα συχνά μηχανεύονται τρόπους για να ξεφύγουν της παρακολούθησης.

Η ΕΠΙΘΥΜΗΤΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ
Όπως όλα δείχνουν, η Θεωρία Χ επιστρέφει δυναμικά στο προσκήνιο. Δεν είναι τυχαίο ότι το 1/3 των CEOs έχουν σπουδές μηχανικής ή πληροφορικής, άρα βρίσκουν πιο ελκυστική και οικεία αυτή την προσέγγιση μάνατζμεντ. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Cappelli, η μεγάλη πρόκληση δεν είναι να επιλέξουν, αλλά να εφαρμόσουν και από τις δύο το κατάλληλο μίγμα που δουλεύει για την επιχείρησή τους στην πράξη, όχι στη θεωρία, αφού αρκετές διαδικασίες μπορούν να γίνουν αποτελεσματικότερες μέσω της βελτιστοποίησης και άλλες χρειάζονται την ενεργό εμπλοκή και λήψη αποφάσεων από τους εργαζομένους.

Το δύσκολο είναι να εγκαταλείψουν την ψευδαίσθηση που δίνει η προσέγγιση της βελτιστοποίησης ότι υπάρχει ένα απλός, βέλτιστος τρόπος διοίκησης και, αν τον εφαρμόσουν, ξεμπερδεύουν με τα κουραστικά ζητήματα της επίλυσης εργασιακών προβλημάτων ή της ενίσχυσης του engagement, για να επικεντρωθούν στα στρατηγικά θέματα της επιχείρησης, που τους ενδιαφέρουν περισσότερο.

Χωρίς ελευθερία λήψης αποφάσεων, οι εργαζόμενοι παύουν να αισθάνονται υπεύθυνοι για τη δουλειά τους.

Πηγές:

  • “Stop Overengineering People Management”, Peter Cappelli, Harvard Business Review, τεύχος Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου 2020