Τα ισχύοντα μετά την αύξηση του νόμιμου κατώτατου μισθού

Δυνάμει της υπ’ αριθμ. 25058/29.03.2024 απόφασης της Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, από 1η Απριλίου 2024, αυξήθηκε ο νόμιμος κατώτατος μισθός και το νόμιμο κατώτατο ημερομίσθιο και καθορίστηκε, για τους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες απασχολούμενους υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης, χωρίς ηλικιακή διάκριση.

Σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις, ισχύουν τα εξής: α. Για τους υπαλλήλους ο νέος μικτός κατώτατος μισθός ορίζεται στα οκτακόσια τριάντα ευρώ (€830,00). β. Για τους εργατοτεχνίτες το νέο μικτό κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται στα τριάντα επτά ευρώ και επτά λεπτά (€37,07).

Η νέα αυτή αύξηση κατά 6,41% έρχεται να προστεθεί στην δοθείσα από 1η Απριλίου 2023, με αποτέλεσμα να προκύπτει μια αύξηση κατά 50 ευρώ τον μήνα. Μάλιστα, ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας που έχει συμπληρώσει ο/η εργαζόμενος/η πριν τις 14 Φεβρουαρίου του 2012 και τα οποία συνεχίζουν να συμπληρώνονται από την 1η Ιανουαρίου του 2024, ο κατώτατος μισθός και το κατώτατο ημερομίσθιο προσαυξάνονται μέχρι και 30%. Συνεπώς, ο μηνιαίος μικτός κατώτατος μισθός για τους εργαζόμενους με τρεις τριετίες μπορεί να είναι έως και 249 ευρώ υψηλότερος (830 ευρώ + 30%). Με άλλα λόγια, ο κατώτατος μισθός σε αυτήν την περίπτωση μπορεί να ανέρχεται στα 1079 ευρώ συν δώρο Χριστουγέννων, Πάσχα και το επίδομα αδείας.

Ειδικότερα, για μισθωτούς με προϋπηρεσία από 3 έως 6 χρόνια ο μικτός μηνιαίος μισθός διαμορφώνεται στα 913 ευρώ, από 6 έως 9 χρόνια στα 996 ευρώ, και για μισθωτούς με προϋπηρεσία άνω των 9 ετών ο μισθός διαμορφώνεται στα 1079 ευρώ. Η αύξηση του κατώτατου μισθού συμπαρασύρει σε αύξηση και το επίδομα ανεργίας, καθώς αναπροσαρμόζεται στα 20,39 ευρώ το ημερήσιο επίδομα και 509,75 ευρώ το μηνιαίο. Επίσης αναπροσαρμόζεται σειρά βοηθημάτων και επιδομάτων που έχουν ως βάση υπολογισμού τον κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο.

Σε αυτά περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, το βοήθημα ανεργίας για τους αυτοτελώς απασχολούμενους, το βοήθημα λόγω επίσχεσης εργασίας, ειδικά εποχικά βοηθήματα για μισθωτούς τουριστικού και επισιτιστικού κλάδου, οικοδόμους, δασεργάτες κ.ά., η ειδική παροχή μητρότητας, το επίδομα γονικής άδειας, η αποζημίωση των μαθητών στις Επαγγελματικές Σχολές (ΕΠΑ.Σ) Μαθητείας της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (Δ.ΥΠ.Α), η αποζημίωση για τα προγράμματα εργασιακής εμπειρίας, κ.α.

Ταυτόχρονα, η αύξηση του κατώτατου ημερομισθίου αυξάνει και το πλαφόν της αποζημίωσης απόλυσης για υψηλόμισθους εργαζομένους, αφού πλέον ο μηνιαίος μικτός μισθός βάσει του οποίου θα υπολογίζεται η αποζημίωση απόλυσης, εφόσον οι εργοδότες κάνουν χρήση του πλαφόν για τον υπολογισμό της, θα ανέρχεται σε 8.896,8 ευρώ. Κατά τον ίδιο τρόπο, αυξάνονται τα μισθολογικά κριτήρια βάσει των οποίων κάποιος τεκμαίρεται ότι είναι διευθύνων υπάλληλος, αφού βάσει της Υπουργικής Απόφασης τεκμαίρεται ως διευθύνων υπάλληλος, μεταξύ άλλων, εκείνος που αμείβεται με αποδοχές τουλάχιστον εξαπλάσιες του κατωτάτου μισθού.

 

Κάρτα εργασίας στον κλάδο της βιομηχανίας και του λιανεμπορίου

Για πρώτη φορά με τον ν. 4808/2021, η ψηφιακή κάρτα εργασίας θεσμοθετήθηκε στο εθνικό δίκαιο. Την 1η Ιουλίου 2022 ξεκίνησε η σταδιακή εφαρμογή του συστήματος της ψηφιακής κάρτας εργασίας στις επιχειρήσεις της χώρας, με πρώτες υπόχρεες επιχειρήσεις αυτές του κλάδου των Super Market με πάνω από 250 εργαζομένους και τις Τράπεζες.

Ακολούθησε η έκδοση σειράς υπουργικών αποφάσεων με τις οποίες επεκτάθηκε η υποχρέωση για διάθεση συστήματος ψηφιακής κάρτας και σε άλλους κλάδους επιχειρήσεων, όπως οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών φύλαξης και προστασίας και οι επιχειρήσεις σταθερών συγκοινωνιών, ενώ την πιο πρόσφατη προσθήκη υπόχρεων επιχειρήσεων αποτελούν όσες ανήκουν στον κλάδο της βιομηχανίας και του λιανεμπορίου.

Δυνάμει της υπ’ αριθμόν 113169/27.12.2023 Υπουργικής Απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, από 1η Ιανουαρίου 2024 εντάχθηκαν υποχρεωτικά στο σύστημα της ψηφιακής κάρτας εργασίας οι επιχειρήσεις που ανήκουν κατά κύρια δραστηριότητα (βάσει ΚΑΔ) στον κλάδο της βιομηχανίας, καθώς και οι επιχειρήσεις που ανήκουν κατά κύρια δραστηριότητα (βάσει ΚΑΔ) στον κλάδο του λιανεμπορίου, με εξαίρεση τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της ενέργειας, στα πετρελαιοειδή και στα ορυχεία.

Οι υπόχρεες επιχειρήσεις που ανήκουν στον κλάδο της βιομηχανίας οφείλουν να συμμορφωθούν στο σύστημα της ψηφιακής κάρτας εργασίας μέχρι την 1η Απριλίου 2024 και οι επιχειρήσεις που ανήκουν στον κλάδο του λιανεμπορίου από την 2α Μαΐου 2024. Για αμφότερους τους ανωτέρω κλάδους με αριθμό εργαζομένων που δεν υπερβαίνει τους 10, η υποχρεωτική συμμόρφωσή τους πρέπει να πραγματοποιηθεί μέχρι την 13η Μαΐου 2024. Τυχόν μη συμμόρφωση των εταιρειών μέχρι τις ως άνω ημερομηνίες θα επιφέρει τις διοικητικές κυρώσεις για τη μη τήρηση συστήματος ψηφιακής κάρτας εργασίας, οι οποίες προβλέπονται στα Παραρτήματα V και VI της υπ’ αριθμόν 80016/31.08.2022 Υπουργικής Απόφασης.

Τέλος, οι εν λόγω επιχειρήσεις-εργοδότες έχουν την υποχρέωση από τις ως άνω ημερομηνίες να διαθέτουν και να ενεργοποιούν αντιστοίχως, σύστημα ψηφιακής κάρτας εργασίας για το σύνολο των εργαζομένων τους με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας, που απασχολούνται με φυσική παρουσία στο χώρο παροχής εργασίας της επιχείρησης, περιλαμβανομένων και των εργαζομένων που απασχολούνται στις ανωτέρω επιχειρήσεις μέσω δανεισμού.

Η σταδιακή ένταξη όλο και περισσότερων κλάδων επιχειρήσεων στο σύστημα ψηφιακής κάρτας εργασίας στοχεύει στην εισαγωγή των εργασιακών σχέσεων στην ψηφιακή εποχή και ενισχύει τη διαφάνεια των εργασιακών σχέσεων και αποτελεί εγγύηση για την τήρηση του ωραρίου του εργαζομένου, για τις υπερωρίες και για την ορθή εφαρμογή της διευθέτησης του χρόνου εργασίας.

Για περισσότερες πληροφορίες επί ζητημάτων σχετικών με εργασιακές σχέσεις επικοινωνήστε: E: [email protected]
T: 210-6431387, F: 210-6460313

 

Η επαναφορά υπολογισμού των τριετιών στον νόμιμο κατώτατο μισθό

Με το άρθρο 4 της υπ’ αριθμ. 6/28.02.2012 Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου στο πλαίσιο άσκησης αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής, θεσπίστηκε ως μνημονιακή ρύθμιση η υποχρέωση αναστολής διατάξεων, οι οποίες προβλέπουν αυξήσεις αποδοχών, με μόνη προϋπόθεση την πάροδο ορισμένου χρόνου εργασίας, από τις 14.02.2012 και μέχρι να διαμορφωθεί το ποσοστό ανεργίας της χώρας κάτω του 10%.

Με το άρθρο 33 του ν. 5053/ 2023 ορίστηκε ότι από 01.01.2024 αίρεται η αναστολή της ισχύος διατάξεων νόμων, κανονιστικών πράξεων, συλλογικών συμβάσεων ή διαιτητικών αποφάσεων, οι οποίες προβλέπουν αυξήσεις αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων περί υπηρεσιακών ωριμάνσεων, με μόνη προϋπόθεση την πάροδο συγκεκριμένου χρόνου εργασίας. Ωστόσο, με την δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου διευκρινίστηκε ότι το χρονικό διάστημα 14.02.2012 έως 31.12.2023 δεν υπολογίζεται αναδρομικά για την θεμελίωση δικαιώματος προσαύξησης μισθού λόγω προϋπηρεσίας, με αποτέλεσμα να μένουν «στο ψυγείο» άτομα που προσλήφθηκαν για πρώτη φορά σε οποιονδήποτε εργοδότη μετά τις 14.02.2012. Ο χρόνος υπολογισμού προσαύξησης μισθού λόγω τριετίας για αυτούς τους εργαζόμενους αρχίζει την 01.01.2024 και συμπληρώνεται την 01.01.2027 οπότε και θα λάβουν αύξηση μισθού για την πρώτη συμπληρωμένη τριετία.

Αντιθέτως, η προϋπηρεσία κάθε εργαζομένου, που είχε προσληφθεί πριν από τη 14.02.2012, όπως η προϋπηρεσία αυτή είχε διαμορφωθεί τη 14.02.2012 οπότε και ανεστάλη η συμπλήρωσή της, συνεχίζει να συμπληρώνεται μετά από την 01.01.2024. Μάλιστα, είναι αξιοσημείωτο ότι ως προϋπηρεσία λογίζεται κάθε χρόνος απασχόλησης του εργαζομένου που έχει διανυθεί σε οποιονδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε ειδικότητα τόσο πριν τις 14.02.2012 όσο και μετά τις 01.01.2024. Παρότι η καταβολή προσαυξήσεων λόγω τριετιών είναι υποχρεωτική, το βάρος απόδειξης των σχετικών προϋποθέσεων του Νόμου το φέρει ο εργαζόμενος. Πιο συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμόν 634/2022 απόφαση του Αρείου Πάγου, ο εργαζόμενος οφείλει να προσκομίσει όλα εκείνα τα αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία θα μπορέσει ο εργοδότης να εξακριβώσει τα χρόνια προϋπηρεσίας του, εκτός αν ο τελευταίος ήδη γνωρίζει με ασφαλή τρόπο την προϋπηρεσία του. Κ

ατ’ επέκτασιν, η θεμελίωση της αξίωσης για καταβολή επιδόματος προϋπηρεσίας εκκινεί από την ημερομηνία που ο εργαζόμενος γνωστοποιεί στον εργοδότη την προϋπηρεσία του. Παρότι δεν υφίσταται ενιαία ρύθμιση για τον τρόπο απόδειξης της προϋπηρεσίας, αυτή αποδεικνύεται τόσο με κατάλληλα πιστοποιητικά που χορηγούν οι εργοδότες, όσο και με κάθε άλλο πρόσφορο αποδεικτικό μέσο, όπως ασφαλιστικά βιβλιάρια, μισθοδοτικές καταστάσεις κλπ. Αναφορικά με το ποσοστό προσαύξησης του κατώτατου μισθού, τα ποσοστά έχουν ως εξής:

α. Για τους υπαλλήλους με εξαρτημένη σχέση εργασίας, σε ποσοστό 10% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως τρεις τριετίες και συνολικά σε ποσοστό 30% για προϋπηρεσία εννέα ετών και άνω.

β. Για τους εργατοτεχνίτες, με εξαρτημένη σχέση εργασίας σε ποσοστό 5% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως έξι τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία δεκαοκτώ ετών και άνω.

Ωστόσο, η παράγραφος 4 του ν. 5053/2023 αναφέρει ότι αν οι καταβαλλόμενες τακτικές αποδοχές είναι υπέρτερες των νόμιμων αποδοχών, όπως αυτές προκύπτουν από τον υπολογισμό τριετιών με βάση την αποδεδειγμένη προϋπηρεσία του εργαζομένου, συμψηφίζονται ολικά ή μερικώς με τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ καταβαλλόμενων και νόμιμων αποδοχών. Με αυτήν την διάταξη εισάγεται εξαίρεση στον κανόνα του συμβατικού συμψηφισμού των νόμιμων αποδοχών με τις ανώτερες καταβαλλόμενες, καθώς ο προαναφερόμενος συμψηφισμός προσαυξήσεων λόγω τριετιών γίνεται αυτοδικαίως από τον Νόμο δίχως να απαιτείται ορισμένη συμβατική πρόβλεψη. Τέλος, παρότι ο Νόμος εισάγει επιφύλαξη να μην ανανεωθούν οι προαναφερόμενες διατάξεις αν το ποσοστό ανεργίας την 01.01.2027 δεν είναι χαμηλότερο του 10%, είναι βέβαιο ότι η αναβίωση ισχύος των διατάξεων που αφορούν αυξήσεις βάσει προϋπηρεσίας θα ανακουφίσει άμεσα χιλιάδες χαμηλόμισθους μισθωτούς με πολλά έτη εμπειρίας και μακροπρόθεσμα ακόμα περισσότερους μισθωτούς που προσλήφθηκαν από τις 14.02.2012 και εντεύθεν.

Απόσπαση εργαζομένων και φορητό έντυπο Α.1.

Σήμερα, ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις αποσπούν εργαζομένους τους για την προσωρινή παροχή της εργασίας τους στο έδαφος άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε. από εκείνο στο οποίο συνήθως εργάζονται. Τι ισχύει αναφορικά με τις ασφαλιστικές εισφορές και την κάλυψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψής τους;

Στο πλαίσιο της ελεύθερης μετακίνησης προσώπων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όλο και περισσότερες επιχειρήσεις αποσπούν εργαζομένους τους για την προσωρινή παροχή της εργασίας τους στο έδαφος άλλου κράτους μέλους από εκείνο στο οποίο συνήθως εργάζονται. Η μετάβασή τους γίνεται με σκοπό την παροχή παρόμοιας δραστηριότητας με αυτή που ασκούν στο κράτος μέλος της μισθωτής τους απασχόλησης.

Η απόσπαση των εργαζομένων γίνεται είτε με τη μορφή συμφωνίας μεταξύ της εργοδότριας εταιρείας και της εταιρείας στην οποία αυτοί αποσπώνται και λαμβάνει τη μορφή εκτέλεσης εργασιών εκ μέρους της πρώτης, για λογαριασμό της και υπό τη διεύθυνσή της, είτε της διάθεσης εργαζομένων προκειμένου να χρησιμοποιηθούν από την εταιρεία στην οποία αποσπώνται, στο πλαίσιο δημόσιας ή ιδιωτικής σύμβασης. Απόσπαση αποτελούν, επίσης, τα επαγγελματικά ταξίδια για την παρακολούθηση επιμορφωτικών σεμιναρίων. Προϋποθέσεις για να θεωρηθεί η απόσπαση ως προσωρινή είναι αυτή να μην υπερβαίνει το χρονικό διάστημα των 24 μηνών και να μην γίνεται προκειμένου να αντικατασταθεί άλλος αποσπασμένος εργαζόμενος.

ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
Τι συμβαίνει, όμως, στην περίπτωση προσωρινής απόσπασης αναφορικά με τις ασφαλιστικές εισφορές και την κάλυψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των εργαζομένων;
Καταρχάς, σύμφωνα με τον Καν. 883/ 2004 (άρθρο 11§1), ένα πρόσωπο μπορεί να υπόκειται στη νομοθεσία μόνο μίας χώρας κάθε φορά, όσον αφορά στο δίκαιο κοινωνικής ασφάλισης. Εφόσον πληρούνται οι δύο ως άνω προϋποθέσεις, η εργοδότρια εταιρεία υποβάλλει στο τοπικά αρμόδιο κατάστημα e-ΕΦΚΑ, για λογαριασμό των ασφαλισμένων εργαζομένων της, αίτηση για την εξαίρεση διακινούμενων εργαζομένων Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να εκδοθεί το φορητό έντυπο Α.1., το οποίο πιστοποιεί την ισχύουσα νομοθεσία κοινωνικής ασφάλισης, η οποία εφαρμόζεται στον κάτοχο του εγγράφου και βεβαιώνει ότι δεν έχει καμία υποχρέωση καταβολής εισφορών σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. Το φορητό έντυπο Α1 εκδίδεται εντός 2 μηνών από την υποβολή της αίτησης και έχει διάρκεια ίση με τη διάρκεια της απόσπασης. Κατά κανόνα η εργοδότρια εταιρεία οφείλει να μεριμνήσει για την έκδοσή του πριν την έναρξη της απόσπασης.
Σημειωτέων ότι, σε περίπτωση που εργαζόμενος αποσπαστεί διαδοχικά σε δύο ή περισσότερα Κράτη-Μέλη, για συνολικό διάστημα μεγαλύτερο των 24 μηνών, κάθε απόσπαση θεωρείται διαφορετική και εκδίδονται τόσα έντυπα Α.1. όσα και τα Κράτη-Μέλη στα οποία αποσπάστηκε, το καθένα ίσης διάρκειας με αυτή της απόσπασής του στο εκάστοτε Κράτος-Μέλος.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
Με το έντυπο Α.1. επιτυγχάνεται η εύκολη μετακίνηση των εργαζομένων εντός της Ένωσης, με σκοπό την προσωρινή παροχή εργασίας σε άλλο κράτος μέλος. Τέλος, αποφεύγεται η συρροή των εφαρμοστέων εθνικών νομοθεσιών κοινωνικής ασφάλισης και οι αποσπασμένοι εργαζόμενοι εξακολουθούν να είναι συμβεβλημένοι στον Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει ο εργοδότης τους και από το οποίο συνήθως παρέχουν την εργασία τους.

Στις 26/09 δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ ο Ν.5053/2023 του Υπ. Εργασίας & Κοινωνικής Ασφάλισης, για τον οποίο είχε γίνει αναφορά στο τεύχος Οκτωβρίου.

Για περισσότερες πληροφορίες επί ζητημάτων σχετικών με εργασιακές σχέσεις επικοινωνήστε: E: [email protected]
T: 210-6431387, F: 210-6460313

Οι σημαντικότερες αλλαγές που επέρχονται στον Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου κατόπιν ενσωμάτωσης της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1152.”

Στις 26 Σεπτεμβρίου δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ ο Ν.5053/2023 του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, δυνάμει του οποίου πρόκειται να ενσωματωθεί στον Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου (Π.Δ.80/2022) η Οδηγία 2019/1152 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ης Ιουνίου 2019 για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι σημαντικότερες αλλαγές που επέρχονται είναι οι εξής:

1. Αντικαθίσταται το άρθρο 189 του Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου περί πολλαπλής απασχόλησης του εργαζομένου σε διαφορετικούς εργοδότες.
Ως τώρα η πολλαπλή απασχόληση σε διαφορετικούς εργοδότες επιτρέπεται υπό τον περιορισμό ότι ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να απασχολήσει μέσα στην ίδια ημέρα μισθωτούς, οι οποίοι ήδη έχουν εργαστεί σε άλλη επιχείρηση ολόκληρο το νόμιμο ωράριό τους.Δηλαδή, μπορεί να απασχολεί μισθωτούς, οι οποίοι εργάστηκαν μέσα στο ίδιο 24ωρο σε άλλο ή άλλους εργοδότες, για χρόνο μικρότερο του κανονικού ωραρίου εργασίας, αλλά μόνο για τόσες ώρες όσες υπολείπονται για να συμπληρωθεί το νόμιμο ωράριο της ημερήσιας εργασίας.
Το νέο άρθρο189 προβλέπει τη δυνατότητα πολλαπλής απασχόλησης σε διαφορετικούς εργοδότες,εκτός του ωραρίου εργασίας που έχει συμφωνηθεί με συγκεκριμένο εργοδότη, απαγορεύοντας αντίθετες συμφωνίες ή ρήτρες.
Ωστόσο, η πολλαπλή απασχόληση επιτρέπεται υπό τους περιορισμούς των άρθρων 162-179 του Κώδικα. Για παράδειγμα, η ελάχιστη, ημερήσια ανάπαυση του εργαζομένου δεν μπορεί να είναι κατώτερη από 11 συνεχείς ώρες, η ελάχιστη εβδομαδιαία ανάπαυση κατώτερη από 24 συνεχείς ώρες, ενώ ο μέσος όρος εβδομαδιαίας εργασίας δεν μπορεί να ξεπερνά τις 48 ώρες ανά τετράμηνο.

2. Προστίθεται το άρθρο 1Α στον Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου περί δοκιμαστικής περιόδου.
Ως τώρα στις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου οι πρώτοι 12 μήνες λογίζονται ως απασχόληση δοκιμαστικής περιόδου, ενώ για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου υπήρχε κάποια νομοθετική πρόβλεψη.
Με την προσθήκη του άρθρου 1Α του Κώδικα η ανώτατη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου μειώνεται στους 6 μήνες για τις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου.Για τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, η δοκιμαστική περίοδος πρέπει να είναι σε αναλογία με τον συνολικό χρόνο της περιόδου απασχόλησης και να μην υπερβαίνει το 1/4της περιόδου αυτής, με ανώτατο όριο τους 6 μήνες.

3. Αντικαθίστανται τα άρθρα 70 & 71 του Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου περί υποχρέωσης παροχής ενημέρωσης και πληροφοριών, χρονοδιαγράμματος και μέσων ενημέρωσης.
Ως τώρα ο εργοδότης υποχρεούται να γνωστοποιεί στον εργαζόμενο τους ουσιώδεις όρους της σύμβασης ή σχέσης εργασίας, με παράδοση στον εργαζόμενο, 2μήνες το αργότερο από την έναρξη της εργασίας του γραπτής σύμβασης εργασίας ή άλλου εγγράφου, όπου θα αναγράφονται οι όροι εργασίας.
Με την αντικατάσταση των άρθρων70 και 71 συγκεκριμενοποιείται ο τρόπος ενημέρωσης, ο οποίος μπορεί να γίνε είτε με παράδοση εντύπου είτε σε ηλεκτρονική μορφή, υπό την προϋπόθεση ότι ο εργοδότης διατηρεί απόδειξη αποστολής ή παραλαβής. Επίσης μειώνεται ο χρόνος γνωστοποίησης των όρων εργασίας με ανώτατο όριο τη 1 εβδομάδα από την έναρξη της εργασίας για ορισμένους όρους και τον 1 μήνα για τους υπόλοιπους. Τέλος, ορίζεται η υποχρέωση γνωστοποίησης του εργοδότη προς τον εργαζόμενο των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, δωρεάν, με σαφήνεια, διαφάνεια και με λεπτομερή και εύκολα προσβάσιμο από απόσταση τρόπο.

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του Ν.5053/2023, η ενσωμάτωση στην ελληνική νοµοθεσία της Οδηγία (ΕΕ) 2019/1152αποσκοπεί στη βελτίωση των όρων εργασίας, με την προώθηση περισσότερο διαφανούς και προβλέψιμης απασχόλησης με παράλληλη διατήρηση εύλογης ευελιξίας στην άτυπη απασχόληση, ούτως ώστε να διατηρούνται τα πλεονεκτήματά της για τους εργαζομένους και τους εργοδότες και να διασφαλίζεται η προσαρμοστικότητα της αγοράς εργασίας.

Ο θεσμός της παραγραφής στην κοινωνική ασφάλιση ΣΤΕ 1833/2021

Η κοινωνία έχει ανάγκη την ύπαρξη του θεσμού της παραγραφής των αξιώσεων κάθε είδους, οι οποίες δεν μπορούν εσαεί να παραμένουν ενεργές ως δαμόκλειος σπάθη.

Σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας 1833/2021 κρίθηκε αντισυνταγματική η γενική παραγραφή των 20 ετών για τις μη καταβληθείσες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης. Η κρίση του δικαστηρίου κινείται γύρω από το κεντρικό σκεπτικό περί ανάγκης ασφάλειας του δικαίου, μέσω της καθιέρωσης του εύλογου χρόνου της παραγραφής αξιώσεων καταβολής ασφαλιστικών εισφορών. Ο γενικός κανόνας της 20ετούς παραγραφής, όπως οριζόταν στον ν. 4387/2016, όντας αντισυνταγματικός, κρίνεται ως εύλογη η 10ετής παραγραφή.

Ο θεσμός της παραγραφής, θεσμός δημόσιας τάξης, ανέκαθεν αποσκοπούσε στη διασφάλιση του Κράτους Δικαίου, όπως αυτό εκφράζεται μέσω της αρχής της ασφάλειας δικαίου. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο στη σκέψη 4 κρίνει ότι η αρχή της ασφάλειας του δικαίου ως θεμέλιο του κράτους δικαίου, η οποία στηρίζεται ιδίως στα άρθρα 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1 εδ. α΄ του Συντάγματος, ιδιαίτερη εκδήλωση της αρχής αυτής αποτελεί και η προστατευόμενη εμπιστοσύνη του διοικουμένου. Στο πλαίσιο της καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών υφίσταται η απαίτηση πρόβλεψης προθεσμίας παραγραφής, η οποία πρέπει να ορίζεται εκ των προτέρων.

Tο Δικαστήριο κρίνει ότι η προθεσμία της παραγραφής των αξιώσεων των ασφαλιστικών φορέων, πλέον του ΕΦΚΑ ως διάδοχου φορέα όλων των, σε περίπτωση υπερημερίας των ασφαλισμένων να καταβάλλουν τις εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ως όφειλαν, παραγράφεται ρητά. Η παραγραφή των 10 ετών χαρακτηρίστηκε ως εύλογη χρονικά. Ενώ υποστηρίχθηκε ότι η μεταρρύθμιση που θεσπίζει ο ν.4387/2016, μέσα από την ενοποίηση στην Ελλάδα των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, απαιτεί και ενιαίους κανόνες, οι οποίοι θα εφαρμόζονται για όλους τους ασφαλισμένους.

Το ίδιο και για την ισχύουσα παραγραφή της απαίτησης για καταβολή των ασφαλιστικών φορέων. Ο νομοθέτης αρχικώς είχε επιλέξει τη χρήση της γενικής παραγραφής των 20 ετών δεν συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας άρθρο 25παρ. 1 του Σ, ως ιδιαίτερα μακρά. Καθώς μεγαλώνει η αδυναμία με την πάροδο του χρόνου της απόδειξης της οφειλής και η διεκδίκηση αυτής.
Κατόπιν των ανωτέρω, η κρίση περί αντισυνταγματικότητας του γενικού κανόνα της παραγραφής των απαιτήσεων προς καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης στον e-ΕΦΚΑ, δημιουργεί κενό στη ρύθμιση, λόγω απουσίας προϋφιστάμενου δικαίου, που να ρυθμίζει ενιαία το ζήτημα. Το κενό αυτό κρίνεται ότι θα καλυφθεί μέσω της εφαρμογής της 10ετούς παραγραφής, ως χρόνος πλέον εύλογος των 20 ετών, αλλά και του χρόνου παραγραφής των 5 ετών, χρόνος που αν και υποστηρίχθηκε ότι θα αποτελούσε επιλογή, θεωρείται πολύ σύντομος και μη επαρκής για την προστασία των αξιώσεων, που τυχόν ανακύψουν.

Εν κατακλείδι, το βάρος της παραγραφής μπορεί να χαρακτηριστεί αμφοτεροβαρές, καθώς τόσο ο φορέας κοινωνικής ασφάλισης, θα επιδιώξει την καταβολή των εισφορών με στόχο τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς του αλλά και την εξασφάλιση της καταβολής των παροχών (σύνταξη, επιδόματα, κ.ά.). Άλλο τόσο και ο ασφαλισμένος θα φέρει το βάρος της έγκυρης και έγκαιρης καταβολής και ελέγχου αυτής, για την προστασία των δικαιωμάτων του και την ασφάλεια του ίδιου στο μέλλον. Η επιμέλεια και από τις δύο πλευρές ενδείκνυται και η επικινδυνότητα της δεκαετούς παραγραφής έγκειται στο ότι δεν παραγράφονται απλά οφειλές αλλά χρόνια ασφάλισης.

Το τεκμήριο απόκτησης της ιδιότητας του διευθύνοντος υπάλληλου

Προκειμένου να διενεργούνται ευχερώς οι έλεγχοι της Επιθεώρησης Εργασίας και να διαπιστώνεται πού βρίσκουν εφαρμογή οι διατάξεις του εργατικού δικαίου, τέθηκαν ευκρινή όρια στο διαχωρισμό ενός απλού εργαζόμενου από έναν Διευθύνοντα.

Σε συνάρτηση με τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας που καταρτίσθηκε στην Ουάσιγκτον των ΗΠΑ την 29.10.1919 και κυρώθηκε στην Ελλάδα με το ν. 2269/1920, ήδη από το 2021, έχει δημοσιευθεί η σχετική -υπ’ αριθμόν 90972/19.11.2021- απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, αναφορικά με το τεκμήριο απόκτησης της ιδιότητας του Διευθυντικού Στελέχους.

ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ
Στο μέρος Β’ της απόφασης αυτής, απαριθμούνται τα κριτήρια βάσει των οποίων ένας εργαζόμενος εμπίπτει στην κατηγορία του διευθυντικού στελέχους, κατέχει θέση εποπτείας ή διευθύνσεως ή εμπιστοσύνης, και συνεπώς δεν εφαρμόζονται για αυτόν οι διατάξεις της διεθνούς συμβάσεως για τα χρονικά όρια εργασίας. Αναλυτικότερα, διευθυντικά στελέχη, τεκμαίρεται ότι είναι εκείνοι, που με βάση ρητά αναφερόμενους όρους στις ατομικές συμβάσεις εργασίας τους:
Α. 1) Ασκούν διευθυντικό δικαίωμα έναντι άλλων εργαζομένων της επιχείρησης ή 2) Εκπροσωπούν και δεσμεύουν την επιχείρηση έναντι τρίτων ή 3) Είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή του αντίστοιχου διοικητικού οργάνου του εργοδότη ή 4) Είναι μέτοχοι ή εταίροι που κατέχουν πάνω από το 0,5% των δικαιωμάτων ψήφου του εργοδότη ή
Β. Είναι προϊστάμενοι Διευθύνσεων, Μονάδων ή Τμημάτων ή άλλων ανεξάρτητων οργάνων του εργοδότη που ορίζονται στο οργανόγραμμά του, εφόσον ο εργοδότης τους εμπιστεύεται την εποπτεία μέρους της συνεχούς, διακοπτόμενης ή έκτακτης, αλλά πάντως ουσιαστικής λειτουργίας και οι εργαζόμενοι αυτοί αμείβονται με συμφωνημένες μηνιαίες αποδοχές που δεν υπολείπονται του εξαπλάσιου του κατώτατου νόμιμου μισθού, ή
Γ. Αμείβονται με συμφωνημένους μηνιαίους μισθούς που δεν υπολείπονται του οκταπλάσιου του εκάστοτε νόμιμου κατώτατου μισθού.

Η ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
Τα πρόσωπα που εμπίπτουν στις κατηγορίες αυτές, μολονότι διατηρούν σύμβαση εξαρτημένης εργασίας με τον εργοδότη τους και θεωρούνται μισθωτοί, είναι διακριτοί από τους λοιπούς εργαζόμενους, τους οποίους είτε διευθύνουν είτε επιβλέπουν ή κατέχουν μία θέση στην επιχείρηση, που προϋποθέτει μία μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο πρόσωπό τους. Η πρακτική σημασία της εν λόγω Υπουργικής Απόφασης έγκειται στο εξής: Όποιος εργαζόμενος πληροί ένα από τα ως άνω αναφερθέντα κριτήρια, εξαιρείται της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, ειδικότερα, ως προς την εβδομαδιαία ανάπαυση, την αμοιβή για υπερεργασία ή υπερωρία (νόμιμη, παράνομη), την αμοιβή για νυκτερινή εργασία, εργασία Σάββατο ή Κυριακή και εξαιρετέα ημέρα/αργία. Διχογνωμία υπάρχει, ωστόσο, ως προς το ζήτημα του εάν δικαιούνται οι Διευθύνοντες Υπάλληλοι την ετήσια άδεια αναψυχής (το επίδομα αυτής και την αποζημίωση για μη χορήγησή της).

Μολονότι το Προεδρικό Διάταγμα 88/1999 δεν τους εξαιρεί από την διάταξη για χορήγηση ετήσιας άδειας αναψυχής, και συνεπώς βάσει νόμου θα έπρεπε να τη δικαιούνται, παρατηρείται μία -σχεδόν-πάγια νομολογία των δικαστηρίων που κρίνει την παροχή της άδειας αυτής (καθώς και των λοιπών οικονομικών ωφελημάτων που συνεπάγεται) σε Διευθύνοντες Υπαλλήλους, ασυμβίβαστη προς την εξέχουσα θέση τους και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων, που ανέλαβαν, με την εργασιακή τους σύμβαση.
Προκειμένου λοιπόν να διενεργούνται ευχερώς οι έλεγχοι της Επιθεώρησης Εργασίας και να διαπιστώνεται πού βρίσκουν εφαρμογή οι διατάξεις του εργατικού δικαίου, τέθηκαν αυτά τα ευκρινή όρια στο διαχωρισμό ενός απλού εργαζόμενου από έναν Διευθύνοντα. Επισημαίνεται δε, πως για τη νομιμότητα της διαδικασίας, οι εργοδότες οφείλουν να ενημερώνουν κάθε φορά το Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ» με οποιαδήποτε αλλαγή επέλθει στο καθεστώς ενός εργαζομένου, ήτοι απώλεια/κτήση διευθυντικής ιδιότητας, συμπληρώνοντας αντίστοιχα το Έντυπο Ε4 (Πίνακας Προσωπικού).

Για περισσότερες πληροφορίες επί ζητημάτων σχετικών με εργασιακές σχέσεις επικοινωνήστε: E: [email protected]
T: 210-6431387, F: 210-6460313

Υγεία και ασφάλεια στον χώρο τηλεργασίας

Σύμφωνα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να πληροφορεί τον τηλεργαζόμενο για την πολιτική της επιχείρησης, όσον αφορά στην υγεία και την ασφάλεια στην εργασία.

Η τηλεργασία αποτελεί μία ειδική μορφή απασχόλησης, η οποία αναγνωρίσθηκε από την ελληνική νομοθεσία με τον Ν. 2639/1998. Έπειτα, με τον Ν. 3846/2010 ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο η από 16.07.2022 Ευρωπαϊκή συμφωνία-πλαίσιο για την τηλεργασία και θεσπίστηκαν τα γενικά πλαίσια λειτουργίας της. Το 2020, λόγω του υψηλού υγειονομικού κινδύνου εξαιτίας της πανδημίας του ιού covid-19, η τηλεργασία αναδείχθηκε σε ένα από τα πιο διαδεδομένα εργαλεία για τη συνέχιση της λειτουργίας των επιχειρήσεων σε εναρμόνιση με τα μέτρα προστασίας κατά του ιού, αντικαθιστώντας, όπου ήταν δυνατόν, την εντός των εγκαταστάσεων της επιχείρησης παροχή εργασίας. Οι νέες αυτές εργασιακές συνθήκες κατεύθυναν τον εθνικό νομοθέτη προς τον εκσυγχρονισμό του νομοθετικού πλαισίου της τηλεργασίας και την εξειδίκευση του τρόπου λειτουργίας της, με το άρθρο 67 του Ν. 4808/2021. Το ως άνω άρθρο ενσωματώθηκε με την υπ’ αριθμ. 123 διάταξη στο Π.Δ. 80/2022.

ΤΙ ΟΡΙΖΕΙ ΤΟ ΝΕΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Το καινούριο νομοθετικό πλαίσιο ορίζει, μεταξύ άλλων, την τήρηση των διατάξεων για την υγεία και ασφάλεια στον χώρο εργασίας υπό συνθήκες τηλεργασίας. Ειδικότερα, δυνάμει της παρ. 5 στοιχ. στ’ αρ. 123 Π.Δ. 80/2022 προβλέπεται για τον εργοδότη η εντός οκτώ (8) ημερών από την έναρξη της τηλεργασίας υποχρέωση γνωστοποίησης στον τηλεργαζόμενο των όρων υγιεινής και ασφάλειας της τηλεργασίας και των διαδικασιών αναγγελίας εργατικού ατυχήματος που ο εργαζόμενος πρέπει να τηρεί και οι οποίοι ορίζονται στην παράγραφο 9 του ίδιου άρθρου. Συγκεκριμένα, στην ανωτέρω παράγραφο θεσπίζεται η υποχρέωση του εργοδότη να «πληροφορεί τον τηλεργαζόμενο για την πολιτική της επιχείρησης, όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία, η οποία περιλαμβάνει ιδίως τις προδιαγραφές του χώρου τηλεργασίας, τους κανόνες χρήσης οθονών οπτικής απεικόνισης, τα διαλείμματα, τα οργανωτικά και τεχνικά μέσα της παρ. 10 και κάθε άλλο αναγκαίο στοιχείο». Αξίζει να σημειωθεί ότι για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία (ΥΑΕ) ισχύει η νομική αρχή της αποκλειστικής ευθύνης του εργοδότη. Ο εργαζόμενος, όμως, που απασχολείται με τηλεργασία, έχει εκ του νόμου υποχρέωση να τηρεί την νομοθεσία για την ΥΑΕ, για την οποία, όμως, αποκλειστικά υπεύθυνος εξακολουθεί να είναι ο εργοδότης. Πέραν τούτου, ο νόμος προβλέπει μαχητό τεκμήριο ότι «ο χώρος τηλεργασίας πληροί τις παραπάνω προδιαγραφές και ότι ο τηλεργαζόμενος τηρεί τους κανόνες περί υγιεινής και ασφάλειας.».

Από τα ανωτέρω θα μπορούσε να συναχθεί ότι δημιουργείται νομοθετικό κένο αφενός μεν ως προς την επιτήρηση των απομακρυσμένων χώρων εργασίας για το αν στην πράξη τηρείται από τον εργαζόμενο η νομοθεσία για την ΥΑΕ , αφετέρου δε ως προς τα εργατικά ατυχήματα στον χώρο τηλεργασίας, διότι δεν εξειδικεύονται οι διαδικασίες διερεύνησης του ατυχήματος από τα αρμόδια όργανα (υπεύθυνος ασφαλείας, ιατρός εργασίας, Επιθεώρηση Εργασίας κ.ά.). Μάλιστα, όταν ο χώρος τηλεργασίας ταυτίζεται με την κατοικία του εργαζομένου, μπορεί οι κοινές διαδικασίες επιθεώρησης τήρησης της νομοθεσίας για την ΥΑΕ και διερεύνησης του εργατικού ατυχήματος να συγκρούονται με άλλα θεμελιώδη δικαιώματά του. Ιδιαιτέρως για τα εργατικά ατυχήματα στον χώρο τηλεργασίας δεν έχει διατυπωθεί ειδικός ορισμός. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να υποτεθεί ότι θεωρείται εργατικό ατύχημα όταν ο τηλεργαζόμενος παθαίνει εγκαύματα από ζεστό νερό επειδή ετοίμαζε τον καφέ του, όπως θα έκανε στο γραφείο, αλλά δεν θεωρείται όταν συμβεί το ίδιο επειδή ετοίμαζε κάποιο γεύμα για την οικογένειά του.
Παρά την ύπαρξη των ανωτέρω κενών, ο εργοδότης φέρει αποκλειστική ευθύνη για την ΥΑΕ στον χώρο τηλεργασίας, κάτι το οποίο ενέχει προφανείς κινδύνους. Τούτο δεν παρατηρείται μόνο σε εθνικό επίπεδο, αλλά και σε ενωσιακό, καθιστώντας αναγκαία την ενιαία ρύθμιση της κατάστασης από την Ε.Ε, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα εργασίας, με βάση τα οποία πολλές επιχειρήσεις παρέχουν στους εργαζομένους τους απασχόληση με τηλεργασία ή υβριδική εργασία.

Αύξηση νόμιμου κατώτατου μισθού

Δυνάμει της υπ’ αριθμόν 31986/28.03.2023 απόφασης του Υπουργού Εργασίας, η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η Απριλίου 2023, καθορίστηκε ο νέος κατώτατος μισθός και το κατώτατο ημερομίσθιο.
Όπως επισημάνθηκε στα πρακτικά της προφορικής διαβούλευσης, για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού έτους 2023 ελήφθησαν υπ’ όψη: η μείωση της αγοραστικής αξίας των μισθών ως απόρροια της αύξησης του πληθωρισμού, της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου στην Ουκρανία, η αύξηση του ΑΕΠ, καθώς και η μείωση της ανεργίας. Συνεπώς, για τους υπαλλήλους, ο κατώτατος μισθός ορίζεται στα 780€ και για τους εργατοτεχνίτες το κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται στα 34,84€. Η νέα αυτή αύξηση κατά 9,4% αναλύεται ως εξής: άνοδος του μικτού μισθού της τάξεως των 67€ το μήνα, ενώ για το μικτό ημερομίσθιο σημειώθηκε αύξηση κατά 2.99€.

Μάλιστα, ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας που έχει συμπληρώσει ο/η εργαζόμενος/η πριν τις 14 Φεβρουαρίου του 2012, ο κατώτατος μισθός και το κατώτατο ημερομίσθιο προσαυξάνονται μέχρι και 30%. Συνεπώς, ο μηνιαίος μικτός κατώτατος μισθός για τους εργαζόμενους με τρεις τριετίες μπορεί να είναι έως και 234€ υψηλότερος (780€ + 30%). Με άλλα λόγια, ο κατώτατος μισθός σε αυτήν την περίπτωση μπορεί να ανέρχεται στα 1.014€, συν δώρο Χριστουγέννων, Πάσχα και το επίδομα αδείας. Για όλους τους υπόλοιπους, η προσαύξηση λόγω προϋπηρεσίας παραμένει «παγωμένη» έως ότου η ανεργία, σε ετήσια βάση, πέσει κάτω από το 10%.
Ειδικότερα, για μισθωτούς με προϋπηρεσία από 3 έως 6 χρόνια ο μικτός μηνιαίος μισθός διαμορφώνεται στα 858€, από 6 έως 9 χρόνια στα 936€, και για μισθωτούς με προϋπηρεσία άνω των 9 ετών ο μισθός διαμορφώνεται στα 1.014€.

ΛΟΙΠΕΣ ΑΥΞΗΣΕΙΣ
Η αύξηση του κατώτατου μισθού συμπαρασύρει σε αύξηση και το επίδομα ανεργίας, καθώς αναπροσαρμόζεται στα 19,16€ το ημερήσιο επίδομα και 479,17€ το μηνιαίο, από 17,51€ και 438€ αντίστοιχα που ήταν πριν την 1η Απριλίου 2023. Επίσης, αναπροσαρμόζεται σειρά βοηθημάτων και επιδομάτων, που έχουν ως βάση υπολογισμού τον κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο. Σε αυτά περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, το βοήθημα ανεργίας για τους αυτοτελώς απασχολούμενους, ο μισθός των προγραμμάτων νέων θέσεων εργασίας, το ειδικό βοήθημα λήξης ανεργίας, το βοήθημα λόγω επίσχεσης εργασίας, ειδικά εποχικά βοηθήματα για μισθωτούς τουριστικού και επισιτιστικού κλάδου, οικοδόμους, δασεργάτες κ.ά., η ειδική παροχή μητρότητας, το επίδομα γονικής άδειας, οι ανεξόφλητες αποδοχές λόγω αφερεγγυότητας του εργοδότη, η παροχή όταν εργαζόμενοι τίθενται σε διαθεσιμότητα, η αποζημίωση των μαθητών στις Επαγγελματικές Σχολές (ΕΠΑ.Σ) Μαθητείας της ΔΥΠΑ, η αποζημίωση για τα προγράμματα εργασιακής εμπειρίας, κ.ά.

Επιπλέον, η αύξηση του κατώτατου ημερομισθίου επαυξάνει και το πλαφόν της αποζημίωσης απόλυσης για υψηλόμισθους εργαζομένους, αφού πλέον η βάση υπολογισμού της αποζημίωσης απόλυσης με χρήση του πλαφόν θα ανέρχεται σε 8361,6€. Τέλος, κατά τον ίδιο τρόπο, αυξάνονται τα μισθολογικά κριτήρια βάσει των οποίων κάποιος τεκμαίρεται ότι είναι διευθύνων υπάλληλος, αφού βάσει της υπ’ αριθμόν ΦΕΚ Β΄ 90972/15.11.2021 Υπουργικής Απόφασης, τεκμαίρεται ως διευθύνων υπάλληλος, μεταξύ άλλων, εκείνος που αμείβεται με αποδοχές τουλάχιστον εξαπλάσιες του κατωτάτου μισθού.

Για περισσότερες πληροφορίες επί ζητημάτων σχετικών με εργασιακές σχέσεις επικοινωνήστε: E: [email protected]
T: 210-6431387, F: 210-6460313

Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά

Με τον ν. 4826/2021 επέρχεται μεταρρύθμιση και ιδρύεται ένα νέο ταμείο επικουρικής ασφάλισης, το Ταμείο Επικουρικής Κοινωνικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ), που αποτελεί ΝΠΔΔ και θα χορηγεί επικουρικές συντάξεις γήρατος, αναπηρίας και θανάτου. Η κοινωνική ασφάλιση, που στο μέρος που αφορά την επικουρική ασφάλιση, αναπροσαρμόζεται στα δεδομένα της αγοράς και ενσωματώνει το κεφαλαιοποιητικό σύστημα στην ελληνική πραγματικότητα.

Το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, εφαρμοζόμενο στο πλαίσιο της κοινωνικής ασφάλισης, οφείλει να λειτουργεί αποτελεσματικά. Η αποτελεσματικότητα αυτή, έγκειται στην εγγύηση της ορθής διακυβέρνησης και εποπτείας. Απώτερος στόχος είναι η δημιουργία ενός φερέγγυου και οικονομικά θωρακισμένου κεφαλαιοποιητικού συστήματος, έτοιμου να ανταπεξέρχεται στους κλυδωνισμούς του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού διεθνούς περιβάλλοντος, σε βάθος χρόνου.

Μετά την δημοσιονομική ύφεση του 2010, με την οποία δοκιμάστηκαν τόσο το κοινωνικό κράτος όσο και οι πολίτες- ασφαλισμένοι (οι οποίοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με αθρόες μειώσεις και περικοπές των συντάξεων, λόγω της κατάρρευσης των κοινωνικό-ασφαλιστικών ταμείων και λόγω των πιέσεων από τις μνημονιακές υποχρεώσεις, ανεληφθείσες από τις οι ελληνικές κυβερνήσεις της κρίσης μετά το 2010), παρατηρείται μία έντονη προσπάθεια μεταρρύθμισης και εξυγίανσης του θεσμού της κοινωνικής προστασίας και κατ’ επέκταση της κοινωνικής ασφάλισης. Κορύφωση αυτής της διεργασίας είναι η νομοθετική μεταρρύθμιση για τη Νέα Γενιά.

Η διαφοροποίηση στις επικουρικές συντάξεις των προηγούμενων ετών, έγκειται κυρίως στο ότι θα εφαρμόζεται το κεφαλαιοποιητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών, οι οποίες θα συγκεντρώνονται και θα επενδύονται με στόχο την δημιουργία αποθεματικού, βάσει του οποίου θα υπολογίζονται οι μελλοντικές παροχές των δικαιούχων. Αφορά κυρίως στη νέα γενεά ασφαλισμένων, όσους δηλαδή από την 1η Ιανουαρίου 2022 αναλάβουν για πρώτη φορά εργασία- απασχόληση, τους γεννηθέντες μετά την 1η Ιανουαρίου 2004 και είναι ασφαλισμένοι ή θα αποκτήσουν ασφαλιστική ιδιότητα στο μέλλον. Ο ΕΤΕΑΕΠ με το νέο σύστημα παύει να αποκτά νέους ασφαλισμένους, με στόχο την σταδιακή κατάργηση του ταμείου με την αποστέρηση των νέων ασφαλισμένων από αυτό.

ΤΙ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ Ο ΝΟΜΟΣ 4826/2021
Στο άρθρο 46 παρ.1 του ν. 4826/2021 ορίζεται το εξής: για κάθε ασφαλισμένο θα αντιστοιχεί ένας ατομικός λογαριασμός, στον οποίο θα απεικονίζονται λογιστικά:
α. οι καταβλητέες εισφορές,
β. οι καταβληθείσες εισφορές,
γ. οι οφειλόμενες εισφορές,
δ. οι αποδόσεις από επενδύσεις των
εισφορών και
ε. οι κρατήσεις του άρθρου 9.
Η τήρηση του εκάστοτε ατομικού λογαριασμού του ασφαλισμένου είναι μηχανογραφική και καταργείται με την απονομή της σύνταξη.
Η κεφαλαιοποίηση πολλές φορές μπορεί να είναι απρόβλεπτη και, εξαιτίας ακριβώς αυτής της εγγενούς αστάθειας, να μην αποκομίζει μακροπρόθεσμα ο ασφαλισμένος τα οφέλη που επιδιώκει από την επενδυτική του δραστηριότητα, καθώς αυτή ενέχει πάντοτε τον κίνδυνο της απώλειας μέρους ή όλου της απόδοσης. Παρουσιάζει η επικουρική ασφάλιση μετακύληση κινδύνου στους ίδιους τους ασφαλισμένους αντί το ΤΕΚΑ, με την επιφύλαξη της κρατικής εγγύησης. Ο νόμος προβλέπει την επιστροφή των εισφορών, στα όρια της ελάχιστης ανταποδοτικότητας.

ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
Το ΤΕΚΑ ενημερώνει και πληροφορεί τους ασφαλισμένους, διασφαλίζοντας την διαφάνεια του συστήματος. Η ορθή πληροφόρηση του ασφαλισμένου διακρίνεται τόσο στη γνώση όλων των επενδυτικών δυνατοτήτων μέσα από την δημόσια κεφαλαιοποίηση, όσο και στη γνώση της πορείας και εξελίξεις των επενδύσεων του ατομικού λογαριασμού, όπως ορίζει το άρθρο 61 ν. 4826/2021.
Η επιτυχία του μπορεί να οδηγήσει στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας και στην ενίσχυση της αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών.

Για περισσότερες πληροφορίες επί ζητημάτων σχετικών με εργασιακές σχέσεις επικοινωνήστε: E: [email protected]
T: 210-6431387, F: 210-6460313