Σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κατάσταση της απασχόλησης, στην Ελλάδα οι επιπτώσεις από την οικονομική ύφεση στο εισόδημα των νοικοκυριών ήταν σημαντικές.
Αναλυτικότερα, το πραγματικό εισόδημα στα χαμηλότερα στρώματα είναι μειωμένο κατά 30 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2003, ενώ στα άλλα στρώματα του πληθυσμού οι μειώσεις είναι της τάξης των 20 ποσοστιαίων μονάδων. Επιπρόσθετα, το πρώτο τρίμηνο του 2014 οι εργαζόμενοι με πλήρη απασχόληση εργάστηκαν περισσότερο στην Ελλάδα με 41,9 ώρες/εβδομάδα και ακολουθούν οι Πορτογάλοι με 41,6 ώρες οι Αυστριακοί με 41,5 ώρες, οι Γερμανοί 41,4 και οι Βρετανοί με 41,3 ώρες. Σύμφωνα με την Κομισιόν, η κατάσταση της απασχόλησης φαίνεται πως έχει σταθεροποιηθεί στην Ελλάδα, ωστόσο η μακροχρόνια ανεργία έχει φτάσει σε υψηλά ιστορικά επίπεδα στη χώρα, καθώς και στην Ισπανία, με την Επιτροπή να σημειώνει ότι είναι ανησυχητικό πως τα ποσοστά αυτά δεν μειώνονται.
Επισημαίνεται, επίσης, ότι η ανεργία των νέων κυμάνθηκε από το 10% ή και λιγότερο σε κράτη-μέλη που επηρεάστηκαν με περιορισμένο τρόπο από την επιδείνωση της αγοράς εργασίας, όπως στην Αυστρία και τη Γερμανία, και σε πάνω από το 50% του οικονομικού ενεργά πληθυσμού μεταξύ των νέων σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, όπου η ανεργία των νέων είναι τρεις φορές υψηλότερη σε σχέση με το 2008. Σε ετήσια βάση, το δεύτερο τρίμηνο του 2014 η απασχόληση μειώθηκε κατά 1,4% στην Κύπρο, κατά 1,2% στην Εσθονία, 0,9% στην Ιταλία, 0,7% στη Φινλανδία και 0,5% στην Ελλάδα, εκτιμά η Επιτροπή, η οποία τονίζει ότι παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις το ποσοστό απασχόλησης παραμένει σε χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2008 στα τρία τέταρτα των χωρών της ΕΕ.
Αναφορικά με την παραγωγικότητα φαίνεται ότι βελτιώθηκε το πρώτο τρίμηνο κατά 0,2%, μετά από μια μείωση 0,6% το προηγούμενο τρίμηνο. Τέλος, μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, η Ελλάδα με -4,8% και η Κύπρος με -5,1% συνέχισαν να εμφανίζουν μεγάλες μειώσεις στις συνολικές αποδοχές ανά εργαζόμενο το δεύτερο τρίμηνο το 2014, και το μοναδιαίο κόστος εργασίας συνέχισε να μειώνεται με υψηλούς ρυθμούς, -5% στην Ελλάδα και-4,3% στην Κύπρο αντίστοιχα.