Οι αλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί στο σύγχρονο επιχειρείν λόγω της πανδημίας επιτάσσουν το Upskilling και το Reskilling των εργαζομένων, γεγονός που το έχουν αντιληφθεί τόσο οι ίδιοι όσο και οι επιχειρήσεις.

Οι αλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί στο σύγχρονο επιχειρείν λόγω της πανδημίας επιτάσσουν το Upskilling και το Reskilling των εργαζομένων, γεγονός που το έχουν αντιληφθεί τόσο οι ίδιοι όσο και οι επιχειρήσεις. Στο πλαίσιο αυτό, το e-learning έρχεται να δώσει τη λύση και να «γεφυρώσει» την τηλεργασία με την απαραίτητη εκπαίδευση.

«Οι αναλφάβητοι του 21ου αιώνα δεν θα είναι εκείνοι που δεν ξέρουν γραφή και ανάγνωση, αλλά εκείνοι που δεν μπορούν να μάθουν, να ξεμάθουν και να ξαναμάθουν». Η φράση αυτή του Alvin Toffler, Αμερικανού συγγραφέα και μελλοντολόγου, παρότι ειπώθηκε μερικά χρόνια πριν, πιθανότατα αντικατοπτρίζει απόλυτα τη σημερινή κατάσταση που επικρατεί στην επιχειρηματική πραγματικότητα. Τα νέα δεδομένα που έφερε μαζί της η πανδημία, με βασικότερο αυτό της υιοθέτησης της τηλεργασίας και της γενικότερης ψηφιοποίησης των διαδικασιών, οδήγησε τις επιχειρήσεις στο να αναζητήσουν εργαζόμενους με δεξιότητες, οι οποίες παλαιότερα μπορεί να θεωρούνταν «nice to have», πλέον όμως κρίνονται απαραίτητες για την αποτελεσματική τους λειτουργία. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως η συζήτηση συνεχώς περιστρέφεται γύρω από το ότι οι επιχειρήσεις που θα καταφέρουν να προσαρμοστούν και να «μετασχηματιστούν» θα είναι και εκείνες που θα επιβιώσουν από τον «κυκλώνα» και μακροπρόθεσμα θα βγουν κερδισμένες.

Η επιβίωση, όμως, και η αποτελεσματική προσαρμογή κάθε οργανισμού στις νέες αυτές συνθήκες βασίζεται εν πολλοίς -ίσως και αποκλειστικά- στο πολυτιμότερο κεφάλαιο που διαθέτει, ήτοι το ανθρώπινο δυναμικό του. Αυτό συμβαίνει διότι όσες αλλαγές στις διαδικασίες και να πραγματοποιήσει μια εταιρεία, όσα νέα τεχνολογικά εργαλεία και να αξιοποιήσει, αν οι ίδιοι οι άνθρωποί της δεν συνειδητοποιήσουν πως εκείνοι είναι οι βασικοί πυλώνες της αλλαγής, δεν θα μπορέσει να υπάρξει κάποια πρόοδος και μοιραία μπορεί να τεθεί ζήτημα ακόμα και επιβίωσης. Με απλά λόγια, όλοι οι εργαζόμενοι οφείλουν να καταλάβουν ότι, πλέον, αυτό που μέχρι πρότινος «δούλευε» δεν σημαίνει ότι θα εξακολουθήσει να φέρει αποτελέσματα και σήμερα. Ό,τι γνώσεις και δεξιότητες τους χρησίμευαν για να φέρουν εις πέρας το έργο τους μέχρι και σήμερα, δεν εξασφαλίζουν απαραίτητα και την επιτυχία στο μέλλον.

Η σημασία της εκπαίδευσης
Παρά τις πολλές προκλήσεις και δυσκολίες που τη συνόδευαν, η πανδημία του κορωνοϊού συνέβαλε στο να τονιστεί ακόμα περισσότερο η σημασία που έχει η εκπαίδευση τόσο για την πρόοδο των ίδιων των ατόμων όσο και για την ευημερία των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, σύμφωνα με νέα έρευνα της CV Library, με δείγμα 2.000 εργαζόμενους στο Ηνωμένο Βασίλειο, ένα 57,6% σκοπεύει να επανεκπαιδευτεί μέσα στο 2022, αφού θεωρεί ότι έτσι θα αυξήσει τις πιθανότητες να απασχοληθεί, να αποκτήσει καριέρα με νόημα, να αποκτήσει μακροχρόνια εργασιακή ασφάλεια ή να καταφέρει να βρει μια κατάλληλη εργασία, την οποία δεν μπορεί να αποκτήσει με τα τωρινά του skills. Επιπρόσθετα, η εν λόγω έρευνα εξέτασε τις πρακτικές που μπορούν να αξιοποιήσουν οι εργοδότες για να εξασφαλίσουν τη διακράτηση των κορυφαίων ταλέντων τους. Εκτός από την προσφορά καλύτερων απολαβών (57,3%), η δημοφιλέστερη απάντηση των εργαζόμενων ήταν η επένδυση στην εκπαίδευση και το Upskilling του ανθρώπινου δυναμικού (41,9%).

«Στη σύγχρονη εποχή, που όλοι πια αντιλαμβανόμαστε ότι οι αλλαγές είναι γρήγορες, αναπόφευκτες και κάποιες φορές απρόσμενες, είτε είναι οικονομικές, είτε τεχνολογικές, είτε περιβαλλοντικές ή υγειονομικές κ.ά., οι εταιρείες και οι άνθρωποι τους -αφού οι άνθρωποι είναι αυτοί που κάνουν τις εταιρείες- θα πρέπει να είναι έτοιμοι να προσαρμοστούν σε οποιουδήποτε μεγέθους και είδους μεταβολή. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί και μέσω της εκπαίδευσης» εξηγεί η Χριστίνα Καρρά, Chief Instructional Designer, SQLearn και συνεχίζει: «Η εκπαίδευση που προσφέρει ένας οργανισμός ή μια εταιρεία στους εργαζόμενους της έχει πολλαπλά οφέλη. Για παράδειγμα, όταν μια εταιρεία προσφέρει τη δυνατότητα εκπαίδευσης στο ανθρώπινο δυναμικό της αναπτύσσει τους εργαζόμενους που διαθέτουν λιγότερη εμπειρία, δημιουργεί ευέλικτες ομάδες εργασίας, καλλιεργεί το αίσθημα ότι ανήκουν κάπου, δημιουργώντας τους ικανοποίηση, και προσελκύει ανθρώπους που θέλουν να μαθαίνουν και να εξελίσσονται».

Η ανάγκη για Upskilling και Reskilling
Καθώς, λοιπόν, οι οργανισμοί έχουν να αντιμετωπίσουν έναν σημαντικό αριθμό από προκλήσεις, το μυστικό τόσο για να διατηρήσουν τα ταλέντα τους και το θετικό εργασιακό κλίμα, όσο και για να μετασχηματιστούν αποτελεσματικά βάσει των νέων επιταγών βρίσκεται στο Upskilling και στο Reskilling των ανθρώπων τους. Ο όρος Upskilling αναφέρεται στην εκπαίδευση του ατόμου πάνω σε συγκεκριμένες δεξιότητες, οι οποίες είναι σχετικές με τα καθήκοντα του και αποσκοπεί στο να το βοηθήσει να βελτιωθεί στην υπάρχουσα θέση του. Αντιθέτως, το Reskilling προετοιμάζει τον εργαζόμενο για μια εξολοκλήρου καινούργια θέση, η οποία δεν σχετίζεται με τον υπάρχοντα ρόλο του, και βοηθά στο να αξιοποιηθούν οι δεξιότητες που ήδη διαθέτει. Για παράδειγμα, μία περίπτωση Upskilling θα ήταν η παρακολούθηση μαθημάτων ηγεσίας, ενώ η εκπαίδευση σχετικά με τις γλώσσες προγραμματισμού για έναν πωλητή αποτελεί μια περίπτωση Reskilling.

Σύμφωνα και με την τελευταία έρευνα Workmonitor της Randstad, το 62% των εργαζόμενων στην χώρα μας αναζητά εργασία επειδή αισθάνεται ότι δεν ανταμείβεται δίκαια ή επαρκώς για τις τρέχουσες δεξιότητές του, ενώ η έρευνα καταγράφει ότι η ικανότητα απόκτησης εισοδήματος βελτιώθηκε για το 12% των Ελλήνων εργαζομένων, εξαιτίας της αύξησης στη ζήτηση για δεξιότητες που διαθέτουν.

Παράλληλα, το 89% συμφωνεί να συνεχίσει να παρακολουθεί προγράμματα κατάρτισης και επανεκπαίδευσης, ώστε να αυξήσει την απασχολησιμότητά του, το 55% όμως δυσκολεύεται να αποφασίσει αναφορικά με τις δεξιότητες στις οποίες πρέπει να επικεντρωθεί ή να αποκτήσει και το 80% θα ήθελε η ελληνική κυβέρνηση ή ο εργοδότης του να παρέχουν τεστ αξιολόγησης δεξιοτήτων, για να μπορέσει να κατανοήσει καλύτερα σε ποιες δεξιότητες πρέπει να επικεντρωθεί. Επίσης, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, για το 37% των Ελλήνων ερωτηθέντων οι δεξιότητες έχουν γίνει πιο σημαντικές, ενώ στους πιο σημαντικούς παράγοντες που καθοδηγούν την επιλογή σταδιοδρομίας για τους εργαζόμενους στη χώρα μας είναι και οι ευκαιρίες επαγγελματικής ανάπτυξης και απόκτησης περισσότερων δεξιοτήτων (22%).

Όπως τονίζει και η Χ. Καρρά: «Σε αναφορά του 2020 ακόμα, το World Economic Forum είχε αποκαλύψει ότι η ύφεση λόγω αυτοματοποίησης και τεχνολογικής υιοθέτησης συνδυαστικά με τον Covid-19 και τα επιβαλλόμενα lockdowns θα μεταμορφώσουν τις θέσεις εργασίας, τα καθήκοντα και τις δεξιότητες των εργαζομένων έως το 2025. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ήδη πολλές εταιρείες έχουν ξεκινήσει το σχεδιασμό για upskilling και reskilling των εργαζομένων τους. Το χτίσιμο ενός career development plan, με στόχους που θα ανταποκρίνονται στις προκλήσεις της εποχής και στις προσδοκίες των εργαζομένων, φαίνεται να είναι ένα από τα κλειδιά, επιτρέποντας στις εταιρείες να “κρατούν” τα ταλέντα τους. Η εκπαίδευση είναι ένα ακόμα στοιχείο που θα ενσωματωθεί στη στρατηγική των εταιρειών, δεδομένου ότι είναι ένα μέσο που προσφέρει ανανέωση και αναβάθμιση των γνώσεων και ικανοτήτων των εργαζόμενων».
Συνεπώς, τόσο οι εταιρείες όσο και οι εργαζόμενοι έχουν πλέον συνειδητοποιήσει την ανάγκη που υπάρχει είτε για Upskilling είτε για Reskilling. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι στο 2021 Workplace Learning Report του LinkedIn Learning, το 59% των 1,260 επαγγελματιών του L&D παγκοσμίως υπέδειξε τα προγράμματα Upskilling και Reskilling ως την πρώτη του προτεραιότητα.

Και αυτό διότι οι εταιρείες γλιτώνουν έξοδα και χρόνο από την αναζήτηση των κατάλληλων ταλέντων, διαδικασία που έτσι και αλλιώς σήμερα δεν είναι εύκολη λόγω του εντεινόμενου «πόλεμου των ταλέντων» και αφετέρου αποδεικνύουν έμπρακτα ότι νοιάζονται για τους ανθρώπους τους, επενδύοντας ταυτόχρονα τόσο στο employee experience όσο και στο employer branding. Από την πλευρά τους, οι εργαζόμενοι ξέρουν ότι για να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του ψηφιακού μετασχηματισμού και να αποτελέσουν «μήλον της έριδος» στην αγορά εργασίας, οφείλουν να εξελίσσουν συνεχώς τις δεξιότητές τους και να μάθουν συνεχώς καινούργιες, που θα τους προσδώσουν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

Εφαρμόζοντας ένα πρόγραμμα Upskilling/Reskilling
Αναγνωρίζοντας, επομένως, την ανάγκη που υπάρχει για Upskilling και Reskilling των ανθρώπων τους, καθώς και τα οφέλη που αυτά θα τους επιφέρουν, το ερώτημα που γεννάται στις επιχειρήσεις είναι το πώς θα μπορέσουν να περάσουν από την θεωρία στην πράξη. Ανεξάρτητα από τον κλάδο, τις ιδιαιτερότητες κ.ά, οι επιχειρήσεις μπορούν να ακολουθήσουν πέντε βασικά βήματα:

Προσδιορισμός του κενού που υπάρχει. Αρχικά, οι εταιρείες θα πρέπει να αξιολογήσουν τους τωρινούς και τους μελλοντικούς στόχους τους, σκεπτόμενες το ποιες δεξιότητες είναι αναγκαίες για το μελλοντικό τους ανθρώπινο δυναμικό. Έτσι, μπορούν αφενός να προσδιορίσουν το εκάστοτε κενό στις δεξιότητες που υπάρχει και αφετέρου να εξετάσουν αναλυτικά την υπάρχουσα δομή, εντοπίζοντας τους ρόλους που θα μπορούν να γίνουν upskilled. Αυτό μπορεί να γίνει ακόμα και με τη διεξαγωγή έρευνας με την εμπλοκή των ίδιων των εργαζόμενων.
Ανάπτυξη συγκεκριμένης στρατηγικής. Στη συνέχεια, οι οργανισμοί οφείλουν να σκεφτούν πώς θα αναπτύξουν τη στρατηγική τους, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει peer coaching, διεύρυνση ρόλων, ακόμα και την εναλλαγή των ατόμων σε διάφορες θέσεις.
Ένταξη στην εταιρική κουλτούρα. Είναι σημαντικό να προαχθεί το Upskilling και το Reskilling στο πλαίσιο της εταιρικής κουλτούρας, καθώς έτσι αίρονται οι όποιοι ενδοιασμοί και φόβοι των ατόμων, αλλά επιτυγχάνεται και η μεγαλύτερη εμπλοκή τους.
Σχεδιασμός ακριβούς πλάνου. Κομβικό σημείο είναι ο σχεδιασμός ενός σαφούς πλάνου, το οποίο θα προβλέπει τον χρόνο που απαιτείται να αφιερώνουν οι εργαζόμενοι στην εκπαίδευση, καθώς και τους τρόπους που θα διασφαλίζουν το engagement τους, όπως για παράδειγμα την παροχή συγκεκριμένων ανταμοιβών.
Αξιολόγηση του ROI. Τελευταίο βήμα είναι η πρόβλεψη τρόπου μέτρησης του ROI για το εκάστοτε πρόγραμμα. Αυτό μπορεί να γίνει μέσα από μια σειρά metrics, όπως για παράδειγμα το κόστος της εκπαίδευσης σε σχέση με τα χρήματα που εξοικονομούνται από μια νέα πρόσληψη ή την αύξηση στην αποδοτικότητα.

Σε κάθε περίπτωση, οι οργανισμοί πρέπει να προσέξουν να μην παρερμηνεύσουν τις δεξιότητες που χρειάζονται. Και αυτό διότι, συχνά, οι εταιρείες τείνουν να εστιάζουν στις δεξιότητες και στις γνώσεις που οι εργαζόμενοι χρειάζεται να μάθουν, αντί να επικεντρωθούν στους εταιρικούς στόχους που θέλουν να δημιουργήσουν. Δίνουν δηλαδή περισσότερη σημασία στην εκπαίδευση αυτή καθαυτή και όχι στο αποτέλεσμά της. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις δεν πρέπει να επενδύουν υπερβολικά σε τεχνολογικά εργαλεία, περιμένοντας αυτά να «βγάλουν το φίδι από την τρύπα». Τουναντίον, οφείλουν να κάνουν την κατάλληλη προεργασία, ούτως ώστε να μην υπάρχουν διαφορετικές προσδοκίες μεταξύ της ηγεσίας και των εργαζομένων.

Η λύση του e-learning
Καθώς η νέα εργασιακή πραγματικότητα θέλει μια σημαντική μερίδα εργαζομένων να επιλέγει την τηλεργασία ή ένα υβριδικό μοντέλο εργασίας, γίνεται εύκολα κατανοητό ότι η εφαρμογή ενός Upskilling ή/και Reskilling προγράμματος μπορεί να φαντάζει με γόρδιο δεσμό. «Η ηλεκτρονική εκπαίδευση, είτε είναι σύγχρονη είτε ασύγχρονη, έρχεται να υποστηρίξει τη διαδικασία ανανέωσης ή αναβάθμισης των δεξιοτήτων των εργαζομένων μιας επιχείρησης που δραστηριοποιείται σε ένα σύγχρονο και ανταγωνιστικό περιβάλλον» υπογραμμίζει η Χ. Καρρά και συμπληρώνει: «Το e-learning είναι μια μέθοδος εκπαίδευσης που ταιριάζει στη σημερινή ψηφιακή εποχή, προσφέροντας ευελιξία ως προς τον χρόνο και τον χώρο παρακολούθησης ενός μαθήματος, περιορίζοντας τις μετακινήσεις και άρα κερδίζοντας χρόνο για τον εργαζόμενο. Ταυτόχρονα, οι εργαζόμενοι εκπαιδεύονται στον δικό τους ρυθμό, δίνοντας έμφαση στα σημεία εκείνα που ενδιαφέρουν τον καθένα περισσότερο. Τέλος, η δυνατότητα γρήγορης ανανέωσης του ψηφιακού υλικού τους επιτρέπει να έχουν στη διάθεσή τους την πιο πρόσφατη πληροφορία σχετικά με το θέμα που μελετούν, ενώ παράλληλα έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση που επιθυμούν χωρίς να χρειάζεται να περιμένουν πότε θα δημιουργηθεί κάποιο τμήμα που θα αφορά το εκπαιδευτικό αντικείμενο που αναζητούν».

Φαίνεται, επομένως, ότι το e-learning είναι σε θέση να διαδραματίσει, πλέον, εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στο Upskilling, στο Reskilling και γενικότερα στην εκπαίδευση των εργαζομένων. Με απλά λόγια, η πανδημία και η στροφή στην εξ αποστάσεως εργασία μετέτρεψε το e-learning από κάτι που ερχόταν να «σπάσει» τη μονοτονία της παραδοσιακής εκπαίδευσης σε απαραίτητο εργαλείο για κάθε εταιρεία. Αυτό συμβαίνει διότι είναι πλήρως συμβατό με τη νέα εργασιακή κουλτούρα που έχει αναδυθεί και που προτάσσει την εργασία από το σπίτι, ενώ παρέχει έναν μεγάλο βαθμό ευελιξίας τόσο ως προς τον ρυθμό που θα ακολουθήσει το άτομο όσο και το πότε και που θα πραγματοποιήσει την απαιτούμενη εκπαίδευση. Επίσης, με την υιοθέτηση μιας e-learning πλατφόρμας, οι εργαζόμενοι μπορούν να αναλάβουν οι ίδιοι την ευθύνη της ανάπτυξής τους και να είναι περισσότερο συγκεντρωμένοι. Φυσικά, για την επιχείρηση η πλατφόρμα σημαίνει ένα γρήγορο και οικονομικό τρόπο εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού, με άμεσο feedback και εύκολη ανίχνευση της προόδου κάθε εργαζόμενου ξεχωριστά, κάτι που είναι απαραίτητο για να κατανοηθεί επαρκώς το ROI.

«Η απόδοση της επένδυσης στην εκπαίδευση, αν και μπορεί να φαντάζει δύσκολη, είναι μετρήσιμη, καθώς μετρήσιμα είναι και τα αποτελέσματα αυτής. Ωστόσο, το πιο σημαντικό είναι να αντιληφθούμε τα πλεονεκτήματα που προσφέρει για παράδειγμα μια κατάλληλη εκπαιδευτική πλατφόρμα, αν μιλάμε για ηλεκτρονική εκπαίδευση σε σχέση με τις επιδόσεις των εργαζομένων μιας επιχείρησης. Κάποια από τα οφέλη είναι το γεγονός ότι μειώνονται τα κόστη και ο χρόνος μετακίνησης, η πρόσβαση στο εκπαιδευτικό υλικό είναι εφικτή από οποιαδήποτε φορητή συσκευή από οπουδήποτε υπάρχει σύνδεση στο διαδίκτυο, η εκπαιδευτική διαδικασία είναι πιο διαχειρίσιμη, ελέγξιμη και αξιολογείται σε περισσότερα στάδια και η χρήση της από πιο έμπειρα στελέχη παρέχει τη δυνατότητα μεταλαμπάδευσης της γνώσης και εμπειρίας τους, βελτιώνοντας με αυτό τον τρόπο την απόδοση της επιχείρησης» συμφωνεί και η Χ. Καρρά.

Συμπερασματικά, τη δεδομένη χρονική στιγμή, οι εταιρείες οφείλουν να επενδύσουν στο Upskilling και στο Reskilling των εργαζομένων τους, καθώς από αυτό εξαρτάται εν πολλοίς η επιχειρηματική συνέχεια και η πρόοδός τους. Εξάλλου, είναι κάτι που επιθυμούν και τα ίδια τα άτομα, γιατί γνωρίζουν ότι η εξέλιξη των δεξιοτήτων τους αποτελεί το «κλειδί» της απασχολησιμότητάς τους. Και αν η επένδυση αυτή φαντάζει δύσκολα υλοποιήσιμη, λόγω της εξ αποστάσεως εργασία, το e-learning έρχεται να προσφέρει τη λύση, ούτως ώστε, τελικά, οι εργαζόμενοι να μην είναι αναλφάβητοι, σύμφωνα με τον Alvin Toffler, αλλά η κινητήριος δύναμη που θα οδηγήσει τον οργανισμό με ασφάλεια και σιγουριά στην επόμενη μέρα.

Viewpoint
Catch them if you can

Στον κόσμο των επιχειρήσεων, η επικαιροποίηση των ικανοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού αποτελούσε ανέκαθεν καίριο ζήτημα για το HR και τη διοίκηση ενός οργανισμού. Τα τελευταία χρόνια όμως, εντοπίζεται αυξημένη ανάγκη επανεκπαίδευσης λόγω της ψηφιακής εποχής και, σε συνδυασμό με την πανδημία του 2020, έχουμε ενώπιον μας ένα από τα μεγαλύτερα case studies όσον αφορά το e-learning in business. H παραγωγικότητα και η αποδοτικότητα των ανθρώπινων πόρων ενός οργανισμού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ποσότητα και την ποιότητα των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του. Επομένως, βασικός στόχος για έναν οργανισμό είναι να αποκτά γρήγορα και ανά τακτά χρονικά διαστήματα τα πιο έγκυρα και έγκαιρα δεδομένα, τα οποία θα δώσουν τη δυνατότητα στο ανθρώπινο δυναμικό του να διεκπεραιώσει τον φόρτο εργασίας με όσο λιγότερα εμπόδια γίνεται.

Η ψηφιακή μάθηση (e-learning) παρέχει τη δυνατότητα στους οργανισμούς να προσφέρουν σύγχρονη ή ασύγχρονη εκπαίδευση στο ανθρώπινο δυναμικό τους, προκειμένου αυτό να ανταπεξέλθει στους γρήγορους ρυθμούς και τις αυξανόμενες απαιτήσεις της εποχής. Χωρίς τις καθυστερήσεις που απορρέουν από τη φυσική παρουσία και τον προγραμματισμό μιας δια ζώσης εκπαίδευσης, το upskilling και reskilling του ανθρώπινου δυναμικού μπορεί να γίνει σε λιγότερο χρόνο, με χαμηλότερο κόστος και ασυγκρίτως περισσότερους αποδέκτες (audience). Μας δίνεται λοιπόν η ευκαιρία να «αναβαθμίζουμε» το ανθρώπινο δυναμικό ενός οργανισμού κάθε φορά που υπάρχει εξέλιξη στις γνώσεις ή στις δεξιότητες που απαιτούνται σε ένα industry, ελαχιστοποιώντας όμως το κόστος αυτής της αναβάθμισης.

Όσο πιο ευέλικτος είναι ένας οργανισμός και όσο πιο γρήγορα προσαρμόζεται στα δεδομένα και τις απαιτήσεις μιας ταχέως μεταβαλλόμενης οικονομίας, τόσο πιο πιθανό είναι να επιβιώσει από τις διακυμάνσεις αυτής. Η ανανέωση του ανθρώπινου δυναμικού με προσθήκη νέων μελών, παρόλο που αποφέρει αρκετά οφέλη για έναν οργανισμό, συνοδεύεται από πολύ υψηλότερο κόστος συγκριτικά με την αναβάθμιση του ήδη υπάρχοντος δυναμικού. Καθώς οι πολυεθνικές εταιρείες επεκτείνουν όλο και περισσότερο το επιχειρηματικό τους πεδίο προκειμένου να διατηρήσουν ή να αυξήσουν την κερδοφορία τους, το e-learning εμφανίζεται ως ο πλέον οικονομικά αποδοτικός τρόπος για το upskilling και reskilling του ανθρώπινου δυναμικού.

Πέρα από τα προφανή πλεονεκτήματα της χρήσης e-learning για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων, υπάρχει και το επιχείρημα της μεγιστοποίησης του ROI. Η απόδοση της επένδυσης, την οποία έχει πραγματοποιήσει ο οργανισμός όσον αφορά το ανθρώπινο κεφάλαιο, μεγιστοποιείται υπό την εξής σκοπιά: Η αυξανόμενη ανάγκη των ανθρώπων να μην μένουν στάσιμοι στον χώρο της εργασίας τους για μεγάλα χρονικά διαστήματα, αλλά αντιθέτως να μπορούν να εξελιχθούν και να ανελιχθούν στον οργανισμό, ικανοποιείται μέσω του upskilling και reskilling. Συνεπώς, με αυτόν τον τρόπο, ένας οργανισμός καταφέρνει να προσφέρει κίνητρο στους ανθρώπους να παραμείνουν στο δυναμικό του (regulated turnover), αναβαθμίζει το οπλοστάσιο ικανοτήτων του οργανισμού και καλλιεργεί την οργανωσιακή του ευελιξία, η οποία απαιτείται στη σημερινή οικονομία.

Κωνσταντίνος Μπλιούμης, People & Organization Transformation Assistant, Mars

Case Study
ΕΝΑ ΝΕΟ B(E)E-LEARNING ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΗΣ APIVITA

H Apivita, στα 42 χρόνια παρουσίας της στον χώρο των καλλυντικών, επένδυε και συνεχίζει να επενδύει στην εκπαίδευση και στην ανάπτυξη των ανθρώπων της.
Οι σύγχρονες και συνεχείς αλλαγές -και ειδικά η περίοδος της πανδημίας- οδήγησε τα τμήματα Ανθρώπινου Δυναμικού να επαναπροδιορίσουν τους στόχους τους και να προσαρμοστούν σε αυτό το έντονα μεταβαλλόμενο περιβάλλον.

Για εμάς, η συνθήκη της «απομακρυσμένης εργασίας» ήταν καινούρια καθώς είμαστε ένας οργανισμός που βασίζεται στις άμεσες διαπροσωπικές επαφές. Αυτή η ιδιαίτερη συνθήκη μας ώθησε στο να αναδιαρθρώσουμε συστήματα, πολιτικές και διαδικασίες. Απόρροια αυτού ήταν η στρατηγική μας επένδυση στην ανάπτυξη της ήδη υπάρχουσας πλατφόρμας e-learning. Με την υποστήριξη και κατεύθυνση του ομίλου σε κινήσεις ψηφιακού μετασχηματισμού, αποφασίσαμε να εμπλουτίσουμε την πλατφόρμα με μια ποικιλία μαθήματων.

Πιο συγκεκριμένα, διαμορφώσαμε τρεις βασικούς πυλώνες μεταξύ των οποίων και κινηθήκαμε. Αρχικά, άμεση και πρωταρχική ανάγκη ήταν η διαμόρφωση ενός digital OnBoarding προγράμματος, ώστε οι νέοι συνάδελφοι (NewBees) να μπορούν να προσαρμοστούν και να κατανοήσουν εύκολα τις αξίες και την κουλτούρα της εταιρείας.
Ξεκινήσαμε, λοιπόν, σε συνεργασία με το τμήμα Εκπαίδευσης, το σχεδιασμό του OnBoarding σε μια λογική διάδρασης με τον NewBee από την πρώτη κιόλας μέρα αποδοχής της συνεργασίας μας. Σύμφωνα με αυτό, δίνουμε σε κάθε νέο συνάδελφο πριν ξεκινήσει επίσημα στον οργανισμό, πρόσβαση στην πλατφόρμα ώστε να τον καλωσορίσουμε και να του απαντήσουμε σε βασικές ερωτήσεις που αφορούν την εργασία του σε εμάς.

Με την έναρξη του στον οργανισμό, επιλέξαμε να «ορίσουμε» τον αντίστοιχο, φυσικής παρουσίας, buddy του σε μια «μέλισσα buddy» που θα τον συνοδεύει σε όλη την περίοδο προσαρμογής στο νέο εργασιακό του περιβάλλον. Το digital Onboarding δομήθηκε με βίντεο καλωσορίσματος από τη διοίκηση, 360ο παρουσίαση των εγκαταστάσεων μας, ώστε ο NewBee να περιηγηθεί και να μάθει χρήσιμες πληροφορίες για χώρους του εργοστασίου, γνωριμία με τα τμήματα της εταιρείας και πληροφορίες για τις αξίες και τις πολιτικές μας μέσω σύντομων quiz, προκειμένου να διατηρείται η διάδραση. Στόχος μας είναι το συγκεκριμένο πρόγραμμα να μπορεί να λειτουργεί αυτόνομα, αλλά ιδανικά σε μια blended μορφή, ώστε να αποκτά ο NewBee μια ολοκληρωμένη εμπειρία.

Ως δεύτερο πυλώνα ορίσαμε τις κατηγορίες «Υγείας και Ασφάλειας» και «Ευαισθητοποίηση ως προς το Περιβάλλον», δίνοντας πρόσβαση σε όλους τους εργαζόμενους.
Το πρώτο ως αναγκαία συνθήκη, δεδομένου ότι είμαστε βιομηχανία, και το δεύτερο ως σημαντικό στόχο του οργανισμού για ενίσχυση της ευαισθητοποίησης ως προς τη Βιωσιμότητα και την Πράσινη Ανάπτυξη.

Τέλος, επιδιώκουμε να ενισχύσουμε την πλατφόρμα με μαθήματα soft skills, δημιουργώντας learning paths σύμφωνα με το career path του κάθε ρόλου προκειμένου να εστιάσουμε στο Reskilling και Upskilling, δυο έννοιες πολύ ουσιαστικές στο συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον που ζούμε.

Λυδία Γκουζιώτη, HR Generalist, Apivita