Η εποχή, κατά την οποία ένα πτυχίο ήταν αρκετό για μία επιτυχημένη καριέρα, έχει πλέον περάσει ανεπιστρεπτί. Σήμερα, η υπερπληθώρα πτυχιούχων, έχει οδηγήσει τόσο τις επιχειρήσεις στην αναζήτηση στελεχών με μεταπτυχιακή εξειδίκευση όσο και τους εργαζόμενους στην προσαρμογή τους στο νέο τοπίο της αγοράς εργασίας. Προκειμένου, πολλές φορές όχι πλέον για να διακριθεί αλλά ακόμα και να επιβιώσει στον επαγγελματικό στίβο, η εξειδίκευση του εργαζόμενου θεωρείται «εκ των ων ουκ άνευ».

<‘Σελίδα 1: Σύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας και προστιθέμενη αξία’>
Η παγκοσμιοποιημένη οικονομία, απαιτεί συνεχή μάθηση και επαγγελματική ανάπτυξη καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας ενώ η επίδοση πλέον του εργαζόμενου και η εξέλιξη της σταδιοδρομίας του, δεν εξαρτάται απαραίτητα μόνο από την τυπική εκπαίδευση και κατάρτιση που έχει λάβει -ακόμα και αν πρόκειται για πανεπιστημιακές σπουδές. Έτσι, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού της αγοράς, και ειδικά σε περιόδους όπως αυτή που διανύουμε, όπου τα περιθώρια των προσφερόμενων θέσεων εργασίας έχουν στενέψει, οι εργαζόμενοι βρίσκονται σε ένα διαρκές κυνήγι τυπικών και ουσιαστικών προσόντων.

Σύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας
Το επίπεδο της εκπαίδευσης που παρέχουν τα πανεπιστημιακά ιδρύματα αλλά και η ικανότητά τους να παράγουν ικανούς και ευέλικτους επιστήμονες, που μπορούν να απορροφηθούν αποτελεσματικά στη σύγχρονη αγορά εργασίας, έχουν αποτελέσει συχνά αιτία αντιπαράθεσης. Αν και στο εξωτερικό η επαγγελματική αποκατάσταση των αποφοίτων αποτελεί κριτήριο αξιολόγησης των Πανεπιστημίων, στην Ελλάδα, έντονη παραμένει η ακαδημαϊκή και πολιτική κόντρα σχετικά με τη σύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας.

Εντούτοις, στο πλαίσιο έρευνας του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου για την αγορά εργασίας, αποτυπώνεται η σαφής πρόθεση των επιχειρήσεων να ζητούν μεταπτυχιακούς τίτλους. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις απαντήσεις των εκπροσώπων των επιχειρήσεων, το 36,8% δηλώνει ότι προτιμά ο μελλοντικός του εργαζόμενος να είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου ενώ τρίτο στην κατάταξη «επιθυμητό προσόν» για την πρόσληψη είναι ο διδακτορικός τίτλος.

Γενικότερα, όπως ήταν αναμενόμενο, το κριτήριο με το οποίο οι περισσότερες επιχειρήσεις (76,1%) επιλέγουν τους μελλοντικούς τους συνεργάτες, είναι το μορφωτικό τους επίπεδο.

Προστιθέμενη αξία
Άλλωστε, το να διαθέτει μία επιχείρηση εργαζόμενους με μεταπτυχιακή εξειδίκευση, της προσθέτει αξία, καθώς οι γνώσεις που διαθέτουν βοηθούν στην καλύτερη αλλά και ποιοτικότερη ανάπτυξή της.

Επιπλέον, αρκετές είναι οι επιχειρήσεις που υποστηρίζουν την ανάπτυξη και επιμόρφωση του προσωπικού τους, προκειμένου να ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στις διαρκώς μεταβαλλόμενες απαιτήσεις της αγοράς. Έτσι, εκτός από τα ενδοεπιχειρησιακά προγράμματα που οργανώνονται, πολλές είναι οι εταιρείες που ενθαρρύνουν τους εργαζόμενούς τους να παρακολουθούν μεταπτυχιακές σπουδές και τους στηρίζουν είτε χρηματικά είτε με ειδικές παροχές όπως ευέλικτα ωράρια κτλ. Οι μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών, αντανακλούν, μεταξύ άλλων και το βαθμό παραγωγικότητας που μπορούν να επιδείξουν οι κάτοχοί τους, καθώς τα άτομα που έχουν ολοκληρώσει μεταπτυχιακές σπουδές ή εξακολουθούν να σπουδάζουν, χαρακτηρίζονται ως οι πλέον παραγωγικοί, λόγω της ικανότητάς τους να υιοθετούν και να ενσωματώνουν νέες γνώσεις και δεξιότητες, μία ικανότητα που συνεχώς καλλιεργείται μέσω της μάθησης.
<‘here’>


<‘Σελίδα 2: Σπουδές σε κρίση ή κρίσιμες σπουδές;’>
Σπουδές σε κρίση ή κρίσιμες σπουδές;
Στο πλαίσιο της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης, η ζήτηση για υψηλού επιπέδου δεξιότητες και γνώσεις, δε δείχνει να έχει μειωθεί στην αγορά εργασίας. Το αντίθετο μάλιστα. Όσο η οικονομία βρίσκεται σε κρίση, η ανάγκη για εργαζόμενους με μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών μεγαλώνει. Αυτό επιβεβαιώνει και ο Γιάννης Νικολάου, MSc, PhD, Επίκουρος Καθηγητής Οργανωσιακής Συμπεριφοράς του Τμήματος Διοικητικής Επιστήμης & Τεχνολογίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο καθηγητής, υποστηρίζει ότι παρόλο που είναι νωρίς να αποτιμηθεί ο αντίκτυπος της οικονομικής ύφεσης στην αγορά των μεταπτυχιακών προγραμμάτων, οι πρώτες ενδείξεις μαρτυρούν ότι ειδικά οι υποψήφιοι των προγραμμάτων MBA, συνειδητοποιούν ότι οι δυσχέρειες της αγοράς εργασίας απαιτούν την απόκτηση επιπλέον τυπικών και ουσιαστικών προσόντων και δεξιοτήτων. Έτσι, προσπαθούν να αποκτήσουν ένα μεταπτυχιακό τίτλο που θα τους βοηθήσει να παραμείνουν ανταγωνιστικοί στην αγορά εργασίας.

Όπως δήλωσε η Αλεξάνδρα Καώνη, PhD. Cand. MBA, M.Phil, Υπεύθυνη Εταιρικών Υποθέσεων του New York College, ειδικοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι σε περιόδους κρίσης η ζήτηση για εκπαίδευση αυξάνεται δεδομένου ότι οι εργαζόμενοι ανησυχώντας για το μέλλον τους, επιλέγουν σίγουρες επενδύσεις, όπως αυτή της δια βίου μάθησης. Επιπλέον, υποστήριξε ότι η άποψη αυτή αποδεικνύεται και από το μεγαλύτερο αριθμό εγγραφών κυρίως εργαζόμενων, εφόσον η κρίση γίνεται περισσότερο αντιληπτή από αυτούς που ήδη βρίσκονται στην αγορά εργασίας.

Σύμφωνα με την Δρ. Μάνια Παπαπαναγιώτου – Κανελλοπούλου, Γενική Υπεύθυνη της iCon, «στην παρούσα φάση αλλά και στο μέλλον, η ζήτηση για υψηλού επιπέδου μεταπτυχιακές σπουδές θα είναι αυξημένη, καθώς πρωταρχικό ρόλο για το μέλλον μίας χώρας παίζουν οι ικανότητες, οι γνώσεις, οι στάσεις και οι αντιλήψεις των πολιτών της, που διαμορφώνονται μέσω της εκπαίδευσης και της συνεχούς επιμόρφωσης».

Συνεπώς, αν και κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τις αρνητικές προοπτικές που υπάρχουν τόσο για την οικονομία όσο και για το «ομιχλώδες» τοπίο στην αγορά εργασίας, οι κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν την κατάσταση, όχι μόνο με περισσότερη ψυχραιμία αλλά και με περισσότερα εφόδια. Άλλωστε σύμφωνα και με στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, το τέταρτο τρίμηνο του 2008, τα χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας (5%) αφορούσε τα άτομα που διαθέτουν μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο σπουδών.

Κάνε παιδί μου master
Αν κρίνουμε από το ενδιαφέρον που δείχνουν οι πτυχιούχοι για μεταπτυχιακές σπουδές, φαίνεται ότι έχει γίνει απόλυτα κατανοητή η τάση που επικρατεί στην αγορά εργασίας. Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Παιδείας, την τελευταία εξαετία, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές στα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα αυξήθηκαν κατά 54%. Πιο συγκεκριμένα, από τους 50.057 το ακαδημαϊκό έτος 2002, ο αριθμός εκτοξεύθηκε στους 77.167 το 2008. Από αυτούς, οι 39.455 παρακολουθούν προγράμματα master και οι 37.712 διδακτορικές σπουδές.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απόψεις οι αποφοίτων σχετικά με τις μεταπτυχιακές σπουδές. Σε έρευνα που πραγματοποίησαν οι φοιτητές του Μεταπτυχιακού Προγράμματος στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (ΜΒΑ) του Πανεπιστημίου Πειραιά, προκύπτει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων αποφοίτων πανεπιστημίου, σε ποσοστό 93%, θεωρεί ότι ένα μόνο πτυχίο δεν είναι αρκετό για τη σύγχρονη αγορά εργασίας.

Από την έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε 500 υποψήφιους φοιτητές για ΜΒΑ ή Μάστερ στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, στα Πανεπιστήμια Πειραιά, Μακεδονίας και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο, προέκυψε επίσης ότι η απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου αξιολογείται από το 96% ως σημαντική για την εξασφάλιση επιτυχημένης επαγγελματικής σταδιοδρομίας. Ποια, όμως, θεωρείται ως καταλληλότερη περίοδος για να παρακολουθήσει κανείς μεταπτυχιακές σπουδές, πριν ή μετά από την είσοδο στην εργασία; Η Ερατώ Παρασχάκη, MBA Program Director, MSc in Strategic HRM Program Director στο ALBA Graduate Business School, υποστηρίζει ότι και οι δύο εκδοχές μπορούν εξίσου να αποδειχθούν αποτελεσματικές. Στην περίπτωση κάποιου που μόλις έχει ολοκληρώσει τις προπτυχιακές του σπουδές, ένας μεταπτυχιακός τίτλος εξειδίκευσης (Master of Art ή Master of Science) δύναται να του προσδώσει κατεύθυνση ή εξειδίκευση στην επαγγελματική του εξέλιξη.

Ωστόσο, δεν πρέπει να αμφισβητήσουμε και τα οφέλη που μπορεί να αποκομίσει κάποιος, ο οποίος ήδη βρίσκεται στον επαγγελματικό στίβο, καθώς σε αυτή την περίπτωση ο μεταπτυχιακός φοιτητής προσέρχεται με ένα μείγμα εμπειριών που έχει ήδη αποκτήσει και οι οποίες συστηματοποιούνται και αποκτούν θεωρητικό υπόβαθρο.

Άλλωστε, όπως η ίδια ανέφερε, αυτό αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για ορισμένα μεταπτυχιακά προγράμματα όπως τα Μεταπτυχιακά στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (MBA). Αντίστοιχα, η Α. Καώνη, υποστήριξε ότι αν και υπάρχουν ΜΒΑ προγράμματα που απαιτούν εργασιακή προϋπηρεσία, ως προϋπόθεση εγγραφής και άλλα που έχουν δομηθεί έτσι ώστε η πρακτική γνώση να αποκτάται μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία, η διαφορά αυτή δεν έχει σχέση με την ποιότητα του προγράμματος.

Οι μεταπτυχιακές σπουδές φαίνεται ότι δεν εμπλουτίζουν μόνο τις γνώσεις και τις ικανότητες αλλά μπορούν να επιτρέψουν ακόμα και την αλλαγή της καριέρας, να ενισχύσουν την απασχολησιμότητα αλλά και να καταστήσουν τους κατόχους τους, περιζήτητους μεταξύ των επιχειρήσεων.  Σύμφωνα με στοιχεία που συγκεντρώνει το Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στη Διοίκηση Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πειραιά, κάθε χρόνο, στα 5 MBA που λειτουργούν στα ελληνικά ΑΕΙ, σπουδάζουν πάνω από 800 πτυχιούχοι διαφόρων ειδικοτήτων: από οικονομολόγους και μηχανικούς μέχρι φιλολόγους, γεωπόνους ακόμα και γιατρούς. Ο αριθμός μάλιστα των αιτήσεων είναι τουλάχιστον 8πλάσιος και συνεχώς αυξάνεται. Το πολύ σύντομο διάστημα εξεύρεσης εργασίας από τη στιγμή που ολοκληρώνεται το MBA, δικαιολογεί τη μεγάλη αυτή ζήτηση: από 3 έως 6 μήνες κατά μέσο όρο.
<‘here’>


<‘Σελίδα 3: Περιζήτητοι κλάδοι και κριτήρια επιλογής’>
Περιζήτητοι κλάδοι
Κατά το παρελθόν, τα άτομα που επιθυμούσαν να ακολουθήσουν μεταπτυχιακές σπουδές, μπορούσαν να επιλέξουν ανάμεσα σε πολύ συγκεκριμένους κλάδους στους οποίους ένα ίδρυμα διέθετε εξειδίκευση, ανεξάρτητα από τις απαιτήσεις της τοπικής και διεθνούς αγοράς. Η προσέγγιση αυτή έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Έτσι, τα μεταπτυχιακά προγράμματα αναδιαμορφώνονται και σχεδιάζονται προκειμένου οι απόφοιτοι να είναι καταρτισμένοι με τις ικανότητες που απαιτούν συγκεκριμένοι κλάδοι της αγοράς.

Το μάστερ στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (Master in Business Administration-MBA) εξακολουθεί να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον τόσο των φοιτητών όσο και των εργοδοτών. Όπως υποστηρίζει και ο καθηγητής Γ. Νικολάου, τα MBA εξακολουθούν να έχουν, παρά την πρόσφατη οικονομική κρίση, τη μεγαλύτερη απήχηση στον κόσμο των επιχειρήσεων, καθώς ο πλούτος των σύγχρονων γνώσεων που προσφέρουν στους κατόχους τους, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο, είναι ιδιαίτερα σημαντικός.

Η Κατερίνα Ξυνή, Head of Marketing & Development του Mediterranean College, φαίνεται να συμφωνεί με αυτή την άποψη, καθώς όπως υποστηρίζει, το MBA ήταν και αναμένεται να είναι το πιο δημοφιλές μεταπτυχιακό πρόγραμμα αφού είναι ελκυστικό τόσο σε απόφοιτους πανεπιστημίων με εργασιακή εμπειρία όσο και σε στελέχη επιχειρήσεων χωρίς πρώτο πτυχίο.

Όπως δήλωσε η Δρ. Μ. Παπαπαναγιώτου – Κανελλοπούλου, «σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Καθηγητού Χαράλαμπου Κ. Κανελλόπουλου, ο μεταπτυχιακός τίτλος γίνεται συνεχώς σημαντικότερος για εξέλιξη στη θέση του Διευθυντού του HR και στην Ελλάδα. Για μία επιτυχημένη καριέρα χρειάζονται προσόντα, γνώσεις και εργασιακή ηθική, δηλαδή: απόκτηση καλού πτυχίου και μεταπτυχιακού που θα μας δώσει γνώσεις στο αντικείμενο εργασίας που μας ενδιαφέρει και πρόσβαση στην αγορά εργασίας, συνεχή ενημέρωσή μας ως προς τις νεότερες εξελίξεις στο αντικείμενό μας, καλή γνώση τουλάχιστον δύο ξένων γλωσσών αλλά και αφοσίωση και ενδιαφέρον για την εργασία μας ώστε να γινόμαστε όχι απλώς χρήσιμοι, αλλά απαραίτητοι».

Σύμφωνα με την Κ. Ξυνή, προγράμματα MBA επιλέγουν μεσαία-ανώτερα στελέχη επιχειρήσεων, ηλικίας κατά μέσο όρο, 35 ετών, executive diplomas, επιλέγουν κατά κανόνα εργαζόμενοι που ζητούν εξειδίκευση, ανεξαρτήτως πτυχίου ή διοικητικής βαθμίδας, ενώ τα masters είναι δημοφιλή σε νέους πτυχιούχους πανεπιστημίων.

Κριτήρια επιλογής
του κατάλληλου προγράμματος  Υπό το καθεστώς ανασφάλειας σχετικά με την επαγγελματική τους αποκατάσταση και στο πλαίσιο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που την εντείνει και την ισχυροποιεί, νέοι απόφοιτοι αλλά και εργαζόμενοι οδηγούνται σε ένα διαρκές κυνήγι πτυχίων. Προκειμένου, ωστόσο, να επιτευχθεί ο τελικός στόχος, ο πλέον καθοριστικός παράγοντας φαίνεται να είναι η σωστή επιλογή σπουδών. Η διαδικασία κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος καλείται να αποφασίσει ποιο είναι το μεταπτυχιακό πρόγραμμα που του ταιριάζει καλύτερα, δεν είναι και τόσο απλή, καθώς θα βρεθεί αντιμέτωπος με μία ποικιλία επιλογών. Η φήμη που έχει το εκπαιδευτικό ίδρυμα, η αναγνώρισή του σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο αλλά και το διδακτικό προσωπικό, θα πρέπει να αποτελούν ορισμένα από τα βασικά κριτήρια για την επιλογή του κατάλληλου μεταπτυχιακού προγράμματος.

Επίσης, το πρόγραμμα σπουδών, το περιεχόμενο των προσφερόμενων μαθημάτων αλλά και το πρόγραμμα των υποχρεωτικών παρουσιών θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη. Προκειμένου κάποιος να ολοκληρώσει με επιτυχία την παρακολούθηση του μεταπτυχιακού προγράμματος, πρέπει να μπορεί να το προσαρμόσει στο καθημερινό του πρόγραμμα, το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει επαγγελματικές, οικογενειακές και άλλες κοινωνικές υποχρεώσεις.

Καθοριστικοί παράγοντες επίσης θεωρούνται ο χρόνος που απαιτείται για την ολοκλήρωση των σπουδών αλλά και το κόστος. Επιπλέον, σημαντικό ρόλο παίζει και η αναλογία καθηγητών / φοιτητών αλλά και τα προσόντα τα οποία απαιτείται από το εκάστοτε εκπαιδευτικό ίδρυμα να διαθέτει ο υποψήφιος. Επίσης, κάποια εκπαιδευτικά ιδρύματα προσφέρουν ορισμένες παροχές που θεωρούνται επιπρόσθετη αξία. Τέτοιες είναι για παράδειγμα η δυνατότητα βελτίωσης της γνώσης της αγγλικής γλώσσας, η υποστήριξη που παρέχει μετά την ολοκλήρωση των σπουδών, η συνεργασία που διατηρεί με επιχειρήσεις και η σύνδεση των αποφοίτων με αυτές. Ίσως ο πιο αξιόπιστος και έγκυρος τρόπος για να μάθει κάποιος την κατάσταση που πραγματικά επικρατεί στο εκπαιδευτικό ίδρυμα που τον ενδιαφέρει, είναι να συζητήσει με ένα φοιτητή ή απόφοιτο προκειμένου να λάβει τις πληροφορίες που τον αφορούν.

Ωστόσο, το πιο σημαντικό φαίνεται να είναι το κατά πόσο το πρόγραμμα που αποφασίζει κάποιος να παρακολουθήσει, καλύπτει τις ανάγκες του, τον φέρνει πιο κοντά στις προσωπικές και επαγγελματικές του φιλοδοξίες και ταιριάζει περισσότερο με αυτό που θέλει να επιτύχει.
<‘here’>


<‘Σελίδα 4: Η παγκοσμιοποίηση στα Πανεπιστήμια’>
Η παγκοσμιοποίηση στα Πανεπιστήμια
Η αυξημένη κινητικότητα, σε παγκόσμιο επίπεδο, που εμφανίζεται στον ακαδημαϊκό χώρο, μαρτυρά μεταξύ άλλων και την επιθυμία των ανθρώπων να αποκτήσουν την απαραίτητη ευελιξία και διαπολιτισμική γνώση που χρειάζονται, ώστε να είναι σε θέση να ανταγωνιστούν σε μία ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά εργασίας.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της UNESCO και του ΟΟΣΑ, ο αριθμός των φοιτητών που επιδίωξαν να σπουδάσουν μακριά από τη χώρα τους έχει αυξηθεί κατά 4,9% (ή κατά 127.336 σε απόλυτους αριθμούς) σε σχέση με τα στοιχεία του προηγούμενου έτους, ανεβάζοντας τον αριθμό τους σε 2,73 εκατομμύρια φοιτητές. Από το 2000, ο αριθμός των καταγεγραμμένων φοιτητών ανώτατης εκπαίδευσης διεθνώς, έχει αυξηθεί κατά 50%.

Σύμφωνα με την έρευνα του MBA του Πανεπιστημίου Πειραιώς, το 53% των συμμετεχόντων, θεωρεί βέβαιο ότι δε θα επιλεγεί από ένα ελληνικό ΑΕΙ με αποτέλεσμα να απευθύνεται σε ξένα πανεπιστήμια για μεταπτυχιακές σπουδές. Συγκεκριμένα, 13.000 περίπου είναι οι έλληνες φοιτητές που παρακολουθούν μεταπτυχιακά προγράμματα σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, με τη συντριπτική πλειοψηφία να βρίσκεται στη Βρετανία και μετά στις ΗΠΑ και τη Γερμανία.

Παρόλο που στα ελληνικά ΑΕΙ, συνολικά οργανώνονται 463 μεταπτυχιακά προγράμματα και 26 τα οποία οργανώνονται από ξένα πανεπιστήμια σε συνεργασία με τα ΤΕΙ, οι τέσσερις στους δέκα επιλέγουν ΑΕΙ του εξωτερικού καθώς θεωρούν ότι απαιτούνται λιγότερα προσόντα, παρόλο που το κόστος είναι πολύ υψηλότερο. 8 στους 10, θεωρούν ότι ο μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών (στη Διοίκηση Επιχειρήσεων), είτε αποκτηθεί στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό, αναγνωρίζεται εξίσου από την αγορά εργασίας.

Παρόμοιο ήταν και το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι θεωρούν το επίπεδο ποιότητας των ελληνικών μεταπτυχιακών σπουδών στη Διοίκηση Επιχειρήσεων το ίδιο υψηλό με αυτό των πανεπιστημίων του εξωτερικού. Πολλά είναι τα άτομα που επιλέγουν το δρόμο των ιδιωτικών κολεγίων που υπάρχουν στη χώρα μας, για τη μεταπτυχιακή τους κατάρτιση. Δεν είναι λίγα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα που προσφέρουν μεταπτυχιακές σπουδές και ανταγωνίζονται επί «ίσοις όροις» όχι μόνο τα ελληνικά πανεπιστημιακά ιδρύματα αλλά και γνωστά πανεπιστήμια του εξωτερικού, προσφέροντας τίτλους διεθνώς αναγνωρισμένους.

Επίσης, ορισμένα από αυτά, συνεργάζονται με σχολές του εξωτερικού, διασφαλίζοντας όχι μόνο την αξιοπιστία αλλά και την ποιότητα των σπουδών που προσφέρουν, ενώ άλλα διατηρούν σχέσεις με επιχειρήσεις, διευκολύνοντας τους αποφοίτους τους κατά την είσοδό τους στην αγορά εργασίας.

Προσαρμοσμένο στις ιδιαίτερες ανάγκες
Αρκετοί είναι οι εκπαιδευτικοί οργανισμοί, οι οποίοι ανταποκρινόμενοι στις ανάγκες όσων μένουν στην περιφέρεια, προσφέρουν τους προγράμματα με τη μέθοδο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (distance learning). Επιπλέον, τα μεταπτυχιακά αυτά είναι ιδιαίτερα δημοφιλή σε εργαζόμενους με άστατο ή βεβαρυμμένο πρόγραμμα.

Χάρη στην εξέλιξη της τεχνολογίας, η απόσταση στην «εξ αποστάσεως» εκπαίδευση, έχει μικρύνει. Το internet, τα email, η τηλεδιάσκεψη αλλά και τόσες άλλες ευκολίες που προσφέρει το διαδίκτυο, έχουν καταστήσει αυτή τη μέθοδο εκπαίδευσης ιδιαίτερα ευέλικτη και προσιτή. Αυτό, ωστόσο, δε συνεπάγεται και λιγότερες απαιτήσεις σε σχέση με τις άλλες μεθόδους καθώς χρειάζεται δέσμευση, πειθαρχία, συνέπεια αλλά και σωστή αυτό-διαχείριση του χρόνου.

Επιπλέον, τα περισσότερα μεταπτυχιακά, σχεδιάζουν το πρόγραμμά τους έτσι ώστε να μπορούν να το παρακολουθήσουν και εργαζόμενοι.
<‘here’>


<‘Σελίδα 5: Case Studies: Τα μεταπτυχιακά στην ING Greece, στην Tasty Foods και στη Microsoft Hellas’>
Τα μεταπτυχιακά στην ING Greece
Ένα πολύ συνηθισμένο δίλημμα που αντιμετωπίζουν οι απόφοιτοι προπτυχιακών προγραμμάτων είναι εάν θα συνεχίσουν απευθείας τις σπουδές τους ή εάν θα πρέπει πρώτα να αποκτήσουν κάποια επαγγελματική εμπειρία. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για να επιλέξει κάποιος το δεύτερο. Ο πιο σημαντικός από αυτούς είναι το γεγονός ότι είναι πιο εύκολο να διαλέξει κανείς σωστά τον τομέα που θα ήθελε να εξειδικευτεί αλλά και να κατανοήσει σε μεγαλύτερο βάθος τη θεωρία, εάν πρώτα έχει δει στην πράξη πώς λειτουργεί μία επιχείρηση και τις δραστηριότητές της.

Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η αγορά εργασίας έχει γίνει πολύ πιο ανταγωνιστική, με αισθητά αυξημένο το ποσοστό των εργαζομένων που διαθέτουν ένα μεταπτυχιακό τίτλο. Τα βιογραφικά που λαμβάνουμε δείχνουν μία γενική τάση προς τα MBAs, πολλά από τα οποία παρέχουν παράλληλα και μία εξειδίκευση. Παρόλα αυτά, το ακαδημαϊκό υπόβαθρο δεν αποτελεί μοναδική προϋπόθεση για την πρόσληψη ή εξέλιξη ενός εργαζομένου. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η επαγγελματική εμπειρία είναι πολύ πιο σημαντική, σε συνδυασμό βέβαια με την προσωπικότητα, τις ικανότητες και την απόδοση ενός εργαζομένου. Αυτή είναι μία πραγματικότητα που θα πρέπει να γνωρίζουν όσοι είναι στην αρχή της καριέρας τους, ακόμα και εάν είναι κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων, όχι βέβαια για να αποθαρρυνθούν αλλά για να είναι προετοιμασμένοι να δεχθούν ακόμα και μία entry level θέση.

Η ING ενθαρρύνει και στηρίζει πλήρως τους εργαζόμενους που επιλέγουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους παράλληλα με την εργασία τους, καθώς κατανοεί τη δυσκολία ενός τέτοιου εγχειρήματος.

Κέλλυ Παναγιωτίδου, Head of Training & Development, HR, ING Greece

Οι μεταπτυχιακές σπουδές στην Tasty Foods
Οι μεταπτυχιακές σπουδές δεν είναι πανάκεια. Σαφώς, σήμερα αποτελούν συγκριτικό πλεονέκτημα για τους νέους, εφόσον οι απαιτήσεις και ο ανταγωνισμός στην αγορά εργασίας ολοένα και αυξάνονται. Αυτό όμως δεν πρέπει να αγχώνει τους υποψηφίους να κάνουν βιαστικές κινήσεις προκειμένου να αποκτήσουν μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών που δεν ανταποκρίνονται στις γνώσεις που χρειάζονται σύμφωνα με τα ενδιαφέροντά τους και τις επαγγελματικές τους προσδοκίες. Τα μεταπτυχιακά προσφέρουν στους νέους εξειδίκευση σε διαφόρους τομείς ή συνδυασμό προγραμμάτων, ώστε ο χρόνος ένταξής τους στον επιχειρησιακό κύκλο να είναι σχετικά μικρότερος και πιο ομαλός.

Οι εταιρείες χρειάζονται καταρτισμένα στελέχη με εμπειρία και προσόντα που να ανταποκρίνονται στις καθημερινές απαιτήσεις και προκλήσεις. Οι υποψήφιοι θα πρέπει να συνδυάσουν την εμπειρία με την ακαδημαϊκή εκπαίδευση και να μην επικεντρωθούν σε ένα μόνο από τα δυο. Η εμπειρία συνήθως υπερτερεί του μεταπτυχιακού γι’ αυτό και είναι προτιμότερο να υπάρχουν 2-3 χρόνια εργασίας πριν αποκτήσει κάποιος/α το μεταπτυχιακό του. Οι υποψήφιοι στα πρώτα χρόνια εμπειρίας τους θα πρέπει να είναι διατεθειμένοι να ξεκινήσουν από τη βάση της πυραμίδας της ιεραρχίας επιδεικνύοντας αποτελεσματικότητα, ζήλο και θέληση για μάθηση προκειμένου να αποκτήσουν την εμπειρία και γνώση με στόχο τη σταθερή ανάπτυξη και εξέλιξη. Η νοοτροπία «αυτή η δουλειά δεν είναι για μένα γιατί εγώ έχω πτυχίο» οδηγεί σε εφήμερη επιτυχία χωρίς σταθερή προοπτική.

Στην Tasty αν και θεωρούμε ότι οι σπουδές, πόσο μάλλον ένα μεταπτυχιακό, αποτελούν μια καλή βάση στο ξεκίνημα της επαγγελματικής σταδιοδρομίας, δίνουμε μεγάλη βαρύτητα στα προσωπικά χαρακτηριστικά του υποψηφίου όπως πολύπλευρη σκέψη, επικοινωνία και επιμονή στην επίτευξη της εργασίας. Η εταιρεία, από την πλευρά της, συμβάλει στην επιμόρφωση και στη συμπληρωματική εκπαίδευση των εργαζομένων της, έτσι ώστε τα στελέχη να διατηρούν την ανταγωνιστικότητά τους στην αγορά. Από το 2008, η Tasty επιλέγει στελέχη τα οποία συμμετέχουν σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα γνωστού εκπαιδευτικού ιδρύματος.

Το πρόγραμμα περιέχει τις βασικές ενότητες ενός MBA όπως Finance, Marketing, Supply Chain Management, HR, Creativity & Innovation, Project Management κ.ά. με επίλεκτους καθηγητές από τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου. Αποτελεί ένα πρόγραμμα προσαρμοσμένο στη στρατηγική της εταιρείας που συνδυάζει τις τελευταίες εξελίξεις στον ακαδημαϊκό χώρο με τις καλύτερες πρακτικές του επιχειρηματικού κόσμου.

Γιώργος Βιρβίλης, Διευθυντής Οργάνωσης & Ανάπτυξης, Tasty Foods

Το Business Education στη Microsoft Hellas
Η Microsoft Ελλάς δίνει μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση και ανάπτυξη των ανθρώπων της, επενδύοντας σε αυτούς μέσω πληθώρας προγραμμάτων εκπαίδευσης και ανάπτυξης. Για το λόγο αυτό, εντάσσει στην εν λόγω στρατηγική της την επιδότηση μεταπτυχιακών προγραμμάτων, η επιλογή των οποίων σχετίζεται άμεσα με το προσωπικό πλάνο ανάπτυξης του κάθε εργαζόμενου. Ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα προσθέτει αξία στις προπτυχιακές σπουδές, οι οποίες αρκετές φορές προσφέρουν περιορισμένες δυνατότητες για εύρεση εργασίας.

Αναμφισβήτητα, η ραγδαία εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας σε συνδυασμό με τις αυξημένες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας, καθιστούν σήμερα τις μεταπτυχιακές σπουδές απαραίτητο συμπλήρωμα των προπτυχιακών. Οι φοιτητές μεταπτυχιακών προγραμμάτων αποκτούν επιπρόσθετες δεξιότητες και ικανότητες (competences), οι οποίες τους δίνουν πλεονέκτημα να ανταποκριθούν πιο αποτελεσματικά στις απαιτήσεις μιας εταιρείας και να ανελιχθούν πιο γρήγορα στην ιεραρχία της.

Το μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών που θα ακολουθήσει κάποιος εξαρτάται από τα ενδιαφέροντά του και τους στόχους που έχει θέσει για την καριέρα του. Θα μπορούσαμε όμως να πούμε ότι τα μεταπτυχιακά που προσφέρουν μια σφαιρική εικόνα της σύγχρονης επιχείρησης, έχουν μεγαλύτερη απήχηση στην αγορά εργασίας.

Πέρα από αυτά, δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς την αξία των μεταπτυχιακών υψηλής εξειδίκευσης, ειδικότερα στον κλάδο της πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών στον οποίο δραστηριοποιείται και η Microsoft. Μεταπτυχιακά τέτοιου είδους βοηθούν τους σπουδαστές να ακολουθήσουν τις δυναμικές της ταχύτατα εξελισσόμενης αγοράς εργασίας, απαντώντας στις ανάγκες για νέες δεξιότητες, ιδέες και προσεγγίσεις στα παραδοσιακά επαγγέλματα.

Η απόκτηση μεταπτυχιακού τίτλου έχει μεγαλύτερη αξία μετά από κάποια χρόνια εργασιακής εμπειρίας διότι ένας εργαζόμενος έχει τη δυνατότητα να επιλέξει το είδος του μεταπτυχιακού που θέλει να ακολουθήσει με βάση τις γνώσεις και ικανότητες που πρέπει να εμπλουτίσει για να αναπτύξει την καριέρα του.

Από την άλλη πλευρά, ένας απόφοιτος πανεπιστημίου ενδεχομένως να επιλέξει μεταπτυχιακό το οποίο να μην μπορεί αργότερα να αξιοποιήσει για την είσοδό του στην αγορά εργασίας. Οι άνθρωποι της Microsoft Ελλάς που κατέχουν μεταπτυχιακό αποτελούν το 60% του πληθυσμού της εταιρείας και δραστηριοποιούνται σε όλα τα τμήματα ανεξαιρέτως. Η κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου αδιαμφισβήτητα βαρύνει τη συνολική αξιολόγηση για την πρόσληψη ενός υποψηφίου στην εταιρεία μας.

Ματίνα Χατζηπαύλου, HR Generalist, Microsoft Hellas

<‘here’>