«Μουδιασμένες» και προβληματισμένες εμφανίζονται οι επιχειρήσεις, εν μέσω οικονομικής κρίσης, σύμφωνα με τα πρόσφατα αποτελέσματα του Δείκτη Τάσεων Αγοράς Εργασίας, τα οποία παρουσιάστηκαν σε ειδική εκδήλωση του Alba Graduate Business School.

Σημαντικά μειωμένος εμφανίζεται ο δείκτης RCI για το 1ο εξάμηνο του 2009. Πράγματι, σύμφωνα με την τελευταία μέτρηση, διαμορφώνεται στις 90,7 μονάδες (για υπαλλήλους) και στις 91 (για ανώτερα στελέχη), αριθμοί κατά πολύ μικρότεροι από τους αντίστοιχους 117 και 124 του προηγούμενου κύματος της έρευνας. Ανησυχητικό είναι και το γεγονός ότι ο δείκτης παρουσιάζει για πρώτη φορά τόσο μεγάλη βουτιά από το 2006, όταν, δηλαδή, άρχισε η μέτρηση στην Ελλάδα. Το παράδοξο συμπέρασμα είναι ότι η πλειοψηφία των ερωτώμενων παραμένουν αισιόδοξοι σχετικά με την πορεία της επιχείρησής τους.

Η συγκεκριμένη μελέτη υλοποιείται από το Τμήμα Εφαρμοσμένης Έρευνας και Καινοτομίας του Alba Graduate Business School. Η έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 222 εταιρείες ελληνικές και πολυεθνικές από διάφορες περιοχές της επικράτειας, έλαβε χώρα από τα μέσα Νοεμβρίου έως τις αρχές Ιανουαρίου.
Τα αποτελέσματα του βαρομέτρου είδαν το φως της δημοσιότητας σε ειδική εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε στις 15 Ιανουαρίου στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη.

Στην ημερίδα παραβρέθηκε η Υπουργός Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Φάνη Πάλλη Πετραλιά. Την παρουσίαση των αποτελεσμάτων ακολούθησε πάνελ, όπου τέθηκε επί τάπητος το θέμα των εργασιακών σχέσεων στην εποχή της οικονομικής ύφεσης. Η εικόνα του RCI συμβαδίζει με άλλες μελέτες, όπως αυτή του ΙΟΒΕ που προβλέπει υποχώρηση του δείκτη οικονομικού κλίματος και του ΕΒΕΑ που εκτιμά ότι, ήδη, 2 στις 3 επιχειρήσεις έχουν αρχίσει να νιώθουν τα συμπτώματα της κρίσης. Όσον αφορά στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στις ΗΠΑ, τα μαύρα μαντάτα έχει αποκαλύψει έρευνα της Watson Wyatt, η οποία έδειξε ότι 4 στις 10 εταιρείες έχουν προχωρήσει σε μείωση προσωπικού.

Συρρίκνωση των προσλήψεων
Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων αναμένεται να μειώσουν, τουλάχιστον κατά το πρώτο μισό του νέου χρόνου, την προσέλκυση στελεχών. Σχεδόν, μία στις δύο εταιρείες σκοπεύουν να διατηρήσουν σταθερό τον αριθμό των εργαζομένων τους. Πάντως, ποσοστό του δείγματος που αγγίζει το 33% φαίνεται να προσανατολίζεται σε περικοπές προσωπικού (βλ. Γράφημα 1). Κατά συνέπεια, οι αναμενόμενες δυσκολίες στην αναζήτηση στελεχών παρουσιάζονται μειωμένες σε σύγκριση με το προηγούμενο εξάμηνο σχεδόν σε όλους τους κλάδους, με εξαίρεση αυτούς της Λογιστικής- Οικονομικών και των Μηχανικών. Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι μικρές εταιρείες (έως 200 εργαζόμενοι) εμφανίζονται περισσότερο αισιόδοξες αναφορικά με τις διαδικασίες προσέλκυσης προσωπικού.

Στο ίδιο πλαίσιο κινούνται και οι μισθολογικές αυξήσεις. Πιο συγκεκριμένα, οι μισές επιχειρήσεις του δείγματος δηλώνουν ότι θα περιορίσουν τις αυξήσεις τους για τον επόμενο χρόνο στο επίπεδο των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, δηλαδή έως και 4%. Μάλιστα, μόνο ένας στους δέκα οργανισμούς θεωρεί ότι θα δοθούν αυξήσεις άνω του 6%.


Προσφορά και ζήτηση
Παρά το γεγονός ότι οι προσλήψεις πρόκειται να μειωθούν, οι τομείς απασχόλησης με τη μεγαλύτερη ζήτηση παραμένουν αυτοί των Πωλήσεων, των Οικονομικών – Λογιστικής, της Πληροφορικής και της Εξυπηρέτησης Πελατών. Ταυτόχρονα, η μεγαλύτερη προσφορά θέσεων εργασίας παρουσιάζεται στα νεαρά στελέχη – αποφοίτους, με το ποσοστό να έχει μειωθεί και σε αυτή την κατηγορία εργαζομένων, σε σύγκριση με το προηγούμενο εξάμηνο. Επιπλέον, το 13%των εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα αναζητούν και προσελκύουν προσωπικό, όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο, αλλά και εκτός Ελλάδος.

Οι μέθοδοι που παραμένουν περισσότερο δημοφιλείς στη διαδικασία πρόσληψης είναι η αναζήτηση μέσω δικτυακών τόπων, οι εταιρικές βάσεις βιογραφικών, η εσωτερική κάλυψη θέσεων και οι αγγελίες σε πανελλαδικές εφημερίδες. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι, ακόμα, το κοινωνικό περιβάλλον των εργαζομένων συγκαταλέγεται στις πιο διαδεδομένες μεθόδους αναζήτησης.

Επιπλέον, σχεδόν δύο στις δέκα επιχειρήσεις του δείγματος χρησιμοποίησαν ψυχομετρικά τεστ και 10% εμπιστεύτηκαν την αξιολόγηση των υποψηφίων σε εξειδικευμένα κέντρα αξιολόγησης. Μάλιστα, το ποσοστό ικανοποίησης από τα εν λόγω εργαλεία φαίνεται ιδιαίτερα υψηλό.

Πάντως, ο αποτελεσματικότερος τρόπος πρόσληψης φαίνεται να παραμένει η δημοσίευση αγγελιών σε job sites, μέθοδος δημοφιλής ιδιαίτερα σε εταιρείες Τηλεπικοινωνιών – Πληροφορικής, στις Τράπεζες, στις Τουριστικές επιχειρήσεις και στις Φαρμακευτικές.

Σύμφωνα με τη μελέτη, οι υπεύθυνοι προσλήψεων κρίνουν ως εξαιρετικά σημαντικές δεξιότητες για την πλήρωση των κενών θέσεών τους την ικανότητα επικοινωνίας (80,4), την ομαδικότητα (56,3) και την αποτελεσματικότητα λήψης αποφάσεων (47,6). Ακολουθούν η εξυπηρέτηση πελατών, η δυνατότητα παρακίνησης και οι ηγετικές – καινοτομικές ικανότητες.

Επιπλέον, η πιστοποίηση στη χρήση Ηλεκτρονικών Υπολογιστών θεωρείται, συχνά, απαραίτητη από την πλειοψηφία των εταιρειών κατά το τελικό στάδιο πρόσληψης. Για του λόγου το αληθές, το 52% των ερωτώμενων κρίνει απαραίτητη την ύπαρξη πιστοποίησης σε ορισμένες περιπτώσεις υποψηφίων και το 16% σχεδόν σε όλες.

Η κρίση μας χτύπησε την πόρτα;
Δύο στους δέκα συμμετέχοντες δηλώνουν ότι έχουν επηρεαστεί πολύ ή και δραματικά από την πρόσφατη οικονομική κρίση. Αν και το ποσοστό αυτό φαντάζει μικρό σε σχέση με το σάλο που έχει ξεσπάσει σχετικά με την οικονομική ύφεση, είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι μόνο το 7% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι έχουν μείνει ανέπαφες από την κρίση.

Επιπλέον, 4 στις 10 επιχειρήσεις εκτιμούν ότι στο μέλλον τα προβλήματα στην οικονομία θα τους επηρεάσουν μέσα στο επόμενο εξάμηνο, με τις ελληνικές εταιρείες να δείχνουν πιο επιφυλακτικές από τις πολυεθνικές. Σαν αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων, μία στις δύο επιχειρήσεις εκτιμά ότι θα υπάρξουν μικρές αλλαγές για το ανθρώπινο δυναμικό. Το ποσοστό των εταιρειών που αναμένει μεγάλες αλλαγές αγγίζει το 15%. Το 32,4% των εταιρειών σκοπεύει να μειώσει τα μπόνους, ενώ διαφαίνεται ότι και η εκπαίδευση των εργαζομένων ενδέχεται να επηρεαστεί αρνητικά. Οι επιπρόσθετες παροχές, όμως, θα παραμείνουν ίδιες στην πλειοψηφία των εταιρειών.

Οι επιπτώσεις της ύφεσης αναμένονται περισσότερο έντονες στους κλάδους του τουρισμού, του εμπορίου και των τραπεζών. Οι φαρμακευτικές εταιρείες δείχνουν ακόμα αλώβητες από την κάμψη της διεθνούς οικονομίας. Επιπρόσθετα, όπως είναι αναμενόμενο, μία στις δύο τράπεζες θεωρεί ότι θα επηρεαστεί σημαντικά από την κρίση.

Πάντως, μια αχτίδα αισιοδοξίας διαφαίνεται μέσα στο μαύρο αυτό σκηνικό. Πράγματι, επτά στους δέκα ερωτώμενους δήλωσαν αισιόδοξοι για το μέλλον της επιχείρησής τους (βλ. Γράφημα 2).

Η Υπουργός Απασχόλησης για την αντιμετώπιση της ύφεσης
Η Φ. Πάλλη Πετραλιά τόνισε, στο πλαίσιο της ομιλίας της στην εκδήλωση: «Η ασφάλεια των εργαζομένων και των επιχειρήσεων, είναι απόλυτη προϋπόθεση για την έξοδο από την οικονομική κρίση και αποτελεί το σημείο που συνδέει δυναμικά, και με θετικό πρόσημο, την απασχόληση με την ανάπτυξη. Αυτός είναι ο πυρήνας της αναπτυξιακής πορείας που έχει επιλέξει η χώρα μας και αυτόν καλούμαστε να θωρακίσουμε σε κάθε επίπεδο. Η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων πρέπει να συμβαδίζει με την προστασία των εργασιακών σχέσεων».

Πάνελ στελεχών
Την έρευνα σχολίασαν κορυφαία στελέχη από διαφορετικούς κλάδους της οικονομίας. Συγκεκριμένα, στο πάνελ που ακολούθησε την παρουσίαση των αποτελεσμάτων συμμετείχαν οι Γιώργος Αρώνης, Γενικός Διευθυντής, Alpha Bank, Βασίλης Δημόπουλος, Γενικός Διευθυντής, Oracle και Φραγκίσκη Μελίσσα, HR Director, Colgate Palmolive. Τη συζήτηση, όπως και ολόκληρη την εκδήλωση, συντόνισε η Όλγα Επιτροπάκη.