Μέσα στα επόμενα 10 χρόνια, περισσότερες από 60 χώρες θα έχουν μέσο όρο ηλικίας άνω των 35 ετών, ενώ σε 25 από αυτές ο μισός πληθυσμός θα είναι άνω των 45 ετών.
Μπορεί, λοιπόν, η γήρανση του παγκόσμιου πληθυσμού να είναι σχεδόν αναπόφευκτη, το πως όμως θα επηρεάσει τις επιχειρήσεις θα εξαρτηθεί από το τι κάνουν οι ηγέτες σήμερα.

Ο Peter Drucker, Αυστριακός γκουρού του management, υποστήριζε ότι «το μοναδικό πράγμα που γνωρίζουμε για το μέλλον είναι ότι θα είναι διαφορετικό». Πράγματι, από πολλές απόψεις, μπορούμε να θεωρήσουμε το μέλλον αβέβαιο. Ωστόσο, σε αντίθεση με τόσες πολλές τεχνολογικές, πολιτικές και οικονομικές αλλαγές, οι δημογραφικές τάσεις είναι εξαιρετικά προβλέψιμες. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκθέσεις του ΟΗΕ, τα 2/3 του παγκόσμιου πληθυσμού ζουν σε χώρες με ποσοστά γονιμότητας κάτω από την αναπλήρωση, ενώ ο μέσος όρος ζωής συνεχίζει να αυξάνεται.

Αυτό σημαίνει ότι πολλοί πληθυσμοί γερνούν με ταχείς ρυθμούς και σύντομα θα αρχίσουν να συρρικνώνονται -αν δεν το έχουν ήδη κάνει. Στις αρχές του 21ου αιώνα, μάλιστα, 32 χώρες είχαν μέση ηλικία άνω των 35 ετών, με τον αριθμό αυτόν να αναμένεται να υπερδιπλασιαστεί μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας, ενώ σε 25 από αυτές τις χώρες, ο μισός πληθυσμός θα είναι άνω των 45 ετών. Επομένως, η γήρανση του πληθυσμού είναι σχεδόν αναπόφευκτη και θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στις παγκόσμιες δεξαμενές ανθρώπινου δυναμικού, στις αγορές και στο μέλλον της εργασίας. Φυσικά, σημαντικές θα είναι και οι επιπτώσεις για τους ηγέτες των επιχειρήσεων.

«ΓΕΡΑΣΜΕΝΟ» ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΚΑΙ «ΓΕΡΑΣΜΕΝΗ» ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΒΑΣΗ
Λόγω της μείωσης των ποσοστών γονιμότητας, χώρες όπως η Κίνα, ο Καναδάς, η Ιταλία και πολλές άλλες έχουν πλέον λιγότερους νεοεισερχόμενους στο ανθρώπινο δυναμικό κάθε χρόνο. Ως εκ τούτου, οι εταιρείες διαπιστώνουν όλο και περισσότερο ότι ζητούν από τους παλαιότερους εργαζομένους τους να παραμείνουν περισσότερο στην εργασία τους. Εντούτοις, το γεγονός αυτό θα απαιτήσει από τις επιχειρήσεις αυξανόμενες επενδύσεις, αναφορικά με την εκπαίδευση, την κατάρτιση και την ανάπτυξη, προκειμένου να βοηθήσουν τους εν λόγω «γερασμένους» εργαζομένους να αποκτήσουν νέες δεξιότητες. Επιπρόσθετα, θα απαιτηθούν πρόσθετα μέτρα σε σχέση με την προσβασιμότητα και την ασφάλεια στην εργασία. Για παράδειγμα, θα χρειαστεί οι οργανισμοί να αξιοποιήσουν φορητούς εξωσκελετούς, οι οποίοι θα βοηθούν τους εργαζομένους αυτούς να σηκώνουν με ασφάλεια βαριά φορτία σε αγροκτήματα και εργοστάσια.

Επιπλέον, καθώς γίνεται όλο και πιο δύσκολο να βρεθούν καινούργια και νεότερα ηλικιακά ταλέντα, πολλές εταιρείες στρέφονται στην αυτοματοποίηση, ούτως ώστε να αντικαταστήσουν ή να ενισχύσουν ορισμένους ρόλους. Παραδείγματος χάριν, πολλές εταιρείες έχουν αρχίσει να αναπτύσσουν εργαλεία «ψηφιακού εργατικού δυναμικού», τα οποία είναι σε θέση να προσφέρουν πλήρως εικονικούς συνεργάτες πωλήσεων, αντιπροσώπους εξυπηρέτησης πελατών, ακόμη και συνοδούς για ηλικιωμένους. Συνεπώς, μεταξύ της ανάπτυξης των δυνατοτήτων της τεχνητής νοημοσύνης και των μεταβαλλόμενων δημογραφικών τάσεων, αυτές οι νέες τεχνολογίες έχουν τη δυνατότητα να αποτελέσουν ένα ολοένα και πιο σημαντικό στοιχείο του σύγχρονου ανθρώπινου δυναμικού.

Ταυτόχρονα, κατά την τελευταία δεκαετία, ο παγκόσμιος πληθυσμός των ατόμων άνω των 70 ετών αυξήθηκε κατά 627 εκατομμύρια, από 5% του συνολικού πληθυσμού σε 12%, ενώ υπολογίζεται πως στην επόμενη δεκαετία, το 16% των οκτώ δισεκατομμυρίων ανθρώπων στη γη θα είναι άνω των 70 ετών. Αυτό σημαίνει αφενός ότι θα δημιουργηθεί μία περισσότερο «γερασμένη» καταναλωτική βάση και αφετέρου τεράστιες ευκαιρίες για προϊόντα και υπηρεσίες που εξυπηρετούν αυτό το ηλικιωμένο δημογραφικό κοινό. Φυσικά, ο πιο προφανής τομέας ανάπτυξης είναι η υγειονομική περίθαλψη, όπου η ζήτηση για φάρμακα, πρωτοβάθμια και εξειδικευμένη περίθαλψη και συναφή προϊόντα θα συνεχίσει να αυξάνεται. Επομένως, η εξεύρεση τρόπων για την υποστήριξη της υγείας και της ευημερίας αυτού του αυξανόμενου δημογραφικού πληθυσμού δεν αποτελεί απλώς μία επιχειρηματική ευκαιρία, αλλά θα είναι επίσης κρίσιμη για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους κυβερνητικούς ηγέτες, καθώς και για τα τμήματα HR.

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗΣ
Τελικά, όμως, η ηλικία είναι απλώς ένας αριθμός. Και αυτό διότι, όσον αφορά στα πρότυπα συνταξιοδότησης, οι προσδοκίες σχετικά με το πόσο καιρό οι εργαζόμενοι αναμένουν να παραμείνουν στην εργασία τους δεν αντιστοιχούν απαραίτητα με τη διάρκεια ζωής. Για παράδειγμα, καθαρά με βάση την ηλικία, η Ιαπωνία είναι η γηραιότερη χώρα στον κόσμο, αφού το 31% του πληθυσμού της είναι άνω των 65 ετών. Εν αντιθέσει, μόνο το 22% του γαλλικού πληθυσμού είναι 65 ετών και άνω. Ως εκ τούτου, θα περίμενε κανείς ότι ένα μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού της Ιαπωνίας θα βρισκόταν στη σύνταξη. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ένας συνδυασμός διαφορών στις εργασιακές κουλτούρες, στις κοινωνικές συμβάσεις μεταξύ κυβερνήσεων και πολιτών, καθώς και πλήθος κανόνων και πολιτικών σημαίνει ότι η μέση ηλικία συνταξιοδότησης στη Γαλλία είναι 10 χρόνια μικρότερη από ό,τι στην Ιαπωνία. Με απλά λόγια, οι εργαζόμενοι στη Γαλλία συνταξιοδοτούνται όταν γίνονται 61 ετών, ενώ στην Ιαπωνία αυτό συμβαίνει όταν τα άτομα συμπληρώσουν τα 71 τους χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι περίπου το 29% του ανθρώπινου δυναμικού της Γαλλίας έχει ουσιαστικά συνταξιοδοτηθεί, σε σύγκριση με μόλις το 24% του ανθρώπινου δυναμικού της Ιαπωνίας.

Μολονότι παρατηρούνται αυτά τα κενά, οι νομικές αλλαγές στις ηλικίες συνταξιοδότησης αργούν να εφαρμοστούν. Τα τελευταία χρόνια, τόσο η Ολλανδία όσο και η Ιρλανδία ακύρωσαν τα σχέδια για αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, προκειμένου οι συντάξεις να συμβαδίζουν με το αυξανόμενο προσδόκιμο ζωής. Η στάση αυτή είναι κατανοητή, καθώς μία νομοθεσία που αρνείται ή καθυστερεί υπερβολικά τη συνταξιοδότηση δεν είναι καθόλου δημοφιλής. Εντούτοις, τις επόμενες δεκαετίες, η δημιουργία κάποιου είδους μηχανισμού, ούτως ώστε να βοηθηθούν οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι που επιλέγουν να καθυστερήσουν τη συνταξιοδότησή τους, θα είναι κρίσιμη για τους εργοδότες, τις κυβερνήσεις και τους πολίτες.

Για παράδειγμα, πολλοί εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας που δεν είναι ακόμα έτοιμοι να συνταξιοδοτηθούν, έχουν αρχίσει να δείχνουν αυξανόμενο ενδιαφέρον για την ημιαποχώρηση. Συγκεκριμένα, σε πρόσφατη έρευνα που πραγματοποίησε η Express Employment Professionals για λογαριασμό της The Harris Poll, με δείγμα εργαζόμενους Baby Boomers, η συντριπτική πλειοψηφία δήλωσε ότι θα ήθελε να ακολουθήσει κάποια μορφή ημιαποχώρησης. Έτσι, το 79% εκφράζει ενδιαφέρον για ένα ευέλικτο πρόγραμμα εργασίας, το 66% για τη μετάβαση σε ρόλο συμβούλου και το 59% για μειωμένο ωράριο εργασίας. Παρόλα αυτά, μόλις ο 1 στους 5 δήλωσε ότι ο εργοδότης του προσφέρει κάποια από αυτές τις επιλογές ημιαποχώρησης, γεγονός που υποδηλώνει μία σημαντική ευκαιρία για τους εργοδότες να διαφοροποιηθούν από τον ανταγωνισμό, προσφέροντας μη παραδοσιακές διαδρομές σταδιοδρομίας. Κοντολογίς, όταν επιδιώκουν να κατανοήσουν μία δεδομένη αγορά εργασίας, οι ηγέτες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο το πόσο χρονών είναι οι άνθρωποι, αλλά και την ευελιξία των επιλογών απασχόλησης και τους ποικίλους κανόνες και πολιτιστικές νόρμες που μπορεί να επηρεάζουν την πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης των διαφόρων χωρών.

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΓΟΡΑ
Ένα ακόμα σημαντικό σημείο είναι το να κατανοηθεί πως οι κοινές υποθέσεις σχετικά με τη δημογραφική σύνθεση των διαφόρων χωρών μπορεί να είναι ξεπερασμένες. Έτσι, παρότι στο γύρισμα του αιώνα, χώρες όπως η Ιαπωνία, η Ιταλία και η Γερμανία ήταν μεταξύ των γηραιότερων πληθυσμών του κόσμου, σήμερα η Ταϊλάνδη και η Κούβα είναι εξίσου ηλικιωμένες, με το Ιράν, το Κουβέιτ, το Βιετνάμ και τη Χιλή να ακολουθούν από κοντά. Βάσει των παραπάνω, λοιπόν, σε μία δεκαετία μπορούμε να περιμένουμε ότι μικρότερες κοόρτες νέων ανθρώπων σε αυτές τις χώρες θα αρχίσουν να εισέρχονται στην αγορά ως εργαζόμενοι και ως πελάτες, αυξάνοντας έτσι τον μέσο όρο ηλικίας αυτών των πληθυσμών.

Αυτές είναι κρίσιμες εκτιμήσεις κατά τον εντοπισμό νέων αγορών για επενδύσεις, καθώς διαφορετικές χώρες θα ανταποκριθούν με διαφορετικό τρόπο σε αυτές τις αλλαγές και οι επιχειρηματίες θα ήταν συνετό να δώσουν προσοχή όχι μόνο στις δημογραφικές τάσεις μίας δεδομένης αγοράς, αλλά και στο πώς οι ηγέτες της είναι πιθανό να αντιδράσουν σε αυτές. Με όλο και περισσότερους ηλικιωμένους να φροντίζουν, θα αναλάβουν οι κυβερνήσεις την οικονομική ευθύνη; Ή θα αναμένεται από τις εταιρείες ή τους ιδιώτες να σηκώσουν το βάρος; Η προσέγγιση μίας χώρας για τη διαχείριση του γηράσκοντος πληθυσμού της μπορεί να επηρεάσει το δυναμικό της ως δεξαμενή ταλέντων ή πελατειακή βάση με ουσιαστικούς και διαφοροποιημένους τρόπους.

Συμπερασματικά, οι σημερινοί ηγέτες των επιχειρήσεων και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αντιμετωπίζουν αμέτρητες πηγές αβεβαιότητας, αλλά όσον αφορά στα δημογραφικά στοιχεία, το μέλλον είναι σαφές. Αυτή η σαφήνεια επιτρέπει την πρόβλεψη και τον προγραμματισμό, άρα οι επιπτώσεις αυτής της τάσης στις επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις θα εξαρτηθούν από το πώς γίνεται η προετοιμασία σήμερα. Κατά συνέπεια, προκειμένου να προσαρμοστούν στη γήρανση του πληθυσμού, οι ηγέτες των επιχειρήσεων και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να αναγνωρίσουν αυτές τις πραγματικότητες, να κατανοήσουν ποιοι παράγοντες είναι σίγουροι και ποιοι μπορούν να επηρεαστούν και να επενδύσουν προληπτικά στη διαμόρφωση του μέλλοντος.

Πηγή: «The Global Population Is Aging. Is Your Business Prepared?», Jennifer D. Sciubba, Harvard Business Review digital article, 18 Νοεμβρίου 2022