Η Ελλάδα υστερεί σε ποιότητα των συνθηκών εργασίας σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της γηραιάς ηπείρου, αποκαλύπτει η μελέτη του Ευρωπαϊκού Ίδρύματος Eurofound, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 30.000 εργαζόμενοι.

Απογοητευτικά ήταν τα αποτελέσματα της έρευνας για τις συνθήκες εργασίας στην Ελλάδα, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα στοιχεία της μελέτης ανακοινώθηκαν σε συνέντευξη τύπου τη Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου, στο πλαίσιο παρουσίασής της στους κοινωνικούς εταίρους. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Eurofound, το οποίο έχει ως απώτερο στόχο τη βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας και λειτουργεί από το 1975, με έδρα το Δουβλίνο.

Οι συγκριτικές μελέτες του Ιδρύματος σχετικά με την εργασία, προκύπτουν από πανευρωπαϊκές έρευνες και αναλύσεις και επαναλαμβάνονται κάθε 5 χρόνια με αφετηρία το 1991. Τα συγκεκριμένα αποτελέσματα αφορούν στο τελευταίο κύμα της μελέτης, το οποίο ξεκίνησε το 2005.

Στην προτελευταία θέση μεταξύ των 27 κρατών μελών της Ένωσης κατατάσσεται η χώρα μας ως προς τη συνολική ικανοποίηση των εργαζομένων από τη δουλειά τους. Για την ακρίβεια, το ποσοστό των Ελλήνων που δηλώνουν πολύ δυσαρεστημένοι από την εργασία τους είναι το υψηλότερο σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Οι συμπατριώτες μας δουλεύουν περισσότερες ώρες, σκληρότερα και οι πραγματικές τους αποδοχές αυξήθηκαν ελάχιστα το 2007.

Περισσότερες ώρες… μικρότερες αποδοχές
Αν και έχει γίνει αισθητή η τάση για μείωση του χρόνου εργασίας τα τελευταία 15 έτη στην Ευρώπη, τα πράγματα στην Ελλάδα δείχνουν διαφορετικά. Ο μέσος όρος των ωρών εργασίας στη χώρα μας ξεπερνάει κατά πολύ τον αντίστοιχο Ευρωπαϊκό. Πράγματι, ενώ ένας ευρωπαίος εργαζόμενος απασχολείται επί 38,6 ώρες την εβδομάδα, ο μέσος συμπατριώτης μας αφιερώνει στη δουλειά του 45,4 ώρες.

Και αυτό συμβαίνει παρά το θεσπισμένο από το νόμο σαραντάωρο. Ένας στους τέσσερις Έλληνες εργαζόμενους (25,9%) δουλεύει τουλάχιστον 10 ώρες κάθε μέρα και πάνω από πέντε ημέρες την εβδομάδα. Το ποσοστό είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου μόνο ένας στους έξι εργαζόμενους βιώνει την ίδια κατάσταση.

Υπό κανονικές συνθήκες, οι επιπλέον ώρες εργασίας θα πρέπει να συνδυάζονται με καλύτερες αποδοχές. Για μια ακόμα φορά, όμως, η ελληνική πραγματικότητα διαψεύδει τη λογική. Για την ακρίβεια, αν συνυπολογίσει κανείς τις διακυμάνσεις του πληθωρισμού, η ουσιαστική αύξηση μισθών για το 2007 έφτασε μόλις στο 1,2%, ποσοστό σχεδόν υποδιπλάσιο από το αντίστοιχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου άγγιξε το 2,3%.


Εντατικότεροι ρυθμοί
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι ρυθμοί της δουλειάς έχουν γίνει εντονότεροι σε ολόκληρη τη γηραιά ήπειρο, επηρεάζοντας τις συνθήκες ζωής των πολιτών. Οι Έλληνες εργάζονται πολύ εντατικά σε ποσοστό 73,3% έναντι του αντίστοιχου 59,6% των υπόλοιπων κρατών που εξετάστηκαν στην έρευνα. Οι μικρές προθεσμίες είναι άλλο ένα χαρακτηριστικό της ελληνικής πραγματικότητας, όπως αποκαλύπτουν τα στοιχεία της έρευνας (68,4% στη χώρα μας σε σύγκριση με το 61,8% του αντίστοιχου ευρωπαϊκού μέσου όρου). Επιπρόσθετα, οι Έλληνες νιώθουν ότι λαμβάνουν μικρότερη υποστήριξη από τους συνεργάτες και τους προϊσταμένους τους, όταν τους χρειάζονται, σε σύγκριση με τους υπόλοιπους συμμετέχοντες στη μελέτη.

Κακές συνθήκες=κακή υγεία
Και σα να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, οι Έλληνες εργαζόμενοι έχουν περιορισμένη δυνατότητα να καθορίζουν οι ίδιοι το ωράριο εργασίας τους, έστω εν μέρει, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει εξισορρόπηση επαγγελματικού και ιδιωτικού βίου. Πράγματι, στην ΕΕ των 27, μόνο οι εργαζόμενοι της Κύπρου και της Βουλγαρίας έχουν λιγότερη ευελιξία στα ωράρια εργασίας.

Επιπλέον, η χώρα μας φιγουράρει μέσα στην πρώτη πεντάδα των κρατών με τα υψηλότερα ποσοστά παρενοχλήσεων (bullying). Μάλιστα, περισσότεροι άνδρες εργαζόμενοι δηλώνουν ότι έχουν δεχτεί κάποιου είδους παρενόχληση σε σχέση με τις γυναίκες.

Στοιχείο το οποίο έρχεται σε αντίθεση με την τάση που επικρατεί στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπου το «ασθενές φύλο» γίνεται πολύ συχνότερα θύμα προσβλητικής συμπεριφοράς στο χώρο εργασίας.

Όπως θα αναμενόταν, οι δύσκολες συνθήκες εργασίας και το στρες οδηγούν σε προβλήματα υγείας. Αρνητικό ρεκόρ μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης σημειώνει η χώρα μας και σε αυτό τον τομέα.

Οι Έλληνες εργαζόμενοι βρίσκονται στην κορυφή της λίστας αυτών που θεωρούν ότι η εργασία έχει βλάψει την υγεία τους (68,1% έναντι 35,2%). Σχεδόν ένας στους δύο Έλληνες εργαζόμενους αναφέρει προβλήματα στην πλάτη και άγχος, ενοχλήσεις που σχετίζονται με τη δουλειά του.

Θα πρέπει να προκαλέσει προβληματισμό σε εργοδότες και υπεύθυνους ανθρωπίνων πόρων το γεγονός ότι το 55,3% των Ελλήνων δηλώνουν στρεσαρισμένοι λόγω δουλειάς, αφήνοντας τους Ευρωπαίους πολύ πίσω με μόλις 22,3%. Το παράδοξο είναι ότι παρόλα αυτά, οι Έλληνες εργαζόμενοι αναφέρουν σχεδόν τις μισές ημέρες απουσίας λόγω ασθένειας και προβλημάτων υγείας σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους πολίτες (μόλις 2,8 ημέρες το χρόνο).

Εκπαίδευση με το σταγονόμετρο
Οι εργοδότες στην Ελλάδα δε φαίνεται να ενδιαφέρονται, τουλάχιστον ενεργά, για την εκπαίδευση του προσωπικού τους. Ενώ ένας στους τέσσερις (25%) Ευρωπαίους εργαζομένους παρακολούθησε κάποια μορφή εκπαίδευσης, που επιδότησε ο οργανισμός για τον οποίο εργάζεται, το αντίστοιχο ποσοστό για τους Έλληνες ήταν μόλις 13%.