Μια από τις σημαντικότερες εξελίξεις στην αγορά εργασίας, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, είναι η αυξημένη συμμετοχή των γυναικών στο παγκόσμιο εργατικό δυναμικό. Οι γυναίκες καταλαμβάνουν διαρκώς περισσότερες θέσεις εργασίας, ενώ ανάλογη εξέλιξη εκδηλώνουν σε επαγγέλματα, ειδικότητες και ανώτερες ιεραρχικά θέσεις εργασίας, που άλλοτε κατείχαν αποκλειστικά άνδρες.

Ωστόσο, η ιεραρχική άνοδος των γυναικών εξακολουθεί, καταρχάς, να αποτελεί συγκρουσιακό πεδίο δράσης: δυσχερή εµπόδια που παρακωλύουν την εκπροσώπησή τους στους τομείς της εργασίας, εξακολουθούν να συντηρούν συνθήκες διακρίσεων σε βάρος της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας. Σε δεύτερο χρόνο, εξίσου απασχολεί το υφιστάμενο μισθολογικό χάσμα ανάμεσα στα δύο φύλα, καθώς αποτελεί διαχρονικό αγκάθι σε επίπεδο εργασιακών σχέσεων στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ειδικότερα, το χάσμα λαμβάνει διαρκώς μεγαλύτερες διαστάσεις ως προς τις θέσεις εργασίας διευθυντικών στελεχών και ανώτερου προσωπικού, παρά την όποια ενίσχυση της παρουσίας των γυναικών στις θέσεις αυτές. Έτσι, το δικαίωμα προώθησης των γυναικών στα ανώτερα διοικητικά σχήματα δεν αναγνωρίζεται στο βαθμό που αναλογεί στις εργαζόμενες, με αποτέλεσμα να μην τυγχάνουν της ίδιας αντιμετώπισης από τους άνδρες μάνατζερ, όταν έρχεται η στιγμή της προαγωγής τους, με την πλάστιγγα να γέρνει εμφανώς υπέρ των ανδρών.

Επαγγελματική ανέλιξη
Στη σύγχρονη πραγματικότητα, παρατηρείται μια εν γένει μειονεκτική εκπροσώπηση των γυναικών στο εργασιακό φάσμα των επιχειρήσεων, γεγονός που παραπέμπει στα διαφοροποιημένα πρότυπα ρόλων των φύλων, ακόμη και στις σκανδιναβικές χώρες, οι οποίες ιστορικά φημίζονται για υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής. Η παρατηρούμενη ασθενής εκπροσώπηση των γυναικών στις ανώτερες διευθυντικές θέσεις εργασίας αποτελεί αναμφίβολο τεκμήριο ανισότητας των δύο φύλων. Ενώ οι γυναίκες αποτελούν περίπου το 50% των εργαζομένων στις πιο αναπτυγμένες χώρες, εντούτοις κατέχουν ποσοστό μικρότερο του 5% των ανώτερων διευθυντικών θέσεων.

Έτσι, σήμερα καθίσταται επίκαιρο παρά ποτέ το ζήτημα των διακρίσεων σε βάρος του γυναικείου φύλου, που αποτυπώνεται στο παγιωμένο φαινόμενο της «γυάλινης οροφής», γνωστό και ως «ολισθηρός στύλος», «προστατευτική ασπίδα», «τσιμεντένια οροφή» και «φράγμα οροφής». O όρος υιοθετήθηκε από δημοσιογράφους της εφημερίδας Wall Street Journal, με στόχο την περιγραφή των τεχνητών ή αόρατων εμποδίων, που επιβραδύνουν ή σταματούν την επαγγελματική ανέλιξη των γυναικών στις ανώτερες και ανώτατες θέσεις της ιεραρχίας των επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Εργασίας (International Labor Organization), αν και η συμμετοχή των γυναικών σε διευθυντικές θέσεις των επιχειρήσεων παραμένει συγκριτικά χαμηλή, τα δεδομένα δείχνουν ότι οι γυναίκες διαθέτουν τα προσόντα και την εργασιακή εμπειρία, προκειμένου να αναλάβουν ευθύνες σε ανώτατο επίπεδο, ενώ, σε κάθε περίπτωση, κύρια πρόκληση συνιστά η κρίσιμη μάζα γυναικών σε θέσεις ισχύος: σε πολλούς τομείς της αγοράς εργασίας, τα περιθώρια επαγγελματικής εξέλιξης των γυναικών στελεχών είναι σχετικά μικρά, τόσο σε όρους εποπτείας-διοίκησης άλλων εργαζομένων όσο και σε όρους αμοιβής της εργασίας.

Συνεπώς, το φαινόμενο της «γυάλινης οροφής» θίγει την ύπαρξη σοβαρών εμποδίων, δημιουργούμενων από αρνητικά στερεότυπα και κοινωνικές προκαταλήψεις, που εμποδίζουν καταλυτικά τη σταδιοδρομία των γυναικών στην αγορά εργασίας. Ως εκ τούτου, οι κοινωνικές και θεσμικές πρακτικές, οι ιδεολογίες, αλλά και οι προσδοκίες σχετικά με τους ρόλους των δύο φύλων, συνεπάγονται ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην εσωτερική λειτουργία των επιχειρήσεων και οργανισμών.

Ποσοστώσεις
Με αφορμή τον τελευταίο ευρωπαϊκό διάλογο για την επιβολή ποσοστώσεων ισότιμης συμμετοχής των φύλων στα διοικητικά συμβούλια των εισηγμένων επιχειρήσεων στο σύνολο της Ένωσης, ως αποτέλεσμα της αποτυχίας τους να το πράξουν οικειοθελώς, ανακινήθηκε εκ νέου το ζήτημα της «γυάλινης οροφής».

Σύμφωνα με ειδική έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύτηκε στις 5 Μαρτίου 2012, φαίνεται ότι ένα χρόνο αφού η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Viviane Reding, κάλεσε τις επιχειρήσεις να λάβουν αξιόπιστα εθελοντικά μέτρα, η πρόοδος που επιτεύχθηκε, όσον αφορά την αύξηση του αριθμού των γυναικών στα διοικητικά συμβούλια των επιχειρήσεων, ήταν περιορισμένη. Στην έκθεση επισημαίνεται ότι μόνο ένα από τα επτά μέλη των διοικητικών συμβουλίων, στους κόλπους των σημαντικότερων επιχειρήσεων της Ευρώπης, είναι γυναίκα (13,7%), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα είναι ακόμη χαμηλότερο (7,4%), μολονότι χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η ισότιμη εκπροσώπηση των δύο φύλων σε υψηλές θέσεις έχει αποδειχθεί πως βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα και εξασφαλίζει μεγαλύτερα οικονομικά κέρδη για τα κράτη.

Ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, όπως το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ολλανδία και η Ισπανία, έχουν ήδη υιοθετήσει ποσοστά ισόρροπης εκπροσώπησης των δύο φύλων στα διοικητικά συμβούλια των επιχειρήσεών τους, ενώ άλλες έχουν κανόνες μίνιμουμ εκπροσώπησης των γυναικών στις δημόσιες επιχειρήσεις. Η προώθηση μεγαλύτερου βαθμού ισότητας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων εγγράφεται, άλλωστε, στους στόχους του «Ευρωπαϊκού Χάρτη των Γυναικών», που υπήρξε πρωτοβουλία του Πρόεδρου της Επιτροπής, Jose Manuel Barroso, και της Αντιπροέδρου, Viviane Reding, το Μάρτιο του 2010.

Η Επιτροπή έδωσε συνέχεια σε αυτές τις δεσμεύσεις, υιοθετώντας τη «Στρατηγική για την Ισότητα των Φύλων», το Σεπτέμβριο του 2010, για τα επόμενα πέντε έτη, η οποία περιελάμβανε τη διερεύνηση στοχευμένων πρωτοβουλιών, προκειμένου να αυξηθεί η παρουσία των γυναικών στις ανώτερες βαθμίδες της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Στο πρόγραμμα Εργασίας της για το έτος 2012, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε νομοθετική πρωτοβουλία για την επίτευξη πιο ισόρροπης εκπροσώπησης των δύο φύλων στις επιχειρήσεις, οι μετοχές των οποίων είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο. Εξάλλου, τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η ισότιμη εκπροσώπηση των φύλων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων αποφέρει στα κράτη σπουδαία οφέλη: για παράδειγμα, έκθεση της McKinsey διαπίστωσε ότι επιχειρήσεις με ισόρροπη εκπροσώπηση των δύο φύλων έχουν 56% υψηλότερα κέρδη εκμετάλλευσης από ό,τι επιχειρήσεις μόνο με άνδρες.

Η Ernst & Young, εξετάζοντας τις 290 μεγαλύτερες εισηγμένες επιχειρήσεις, διαπίστωσε πως τα κέρδη στις επιχειρήσεις με τουλάχιστον μία γυναίκα στο διοικητικό συμβούλιο, ήταν σημαντικά υψηλότερα συγκριτικά με τις επιχειρήσεις χωρίς κανένα γυναικείο μέλος του συμβουλίου. Η παρουσία, επομένως, περισσότερων γυναικών σε διευθυντικές θέσεις μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία ενός παραγωγικότερου και καινοτόμου περιβάλλοντος και να μεγιστοποιήσει τις επιχειρηματικές επιδόσεις. Όμως, η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνει πως, παρά τις όποιες θετικές εξελίξεις, ιδίως στις χώρες που έχουν εισαγάγει ποσοστώσεις ως προς το φύλο, η πρόοδος παραμένει αργή. Υπογράφοντας την «Επίσημη δέσμευση για την προώθηση των γυναικών στην ηγεσία των επιχειρήσεων της Ευρώπης», οι επιχειρήσεις δεσμεύονται λοιπόν να αυξήσουν τη γυναικεία εκπροσώπηση στα διοικητικά συμβούλιά τους κατά 30% έως το 2015 και κατά 40% έως το 2020.

Έτσι, το άνοιγμα των ανώτερων θέσεων λειτουργεί ως κίνητρο για τις γυναίκες, ώστε να εισέλθουν στο εργατικό δυναμικό των επιχειρήσεων, γεγονός που συμβάλλει στην αύξηση των ποσοστών απασχόλησης και την ενδυνάμωση του δυναμικού των γυναικών ως ανθρώπινων πόρων. Απώτερος σκοπός είναι να αποκατασταθεί η αδιατάρακτη παρουσία και των δύο φύλων στα διοικητικά συμβούλια των επιχειρήσεων, ώστε να επιτευχθεί ο σταδιακός θρυμματισμός της «γυάλινης οροφής», που φράζει την πρόσβαση των προικισμένων γυναικών στους χώρους εργασίας.

Άνιση μεταχείριση στην εργασία
Η γυναικεία εκπροσώπηση σε θέσεις στελεχών δεν βρίσκεται σε απόλυτη αναλογία με την πλειοψηφία των γυναικών εργαζομένων, αντίθετα είναι μικρός ο αριθμός όσων καταλαμβάνουν υψηλόβαθμες διοικητικές θέσεις στην ιεραρχία των επιχειρήσεων και οργανισμών. Η αποδυναμωμένη παρουσία των γυναικών στους χώρους εργασίας και ειδικότερα στη διοίκηση των επιχειρήσεων, παραμένει βέβαιη πραγματικότητα και τεκμηριώνει εν μέρει την άποψη περί αποκλεισμού τους από τις υψηλόβαθμες θέσεις. Ενώ οι γυναίκες μάνατζερ διαθέτουν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα ως προς τη συμμετοχή τους στη διοίκηση και υπερτερούν έναντι των ανδρών συναδέλφων τους, ως προς τα μετρήσιμα αξιολογικά κριτήρια, όπως έχουν αποδείξει σχετικές έρευνες, φαίνεται να υποεκπροσωπούνται στις υψηλόβαθμες θέσεις της διοικητικής ιεραρχίας.

Οι συνεχιζόμενες διαφορές μεταξύ των δύο φύλων επιβεβαιώνουν την ανάγκη εξάλειψης των φραγμών με σκοπό την πλήρη συμμετοχή των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Επιβεβλημένη είναι η μέγιστη καταπολέμηση των ριζωμένων στερεοτύπων των φύλων, που διαμορφώνουν τους ρόλους των γυναικών στην κοινωνία και επηρεάζουν την ανισορροπία στην αμειβόμενη εργασία. Προκειμένου, επομένως, να διασφαλισθεί η πλέον επαρκής συμμετοχή των γυναικών σε θέσεις διοικητικής ευθύνης, θα πρέπει να εισαχθούν περαιτέρω δεσμευτικά μέτρα σε ενωσιακό επίπεδο, καθώς στατιστικά στοιχεία καταδεικνύουν τις μεγάλες οικονομικές απολαβές, που απορρέουν από τους δείκτες ισότητας μεταξύ των φύλων στις επιχειρήσεις και στους οργανισμούς του εθνικού και ευρωπαϊκού δικτύου.