Ο τόπος παροχής της εργασίας, στον οποίο ο εργαζόμενος υποχρεούται να παρέχει τη συμφωνημένη εργασία, αναμφισβήτητα, αποτελεί βασικό όρο της εργασιακής σχέσης. Ζήτημα ανακύπτει, ως προς την έκταση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη να μεταβάλει μονομερώς τον τόπο εργασίας του εργαζομένου.

Τόπος εργασίας
Ο εργοδότης έχει το δικαίωμα να μεταθέτει τον εργαζόμενο σε άλλη πόλη ή περιφέρεια, μόνο αν αυτό προβλέπεται στη σύμβαση εργασίας.

Ο τόπος εργασίας μπορεί να έχει αποτελέσει αντικείμενο ρητής ή και σιωπηρής συμφωνίας μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου και, επομένως, η ύπαρξη ή όχι δικαιώματος μετάθεσης είναι ζήτημα ερμηνείας της σύμβασης.

Μόνη η ύπαρξη περισσότερων εκμεταλλεύσεων σε διάφορες πόλεις και η γνώση του γεγονότος αυτού από τον εργαζόμενο, δεν αρκούν για να θεωρηθεί ότι συμφωνήθηκε, σιωπηρά, δικαίωμα μετάθεσης σε άλλη πόλη. Αντίθετα, επιτρέπεται η μετάθεση στην ίδια πόλη και εφόσον οι παρεχόμενες υπηρεσίες στη νέα θέση εργασίας, ανταποκρίνονται στο είδος εργασίας που συμφωνήθηκε να παρέχει ο εργαζόμενος και δεν επέρχεται μείωση των αποδοχών του.

Στην περίπτωση που ο εργοδότης έχει περισσότερες επιχειρήσεις διαφορετικής μορφής, έστω και στον ίδιο τόπο εργασίας, τότε ο εργαζόμενος δεν είναι υποχρεωμένος να αποδεχτεί τη μετάθεση αυτή, γιατί συνιστά μεταβολή των όρων της εργασίας του, η οποία μπορεί να είναι και βλαπτική γι’ αυτόν, ανάλογα πάντα με τις συνθήκες της νέας επιχειρήσεως του εργοδότη και σε σχέση με εκείνες στις οποίες ο εργαζόμενος εργαζόταν ως τότε.

Επιπλέον, αν ο τόπος παροχής της εργασίας δεν προσδιορίζεται ρητά στην εργασιακή σύμβαση, αλλά ούτε και από αυτήν διακρίνεται το δικαίωμα του εργοδότη να μεταθέτει κατά τόπο τον εργαζόμενο, τεκμαίρεται, ότι η εργασία θα πρέπει να παρέχεται στον τόπο, όπου προσλήφθηκε και εργάζεται ο τελευταίος.

Πότε η μετάθεση κρίνεται ως καταχρηστική
Εάν ο εργοδότης, δεν αποβλέπει στην κατά το δυνατόν καλύτερη αξιοποίηση της εργασίας και στην προσφορότερη οργάνωση και λειτουργία της επιχείρησης, τότε καταχράται το διευθυντικό του δικαίωμα.

Έτσι, καταχρηστική κρίνεται η μετάθεση, όταν ο εργοδότης προβαίνει σε αυτήν χωρίς να λαμβάνει υπ΄όψη του, τις ιδιαίτερες οικογενειακές ή προσωπικές συνθήκες, τη μακροχρόνια παραμονή σε συγκεκριμένο τόπο, την αρχαιότητα, την υγεία κ.λπ. του μετατιθέμενου, στις οποίες περιλαμβάνονται και εκείνες του συζύγου του και της οικογενείας του, τη δυνατότητα μεταθέσεως νεότερου σε ηλικία ή υπηρεσία υπαλλήλου του κ.α.

Επιπέον, η δήλωση του εργαζομένου κατά την πρόσληψή του, ότι αποδέχεται να υπηρετήσει σε οποιοδήποτε κατάστημα ή η ύπαρξη όρου στον Κανονισμό Εργασίας της επιχείρησης περί μη δικαιώματος του εργαζομένου να υπηρετεί μόνιμα στον τόπο διορισμού του δεν αναιρεί τον καταχρηστικό χαρακτήρα της μετάθεσης, αν ο εργοδότης δε λάβει υπόψη του τις παραπάνω συνθήκες και ειδικές περιστάσεις που συντρέχουν στο πρόσωπο του κάθε εργαζόμενου ξεχωριστά.

Εν αντιθέσει, ο εργοδότης δεν ενεργεί καταχρηστικώς, όταν τοποθετεί τον εργαζόμενο σε διαφορετικό τμήμα της επιχειρήσεως από εκείνο, στο οποίο είχε αρχικώς τοποθετηθεί και με άλλο αντικείμενο απασχολήσεως, εάν αυτό επιβάλλει το οικονομικό συμφέρον της επιχείρησης και εφόσον τα νέα καθήκοντά του δεν είναι υποδεέστερα και δεν επέρχεται μείωση των αποδοχών του.

Ενεργεί, όμως, καταχρηστικώς, όταν η μετάθεση αυτή δεν υπαγορεύεται από τους ανωτέρω λόγους, αλλά γίνεται από ευτελή κίνητρα, δηλαδή, για λόγους εκδίκησης, τιμωρίας ή ποινής ή επειδή π.χ. ο εργαζόμενος ανέπτυξε νόμιμη συνδικαλιστική δράση ή διεκδίκησε δικαστικά ή εξώδικα νόμιμες αξιώσεις του.

Καταχρηστική θεωρείται και η μετάθεση, όταν μέσω αυτής επέρχεται εμφανής προσωπική μείωση ή υποβιβασμός του μετατιθέμενου εργαζομένου, καθώς και η αφαίρεση από αυτόν, οποιουδήποτε αντικειμένου απασχολήσεως, με αποτέλεσμα να καθίσταται επί της ουσίας αργόμισθος.

Αντιθέτως, δε θεωρείται καταχρηστική η μετάθεση λόγω κακής συμπεριφοράς του εργαζομένου που καθιστά αδύνατη την αρμονική συνεργασία με τους συναδέλφους ή προϊσταμένους του, προς αποκατάσταση της εργασιακής ειρήνης, ή λόγω πλημμελούς εκπλήρωσης των καθηκόντων του και με στόχο την αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας του καταστήματος όπου εργάζεται.

Τέλος, σημειώνεται ότι η μετάθεση του εργαζομένου στο εξωτερικό δεν επιτρέπεται δίχως την προηγούμενη ρητή συναίνεση του εργαζομένου.