Η ακύρωση από το Συμβούλιο της Επικρατείας της αίτησης ακύρωσης του ΣΕΒ στην απόφαση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ τον Φεβρουαρίου του 2019, για τις προσαυξήσεις λόγω μισθολογικών ωριμάνσεων (τριετίες) προκάλεσε νέα ένταση μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης. Την περίοδο εκείνη, εγκύκλιος της τότε κυβέρνησης προέβλεπε ότι οι προσαυξήσεις λόγω μισθολογικών ωριμάνσεων (τριετίες) θα πρέπει να καταβάλλονται κανονικά υπολογισμένες στον νέο κατώτατο μισθό που είχε αυξηθεί στα 650 ευρώ. Τότε αυξήθηκαν οι τριετίες κατά 11%, όσο και ο κατώτατος μισθός.
Λίγο διάστημα αργότερα, ο ΣΕΒ επιδίωξε την ακύρωση της εγκυκλίου με αίτησή του στο ΣτΕ, «και άρα την παραγωγή αποτελέσματος εις βάρος των εργαζομένων», σύμφωνα με την Έφη Αχτσιόγλου, τομεάρχη οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία σε σχετική της ανακοίνωση αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: «Αν και οι λεπτομέρειες της απόφασης δεν είναι γνωστές, καθώς το πλήρες κείμενό της δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί, η απόφαση συνιστά μία κρίσιμη νίκη για τους εργαζόμενους. Συνιστά περαιτέρω μία σημαντική δικαίωση των προσπαθειών της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ υπέρ του κόσμου της μισθωτής εργασίας». Απαντώντας στην παραπάνω δήλωση, το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων τονίζει ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είχε παρέμβει από το 2019 στο ΣτΕ υπέρ της επίδικης εγκυκλίου, τασσόμενη εναντίον της προσφυγής των εργοδοτικών ενώσεων.
Όπως μάλιστα αναφέρει, η θέση αυτή επαναλήφθηκε πρόσφατα σε ανακοίνωση του Υπουργείου με αφορμή την απόφαση για αύξηση του κατώτατου μισθού. Και η ανακοίνωση καταλήγει: «Οι απαντήσεις μας για όλα αυτά δίνονται και θα δοθούν στην πράξη με τη σημαντική μείωση της ανεργίας σε σχέση με το 2019, την προσέλκυση επενδύσεων στη χώρα, τον τριπλασιασμό του ρυθμού των προγραμμάτων του ΟΑΕΔ για νέες δουλειές και τη νέα, ουσιαστική αύξηση του κατώτατου μισθού που επίκειται».