Σημείωμα της γράφουσας:
«Μα νομίζεις ότι μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο;»
«Ααα, πρέπει να σκληρύνεις, για να πετύχεις στον κόσμο των επιχειρήσεων!»
«Καλά, Κ.Κ.Ε. ψηφίζεις;»
11 πλέον τα κεράκια που σβήνω στην αγορά εργασίας και το δονκιχωτικό σύνδρομο, η αλλεργία προς την απάθεια και η επιθυμία για μια καλύτερη εργασιακή πραγματικότητα, ανεξαρτήτως χρώματος, επιμένουν. Κάπως έτσι γεννήθηκαν και συνεχίζουν να γεννιούνται οι ιστορίες JobBlow (διαβάζεται και ερμηνεύεται κατά βούληση και συνείδηση). Πραγματικά θα ευχόμουν να ήταν ολότελα δημιούργημα της φαντασίας μου. Όμως όλες προέρχονται από υπαρκτά πρόσωπα, από αληθινά περιστατικά του εργασιακού βίου πειραγμένα με μια δόση σουρεαλισμού, χιούμορ, κυνισμού, ίσως και μελαγχολίας...
Κοιτούσε και κοιτούσε και ξανακοιτούσε τα χαρτιά για τη δήλωση εργατικού ατυχήματος. Δεν ήταν η πρώτη φορά που έπρεπε να τα συμπληρώσει. Όμως για πρώτη φορά δεν ήξερε τι να γράψει. Με το στυλό πηγαινοερχόταν από ερώτηση σε ερώτηση, αλλά εις μάτην… Ένιωθε σαν αδιάβαστος μαθητής μπροστά σε απροειδοποίητο διαγώνισμα.
Πότε έλαβε χώρα το ατύχημα;
…
Πώς ακριβώς συνέβη;
…
Αυτόπτες μάρτυρες;
…
Κοιτούσε και κοιτούσε και ξανακοιτούσε τον άνθρωπο που είχε απέναντί του. Απάντηση καμιά και από εκείνη την πλευρά.
«Ή θα παραιτηθώ ή θα πάω φυλακή», ψέλλισε με απόγνωση και σε ένα στιγμιαίο φλας μπακ όλη η ιατρική καριέρα του πέρασε μπροστά από τα μάτια του. Τα φοιτητικά χρόνια στη Ρουμανία, τα κρυμμένα μέσα στα βιβλία δολάρια στις προφορικές εξετάσεις, η μετά βασάνων -και κρυμμένων δραχμών αυτή τη φορά- αναγνώριση του πτυχίου στην Ελλάδα, η καρτερική αναμονή για την ειδικότητα, το υπό διάλυση ΕΣΥ, το υπό διάλυση εγώ του, τα γραφεία που ‘μπάζαν από το κρύο, ο σάπιος εξοπλισμός, οι ατελείωτες ουρές ασθενών, οι αδιάφοροι συνάδελφοι, ο αδιάφορος εαυτός του, τα φακελάκια, το παράλληλο με το ΕΣΥ (σσστ!) ιατρείο του, οι τρεις και ο κούκος ασθενείς, η στροφή στις εταιρείες ως γιατρός εργασίας…
Η αλήθεια ήταν ότι ποτέ δεν του είχε αρέσει ιδιαίτερα αυτός ο επαγγελματικός «παροπλισμός», όπως είχε εξ’ αρχής χαρακτηρίσει την αλλαγή στην καριέρα του, αλλά αν περίμενε να ζήσει από το ιατρείο του ή το Δημόσιο θα είχε προκόψει. «Δουλειά ρουτίνας» συνέχιζε να τη λέει και μέχρι τα 53 του χρόνια δεν είχε χρειαστεί ποτέ να αντιμετωπίσει κάποιο ακραίο περιστατικό. Αν και εδώ που τα λέμε είχε ζήσει και στιγμές ανδρείας και μεγαλείου…
Πώς να ξεχάσει τη θεαματική γλίστρα του προέδρου μεγάλης αυτοκινητοβιομηχανίας στο φρεσκοπερασμένο με γυαλιστικό πάτωμα, το σπάσιμο του ποδιού του και την άμεση διακομιδή του με πληρωμένο από την εταιρεία ελικόπτερο στο νοσοκομείο; Τότε ποιος του κράτησε το χέρι, όταν έσκουζε σαν μυξοπαρθένα από τον πόνο, έβριζε παράλληλα θεούς και δαίμονες και δρομολογούσε την άμεση απόλυση της καθαρίστριας; Τότε ποιος χρησιμοποίησε τις γνωριμίες του, για να τον βάλουν σε μονόκλινο με θέα; Και μετά ποιος βραβεύτηκε ως υπάλληλος του μήνα και καμάρωσε τη φωτογραφία του στο εταιρικό περιοδικό να κάνει, με χαμόγελο ασφαλιστή, χειραψία με τον πρόεδρο;
Αμ, την άλλη φορά που κλήθηκε εμπιστευτικά να περιποιηθεί το τραύμα της ιδιαιτέρας γραμματέως του Γενικού; Τι μπουνιά πρέπει να είχε φάει κι αυτή η κακομοίρα! Αλλά στο παράνομο ζεύγος άρεσαν τα άγρια σεξουαλικά παιχνίδια εντός, εκτός και…επί του γραφείου. Και βέβαια είχε ανταμειφθεί επαρκώς για την εχεμύθειά του, λαμβάνοντας το χρηματικό κατιτίς του ως έκτακτο μπόνους.
«Αχ, όντως στιγμές μεγαλείου», αναφώνησε και ξανακοίταξε τον άνθρωπο απέναντί του με αναπτερωμένο ηθικό. «Να παραιτηθώ αδύνατο! Να πάω φυλακή… δυνατό, αλλά θα το αποφύγω!». Πετάχτηκε από την καρέκλα του αναστατωμένος. Η στιγμή ήταν αναμφισβήτητα κρίσιμη. Πάνω του βασίζονταν όχι μόνο η εμπιστοσύνη της διοίκησης, αλλά και μια ολόκληρη εταιρεία με 150 εργαζόμενες ψυχές! «Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», σκέφτηκε και άρχισε να βηματίζει πάνω-κάτω στο δωμάτιο αναζητώντας τη λύση.
Στο δωμάτιο επικρατούσε άκρα του τάφου σιωπή, εκτός από έναν επαναλαμβανόμενο θόρυβο που μπλόκαρε τις σκέψεις του. «Μα τι στο καλό… από πού…» και τότε έπιασε με την άκρη του ματιού τις σταγόνες νερού που έσταζαν από το ιατρικό κρεβάτι, ολοένα και πιο πυκνές, και έβρεχαν το πάτωμα.
«Εύρηκα!» αναφώνησε και σήκωσε το ακουστικό, για να τηλεφωνήσει στο Τμήμα Διασφάλισης Ποιότητας.
«Ναι, ο Ιωάννου είμαι. Έρχεστε λιγάκι; Ναι, ναι, βρήκα λύση!».
Ο Διευθυντής του Τμήματος κατέφτασε σε κλάσματα δευτερολέπτων.
«Θα χρειαστώ δυο πιστολάκια μεγάλης έντασης».
…
«Τι με κοιτάτε σαν χάννος; Πι-στο-λά-κια! Πιστολάκια μαλλιών ντε! Στείλτε κάποιον να αγοράσει αμέσως! Και θα χρειαστώ και τη δική σας βοήθεια».
Μισή ώρα αργότερα τα δυο πιστολάκια δούλευαν ήδη στο φουλ, στο πάτωμα του ιατρείου είχαν αρχίσει να σχηματίζονται λιμνούλες νερού και η μυρωδιά ψαριού παρέμενε ενοχλητικά έντονη.
«Kαι λέτε… θα αποδώσει τώρα αυτό; Είναι ακόμα αρκετά παγωμένος. Πώς θα φανεί σαν ατύχημα;», ρώτησε διστακτικά ο Διευθυντής.
«Μην μου ανησυχείτε για τίποτα! Κοτζάμ γιατρό έχετε εδώ! Όχι κανένα άπειρο γιατρουδάκι. Να λέμε πάλι καλά που εκτός από την άρτια ιατρική εκπαίδευση και την εμπειρία μου, βλέπω και CSI. Ξέρετε, την αστυνομική σειρά… Βγαλμένα από τη ζωή είναι όλα! Σε λίγο λοιπόν και ο φίλος μας εδώ θα έχει ξεπαγώσει πλήρως και με λίγο…λαδάκι – ξέρετε τι εννοώ- μαζί με τη δήλωση ατυχήματος, μια χαρά θα περάσει για ανακοπή καρδιάς. Ο καημένος πάντως, πάνω στα καλύτερά του χρόνια… Τελοσπάντων, ανήκει πλέον στο παρελθόν και εργατικά ατυχήματα συμβαίνουν ακόμα και στις καλύτερες εταιρείες. Αλήθεια, τι του ήρθε του χριστιανού και μπήκε στο ψυγείο με τα ψάρια;»
«Ξέρετε, δεν το επέλεξε ο ίδιος…δηλαδή όχι ακριβώς. Αν και κοινή συναινέσει ήταν εδώ που τα λέμε. Η αιφνίδια έλευση της Επιθεώρησης Εργασίας μας αναστάτωσε όλους. Και να…τον είχαμε χωρίς ένσημα βλέπετε, δεν είχε και άδεια εργασίας. Ούτε εκείνος ήθελε να χάσει τη δουλειά του ούτε εμείς να βρούμε το μπελά μας. Δεν φτάνει που κάναμε και το ψυχικό να τον προσλάβουμε! Η Γενική Διευθύντρια λοιπόν είχε την ιδέα να τον κρύψουμε εκεί…»
Μεμιάς γύρισαν και οι δυο και κοίταξαν τον παγωμένο άντρα. Και λες και ήταν συνεννοημένοι έκλεισαν για λίγο τα πιστολάκια, τηρώντας ένα λεπτό σιγής…
«Ποιος το περίμενε να ξεχαστεί…», διέκοψε ο Διευθυντής. «Αλλά κάτι ο έλεγχος των βιβλίων, κάτι τα κεράσματα και το μπλα μπλα με τους επιθεωρητές…πέρασε η ώρα και τον ξεχάσαμε τον κακομοίρη».
«Μάλιστα, κατάλαβα», σχολίασε κοφτά ο γιατρός. «Η ώρα περνάει και δεν έχουμε καιρό για τέτοια. Ρυθμίστε παρακαλώ την ένταση στο 2 και δώστε έμφαση στα πόδια. Δείχνουν επικίνδυνα μελανιασμένα…».
* Αρχές Φλεβάρη, εν έτει 2009, εταιρεία στη Βόρεια Ελλάδα έκρυψε ανασφάλιστες εργάτριες σε ψυγεία-θαλάμους, για να γλιτώσει το πρόστιμο. Εκεί δεν υπήρξαν «παράπλευρες» απώλειες.