Σημείωμα της γράφουσας: «Μα νομίζεις ότι μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο;»
«Ααα, πρέπει να σκληρύνεις, για να πετύχεις στον κόσμο των επιχειρήσεων!»
«Καλά, Κ.Κ.Ε. ψηφίζεις;»

11 πλέον τα κεράκια που σβήνω στην αγορά εργασίας και το δονκιχωτικό σύνδρομο, η αλλεργία προς την απάθεια και η επιθυμία για μια καλύτερη εργασιακή πραγματικότητα, ανεξαρτήτως χρώματος, επιμένουν. Κάπως έτσι γεννήθηκαν και συνεχίζουν να γεννιούνται οι ιστορίες JobBlow (διαβάζεται και ερμηνεύεται κατά βούληση και συνείδηση). Πραγματικά θα ευχόμουν να ήταν ολότελα δημιούργημα της φαντασίας μου. Όμως όλες προέρχονται από υπαρκτά πρόσωπα, από αληθινά περιστατικά του εργασιακού βίου πειραγμένα με μια δόση σουρεαλισμού, χιούμορ, κυνισμού, ίσως και μελαγχολίας...

Η μάνα του τον κοίταζε εντυπωσιασμένη να φοράει το κοστούμι και να δένει τη γραβάτα του σφυρίζοντας.
«Μπράβο, παιδάκι μου! Έτσι κεφάτος να ξυπνάς κάθε μέρα! Και νωρίς, παιδί μου. Πρώτος να δίνεις το παρών στο γραφείο! Άκουσέ με σε αυτό. Κι ούτε γκρίνιες θα έχεις από τον προϊστάμενο ούτε τίποτα!»
«Ναι, μανούλα μου, δίκιο έχεις. Όπως πάντα δηλαδή…»
, απάντησε ο Θοδωρής και η μάνα του τον κοίταξε ξαφνιασμένη λες και δεν άκουσε καλά.
«Τι απορείς; Έτσι είναι! Έλα, έλα δω να σου δώσω κι ένα φιλάκι για καλημέρα».
«Και φιλί; Απαπαπα σήμερα…»
, σχολίασε με ελαφρύ κοκκίνισμα στα μάγουλα, σκεπτόμενη ότι η σπανίως καλή διάθεση του γιου της τής έδινε μοναδική ευκαιρία να ρωτήσει και για το άλλο.
«Μπας και βρήκες κανένα καλό κορίτσι να νοικοκυρευτείς και είσαι τόσο χαρούμενος; Πες μου να χαρώ διπλά!»
«Ώχου, ρε μάνα. Μη μου το χαλάς τώρα. Είμαι μικρός να νοικοκυρευτώ ακόμα, πόσες φορές να στο πω;»
«Μικρός στα 33, βρε αγόρι μου;»
«Ααααα….δεν θα μου χαλάσεις πρωινιάτικα τη διάθεση. Ναι, μικρός! Ο ελληνικός είναι έτοιμος;»
«Ναι, αγόρι μου. Στο τραπέζι είναι».
«Αχ, βάλσαμο… Να νοικοκυρευτώ και να χάσω τέτοιο μερακλίδικο καφέ, ρε μάνα; Τρελάθηκες;»
Εκείνη δε σχολίασε.
«Θα γυρίσω αργούτσικα σήμερα, περιμένουμε έναν μεγάλο πελάτη από το εξωτερικό. Τι καλό θα έχεις μαγειρέψει;»
«Λαχανοντολμάδες, αγόρι μου!», απάντησε με έκδηλη περηφάνια. «Τελείωσες; Για δώσε ‘δώ να σου πω το φλιτζάνι… Δώσε που σου λέω!»

Φόρεσε τα γυαλιά της και άρχισε να το περιεργάζεται με βαθυστόχαστο ύφος.
«Φτου-φτου-φτου, παιδάκι μου! Τι φλιτζάνι είναι αυτό! Γέλια, χαρές και βλέπω και μια ψηλή μελαχρινή. Στο γραφείο θα έχετε πάντως μια αναμπουμπούλα σήμερα. Να προσέχεις!»
«Διάνα έχεις πέσει, επιστημόνισσά μου!Φεύγω ολοταχώς».


Σε όλη τη διαδρομή ο Θοδωρής άκουγε ραδιόφωνο στη διαπασών και τραγουδούσε. Στις 07:25, πρωτοφανές για εκείνον ρεκόρ άφιξης, είχε ήδη παρκάρει, αλλά αντί για το γραφείο κατευθύνθηκε στο κοντινό φαρμακείο…

«Κάτι δραστικό για επίμονη δυσκοιλιότητα, παρακαλώ. Αν το έχετε σε υγρή μορφή, το προτιμώ. Ωραία! Δυο μπουκαλάκια τυλίξτε μου…», «για δώρο!» σκέφτηκε μειδιώντας και ένιωθε έτοιμος να αρχίσει να χοροπηδάει.

Σφυρίζοντας αμέριμνα πέρασε την πλαστική κάρτα παρουσίας από το μηχάνημα ελέγχου στην είσοδο, καλημέρισε το φύλακα και ως πρότυπο πιστού υπαλλήλου στις 07:40 ακριβώς είχε ήδη ανοίξει τον υπολογιστή του. Η χωρίς παράθυρα αίθουσα με τα μικροσκοπικά, το ένα σχεδόν απάνω στο άλλο γραφεία, ήταν ακόμα άδεια. Κατευθύνθηκε στην άλλη πλευρά του ορόφου με τα μεγάλα παράθυρα, τα καλοδιατηρημένα φυτά, τους ακριβούς πίνακες, τα εντυπωσιακά γραφεία και τους δερμάτινους καναπέδες.

Αυτή η πλευρά του ορόφου συνήθως γέμιζε μετά τις 10:00, σήμερα όμως δεν ήταν μια συνηθισμένη ημέρα. Η άφιξη του σημαντικού πελάτη από το εξωτερικό είχε ανατρέψει τα πάντα. Ρίχνοντας κλεφτές ματιές αριστερά-δεξιά, τρύπωσε στην κουζίνα του ορόφου. Η κυρία Τασούλα, η καθαρίστρια, είχε ήδη φροντίσει να είναι έτοιμος ο καφές φίλτρου. Μοσχομύριζε…

«Από ακριβό κολομβιανό χαρμάνι, ειδική παραγγελία της εταιρείας!», θυμόταν ότι του είχε πει ο προϊστάμενός του εκείνο το βράδυ, της δεύτερης μόλις εβδομάδας από την πρόσληψή του, που είχαν μείνει μέχρι τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας, για να τελειώσουν το report κλεισίματος του μήνα. «Βέβαια η εταιρεία το προσφέρει μόνο για τους μετόχους και τους πελάτες. Κρίμα που έχει κλείσει αυτή την ώρα το κυλικείο. Αλλά νέα παιδιά είστε εσείς, αντέχετε και χωρίς καφέ».

Και την ώρα που ο προϊστάμενος τον χτυπούσε συμπονετικά στον ώμο, ο Θοδωρής φανταζόταν τους δυο τους ντυμένους πυγμάχους να παλεύουν στο ρινγκ, ξαφνικά με ένα αριστοτεχνικό χτύπημα να ρίχνει τον προϊστάμενο κάτω και να τον παρατηρεί να σφαδάζει, με μερικά δόντια λιγότερα, ανίκανος να σηκωθεί. Το πλήθος, ανάμεσα στους οποίους και πολλοί υπάλληλοι της πολυεθνικής, να ζητωκραυγάζει δείχνοντας με τον αντίχειρα προς τα κάτω…

Από εκείνη την αποφράδα βραδιά άλλαξαν δυο πράγματα στη ζωή του Θοδωρή: όσο κι αν προσπαθούσε, δεν μπορούσε να σηκωθεί έγκαιρα το πρωί, για να πάει στο γραφείο, και από λάτρης ταινιών επιστημονικής φαντασίας βρέθηκε να νοικιάζει μανιωδώς ταινίες όπως «Ο Κόμης Μοντεκρίστο», «Μπεν Χουρ», «Η Εκδίκηση του Σαμουράι» και σιγά-σιγά να πλάθει στο μυαλό του το σχέδιο.

«Και να τελικά που η εκδίκηση δεν είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο, αλλά ένα φλιτζάνι που πίνεται ζεστό», διέκοψε την αναπόλησή του ξεστομίζοντας ένα δυνατό «Χα!». Κοιτώντας πάνω από την καφετιέρα την τυπωμένη με την επίσημη εταιρική γραμματοσειρά ταμπέλα διάβασε με ειρωνικό στόμφο «Μην αγγίζετε! Μόνο για μετόχους και πελάτες». Και μεμιάς άδειασε το ένα μπουκαλάκι καθαρτικό μέσα στον καφέ. Εκεί που πήγε να ανοίξει και το δεύτερο ένιωσε έναν δισταγμό. «Μην τους ξεκάνουμε κιόλας», σκέφτηκε, και το έχωσε πίσω στην τσέπη του.


Όταν επέστρεψε στο πόστο του, η αίθουσα με τα γραφειάκια ήταν ήδη γεμάτη. Κάθισε, κοίταξε το ρολόι του και έκανε έναν υπολογισμό επαλήθευσης.

08:30 – 08:40 Προσέλευση μεγαλο-στελεχών και σερβίρισμα καφέ, χρόνος δράσης καθαρτικού σύμφωνα με τις οδηγίες 20 λεπτά
09:00 Άφιξη πελάτη (“Why is the meeting room empty?”)
09:15 Ανώνυμο τηλεφώνημα για βόμβα, χτύπημα συναγερμού (“What the f*** is happening here?”)
09:20 Όλοι ήδη έξω σύμφωνα με τις χρονομετρημένες ασκήσεις ετοιμότητας
09:30 Άφιξη αστυνομίας, εν τω μέσω της αναστάτωσης προσέγγιση της ψηλής μελαχρινής από το Μάρκετινγκ.
09:45 Κουβεντούλα και πρόταση για καφεδάκι εκεί κοντά.
09:55 «Κι εγώ μια ζεστή σοκολάτα. Με συγχωρείς ένα λεπτάκι να κάνω ένα τηλεφώνημα;»
09:58 Στο κοντινό καρτο-τηλέφωνο. Δεύτερο ανώνυμο τηλεφώνημα, αυτή τη φορά με χλευαστικό τόνο που ακόμα δεν βρήκαν τη βόμβα.
11:30 Τέλος καφέ, ανταλλαγή αριθμών τηλεφώνου και αναχώρηση για σπίτι.

«Ουπς! Εδώ θα το ‘κανες το λάθος, αγόρι μου». Αλαφιασμένος σήκωσε το ακουστικό του τηλεφώνου και με χρέωση της εταιρείας σχημάτισε τον αριθμό.

«Έλα ρε μάνα, πώς πάνε οι λαχανοντολμάδες; Τι;;;; Ακόμα δεν έχεις κάνει τίποτα; Για βάλτους αμέσως μπρος! Το αργότερο 12 το μεσημεράκι θα είμαι σπίτι. Ναι, ναι, θα σχολάσουμε νωρίς σήμερα».

* “Εμπνευσμένο” από μεγάλη πολυεθνική που παρέχει τον καφέ φίλτρου ως αποκλειστικό προνόμιο των partners. Δεν είμαστε για έξοδα, ρε παιδιά, αλλά ούτε καν…παντεσπάνι;

 Πριν κάνεις το εργασιακό μπαμ…
 πες τα στο JobBlow να ξεθυμάνεις!

 [email protected] 
 Δεν παρέχουμε:
υψηλούς μισθούς, αξιοκρατία, ένσημα.
 Παρέχουμε: πλήρη εχεμύθεια, ακτιβιστική ματιά, χιούμορ.