Παρά τις προκλήσεις στην αγορά, αρκετοί υποψήφιοι που εργάζονται αυτό το διάστημα, αναζητούν νέες ευκαιρίες για την καριέρας τους.

Στο πλαίσιο της παρακολούθησης των τάσεων της αγοράς εργασίας, η Randstad διεξήγαγε μία έρευνα σχετικά με την εύρεση εργασίας από υποψηφίους που αξιολογήθηκαν στα γραφεία της εταιρείας. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το χρονικό διάστημα από 20 Ιουνίου 2011 έως 29 Ιουλίου 2011 σε δείγμα 441 υποψηφίων για εργασία. Από το σύνολο των 441 ατόμων, το 45,8% ήταν άντρες και το 54,2% ήταν γυναίκες και σύμφωνα με τα αποτελέσματα αναδεικνύεται ότι οι συμμετέχοντες της ηλικιακής κατηγορίας 19-24 ετών, αποτέλεσαν το 19,3% του δείγματος από τους οποίους οι περισσότεροι δεν εργάζονταν αυτό το διάστημα.

Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι νέοι υποψήφιοι για εργασία επιθυμούν προτού ενταχθούν στην αγορά εργασίας να επενδύσουν περισσότερο χρόνο στις ακαδημαϊκές τους γνώσεις αλλά και να ολοκληρώσουν τις όποιες υποχρεώσεις τους, όπως είναι στην περίπτωση των αντρών η στρατιωτική θητεία. Παράλληλα, είναι ιδιαίτερα πιθανόν οι υποψήφιοι σε αυτή τη φάση της καριέρας τους, να μην είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένοι στο να συνεργάζονται με συμβούλους ανθρώπινου δυναμικού.

Η ηλιακή κατηγορία 25-35 συγκέντρωσε το μεγαλύτερο ποσοστό των συμμετεχόντων, αποτελώντας το 61% του δείγματος, κάτι το οποίο δείχνει ότι τα στελέχη αυτά για την αναζήτηση εργασίας τους, συνεργάζονται με τους συμβούλους ανθρώπινου δυναμικού. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τo 41% αυτής της κατηγορίας εργάζεται και επιθυμεί να εξετάσει νέες επαγγελματικές ευκαιρίες που προσφέρονται από την Randstad. Αυτό μας δείχνει ότι παρά τις συνθήκες και τις προκλήσεις που επικρατούν, εξακολουθεί να υπάρχει κινητικότητα στην αγορά εργασίας.

Τα πιο έμπειρα στελέχη που βρίσκονται στην κατηγορία 36-50+ ετών αποτέλεσαν το 19,7% των συμμετεχόντων. Από το σύνολο αυτής της ηλιακής κατηγορίας (ανεξαρτήτως φύλλου), το 52,9% δήλωσε ότι δεν εργάζεται αυτό το διάστημα, ενώ το 47,1% εργάζεται και εξετάζει τις προοπτικές για κάποια ενδεχόμενη αλλαγή στην καριέρα τους.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας το ακαδημαϊκό επίπεδο των συμμετεχόντων παρουσιάζεται ιδιαίτερα υψηλό. Το 80% (ανεξαρτήτως φύλου) έχει λάβει Ανώτερη και Ανώτατη εκπαίδευση, κάτι το οποίο αναδεικνύει το ενδιαφέρον των Ελλήνων για να λάβουν όσο τον δυνατόν περισσότερες γνώσεις για την μετέπειτα επαγγελματική τους καριέρα.

Παράλληλα, αυτό θα λειτουργήσει θετικά και για τους εργοδότες, οι οποίοι θα έχουν την δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα σε στελέχη τα οποία αξιολογούνται από την Randstad και διαθέτουν υψηλή κατάρτιση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το 49,4% έχει αποκτήσει πτυχίο από ΑΕΙ ή ΤΕΙ, το 30,6% είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου, ενώ ένα 20% αφορά αποφοίτους μέσης εκπαίδευσης και ιδιωτικών σχολών.

Από τους συμμετέχοντες με Ανώτερη και Ανώτατη εκπαίδευση, το 53,2% εργάζεται και αναζητά τον επόμενο σταθμό στην καριέρα του, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους απόφοιτους μέσης εκπαίδευσης και ιδιωτικών σχολών ήταν 37%. Οι υποψήφιοι φαίνεται να έχουν προσαρμοστεί με τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά εργασίας, κάνοντας συνδυασμό όλων των διαθέσιμων μέσων, αλλά και χρήση της προσωπικής δικτύωσης για την επίτευξη των καλύτερων δυνατών αποτελεσμάτων στην εύρεση εργασίας.

Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι σε ποσοστό 30,6% οι συμμετέχοντες, για την εύρεση εργασίας κάνουν συνδυασμένη αναζήτηση μέσω του internet, των εφημερίδων και της δικτύωσης μέσω γνωστών και φίλων. Γενικότερα, η χρήση του internet φαίνεται ότι έχει καθιερωθεί στις προτιμήσεις των υποψηφίων, λόγω του αριθμού των αγγελιών που δημοσιεύονται, αλλά και της αμεσότητας που προσφέρει για επικοινωνία με τους εργοδότες, τους συμβούλους ανθρώπινου δυναμικού και τις μηχανές αναζήτησης εργασίας.