Σύμφωνα με τους ορισμούς του Εργατικού δικαίου, μισθό αποτελεί κάθε παροχή του εργοδότη, η οποία έχει οικονομική αξία και δίνεται ως αντιστάθμισμα της εργασίας που παρέχει ο εργαζόμενος.

Η σημασία του μισθού είναι δεδομένη, αν αναλογιστεί κανείς ότι αποτελεί το βασικό, και σε πολλές περιπτώσεις, το μοναδικό βιοποριστικό μέσο που διαθέτει ο εργαζόμενος προκειμένου να ικανοποιήσει τις ανάγκες του. Για αυτόν ακριβώς το λόγο, είναι απαραίτητη η παρέμβαση του νομοθέτη, ώστε να διασφαλιστεί ότι ο εργαζόμενος θα εισπράττει την αμοιβή του σε κάθε περίπτωση. Προς εκπλήρωση του προαναφερόμενου σκοπού απαγορεύεται ο συμψηφισμός, οι κρατήσεις,  η κατάσχεση, η επίσχεση, η εκχώρηση και η παραίτηση από το μισθό.

Μορφές προστασίας
1. Απαγόρευση συμψηφισμού
Απαγορεύεται ο συμψηφισμός του μισθού με οποιαδήποτε απαίτηση του εργοδότη, εφόσον είναι απόλυτα αναγκαίος για τη διατροφή του μισθωτού και της οικογένειάς του. Ωστόσο, η απαγόρευση είναι μερική, καθώς επιτρέπεται ο συμψηφισμός  για απαιτήσεις του εργοδότη από ζημία που του προξένησε με δόλο ο μισθωτός κατά την εργασία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αποζημίωση λόγω καταγγελίας δεν εντάσσεται στην ανωτέρω απαγόρευση και, επομένως, μπορεί να συμψηφισθεί με τους μισθούς υπερημερίας, σε περίπτωση που η καταγγελία κριθεί δικαστικά άκυρη.

2. Απαγόρευση κρατήσεων
Ο Αστικός Κώδικας επιτρέπει τις συμφωνίες μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου για κρατήσεις από το μισθό. Γίνεται όμως δεκτό ότι, εφόσον από τη συμφωνία αυτή δεν προκύπτει ο σκοπός των κρατήσεων, οι τελευταίες έγιναν για την κάλυψη ενδεχόμενης ζημίας του εργοδότη και είναι ισχυρές μόνο κατά το μέτρο που επιτρέπεται ο συμψηφισμός. Πέρα βέβαια από τις συμβατικές, υπάρχουν και οι νόμιμες κρατήσεις όπως π.χ παρακράτηση φόρου και εισφορές προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Τέτοιες κρατήσεις αποτελούν υποχρέωση του εργοδότη και επιτρέπονται υπό ορισμένους περιορισμούς.

3. Απαγόρευση κατάσχεσης και επίσχεσης
Κατά το μέτρο που ο μισθός δεν υπόκειται σε συμψηφισμό, απαγορεύεται και η κατάσχεση και η επίσχεση του. Ωστόσο, όσον αφορά στην κατάσχεση, αυτή είναι επιτρεπτή:α) μέχρι το 1/4 του μισθού για απαιτήσεις από το νόμο ή από διάταξη τελευταίας βούλησης, β) σε επαγγελματίες, μέχρι το 1/5 για προμήθεια ειδών ρουχισμού, τροφής και ιατρικής περίθαλψης, γ) μέχρι το 20% της δικηγορικής αμοιβής, η οποία συμφωνήθηκε με εργολαβικό δίκης, δ) μέχρι το 1/4 του μισθού για χρέη προς το Δημόσιο. Εξάλλου, και η επίσχεση θεωρείται νόμιμη στην περίπτωση που ακυρωθεί η καταγγελία της σύμβασης εργασίας, οπότε ο εργοδότης μπορεί να προβεί σε επίσχεση των μισθών υπερημερίας, προκειμένου να προσκομίσει ο εργαζόμενος το πιστοποιητικό του ΟΑΕΔ, από το οποίο προκύπτει το επίδομα ανεργίας που εισέπραττε και το οποίο πρέπει να επιστρέψει ο εργοδότης στον ΟΑΕΔ αφαιρώντας το από τις αποδοχές του εργαζομένου.

4. Απαγόρευση εκχώρησης
Λόγω του ότι είναι ακατάσχετος, ο μισθός είναι και ανεκχώρητος. Απαγορεύεται δηλαδή η εκχώρηση του μισθού σε τρίτους. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η εκχώρηση του 1/4 των αποδοχών για δάνεια ή πιστώσεις που παρέχονται από τον εργοδότη ή Ταμεία Ασφαλίσεως. Επιτρέπεται, επίσης, η εκχώρηση στις περιπτώσεις 3β) και 3γ) της προηγούμενης παραγράφου.

5. Απαγόρευση παραίτησης
Απαγορεύεται και είναι άκυρη κάθε συμφωνία με την οποία περιορίζεται το δικαίωμα του εργαζομένου προς λήψη των νόμιμων αποδοχών του. Πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι η απαγόρευση αυτή αφορά μόνο τα κατώτατα όρια που προβλέπει ο νόμος, ενώ αντιθέτως είναι δυνατή η παραίτηση από το μισθό που ξεπερνά τα κατώτατα όρια. Ειδική περίπτωση παραίτησης συνιστά και ο συμβιβασμός. Γίνεται, όμως, δεκτό ότι ο συμβιβασμός είναι επιτρεπτός όταν υπάρχει σοβαρή αμφιβολία για τη συνδρομή των πραγματικών και νομικών προϋποθέσεων, που απαιτούνται για τη γένεση  της μισθολογικής απαίτησης και εφόσον η αμφιβολία αίρεται με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Η εξαίρεση αυτή έχει τεθεί προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων του εργαζομένου, ώστε να μη διαιωνίζεται η ανασφάλεια που βιώνει, όταν η ύπαρξη ή το μέγεθος της αξίωσής του δεν είναι δεδομένες.

Συμπέρασμα
Ο νόμος φροντίζει για την εξασφάλιση του μισθού όχι μόνο έναντι του εργοδότη, ο οποίος στα πλαίσια της εργασιακής σχέσης αποτελεί το «συνήθη ύποπτο», αλλά και έναντι των τρίτων και ιδιαίτερα των δανειστών του ίδιου του εργαζομένου. Οι διατάξεις εξάλλου για την προστασία του μισθού είναι δημόσιας τάξεως, πράγμα που σημαίνει ότι συμφωνίες που έρχονται σε αντίθεση με αυτές είναι παράνομες. Οι αποδοχές του εργαζομένου εξασφαλίζονται κατά τρόπο σίγουρο, αφού  η περιγραφόμενη ανωτέρω προστασία παρέχεται ακόμα και παρά την αντίθετη βούλησή του.