Πώς η νέα εποχή μεταλλάσσει την έννοια του στελέχους και ποια είναι τα κίνητρα που εμπνέουν τους νέους πρωταγωνιστές της.

Το αγαπημένο μου θέμα είναι πάντα τα κίνητρα, αυτό το τολμηρό και λίγο πονηρό συναίσθημα που μας τσιγκλά άλλοτε αθώα και χαριτωμένα και άλλοτε  επίμονα και ωφελιμιστικά, για να κάνουμε πράγματα και να πετύχουμε στόχους.

Μετά την ευγενική πρόταση του HR Professional να γράψω για το περιοδικό, σκεφτόμουν ποιο θα μπορούσε να είναι το θέμα και παρακαλούσα τη θεά έμπνευση να με φωτίσει.

Σε αυτή την περίπτωση η μοναδική λύση είναι να αφήνει κανείς τη δική του θνητή έμπνευση να τον παρασύρει εκεί που μόνο εκείνη γνωρίζει. Και το θαύμα είναι ότι συνήθως οδηγεί σε γνώριμα μονοπάτια τόσο όσο για να μας αφήσει ευχαριστημένους και ασφαλείς. ‘Η έστω με το αίσθημα της ικανοποίησης, που εγώ το λέω το αίσθημα του …ουφ πάει και αυτό. Τι γίνεται όμως όταν το αίσθημα αυτό δεν έρχεται ποτέ; Έχω την εντύπωση ότι η έλλειψη του συγκεκριμένου συναισθήματος με ταλανίζει αργά και σαδιστικά τα τελευταία χρόνια χωρίς να μπορώ να πω από πότε ακριβώς.

Το βασανιστικό αυτό συναίσθημα του ανεκπλήρωτου, μετά από πολλή σκέψη αλλά και ανταλλαγές σχετικών βασάνων με ακριβούς (προσωπικής αξίας όχι με τη σημερινή σημασία της λέξης) φίλους και συνεργάτες, απέκτησε τελικά όνομα.

Ονομάζεται εργασιακή κουλτούρα, εργασιακό τοπίο και περιγράφεται με την ερώτηση που μπορεί να κάνει κάθε στέλεχος, κάθε επαγγελματίας στον εαυτό του. Πού πρέπει να πάω τώρα, ποια στροφή πρέπει να κάνω μια και από αυτό από το οποίο έρχομαι μοιάζει να με ξεπερνά, να με βάζει στην άκρη και να με αφήνει θεατή και όχι ρυθμιστή των σημάτων των νέων προσδιοριστικών του χαρακτηριστικών. Διότι διαφαίνονται ήδη νέα χαρακτηριστικά που δεν μοιάζουν καθόλου με τα εδραιωμένα παλιά που βρίσκονται κυρίως στο μυαλό μας και μετεξελίσσονται αλλού αργά και αλλού πιο γρήγορα με αποτέλεσμα το αίσθημα του «πού ανήκω» να είναι άλλοτε βαθύ και άλλοτε λιγότερο βαθύ.

Η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν ήμουν ή είμαστε ρυθμιστές. Νομίζαμε ότι είμαστε. Τι έγινε τότε; Πώς χάσαμε το παιγνίδι, πώς ξέφυγε η κατάσταση από τα χέρια μας;

«Ιστορική» αναδρομή
Ας γυρίσουμε λίγο πίσω στο χρόνο! Κάποια στιγμή οι περισσότεροι παρασυρθήκαμε στον ξέφρενο ρυθμό της επαγγελματικής επιτυχίας που εξασφάλιζε συγχρόνως και την κοινωνική καταξίωση. Ακολουθήσαμε το πρώτο σχέδιο που βρήκαμε μπροστά μας, κτίσαμε, βάλαμε πόρτες, παράθυρα, βρύσες σε ένα μικρό ή μεγάλο σπίτι που δεν ήταν δικό μας.

Κι αυτό το λέω γιατί έχει σημασία, μια και στην πορεία παρασυρμένοι από το δύσκολο σχέδιο, από τους άλλους γύρω μας που έκαναν ακριβώς τα ίδια και έμοιαζαν ευτυχισμένοι και χαρούμενοι παρ’ όλες τις δυσκολίες, την κούραση, τις προσωπικές υποχωρήσεις και θυσίες …ξεχαστήκαμε και χάσαμε ότι ήταν δικό μας τις περισσότερες φορές για κάτι …που δεν ήταν δικό μας.

Πόσο νοσταλγικά θυμάμαι κάποιες στιγμές παντοδυναμίας και ευφορίας εκείνης της εποχής! Το αίσθημα της παρακίνησης τότε ήταν ασυναγώνιστο. Αρκούσε ένα νεύμα, ένα κλείσιμο του ματιού και όλοι τρέχαμε χαρούμενοι, καλοντυμένοι, ήσυχοι, …ίδιοι με τους υπόλοιπους καλοντυμένους, ασφαλείς και καθόλα ικανούς επαγγελματίες – στελέχη.

Όμως το παρελθόν δεν ξαναγυρνά και εμείς δεν έχουμε ακόμη αποκτήσει διαφορετικά ρούχα να φορέσουμε, δεν έχουμε σχέδιο να ακολουθήσουμε, οι διπλανοί μας κάποιοι μοιάζουν περισσότερο με ντεμοντέ κουρασμένες φιγούρες μιας άλλης εποχής παρά με το νέο και θετικό προσδιορισμό του μέλλοντός μας.

Η εργασιακή ελιτίστικη κουλτούρα του παρελθόντος έχει χάσει την αξιοπιστία της και πρακτικές, όπως ευκαιρίες ανάπτυξης ή αξιοκρατίας που ίσχυαν πράγματι κάποτε, φαντάζουν πια σαν φαντάσματα μιας άλλης γενιάς. Μιας γενιάς που τα ευαγγελίστηκε με πάθος τη δεκαετία του 1980, τα απόλαυσε τη δεκαετία του 1990 και δυστυχώς σήμερα στέκεται αμήχανη μπροστά στις εξελίξεις, χωρίς να είναι σε θέση ούτε να τα διατηρήσει αλλά ούτε και να τα μεταλλάξει. Και ένας από τους λόγους είναι ότι πολλοί εκπρόσωποι αυτής της γενιάς ανήκουν σε αυτούς που ως θύτες, ηθικοί αυτουργοί ή όχι, θεωρήθηκαν και αυτοί κάποια στιγμή… αναλώσιμοι.


Ατενίζοντας το μέλλον
Το μέλλον μας! Πίσω από το θολό εργασιακό τοπίο που καθημερινά βιώνουμε σήμερα, βρίσκονται δύο κατηγορίες ανθρώπων. Άνθρωποι απογοητευμένοι ή άνθρωποι νέοι που έχουν ακόμη την ελπίδα στην καρδιά και τη σπίθα στα μάτια.

Το κίνητρο το δικό μου είναι να διατηρηθεί το δεύτερο είδος, οι άνθρωποι με τη σπίθα και παράλληλα το πρώτο είδος, οι κουρασμένοι και απογοητευμένοι, να αναλάβουν να τροφοδοτούν το δεύτερο είδος με καύσιμο.

Το καύσιμο. Το μαγικό υγρό με το οποίο θα κρατήσουμε άσβηστες τις φλογίτσες των νέων που μπαίνουν με φόρα στον εργασιακό στίβο.

Και κατά την ταπεινή μου γνώμη τα πιο σπουδαία καύσιμα είναι:
Η ειλικρίνεια: Μην τους κρύβετε την αλήθεια. Η καριέρα, η επαγγελματική καταξίωση και αυτοπραγμάτωση έρχονται, παρέρχονται ή μπορεί να μην έρθουν ποτέ. Και ο δρόμος προς την απόκτησή τους είναι γεμάτος δυσκολίες, θυσίες, υποχωρήσεις που για κάποιους τυχερούς η αποζημίωση έρχεται, για άλλους όμως δεν έρχεται ποτέ. Γι αυτό ο στόχος που αυτοί θα βάλουν στη ζωή τους πρέπει να είναι διαφορετικός. Σε διαστάσεις θνητού και όχι ημίθεου, με προεκτάσεις χαράς και προσωπικής ευημερίας και όχι άλλες θυσίες με συνέπειες που κάποιοι τις βιώνουν σκληρά ή λιγότερο σκληρά σήμερα. Να είμαστε σκληροί με την αλήθεια αλλά δίκαιοι και ειλικρινείς με τις ανθρώπινες προσδοκίες.

Η κατανόηση: Οι νέοι μας είναι διαφορετικοί, διασκεδάζουν διαφορετικά, έχουν γνώσεις που εμείς μπορεί να αποκτήσαμε πρόσφατα μετά από πολύ αγώνα ή ακόμη και ποτέ και μας συναγωνίζονται επάξια. Ίσως κάνουν πράγματα που κάνουμε εμείς τώρα και τα κάνουν καλύτερα και με λιγότερο κόστος. Ας τους προσφέρουμε τη διακριτική μας καθοδήγηση και τη γενναιόδωρη ενθάρρυνση, αυτό είναι σοφία, κάτι που κανείς δεν μπορεί να μας το αμφισβητήσει.

Οι ευκαιρίες έκφρασης: Εκφράζομαι σημαίνει ξεδιπλώνω τις ικανότητές μου και επικοινωνώ συναισθήματα ή ιδέες. Οι ικανότητες αυτές προέρχονται από το γονιδιακό μας σύστημα και είτε έχουν την ευκαιρία να ξεδιπλωθούν είτε μένουν αδρανείς. Η ανάγκη της έκφρασης είναι βαθιά ριζωμένη σε κάθε άνθρωπο. Η έκφραση μέσω των αισθήσεων ή η έκφραση μέσω του πνεύματος. Ο Αριστοτέλης μας δίνει μια προίκα, την υποχρέωση της αξιοποίησης των δυνατοτήτων μας, των ταλέντων μας. Ευτυχία μας λέει είναι να κάνουμε αυτά που μπούμε να κάνουμε, αυτά για τα οποία έχουμε τις ικανότητες. Οι ικανότητα είναι η αρχή, η μαγιά και στην προκειμένη περίπτωση η αρχή ως το ήμισυ του παντός. Όμως χρειάζεται και κάτι άλλο, κάτι ουσιαστικό, το χρώμα! Και το χρώμα αυτό είναι η έμπνευση.

Η έμπνευση είναι το απαραίτητο συστατικό της έκφρασης και της απελευθέρωσής της. H ευλυγισία των συναισθημάτων και του πνεύματος βοηθούν στην αποτελεσματικότητα της οποιασδήποτε προσπάθειας έκφρασης. Ας βοηθήσουμε τους νέους να αποτελέσει η εργασία τους πηγή έμπνευσης και να οδηγήσει στην έκφραση των ικανοτήτων, των συναισθημάτων και των ιδεών τους.

Το πιο σπουδαίο όμως από όλα είναι να ζητήσουμε εμείς τη βοήθειά τους. Να μας βοηθήσουν να οραματιστούμε και να βάλουμε μπροστά το σχέδιο του νέου εργασιακού τοπίου, του νέου εργασιακού συμβολαίου, που πρέπει να είναι καλύτερο από το προηγούμενο που ασθμαίνει άρρωστο. Το νέο εργασιακό συμβόλαιο που θα μας περιλαμβάνει όλους, τους νέους στην ηλικία αλλά και τους άλλους, διαχρονικά νέους στο πνεύμα και στην καρδιά. Εγώ περήφανα δηλώνω συμμετοχή στη δεύτερη ομάδα και ομολογώ ότι το δικό μου κίνητρο είναι αυτό. Να διατηρήσω νέα την καρδιά μου και καθαρό το μυαλό μου, για να μπορώ να επικοινωνώ με το ανθρώπινο γένος που αγαπώ και θαυμάζω παρ’ όλες τις σημερινές συγκυρίες.

Η κατάστασή μας δεν είναι πια γραφική αλλά τραγική και αδιέξοδη αν δεν κάνουμε εγκαίρως το «κλικ» στο μυαλό μας , τη δουλειά μας, στο τι λέμε, τι κάνουμε και πώς το κάνουμε! Αγαπημένα μας νέα, ελπιδοφόρα …μετεξελιγμένα και …μετεκπαιδευμένα στελέχη, ελάτε να μας βρείτε, είμαστε εδώ για όλους σας, ακούμε και το κυριότερο περιμένουμε …πολλά από σας! Μη μας απογοητεύσετε γιατί …ο παράδεισος μας ταιριάζει υπέροχα!

CV
Η Βαρβάρα Χ. Ασημακοπούλου είναι Σύμβουλος Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού (Human Resources Expertise) και συγγραφέας του βιβλίου «Η τέχνη της
ειρήνης στον εργασιακό χώρο», εκδόσεις Κριτική, [email protected].