Ο Ηλίας Λιβανός, εμπειρογνώμων του CEDEFOP, αναλύει τους παράγοντες που επηρεάζουν τη ζήτηση δεξιοτήτων σήμερα, πώς μπορεί να γεφυρωθεί το Skills Gap και ποιες είναι οι προοπτικές απασχόλησης ανά κλάδο.
Μέχρι το 2035, το συνολικό ποσοστό απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα ξεκινήσει να μειώνεται. Αν οι προβλέψεις αυτές επιβεβαιωθούν, παραμένει ερωτηματικό αν το γερασμένο ανθρώπινο δυναμικό του μέλλοντος θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις νέες προκλήσεις που φέρνει η αγορά εργασίας, αναφέρει ο Ηλίας Λιβανός, ειδικός σε θέματα δεξιοτήτων και αγοράς εργασίας. Ο ίδιος είναι εμπειρογνώμων στο Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης, στο Τμήμα Δεξιοτήτων και Αγοράς Εργασίας, όπου ηγείται των έργων Πρόβλεψης Δεξιοτήτων και του Ευρωπαϊκού Δείκτη Δεξιοτήτων. Έχει διατελέσει αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Oxford Brookes και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Warwick, ενώ το ερευνητικό του έργο επικεντρώνεται στα εφαρμοσμένα μικροοικονομικά, με έμφαση στην αγορά εργασίας και την εκπαίδευση.
HR Professional: Πώς o ψηφιακός μετασχηματισμός και η τεχνητή νοημοσύνη έχουν επηρεάσει τη ζήτηση σε δεξιότητες στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας;
Ηλίας Λιβανός: Η εισαγωγή νέων τεχνολογιών διαχρονικά αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη και κατά κύριο λόγο ερμηνεύεται ως απειλή για την απασχόληση. Πράγματι, κάθε φορά που μία νέα τεχνολογία εισάγεται στην παραγωγική διαδικασία, ορισμένες θέσεις εργασίας καταργούνται. Ωστόσο, νέες θέσεις δημιουργούνται με αποτέλεσμα το συνολικό επίπεδο απασχόλησης να παραμένει στα ίδια περίπου επίπεδα αφού η τεχνολογία δημιουργεί όσες θέσεις εργασίας καταργεί. Τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει μεγάλη συζήτηση γύρω από την ολοένα αυξανόμενη εισαγωγή ρομπότ στην παραγωγική διαδικασία και την αντικατάσταση επαγγελματιών των οποίων η εργασία βασίζεται κατά κύριο λόγο σε επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες ρουτίνας. Πιο πρόσφατα, τόσο η ψηφιοποίηση όσο και η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί σημείο αναφοράς σε κάθε συζήτηση γύρω από το μέλλον της εργασίας και τις ενδεχόμενες επιπτώσεις που θα μπορούσαν να έχουν σε αυτήν. Όσον αφορά στην τεχνητή νοημοσύνη, τα στοιχεία μέχρι στιγμής δείχνουν πως αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας αφού απελευθερώνει χρόνο ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πιο δημιουργικές εργασίες. Επομένως, θα πρέπει να θεωρηθεί σύμμαχος και όχι εχθρός και κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο η χρήση της να ενταχθεί στο οπλοστάσιο των δεξιοτήτων του καθενός. Από την άλλη, αυξημένη παραγωγικότητα σημαίνει πως μπορούμε να έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα με λιγότερη εργασία καθώς και πως θα χρειαστούν μεγαλύτεροι μισθοί για τους εργαζόμενους των οποίων η παραγωγικότητα έχει αυξηθεί. Και στις δυο αυτές περιπτώσεις η επίπτωση στην απασχόληση θα έχει αρνητικό πρόσημο. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Cedefop (σενάριο ψηφιακής μετάβασης), η ψηφιακή μετάβαση θα δημιουργήσει, μέχρι το 2035 σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, περίπου 900.000 νέες θέσεις εργασίας στους τομείς της έρευνας και ανάπτυξης, και της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών. Ωστόσο, σε συνολικό επίπεδο, η απασχόληση αναμένεται να κυμανθεί σε χαμηλότερα επίπεδα λόγω της μετάβασης, με τομείς όπως το εμπόριο και η βιομηχανία να απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος των επιπτώσεων.
Ποιες είναι οι βασικές ανάγκες σε δεξιότητες στο μέλλον στους αναπτυσσόμενους τομείς και στα επαγγέλματα στην Ευρώπη, και πώς μπορούν οι εργαζόμενοι να προετοιμαστούν;
Οι προοπτικές της απασχόλησης ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας αντανακλούν σε μεγάλο βαθμό τις επιπτώσεις της ψηφιακής και της πράσινης μετάβασης. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο (baseline scenario) του Cedefop, μέχρι το 2035, ο τομέας του οποίου η απασχόληση θα αυξηθεί περισσότερο είναι αυτός της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών, ενώ η απασχόληση στον τομέα των ορυχείων και λατομείων αναμένεται να έχει τη μεγαλύτερη μείωση (αποτέλεσμα της πράσινης μετάβασης). Ωστόσο, η πράσινη μετάβαση αναμένεται να αυξήσει την απασχόληση σε τομείς που σχετίζονται άμεσα με αυτήν όπως τα ηλεκτρονικά, ο ηλεκτρολογικός εξοπλισμός και η βιομηχανία μηχανολογικού εξοπλισμού αλλά και τομείς που την υποστηρίζουν (benefiting sectors), όπως η έρευνα και τεχνολογία, και οι υπηρεσίες μηχανολογίας και αρχιτεκτονικής. Ο τομέας της υγείας και της κοινωνικής εργασίας επίσης αναμένεται να έχει σημαντική αύξηση στην απασχόληση λόγω του φαινομένου της γήρανσης του πληθυσμού και επομένως της αυξανόμενης ανάγκης για τις συγκεκριμένες υπηρεσίες. Όσον αφορά στην απασχόληση ανά επαγγελματική κατηγορία, οι προβλέψεις του Cedefop παρατηρούν πως η επί χρόνια παρατηρούμενη τάση της πόλωσης της ανάπτυξης της απασχόλησης (job polarisation), δηλαδή της ταυτόχρονης ανάπτυξης για επαγγέλματα υψηλής και χαμηλής έντασης δεξιοτήτων, πλέον έχει αντικατασταθεί με την τάση της αναβάθμισης δεξιοτήτων. Με άλλα λόγια, σχεδόν όλες οι νέες θέσεις εργασίας στο μέλλον θα αφορούν επαγγέλματα υψηλών δεξιοτήτων και εκπαίδευσης. Αξίζει να σημειωθεί πως εκτός από τις νέες θέσεις εργασίας, η ανάγκη αντικατάστασης του υπάρχοντος εργατικού δυναμικού λόγω π.χ. συνταξιοδότησης, αλλαγής σταδιοδρομίας κ.ά. θα είναι εκείνη που θα προκηρύξει 9 στις 10 θέσεις εργασίας μέχρι το 2035. Με άλλα λόγια, θα ανοίξουν πολλές θέσεις εργασίας ακόμα και σε τομείς με συνεχή μείωση της απασχόλησης όπως για παράδειγμα η γεωργία και η βιομηχανία. Σε κάθε περίπτωση και σχεδόν ανεξάρτητα κλάδου και επαγγέλματος, η εργασία θα απαιτεί συνεχή αναβάθμιση δεξιοτήτων και ετοιμότητα για αποδοχή των νέων προκλήσεων που φέρνουν οι τάσεις της εποχής.
Ποιες είναι οι επιπτώσεις της πράσινης μετάβασης στις ανάγκες δεξιοτήτων και την αγορά εργασίας;
Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (Eu-ropean Green Deal) συμπεριλαμβάνει ένα σύνολο πολιτικών πρωτοβουλιών με σκοπό να καταστήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2050. Ο αντίκτυπος της μετάβασης σε μία πράσινη οικονομία είναι αναμενόμενο να επηρεάσει περισσότερο τους τομείς που συνδέονται πιο άμεσα με τη βιωσιμότητα και την κλιματική αλλαγή. Με βάση το σενάριο του Cedefop για την πράσινη συμφωνία, τομείς όπως η ενέργεια (ιδίως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας), οι μεταφορές, οι κατασκευές (ιδίως αυτοκινητοβιομηχανία, χάλυβας και σίδηρος), η γεωργία και η διαχείριση απορριμμάτων θα επηρεαστούν ιδιαίτερα, αν και σε διαφορετική ένταση. Σε συνολικό επίπεδο, αναμένεται πως οι πολιτικές αυτές πρωτοβουλίες θα δημιουργήσουν περίπου 2.5 εκατομμύρια επιπλέον θέσεις εργασίας σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι θετικές επιπτώσεις στην απασχόληση αναμένεται να επιμεριστούν στις περισσότερες επαγγελματικές κατηγορίες, αν και θα είναι ελαφρώς πιο έντονες σε επαγγέλματα μεσαίας και χαμηλής έντασης δεξιοτήτων. Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα μπορούσε να πει κάποιος πως η Πράσινη Συμφωνία θα φέρει περισσότερες δουλειές για όλους. Επομένως, η πράσινη μετάβαση θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως μία θετική εξέλιξη όχι μόνο για τους προφανείς λόγους αλλά και για τη θετική της επίπτωση στην οικονομία και την απασχόληση. Το ανθρώπινο δυναμικό, φυσικά, θα πρέπει να είναι έτοιμο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της μετάβασης αυτής και να εντάξει μία πράσινη φιλοσοφία σχετικά με την απόκτηση νέων δεξιοτήτων, αλλά και τη χρήση πράσινων πρακτικών στην καθημερινή του εργασία.
Ποιες είναι οι μεγα-τάσεις για το μέλλον της εργασίας; Πώς μπορούν τόσο η Ευρώπη όσο και η Ελλάδα να προετοιμάσουν το ανθρώπινο δυναμικό τους;
Με βάση τα παραπάνω αλλά και τις προβλέψεις (Skills Forecast) του Cedefop, η μεγαλύτερη πρόκληση για το μέλλον της εργασίας έρχεται από την πλευρά προσφοράς. Συγκεκριμένα, με βάση τις δημογραφικές προβλέψεις μέχρι το 2035, το συνολικό ποσοστό απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα ξεκινήσει να μειώνεται. Και αυτό όχι επειδή οι πολιτικές διεύρυνσης της απασχόλησης είναι αναποτελεσματικές, αλλά διότι το ποσοστό του βασικού εργατικού δυναμικού (δηλαδή άτομα ηλικίας 20-55 ετών) στη συνολική απασχόληση θα σημειώσει σημαντική μείωση με ταυτόχρονη αύξηση του ποσοστού των μεγαλύτερων ηλικιακών ομάδων (55+). Η τάση αυτή αποτελεί τη σημαντικότερη πρόκληση αν αναλογιστεί κανείς πως απαιτείται αναβάθμιση των δεξιοτήτων του υπάρχοντος εργατικού δυναμικού, ενώ όλες οι νέες θέσεις εργασίας θα είναι εντάσεως γνώσης και δεξιοτήτων. Επομένως, αν οι προβλέψεις αυτές επιβεβαιωθούν, παραμένει ερωτηματικό αν το γερασμένο ανθρώπινο δυναμικό του μέλλοντος θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις νέες προκλήσεις που φέρνει η αγορά εργασίας. Δυστυχώς, η κατάσταση δεν αναμένεται να είναι διαφορετική στην Ελλάδα και μάλιστα το φαινόμενο της γήρανσης του εργατικού δυναμικού εκτιμάται πως θα είναι ακόμα πιο έντονο από τις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πώς μπορούν κυβερνητικοί φορείς και επιχειρήσεις να συνεργαστούν ώστε να διασφαλίσουν ότι το ανθρώπινο δυναμικό διαθέτει τις απαραίτητες δεξιότητες για το μέλλον;
Το σύστημα δεξιοτήτων μίας χώρας δεν έχει κάποιον αποκλειστικό διαχειριστή. Με βάση τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων του Cedefop, τόσο οι φορείς του δημοσίου (π.χ. Πανεπιστήμια, Υπουργεία), οι κοινωνικοί εταίροι, αλλά και τα ίδια τα άτομα και οι επιχειρήσεις είναι υπεύθυνα προκειμένου οι δεξιότητες αρχικά να αναπτυχθούν, κατόπιν να ενεργοποιηθούν στην αγορά εργασίας, και τελικά να υπάρξει σωστή αντιστοίχιση τους στον χώρο της εργασίας. Επομένως, προκειμένου να επιτευχθούν τα παραπάνω είναι απαραίτητο οι διάφοροι λειτουργοί του συστήματος (actors) να δράσουν από κοινού και οι ενέργειες του ενός να συμπληρώνουν αυτές των άλλων. Φυσικά, η σωστή προετοιμασία για το μέλλον απαιτεί εκτός των άλλων τη διάγνωση των μελλοντικών αναγκών με τη χρήση διάφορων και συμπληρωματικών εργαλείων όπως οι προβλέψεις απασχόλησης, οι κλαδικές μελέτες, οι έρευνες εργοδοτών και εργαζομένων κ.ά.