Δημοσιεύτηκαν τα αποτελέσματα της διεθνούς Έρευνας Απολογισμών Εταιρικής Υπευθυνότητας 2011 της KPMG, όπου παρουσιάζονται πολύ υψηλά ποσοστά δημοσίευσης απολογισμών εταιρικής υπευθυνότητας, οι οποίοι όμως υστερούν ακόμα σε ακρίβεια σε σχέση με τους χρηματοοικονομικούς απολογισμούς.
Μέσω της έρευνας, η οποία πραγματοποιείται κάθε 3 χρόνια και θεωρείται από τις πιο πλήρεις έρευνες στο αντικείμενο αυτό, μελετήθηκαν οι τάσεις των εταιρειών που ανήκουν στον δείκτη Global Fortune 250 (G250), δηλαδή στις 250 ισχυρότερες εταιρείες παγκοσμίως βάσει του κύκλου εργασιών τους σύμφωνα με το περιοδικό Fortune, και σε άλλες 3.400 εταιρείες παγκοσμίως, αντιπροσωπεύοντας τις 100 εταιρείες με το μεγαλύτερο τζίρο (Ν100) από 34 χώρες και 15 επιχειρηματικούς κλάδους.
Οι αναλυτές της KPMG χρησιμοποίησαν μόνο δημοσιευμένα στοιχεία των εταιρειών από διάφορες διαθέσιμες πηγές πληροφόρησης όπως ιστοσελίδες, απολογισμούς εταιρικής υπευθυνότητας και ετήσιους οικονομικούς απολογισμούς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 95% των εταιρειών G250 δημοσιεύουν στοιχεία εταιρικής υπευθυνότητας, ενώ οι εταιρείες N100 αύξησαν τα ποσοστά έκδοσης απολογισμών από 11% το 2008 σε 64% το 2011, με τις αναπτυσσόμενες χώρες να δείχνουν τη μεγαλύτερη δυναμική, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιαπωνία έχουν αγγίξει το απόλυτο με ποσοστά 100% και 99% αντίστοιχα. Η έκδοση απολογισμών από τους κλάδους της φαρμακοβιομηχανίας, των καταναλωτικών αγαθών και των κατασκευών υπερδιπλασιάστηκε συγκριτικά με τα δεδομένα της προηγούμενης έρευνας του 2008.
Με την απουσία ενός παγκόσμιου ρυθμιστικού προτύπου δημοσίευσης στοιχείων εταιρικής υπευθυνότητας, αποτυπώνεται έντονα η ανάγκη για συνεπή και διαθέσιμη ποιοτική πληροφόρηση. Έτσι το 80% των εταιρειών G250 και το 69% των εταιρειών Ν100 υιοθέτησαν τις κατευθυντήριες οδηγίες έκδοσης απολογισμών βιωσιμότητας του Global Reporting Initiative (GRI), στοιχεία που δείχνουν πως οδεύουμε προς γενικευμένη υιοθέτηση των κατευθυντήριων οδηγιών GRI ως το «de facto» πρότυπο δημοσίευσης απολογισμών βιώσιμης ανάπτυξης.
Επίσης, σε διεθνές επίπεδο είναι πλέον εμφανής η απαίτηση για τη βελτίωση της ποιότητας των δημοσιευμένων στοιχείων εταιρικής υπευθυνότητας, καθώς και για τον έλεγχό τους από τρίτους φορείς.
Απόδειξη της συμβολής των ελέγχων στην ποιοτικότερη πληροφόρηση αποτελεί το γεγονός ότι οι εταιρείες που ανέθεσαν τη διασφάλιση περιεχομένου του απολογισμού τους σε επίσημους επαγγελματικούς φορείς είχαν, συγκριτικά με τις εταιρείες που δεν προχώρησαν σε διασφάλιση, διπλάσια πιθανότητα αναμόρφωσης των παλαιότερων δημοσιευμένων στοιχείων τους.
Σε σχέση με τους οικονομικούς απολογισμούς, οι αναμορφώσεις σε στοιχεία απολογισμών εταιρικής υπευθυνότητας εμφανίζονται 4 φορές συχνότερα, επιβεβαιώνοντας ότι οι μηχανισμοί διαχείρισης και δημοσίευσης μη χρηματοοικονομικών στοιχείων υστερούν σημαντικά έναντι των χρηματοοικονομικών.
Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι διαθέσιμα στη διεύθυνση www.kpmg.com/gr.