Περιορίζεται, παραμένοντας, ωστόσο, σε ποσοστά άνω του 30%, η «μαύρη» εργασία υπό την απειλή της επιβολής στους εργοδότες του υψηλού προστίμου των 10.550 ευρώ για κάθε αδήλωτο/ανασφάλιστο εργαζόμενο.
Τη μείωση του αριθμού των ανασφάλιστα απασχολούμενων αποκαλύπτουν τόσο τα συγκριτικά στοιχεία του Σώματος Επιθεωρήσεων Εργασίας όσο και η έκθεση του επιχειρησιακού προγράμματος «Άρτεμις» που έδωσε στη δημοσιότητα ο υπουργός Εργασίας, Γιάννης Βρούτσης. Με βάση τα συγκριτικά στοιχεία του ΣΕΠΕ, το ποσοστό των ανασφάλιστα απασχολούμενων μειώθηκε σε 31,73% από 36,20% που ήταν το 2012 (23.153 οι αδήλωτοι εργαζόμενοι σε σύνολο 72.960 που απασχολούνταν στις 21.373 επιχειρήσεις οι οποίες ελέγχθηκαν).
Υψηλότερο (αλλά μειωμένο σε σύγκριση με το 2012) ήταν το ποσοστό τόσο των ανασφάλιστα απασχολούμενων αλλοδαπών που έχουν, σταθερά, μεγαλύτερη παραβατικότητα (41,72% από 46,90%) όσο και των Ελλήνων (27,76% από 31%). Τα πρόστιμα που επέβαλαν οι επιθεωρητές εργασίας για τους αδήλωτους εργαζόμενους έφτασαν τα 14,3 εκατ. έναντι 11,8 εκατ. ευρώ στη διάρκεια του 2012. Μείωση της ανασφάλιστης εργασίας κατέγραψαν και οι κοινοί ελεγκτικοί μηχανισμοί ΙΚΑ και ΣΕΠΕ ιδιαίτερα στο διάστημα 15 Σεπτεμβρίου – 31 Δεκεμβρίου 2013 ελέγχοντας επιχειρήσεις με υψηλά ποσοστά ανασφάλιστης εργασίας.
Σε σύνολο 6.515 ελέγχων επιχειρήσεων που απασχολούσαν 39.612 εργαζομένους, βρέθηκαν στις 576 (ποσοστό 8,84%) συνολικά 905 αδήλωτοι (2,28%) και επιβλήθηκαν πρόστιμα 9,2 εκατ. Σε δωδεκάμηνη βάση, το ποσοστό ανασφάλιστης εργασίας μειώθηκε από 40,47% τον Ιούνιο, σε 18,95% το Δεκέμβριο. Η τάση συμμόρφωσης των εργοδοτών και ο περιορισμός των ανασφάλιστων σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας, έχει αρχίσει να αποτυπώνεται και στα έσοδα από εισφορές του ΙΚΑ που αυξήθηκαν, για πρώτη φορά ύστερα από τέσσερα χρόνια, στο τρίμηνο Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου.
Τέλος, εκτεταμένες και σε μηνιαία πλέον βάση διασταυρώσεις στις ενιαίες (από 1/12/2013) δηλώσεις εισφορών κύριας και επικουρικής ασφάλισης καθώς για τα εφάπαξ ξεκινά το ΙΚΑ, στο πλαίσιο ελέγχου της εισφοροδιαφυγής, με προμήθεια που καθόρισε στο 2,5% επί των σχετικών εσόδων κάθε μήνα.