Με αφορμή την keynote  ομιλία της στο Learning & Development Conference 2024, η Stella Collins, Co-Founder and CLO στα Stellar Labs & συγγραφέας bestsellers, αναλύει πώς μπορούμε να γεφυρώσουμε το χάσμα μεταξύ εκπαίδευσης και πραγματικών επιχειρηματικών αποτελεσμάτων.

Σε έναν κόσμο όπου οι γνώσεις από μόνες τους δεν αρκούν, η οικονομία δεξιοτήτων γίνεται το νέο πρότυπο για την επιτυχία και την καινοτομία. Στην εποχή της τεχνολογικής ανάπτυξης, η ικανότητα να εφαρμόζουμε τις γνώσεις στην πράξη είναι πιο κρίσιμη από ποτέ. Στη συνέντευξή μας η Stella Collins, Keynote ομιλήτρια στο Learning & Development Conference 2024, που έγινε στις 26 Σεπτεμβρίου, μας μιλά για τις προκλήσεις στον L&D τομέa, τη δια βίου μάθηση αλλά και την επιρροή της τεχνολογίας.

 

HR Professional: Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις στον τομέα του L&D σήμερα, ιδίως στο πλαίσιο της εφαρμογής της εκπαίδευσης που βασίζεται σε αποδείξεις;

Stella Collins: Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι η γεφύρωση του χάσματος μεταξύ της γνώσης και της ικανότητας να κάνεις τη δουλειά σου. Νομίζαμε ότι βρισκόμαστε σε μία οικονομία της γνώσης, αλλά πάντα βρισκόμασταν σε μία οικονομία δεξιοτήτων, όπου η γνώση δεν αρκεί. Πολλά προγράμματα κατάρτισης είναι πλούσια σε περιεχόμενο αλλά φτωχά σε πρακτική εφαρμογή στην εργασία, οδηγώντας σε τεράστια έλλειψη μεταφοράς δεξιοτήτων. Τα στατιστικά στοιχεία είναι συγκλονιστικά -μόνο το 12% περίπου των εργαζομένων εφαρμόζει στην εργασία του αυτά που μαθαίνει στην εκπαίδευση. Αυτό δεν είναι απλώς μία απώλεια γνώσεων, αλλά απώλεια χρόνου, χρημάτων και επιχειρηματικού αντίκτυπου. Η παροχή εκπαίδευσης βασισμένης σε αποδείξεις είναι πιο σύνθετη επειδή απαιτεί όχι μόνο στέρεη επιστημονική βάση, αλλά και πρακτικά εργαλεία, υποστήριξη και χρόνο για να βοηθήσει τους εκπαιδευόμενους να μεταφέρουν αυτά που έμαθαν στην εργασία τους. Αποτελεί μία απαραίτητη πρόκληση, αφού, όταν γίνεται σωστά, δεν εκπαιδεύει απλώς, αλλά μετασχηματίζει τη συμπεριφορά και οδηγεί σε πραγματικά επιχειρηματικά αποτελέσματα.

Ποιοι πιστεύετε ότι είναι οι πιο κρίσιμοι παράγοντες για την επιτυχία των L&D προγραμμάτων;

Νομίζω ότι είναι η συνάφεια, η δέσμευση και η ενίσχυση. Συνολικά, η μάθηση πρέπει να σχετίζεται με την πραγματική εργασία και τις ανάγκες των ανθρώπων, αλλιώς αποτελεί απλά έναν θόρυβο. Οι άνθρωποι πρέπει να αντιληφθούν αμέσως την αξία, αλλιώς θα αποχωρήσουν. Οι εργαζόμενοι δεν θέλουν να μάθουν για την «ανατροφοδότηση» ή την «ψυχολογική ασφάλεια», αλλά να μάθουν πράγματα συναφή με την εργασία τους, όπως πώς να πετύχουν με τις ομάδες τους. Η δέσμευση είναι ένα άλλο μεγάλο θέμα. Δεν μπορούμε απλώς να δίνουμε διαλέξεις στους ανθρώπους και να περιμένουμε να θυμούνται ή να ενδιαφέρονται. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιούμε αφορά στην καθοδήγηση, στον πειραματισμό, στην εφαρμογή και στη διατήρηση. Εμπλέκει ενεργά τους εκπαιδευόμενους και καθιστά την εμπειρία διαδραστική, πρακτική και σχετική, ενώ τη μεταφέρει και πίσω στον εργασιακό χώρο.

Τέλος, χρειαζόμαστε ενίσχυση επειδή ο εγκέφαλός μας εξελίχθηκε ώστε να ξεχνάει περισσότερο από ό,τι θυμάται. Οπότε, πρέπει να επανερχόμαστε τακτικά και να εξασκούμε αυτά που μαθαίνουμε. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η διακεκομμένη επανάληψη και οι δράσεις που βασίζονται στην εργασία είναι τόσο σημαντικές, αφού βοηθούν στην εδραίωση των νέων δεξιοτήτων και διασφαλίζουν ότι χρησιμοποιούνται πραγματικά στην εργασία. Εν κατακλείδι, το θέμα είναι να κάνουμε τη μάθηση να «κολλήσει» και να τη μεταφράσουμε σε δράση στον πραγματικό κόσμο.

Πώς μπορεί να ενσωματωθεί η δια βίου μάθηση στην κουλτούρα των οργανισμών;

Η ενσωμάτωση της δια βίου μάθησης στην κουλτούρα ενός οργανισμού αρχίζει από τους ηγέτες που αποτελούν το πρότυπο της συμπεριφοράς που θέλουν να δουν. Αν οι ηγέτες δεν μαθαίνουν και δεν αναπτύσσονται ανοιχτά, γιατί να το κάνει οποιοσδήποτε άλλος; Το θέμα είναι να γίνει η μάθηση ορατή και να γιορτάζεται. Είτε πρόκειται για την ανταλλαγή νέων γνώσεων, είτε για την παρακολούθηση μαθημάτων, είτε απλώς για την περιέργεια, οι ηγέτες πρέπει να δείχνουν ότι η μάθηση αποτελεί προτεραιότητα. Κάντε τη μάθηση μέρος της καθημερινής συζήτησης. Αυτό σημαίνει όχι μόνο εκπαιδευτικές συνεδρίες, αλλά και περιστασιακές συζητήσεις, ανταλλαγή πόρων και αναγνώριση όσων μαθαίνουν ενεργά. Πρόκειται για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος, όπου οι άνθρωποι αισθάνονται ότι ενθαρρύνονται να μαθαίνουν και όχι απλώς ότι αναμένεται από αυτούς να το κάνουν. Φυσικά, όταν η μάθηση εμπεδώνεται στην κουλτούρα, οι επιδόσεις και η παραγωγικότητα ακολουθούν. Όταν όλοι βελτιώνονται συνεχώς, δοκιμάζουν νέα πράγματα και εφαρμόζουν αυτά που μαθαίνουν, αυτό ενισχύει τα συνολικά επιχειρηματικά αποτελέσματα. Δεν πρόκειται μόνο για γνώσεις, αλλά για την εξέλιξη των δεξιοτήτων και τη διατήρηση της προσαρμοστικότητας. Η δια βίου μάθηση δεν είναι απλώς ένα κουτάκι για να τσεκάρει κανείς, αλλά η μηχανή που διατηρεί τους οργανισμούς καινοτόμους και ανταγωνιστικούς.

Βάσει της εμπειρίας σας στη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης και της νευροεπιστήμης, πώς η τεχνολογία αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο οι εργαζόμενοι μαθαίνουν και αναπτύσσονται;

Η τεχνολογία μεταμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνουμε και αναπτυσσόμαστε, ενώ βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή. Η τεχνητή νοημοσύνη έχει ήδη γίνει δεδομένη στην τεχνολογία μάθησης. Εξατομικεύει τις μαθησιακές εμπειρίες, προσαρμόζεται στις ατομικές ανάγκες και προβλέπει ακόμα και το ποια υποστήριξη μπορεί να χρειαστεί κάποιος στη συνέχεια. Είναι σαν να έχεις έναν προσωπικό προπονητή στην τσέπη σου. Εργαλεία όπως το VR και το AR μπορούν να φέρουν τη βιωματική μάθηση σε ένα εντελώς νέο επίπεδο, επειδή είναι καθηλωτικά και «αξιομνημόνευτα». Εντούτοις, η τεχνητή νοημοσύνη και η τεχνολογία δεν αρκούν αν δεν υπάρχουν οι σωστές βάσεις. Η νευροεπιστήμη μάς δίνει μία σταθερή βάση για να κατανοήσουμε το πώς οι άνθρωποι μαθαίνουν πραγματικά. Μπορούμε να σχεδιάσουμε εμπειρίες που ευθυγραμμίζονται με τον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου μας, καθιστώντας τη μάθηση πιο αποδοτική και αποτελεσματική. Αναφερόμαστε σε πράγματα όπως το γνωστικό φορτίο, η δημιουργία συνηθειών και η σύνδεση νου-σώματος. Αυτά δεν είναι απλώς λέξεις-κλειδιά, αλλά υποστηρίζονται από την επιστήμη. Η ευφυής τεχνολογία αυτοματοποιεί και επιταχύνει καθημερινές εργασίες, όπως η συλλογή δεδομένων, η διακεκομμένη επανάληψη, ακόμα και ο σχεδιασμός, ούτως ώστε το L&D να μπορεί να προσθέσει το ανθρώπινο στοιχείο και να αφιερώνει περισσότερο χρόνο σε στρατηγικές δραστηριότητες προστιθέμενης αξίας.

Ποιες αλλαγές έχετε παρατηρήσει στον τομέα του L&D τα τελευταία χρόνια και πώς πιστεύετε ότι θα διαμορφώσουν το μέλλον του κλάδου;

Η τεχνητή νοημοσύνη είναι επί του παρόντος η μεγαλύτερη και πρέπει φυσικά να εξοικειωθούμε με το τι μπορεί και τι δεν μπορεί -ακόμη-να κάνει. Η ψηφιακή μάθηση δίνει στους ανθρώπους πρόσβαση στη μάθηση οποτεδήποτε και οπουδήποτε. Δεν πρόκειται μόνο για ευκολία, αλλά για τη δημιουργία ενός πιο περιεκτικού μαθησιακού περιβάλλοντος. Τα Data Analytics αλλάζουν το τοπίο, επειδή μπορούμε να παρακολουθούμε πώς μαθαίνουν οι άνθρωποι και να χρησιμοποιούμε αυτά τα δεδομένα για να εξατομικεύουμε και να βελτιώνουμε τις μαθησιακές εμπειρίες και τα αποτελέσματα. Επιπλέον, η νευροεπιστήμη μπαίνει στο προσκήνιο, βοηθώντας μας να κατανοήσουμε το πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος και πώς μπορούμε να κάνουμε τη μάθηση να «μείνει». Υπάρχει τεράστια διαφορά σε ό,τι γνωρίζουν οι άνθρωποι για τον εγκέφαλο τώρα, σε σύγκριση με την εποχή που ξεκίνησα πριν από 25 χρόνια – αν και υπάρχουν ακόμη αρκετοί μύθοι που πρέπει να καταρριφθούν. Τέλος, εντοπίζεται μία τάση προς απρόσκοπτες, blended μαθησιακές εμπειρίες. Δεν είναι πλέον δηλαδή μόνο online ή offline, αλλά ένας συνδυασμός και των δύο, δημιουργώντας ένα πιο πλούσιο και πιο ευέλικτο ταξίδι μάθησης.

Ποιο είναι το πιο σημαντικό «μάθημα» στην καριέρα σας και πώς έχει επηρεάσει την προσέγγισή σας;

Δύο μαθήματα -για εμένα- είναι η δύναμη της περιέργειας και η αμφισβήτηση του status quo. Είναι εύκολο να βολευτούμε με τον τρόπο που είναι τα πράγματα, αλλά η πραγματική ανάπτυξη συμβαίνει όταν αμφισβητούμε, εξερευνούμε και διευρύνουμε τα όρια. Η περιέργεια με ωθεί να αναζητώ νέες γνώσεις, να αμφισβητώ υποθέσεις και να βρίσκω καλύτερους τρόπους να κάνω πράγματα. Η αμφισβήτηση του status quo δεν σημαίνει να το «παίζεις δύσκολος». Σημαίνει να είσαι ανοιχτός σε νέες ιδέες και να μην αποδέχεσαι το «έτσι γινόταν πάντα». Ψάχνω πάντα για καινοτόμους τρόπους για να εμπλέξω τους εκπαιδευόμενους και να κάνω τη μάθηση να μείνει στη μνήμη, αλλά αυτοί πρέπει να βασίζονται σε αποδείξεις, όχι απλώς σε τάσεις. Ενθαρρύνω τους ανθρώπους να κάνουν ερωτήσεις, να εξερευνούν διαφορετικές προοπτικές και να μη φοβούνται την αποτυχία. Μέσα από αυτή τη διαδικασία της περιέργειας και της αμφισβήτησης των προτύπων ανακαλύπτουμε νέες δυνατότητες και λύσεις. Είναι συναρπαστικό και λίγο τρομακτικό, αλλά εκεί είναι που συμβαίνει η μαγεία!