Ποια είναι τα οφέλη ενός προγράμματος wellbeing, πώς συνδέεται με το employee experience, τη στρατηγική ESG και CSR, ποιες είναι οι νέες προκλήσεις και οι νέες τάσεις;

Η σύγχρονη εργασιακή πραγματικότητα βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη και διαρκώς προσαρμόζεται στις ανάγκες των εργαζομένων. Σύμφωνα με την παγκόσμια έρευνα «Global Workforce of the Future», που διεξήγαγε το 2022 ο όμιλος Adecco, αυτή η εξέλιξη μετατρέπει σε απόλυτο πρωταγωνιστή ένα ζήτημα πρωταρχικής σημασίας: την ολιστική ευημερία και ψυχική ευεξία του ανθρώπινου δυναμικού. Οι εργαζόμενοι αναζητούν μία επαγγελματική πραγματικότητα που θα εξασφαλίζει την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ της προσωπικής και επαγγελματικής ζωής τους. Άλλωστε, η υπερβολική καταπόνηση και το υπερβολικό άγχος έχουν αρνητικές συνέπειες στην ψυχική και σωματική υγεία τους. Σύμφωνα, μάλιστα, με την ίδια έρευνα, το 35% των εργαζομένων σκέφτεται ακόμη και να εγκαταλείψει την εργασία του μέσα στους επόμενους 12 μήνες, εξαιτίας αυτού.

Και, δυστυχώς, οι αρνητικές συνέπειες δεν σταματούν εδώ: Πέρα από το προσωπικό άγχος από το οποίο πλήττονται οι εργαζόμενοι, η κατάθλιψη είναι ένας ακόμα παράγοντας κινδύνου. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η κατάθλιψη αναμένεται να αποτελέσει τη μεγαλύτερη επιβάρυνση για την υγειονομική περίθαλψη έως το 2030, με ένα παγκόσμιο κόστος που ανέρχεται σε 6 τρισεκατομμύρια δολάρια. Οι αριθμοί αυτοί αποδεικνύουν τη σημασία της ψυχικής ευημερίας και της φροντίδας της στον χώρο της εργασίας.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι αναγνωρίζουν πλέον τη σημασία της ψυχικής ευεξίας και ευημερίας και αναμένουν από τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς που εργάζονται να δράσουν ανάλογα. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά για τους οργανισμούς; Πως θα πρέπει να επικεντρωθούν στην ολιστική κάλυψη των αναγκών των εργαζομένων τους και να δώσουν έμφαση στην ευημερία τους. Αυτό πρέπει να αποτελέσει τον πυρήνα κάθε στρατηγικής απόφασης που λαμβάνουν, αν θέλουν να διασφαλίσουν όχι μόνο την παραγωγικότητα, αλλά και τη βιωσιμότητά τους. Το wellbeing ως πολυδιάστατη έννοια και όχι απλώς ως μία παροχή, οδηγεί πολλούς εργοδότες στην εφαρμογή στρατηγικής ενίσχυσης της ψυχοκοινωνικής υγείας των εργαζομένων, με στόχο μία ισορροπημένη, αρμονική ζωή που θα φέρει ως αποτέλεσμα την καλύτερη δυνατή απόδοσή τους και στον επαγγελματικό τομέα», τονίζει η Μαρία Ξεροβάσιλα, HR Executive στην Elpen.

Από την πλευρά της, η Ειρήνη Φωτίου, Managing Director & Certified Health Coach (IIN), Human Flourishing Movement εξηγεί πως «το ενδιαφέρον για την εταιρική ευζωία δεν είναι μία μεμονωμένη διαδικασία, αλλά συνδυασμός πεποιθήσεων και εμπειριών, που διαμορφώνονται και αλληλοεπιδρούν γύρω από το “εγώ”, το “εμείς” και το συνολικό περιβάλλον».
Σήμερα, ολοένα και περισσότεροι οργανισμοί αναγνωρίζουν την αξία της συνολικής ευεξίας των εργαζομένων τους και επενδύουν στη δημιουργία ενός εργασιακού περιβάλλοντος που θα τη διασφαλίζει και θα την προάγει. Αυτό δικαιολογεί, άλλωστε, και το γεγονός ότι ο κλάδος που ασχολείται με το corporate wellbeing έχει σημειώσει σημαντική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με έκθεση της Market.us, η παγκόσμια αξία της εν λόγω αγοράς αναμένεται να φτάσει τα 100,8 δις. δολάρια έως το 2032, από 56,63 δισεκατομμύρια δολάρια το 2022, με αναμενόμενο ετήσιο ποσοστό ανάπτυξης 6,1%, κατά την περίοδο από το 2022 έως το 2032.

ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ WELLBEING
Ψυχική υγεία, ευεξία, ευημερία (wellbeing). Στο εργασιακό περιβάλλον, συχνά υπάρχει σύγχυση μεταξύ των 3 αυτών όρων. Αν και σχετίζονται μεταξύ τους, παρουσιάζουν κάποιες διαφορές. Τι σημαίνει ο κάθε ένας από αυτούς σε ένα εργασιακό περιβάλλον, ποια τα κοινά σημεία τους αλλά και οι διαφορές τους;
Κοινά σημεία των όρων είναι ότι όλοι αναφέρονται στη συναισθηματική κατάσταση του ανθρώπινου παράγοντα στο πλαίσιο του εργασιακού περιβάλλοντός του. Όλοι, επίσης, αναγνωρίζουν τη σημασία της προσφοράς ενός υγιούς περιβάλλοντος εργασίας για την ευημερία των εργαζομένων.
Οι διαφορές τους έγκεινται στην έμφαση που δίνεται σε κάθε όρο και στο εύρος των παραμέτρων που αντιπροσωπεύουν. Η ψυχική υγεία επικεντρώνεται στη γενική κατάσταση της ψυχής, η ευεξία στο εργασιακό περιβάλλον αφορά στην προσφορά ενός περιβάλλοντος που υποστηρίζει την ψυχολογική και σωματική κατάσταση των εργαζομένων, ενώ η ευημερία αποτελεί ένα ευρύτερο πλαίσιο που περιλαμβάνει την ψυχική υγεία και την ευεξία. Απαιτεί, δε, μία ολοκληρωμένη προσέγγιση, η οποία επικεντρώνεται στην προαγωγή της ακεραιότητας, της ισορροπίας και της ευχαρίστησης στην εργασία και επιδιώκει την ολοκληρωμένη και βιώσιμη ανάπτυξη σε διάφορες πτυχές της ζωής, συμπεριλαμβανομένης της εργασίας.

Ως «ολιστικός» όρος, το wellbeing έχει 5 διαστάσεις, που «απαντούν» στα παρακάτω ζητούμενα:

  • Career wellbeing: Μου αρέσει αυτό που κάνω κάθε µέρα;
  • Social wellbeing: Έχω ουσιαστικές φιλίες στη ζωή μου;
  • Financial wellbeing: Διαχειρίζοµαι σωστά τα χρήµατά µου;
  • Physical wellbeing: Έχω ενέργεια για να κάνω τα πράγματα που πρέπει και επιθυμώ;
  • Community wellbeing: Μου αρέσει εκεί που ζω;

Όλες αυτές οι διαστάσεις αλληλοσυσχετίζονται και εξαρτώνται η μία από την άλλη και οι οργανισμοί σήμερα θα πρέπει να επενδύουν σε κάθε μία από αυτές ξεχωριστά, αν θέλουν να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά τους στο σύγχρονο απαιτητικό επιχειρείν.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΚΗΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ
Αναμφισβήτητα, η εταιρική κουλτούρα παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός πλαισίου υγείας και ευημερίας σε έναν οργανισμό. Και αυτό γιατί καθορίζει τις αξίες, τις πεποιθήσεις, τις συμπεριφορές και τις πρακτικές που διέπουν την εταιρεία και τους εργαζομένους της. «Οι οργανισμοί πρέπει να υιοθετούν μία ολιστική προσέγγιση για να διασφαλίσουν την ευεξία του ανθρώπινου δυναμικού, δίνοντας έμφαση στην πρόληψη και την προώθηση μίας θετικής εργασιακής κουλτούρας, που προάγει την ψυχική υγεία των εργαζομένων, την αρμονία ανάμεσα στην επαγγελματική και προσωπική τους ζωής και την εργασιακή τους δέσμευση», υποστηρίζει η Εβίνα Ηλιοπούλου, Ψυχολόγος, Head Of Occupational Health Psychology, Hellas EAP.

Από την πλευρά της, η Αλεξάνδρα Λέκκου, Co-founder, theHappyLab, εξηγεί πως«το wellbeing είναι διάσταση της κουλτούρας ενός οργανισμού. Συνδέεται με τη θεμελιώδη επιλογή σχετικά με την προτεραιότητα που έχουν οι άνθρωποι κατά την εκπλήρωση του σκοπού του οργανισμού. Ένας οργανισμός με προσανατολισμό στους ανθρώπους, καλλιεργεί νοοτροπία και πρακτικές που συμβάλλουν άμεσα ή έμμεσα στο wellbeing, μέσα από την εμπιστοσύνη, τη φροντίδα, τη σύνδεση, το νόημα που βιώνουν οι εργαζόμενοι, καθώς αλληλεπιδρούν, καθοδηγούνται από τους προϊσταμένους τους και εφαρμόζονται οι εταιρικές πολιτικές. Σε ένα τέτοιο οργανισμό, ένα πρόγραμμα wellbeing είναι μία φυσική συνέχεια που θα έχει θετικό αντίκτυπο».

Συγκεκριμένα, μία θετική εταιρική κουλτούρα μπορεί να υποστηρίξει την υγεία και την ευημερία των εργαζομένων, μέσω πολιτικών, όπως ευέλικτα ωράρια εργασίας που επιτρέπουν την ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής, προγραμμάτων ευεξίας που προωθούν τη φυσική άσκηση και τη διατροφή, και προσφοράς ψυχολογικής υποστήριξης.
Επιπλέον, μία θετική εταιρική κουλτούρα δημιουργεί ένα περιβάλλον εργασίας όπου το ανθρώπινο δυναμικό νιώθει πως εκτιμάται και λαμβάνει υποστήριξη, γεγονός που διευκολύνει τη δημιουργία θετικού κλίματος και μειώνει το άγχος και τοστρες στον χώρο εργασίας. Τέλος, η εταιρική κουλτούρα μπορεί να προωθήσει τη συνεργασία και την αλληλεπίδραση μεταξύ των εργαζομένων, δημιουργώντας ένα αίσθημα κοινότητας. Αυτό μπορεί να ενισχύσει την αίσθηση της συμμετοχής και της κοινωνικής στήριξης, που είναι σημαντικά στοιχεία για την υγεία και την ευημερία των εργαζομένων.

«Αντίθετα, σε έναν οργανισμό όπου ο τρόπος διοίκησης και συμπεριφοράς καλλιεργούν “αρνητική” κουλτούρα και κλίμα (π.χ. χωρίς ψυχολογική ασφάλεια, υποστήριξη, ενδυνάμωση, διαφάνεια), ένα πλαίσιο ευεξίας δεν θα φέρει το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Έτσι, είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε ότι το wellbeing είναι θέμα κουλτούρας και χρειάζεται να καλλιεργείται πολύπλευρα και ουσιαστικά», συμπληρώνει η Α. Λέκκου.

Όπως τονίζει η Εμμανουέλα Γεωργιτσοπούλου, HR Head Greece & Diversity, Equity & Inclusion Lead Central & South Europe, Sanofi, «οι οργανισμοί θα πρέπει να καλλιεργούν μία κουλτούρα προαγωγής της ευημερίας των εργαζομένων, δημιουργώντας ένα εργασιακό περιβάλλον όπου οι εργαζόμενοι/ες θα αισθάνονται άνετα να συζητούν για την ψυχική και σωματική τους υγεία και θα ενθαρρύνονται να αναζητούν υποστήριξη».

Η ΠΡΟΛΗΨΗ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ
Ποιες προσεγγίσεις, όμως, πρέπει να χρησιμοποιήσουν οι οργανισμοί σε επίπεδο πρόληψης όσον αφορά στο wellbeing του ανθρώπινου δυναμικού; «H προσέγγιση εξαρτάται από μία στρατηγική απόφαση. Οι βιώσιμες επιχειρήσεις διαμορφώνουν ESG στρατηγικές, διασφαλίζοντας τόσο την κερδοφορία τους, όσο και την ευημερία των εργαζομένων. Τι θέλει ο οργανισμός να πετύχει και πόσο ψηλά έχει προτεραιοποιήσει το wellbeing; Ποια είναι η φήμη που θέλει να έχει ως εργοδότης;», σημειώνει η Κατερίνα Αντωνοπούλου, Business psychologist & Executive Coach του τμήματος ErgoWell-being της Ergonomia. «Οι σχέσεις εξετάζονται υπό το πρίσμα της καταπολέμησης της κακοποίησης, των αποκλεισμών, την ύπαρξη υγιών και ασφαλών εργασιακών περιβαλλόντων. Η τάση από το εξωτερικό δείχνει πως οι εργαζόμενοι θα αναζητούν όλο και περισσότερο έλεγχο και προσωποποιημένα προϊόντα και υπηρεσίες σε σχέση με την ευημερία τους. Η πρόληψη είναι ένα προσωπικό ζήτημα που περνά μέσα και από εταιρικά κανάλια, που οφείλουν να έχουν τις δομές, να δίνουν διαφορετικές επιλογές και τη δυνατότητα αυτενέργειας στους εργαζομένους», καταλήγει η ίδια.

Από την πλευρά της, η Ε. Γεωργιτσοπούλου αναφέρει: «Ιδιαίτερα σημαντική είναι η διαμόρφωση πολιτικών και παροχών που επιτρέπουν στους εργαζόμενους/ες να διατηρούν την ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, όπως η παροχή ευέλικτων μορφών εργασίας και αδειών για νέους γονείς. Ασφαλώς είναι απαραίτητη επίσης, η σταθερή επένδυση σε προγράμματα υποστήριξης της σωματικής και ψυχικής υγείας των εργαζομένων, με χαρακτηριστικά παραδείγματα την υλοποίηση προγραμμάτων ενθάρρυνσης της υιοθέτησης ενός πιο υγιούς τρόπου ζωής, συμβουλευτική σε θέματα τακτικής άσκησης, υγιεινής διατροφής, ψυχικής υγείας, διαχείρισης άγχους κλπ.

Στον ολιστικό χαρακτήρα με τον οποίο πρέπει να προσεγγίζεται το ζήτημα του wellbeing των εργαζομένων εστιάζει η Μ. Ξεροβάσιλα. «Τα νέα δεδομένα, στη εποχή που διανύουμε, απαιτούν εργοδότες με υψηλή ενσυναίσθηση που τη χρησιμοποιούν για να υποστηρίξουν, ενεργά, θέματα και προβλήματα που απασχολούν τις σύγχρονες κοινωνίες. Η προσέγγιση του wellbeing, ή αλλιώς των προγραμμάτων εργασιακής ευημερίας, οφείλει να έχει ολιστικό χαρακτήρα και να συνάδει με μία ανθρωποκεντρική κουλτούρα που ενδέχεται να καλλιεργείται στους οργανισμούς μέσα από εμψυχωτικές ομιλίες, webinars, workshops αλλά και προγράμματα αυτοφροντίδας, που δρουν κυρίως προληπτικά και ανακουφιστικά», τονίζει η ίδια.

Σε παρόμοιο πλαίσιο, από την πλευρά της η Ε. Φωτίου, αναφέρει πως: «Οι οργανισμοί χρειάζεται να ακολουθήσουν μία ολιστική προσέγγιση, που δείχνει τον δρόμο προς την πρόληψη συνοψίζοντας τα ακόλουθα:
1 L–Literacy: Να ενημερώνονται συνεχώς γύρω από το εργασιακό wellbeing μέσα από κεντρικές ομιλίες, top rated weekly podcasts, και άλλες έγκυρες πηγές.
2 Ε–Evaluation: Να φροντίζουν να συλλέγουν feedback και να μετρούν ανά τακτά χρονικά διαστήματα τα επίπεδα ευημερίας των εργαζομένων σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
3 Α–Activation: Να ενισχύουν την εταιρική ευζωία μέσω στοχευμένων σεμιναρίων και την παροχή εργαλείων στους εργαζομένους.
4D–Determination: Να προσφέρουν συχνή ατομική και ομαδική καθοδήγηση μέσω συμμετοχής σε κοινότητες μάθησης».

Αναφερόμενη στις προσεγγίσεις που πρέπει να χρησιμοποιήσουν οι οργανισμοί σε επίπεδο πρόληψης όσον αφορά στο wellbeing του ανθρώπινου δυναμικού, η Ε. Ηλιοπούλου, εξηγεί: «Η εφαρμογή προγραμμάτων που καλύπτουν όλο το φάσμα της ευημερίας των εργαζομένων, όπως η ενίσχυση της προσωπικής, εργασιακής, κοινωνικής και οικονομικής ευεξίας, η ενθάρρυνση της ανοιχτής επικοινωνίας, η παροχή ΕΑΡ προγραμμάτων και η προσφορά ευέλικτων μορφών εργασίας, βοηθούν τους εργαζόμενους να διατηρήσουν ένα υψηλό επίπεδο ευεξίας. Παράλληλα, οι οργανισμοί πρέπει να δίνουν προτεραιότητα στην εκπαίδευση των στελεχών, ώστε να αναγνωρίζουν έγκαιρα και να αντιμετωπίζουν τα σημάδια επαγγελματικής εξουθένωσης ή στρες στις ομάδες τους, καλλιεργώντας ένα υποστηρικτικό εργασιακό περιβάλλον».

ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ, ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Από την πανδημία COVID-19 μέχρι τη Μεγάλη Παραίτηση και την κρίση του κόστους διαβίωσης, τα τελευταία χρόνια έχουν αναδείξει ιδιαίτερες προκλήσεις για τις εταιρείες και το ανθρώπινο δυναμικό. Οι διευθύνσεις HR φαίνεται ότι διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην προστασία του wellbeing των εργαζομένων και την καθοδήγησή τους κατά τη διάρκεια περιόδων αβεβαιότητας και αλλαγής.
«Το wellbeing είναι μία πολυδιάστατη έννοια που αφορά τη ζωή μας στη διάρκεια του χρόνου. Έτσι, οι οργανισμοί χρειάζεται να σχεδιάζουν προγράμματα που υποστηρίζουν τους εργαζομένους τους σε διαφορετικά και συμπληρωματικά επίπεδα (π.χ. σωματικής και ψυχικής υγείας, κοινωνικό, οικονομικό), και να τα υλοποιούν με συνέπεια, με τρόπο που εξασφαλίζει ένα πραγματικό θετικό αντίκτυπο, ο οποίος ανταποκρίνεται στις διαφορετικές προσδοκίες τους», υποστηρίζει η Α. Λέκκου. «Είναι ενθαρρυντικό ότι σταδιακά βλέπουμε όλο και μεγαλύτερη έμφαση σε θέματα πνευματικής και συναισθηματικής ευεξίας, πέρα από τη σωματική. Σε αυτό έχει συμβάλλει η σημαντική μεταβολή στη νοοτροπίας μας που προκάλεσε η πανδημία, αλλά και ο υβριδικός τρόπος εργασίας, που μαζί με οφέλη φέρνει και δυσκολίες, όπως η πιο περιορισμένη σύνδεση των εργαζομένων. Σε αυτές τις προκλήσεις προστίθενται και οι υψηλότερες απαιτήσεις των νεότερων γενεών εργαζομένων γύρω από το wellbeing», καταλήγει η Co-founder της theHappyLab.

Παρακάτω, παρουσιάζονται τέσσερις βασικές προκλήσεις για το wellbeing των εργαζομένων, στη νέα εργασιακή πραγματικότητα:

Πρόκληση 1: Οικονομικό άγχος λόγω της κρίσης του κόστους διαβίωσης
Το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης παγκοσμίως επηρεάζει αρνητικά την υγεία περισσότερου από το ήμισυ του πληθυσμού (πηγή: Partners&), ενώ μόνο το 5% των εργαζομένων αισθάνεται ότι ο εργοδότης του κάνει αρκετά για να το υποστηρίξει σε αυτές τις δύσκολες στιγμές. Οι εργαζόμενοι έχουν διπλάσιες πιθανότητες να αποχωρήσουν από μία εταιρεία όταν αισθάνονται οικονομική ανασφάλεια, ενώ ένας στους τέσσερις υποστηρίζει ότι αυτή η οικονομική ανασφάλεια επηρεάζει τη δυνατότητά του να εκτελέσει αποδοτικά την εργασία του. Καθώς η κρίση του κόστους διαβίωσης συνεχίζει να επιδεινώνεται, αναμένεται ακόμα περισσότεροι εργαζόμενοι να βιώσουν άγχος που σχετίζεται με την οικονομική κατάστασή τους. Πώς μπορούν οι οργανισμοί να συμβάλλουν θετικά σε αυτήν την κατεύθυνση; Η υποστήριξη και η εκπαίδευση για την οικονομική ευημερία μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στη μείωση του άγχους του ανθρώπινου δυναμικού, γεγονός που θα έχει θετική επίδραση στην ψυχική του υγεία και θα βοηθήσει στη βελτίωση της απόδοσής του στην εργασία.

Πρόκληση 2: Προσέλκυση και διατήρηση ταλέντων
Το 2022 ήταν ένα ιδιαίτερα «δύσκολο» έτος, τόσο για την προσέλκυση όσο και για τη διατήρηση του ανθρώπινου δυναμικού, καθώς χαρακτηρίστηκε από το φαινόμενο της Μεγάλης Παραίτησης, αλλά και από την τάση του «Quiet Quitting» και την συνολικότερη έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού σε όλο το φάσμα της αγοράς εργασίας. Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα που διεξήγαγε το 2022 η Gartner, το 36% των στελεχών HR αισθάνεται ότι οι υφιστάμενες πολιτικές για την πρόσληψη και τη διατήρηση ταλέντων του ήταν ανεπαρκείς. Πολυάριθμες άλλες μελέτες έχουν δείξει πως οι οργανισμοί που σχεδιάζουν και υλοποιούν wellbeing προγράμματα για τους εργαζομένους τους έχουν σημαντικά μεγαλύτερες πιθανότητες να προσελκύσουν υποψηφίους και να δημιουργήσουν ένα ισχυρό pool ταλαντούχων εργαζομένων. Αυτό σημαίνει ότι, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την πρόκληση της έλλειψης ταλέντων, οι εταιρείες πρέπει να εστιάσουν στη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος, την ανάπτυξη της εταιρικής πολιτιστικής ταυτότητας και την προώθηση της ευεξίας των εργαζομένων της. Ενισχύοντας την εμπειρία των εργαζομένων και παρέχοντας ευκαιρίες ανάπτυξης και προόδου, θα είναι σε θέση να προσελκύσουν και να διατηρήσουν τα ταλέντα.

Πρόκληση 3: Τα προβλήματα υγείας που σχετίζονται με την εργασία είναι περισσότερα από ποτέ
Οι στατιστικές δείχνουν ότι ο αριθμός των ανθρώπων που απουσιάζουν από την εργασία τους λόγω μακροχρόνιων προβλημάτων υγείας που σχετίζονται με την εργασία (όπως προβλήματα στο μυοσκελετικό σύστημα, πόνους στην πλάτη και τον αυχένα κ.ά.) έχει αυξηθεί σημαντικά, σε σύγκριση με τα αντίστοιχα προ πανδημίας ποσοστά. Μάλιστα, το 32,5% των γυναικών και το 27,1% των ανδρών πάσχουν από κάποιο μακροχρόνιο μυοσκελετικό πρόβλημα. Επιπλέον, τα ποσοστά επαγγελματικής εξουθένωσης, κατάθλιψης και άγχους βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Επομένως, σήμερα, περισσότερο από ποτέ, οι οργανισμοί καλούνται να λάβουν άμεσα μέτρα για την προαγωγή και την προάσπιση του wellbeing του ανθρώπινου δυναμικού τους.

Πρόκληση 4: Οι απαιτήσεις για ευέλικτη εργασία θα αυξηθούν
Το 76% των εργαζομένων θεωρεί την ευέλικτη εργασία κρίσιμο παράγοντα για την ευημερία του, ενώ οι εταιρείες που δεν διαθέτουν σταθερές πολιτικές ευελιξίας στην εργασία και υβριδικές ρυθμίσεις αναμένεται να αντιμετωπίσουν αυξημένες προκλήσεις όσον αφορά στην προσέλκυση και τη διατήρηση ανθρώπινου δυναμικού στη νέα εργασιακή πραγματικότητα. Ήδη πολλές εταιρείες και στην χώρα μας εφαρμόζουν διάφορες ευέλικτες επιλογές εργασίας, όπως η τετραήμερη εργασία ή μεγαλύτερη ευελιξία στο ωράριο και την τοποθεσία εργασίας, προσφέροντας έτσι στους εργαζόμενους μεγαλύτερη ελευθερία στη διαχείριση του χρόνου τους. Έρευνες έχουν δείξει ότι αυτή η ευελιξία κάνει τους εργαζόμενους να είναι πιο ικανοποιημένοι, αφοσιωμένοικαι παραγωγικοί.

ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΠΙΤΥΧΙΑ
Για να είναι επιτυχημένο ένα πρόγραμμα wellbeing στην εργασία χρειάζεται να πληροί ορισμένες προϋποθέσεις. Η Co-founder της theHappyLab ξεχωρίζει 6 σημεία ζωτικής σημασίας και συγκεκριμένα:« Πολύπλευρη προσέγγιση (σε επίπεδο σωματικό, ψυχικό, κοινωνικό, οικονομικό κ.ά.), ανταπόκριση στις διαφορετικές προσδοκίες με συμπεριληπτικό τρόπο για όλους, συμμετοχή των εργαζομένων στον σχεδιασμό, την υλοποίηση, την εξέλιξη του προγράμματος, υποστήριξη του προγράμματος από τα ηγετικά στελέχη με ενεργή συμμετοχή, συνέχεια και συνέπεια στην υλοποίηση του προγράμματος και παράλληλη εκτίμηση και -αν χρειάζεται- επέμβαση σε ευρύτερες πρακτικές του οργανισμού. που αντιτίθενται στην καλλιέργεια του wellbeing».

Αν και οι προϋποθέσεις μπορεί να ποικίλουν ανάλογα με τον τύπο της επιχείρησης και τις ανάγκες των εργαζομένων, υπάρχουν κάποια κοινά στοιχεία:

Δέσμευση της ηγεσίας: Ένα επιτυχημένο πρόγραμμα ευεξίας πρέπει να έχει την υποστήριξη και τη δέσμευση της ηγεσίας της εταιρείας. Οι ηγέτες πρέπει να αναγνωρίζουν τη σημασία της ευεξίας των εργαζομένων και να είναι πρόθυμοι να επενδύσουν σε προγράμματα που την προωθούν. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Πώς πρέπει να «προωθηθεί» από τους επικεφαλής και τη διοίκηση κάθε οργανισμού, από την αρχή μέχρι την υλοποίησή του, καθώς είναι αυτοί που συνήθως διατηρούν τους ισχυρότερους δεσμούς με τις ομάδες και αποτελούν την καλύτερη πηγή πληροφόρησης.

Προσαρμογή στις ανάγκες: Ένα αποδοτικό πρόγραμμα wellbeing πρέπει να προσαρμόζεται στις ανάγκες των εργαζομένων. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει διάφορες «πτυχές» της ευεξίας, όπως η σωματική άσκηση, η διατροφή, η ψυχολογική υγεία, η ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής και η αντιμετώπιση του στρες.

Εκπαίδευση και ενημέρωση: Ένα πρόγραμμα wellbeing δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικό εάν οι εργαζόμενοι δεν γνωρίζουν ή δεν κατανοούν πλήρως τι περιλαμβάνει. Για να επιτευχθεί το συνολικό αποτέλεσμα, το ανθρώπινο δυναμικό πρέπει να ευθυγραμμιστεί με τους στόχους που έχουν τεθεί και να κατανοήσει τα οφέλη που προκύπτουν από αυτό. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι απαραίτητο κάθε εταιρεία να επικοινωνεί αποτελεσματικά το πρόγραμμα, προκειμένου να ενημερώνει τους εργαζόμενους σε όλα τα επίπεδα σχετικά με τις διάφορες πτυχές του, τις προγραμματισμένες δραστηριότητες, τους τρόπους συμμετοχής και τα οφέλη που θα αποκομίσουν από την ενεργή συμμετοχή τους. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει εκπαιδευτικά προγράμματα, σεμινάρια ή διαδικτυακές πλατφόρμες που παρέχουν πληροφορίες και συμβουλές σχετικά με τη βελτίωση του wellbeing τους.

Διαμόρφωση εργασιακού περιβάλλοντος: Ένα πετυχημένο πρόγραμμα ευεξίας πρέπει να προβλέπει και τις τρεις διαστάσεις της, δηλαδή τη σωματική, πνευματική και συναισθηματική. Τα χαρακτηριστικά αυτά θα πρέπει να είναι οι βασικοί γνώμονες για τις επιλογές στη διαμόρφωση των εσωτερικών χώρων ενός εργασιακού, ανθρωποκεντρικού χώρου. Αυτό περιλαμβάνει φυσικό φωτισμό, καλό αερισμό, θερμοκρασία και ηχομόνωση, καθώς και ευχάριστους κοινόχρηστους χώρους.

Αξιολόγηση και μέτρηση: «Τα προγράμματα wellbeing αποτελούν δυναμικές διαδικασίες που απαιτούν συνεχή αξιολόγηση και προσαρμογή βάσει των διαφορετικών αναγκών των εργαζομένων μας. Πριν από την εφαρμογή ενός προγράμματος, είναι σημαντικό να καθορίζονται σαφείς και μετρήσιμοι στόχοι, ευθυγραμμισμένοι με τους στόχους της ευρύτερης εταιρικής στρατηγικής», τονίζει η Ε. Γεωργιτσοπούλου.

Με λίγα λόγια, ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα ευεξίας πρέπει να αξιολογείται και να μετρά τα αποτελέσματά του. Η συνεχής αξιολόγηση και η προσαρμογή όταν απαιτείται αποτελούν έναν τρόπο για να διατηρηθεί η δέσμευση των εργαζομένων έναντι της υγείας και ευεξίας τους, καθώς επίσης και για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα αυτών των στρατηγικών και η δημιουργία αξίας, τόσο για το ανθρώπινο δυναμικό όσο και για τους οργανισμούς. Αυτό μπορεί να γίνεται μέσω αξιολογήσεων, συνεντεύξεων, αναφορών ασθενειών και στατιστικών σχετικών με την απουσία λόγω ασθένειας.

ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΕΝΟΣ WELLBEING ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Η εφαρμογή ενός προγράμματος wellbeing στην εργασία μπορεί να έχει πολλά οφέλη τόσο για τους εργαζόμενους, όσο και συνολικά για τον οργανισμό. «Επενδύοντας στην εταιρική ευζωία, κάθε οργανισμός επωφελείται θετικών επιπτώσεων, όπως μείωση της απουσίας από την εργασία λόγω ασθενειών, αυξημένη παραγωγικότητα και ικανοποίηση των εργαζομένων. Επιπλέον, μπορεί να βελτιώσει τη φήμη της εταιρείας ως εργοδότη, να προσελκύσει και να διατηρήσει ταλαντούχους εργαζόμενους», πιστοποιεί η Ε. Φωτίου. Πιο αναλυτικά, ορισμένα από αυτά τα οφέλη περιλαμβάνουν:

1. Αύξηση της παραγωγικότητας: Όταν οι εργαζόμενοι αισθάνονται πως η εταιρεία νοιάζεται και φροντίζει για την συνολική υγεία τους, αυξάνεται η παραγωγικότητά τους. Ένα καλά δομημένο πρόγραμμα wellbeing μπορεί να έχει θετικές επιδράσεις στη συγκέντρωση, την ενέργεια και τη δημιουργικότητά τους. Με άλλα λόγια, όταν οι εργαζόμενοι βρίσκονται σε καλή κατάσταση ψυχικής και σωματικής υγείας, είναι πιθανότερο να εστιάζουν περισσότερο στην εργασία τους και να είναι πιο δημιουργικοί. Αυτό συνεπάγεται ότι παράγουν περισσότερα και καλύτερα αποτελέσματα, βοηθώντας έτσι στην αύξηση της παραγωγικότητας της επιχείρησης.

2. Μείωση του απουσιασμού: Ένα πρόγραμμα wellbeing που προάγει την υγεία και την ευεξία μπορεί να συμβάλει στη μείωση της απουσίας των εργαζομένων λόγω ασθενειών. Οι εργαζόμενοι που αισθάνονται πως η εταιρεία νοιάζεται και φροντίζει για τα θέματα υγείας, τείνουν να είναι πιο υγιείς και να απουσιάζουν λιγότερο.

3. Βελτίωση της εργασιακής ικανοποίησης: Ένα πρόγραμμα wellbeing μπορεί να βελτιώσει την εργασιακή ικανοποίηση των εργαζομένων. Οι εργαζόμενοι που νιώθουν ότι η εταιρεία τους φροντίζει για την ευεξία τους έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αισθάνονται ικανοποιημένοι και να παραμένουν πιστοί στην εργασία τους.

4. Ενίσχυση της εταιρικής εικόνας: Μία επιχείρηση που δείχνει ενδιαφέρον για το wellbeing των εργαζομένων της αποκτά θετική εικόνα και φήμη. Αυτό μπορεί να επηρεάσει την προσέλκυση ταλαντούχων υποψηφίων και τη διατήρηση των εργαζομένων, ενώ ταυτόχρονα συμβάλει θετικά και στην επικοινωνία της με τους πελάτες και τους επενδυτές.

ΜΕΤΡΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Αναμφισβήτητα, η συνεχής αξιολόγηση και αναβάθμιση των προγραμμάτων wellbeing βοηθά στη διασφάλιση της βέλτιστης απόδοσης και επιτυχίας τους. Όπως τονίζει και η Ρίτσα Οικονόμου, Head Of Business Operations, Hellas EAP, «η μέτρηση της αποτελεσματικότητας των προγραμμάτων ευεξίας στον εργασιακό χώρο συμβάλει σημαντικά τόσο στην αξιολόγηση του αντικτύπου τους όσο και στη λήψη αποφάσεων βάσει συγκεκριμένων δεδομένων για μελλοντικές βελτιωτικές δράσεις». Με ποιους τρόπους, όμως, μπορούν οι οργανισμοί να κατανοήσουν πλήρως, να αποτιμήσουν την αποδοτικότητα και, τελικά, να μετρήσουν την αποτελεσματικότητά τους; Όπως απαντά η ίδια, «δείκτες όπως οι εσωτερικές έρευνες ικανοποίησης, η ανατροφοδότηση από τους ίδιους τους εργαζόμενους, οι αξιολογήσεις της απόδοσης και της συνεργασίας των μελών μίας ομάδας, μπορούν να αναδείξουν την επίδραση τέτοιων προγραμμάτων στην παραγωγικότητα και στη δυναμική της εργασίας. Παράλληλα, η παρακολούθηση στοιχείων που σχετίζονται με τον απουσιασμό και τον παρουσιασμό, δεικτών που συνδέονται με τη δέσμευση και διακράτηση των εργαζομένων, αλλά και δεικτών που συνδέονται με συγκεκριμένα κόστη όπως τα ιατροφαρμακευτικά, αντανακλούν τα μακροπρόθεσμα οφέλη του εκάστοτε Wellbeing προγράμματος».

Σε μία άλλη διάσταση του θέματος αναφέρεται η Ε. Φωτίου, η οποία εξηγεί πως «από το διαδεδομένο εργαλείο Θετικής Ψυχολογίας PERMAH survey, όπως αυτό ορίστηκε από τον καθηγητή Μ. Seligman, προκύπτουν αναλυτικά αποτελέσματα για τον κάθε παράγοντα που επηρεάζει την εργασιακή ευημερία των εργαζομένων τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και του οργανισμού συνολικά. Τα αποτελέσματα σε επίπεδο οργανισμού (ή επιμέρους τμημάτων), αφού αναλυθούν, μπορούν να αναδείξουν σημεία κλειδιά και προτάσεις για βελτίωση των επιπέδων ευημερίας που μπορούν να ενισχυθούν μέσω wellbeing προγραμμάτων. Κατόπιν, επαναλαμβάνοντας την έρευνα η εταιρεία μπορεί να εκτιμήσει την αποτελεσματικότητα των ενεργειών και το βαθμό ενίσχυσης τoυ wellbeing των εργαζομένων, σημειώνει η Managing Director & Certified Health Coach (IIN), Human Flourishing Movement

Από την πλευρά της, η Μαργαρίτα Κύρκου, Οργανωσιακή ψυχολόγος, Συστημική-Οικογενειακή, Ψυχοθεραπεύτρια ErgoWell-being της Ergonomia, αναφέρει: «Στην εκτίμηση του Value On Investment (έναντι του κλασικού ROI), ξεκινώντας, ένας οργανισμός χρειάζεται να αξιολογήσει την τωρινή του κατάσταση (benchmark) και τις εξειδικευμένες του ανάγκες (πχ. surveys, μελέτες εκτίμησης ψυχοκοινωνικών κινδύνων, HR metrics). Έπειτα, να ορίσει δείκτες απόδοσης για το εκάστοτε πρόγραμμα (πχ. λιγότερες απουσίες μεγαλύτερη χρήση των πόρων υποστήριξης), να αξιολογήσει τη διαδικασία (process), λαμβάνοντας ανατροφοδότηση για τα άμεσα αποτελέσματα (πχ. συμμετοχή, ολοκλήρωση, άμεσα αντιλαμβανόμενη αξία), αλλά και τη μακροπρόθεση επίπτωση (impact): Κατά πόσο αξιοποιούνται οι πόροι του προγράμματος, συζητείται ή συστήνεται μία νέα πρωτοβουλία; Σε τι βαθμό έχει επιτευχθεί η επιδιωκόμενη αλλαγή και αν όχι, τι άλλο χρειάζεται; Κατά πόσο, επηρεάζεται η φήμη (πχ. εισροή νέων ταλέντων) ή «ακούγεται» το κοινωνικό πρόσωπο του οργανισμού;». Όπως καταλήγει η ίδια, σε κάθε περίπτωση, δεν αρκεί μία και μόνη παρέμβαση. Χρειάζεται ολιστική προσέγγιση και χρόνος.

Στο feedback αλλά και τη συμμετοχή των εργαζομένων εστιάζει η Μ. Ξεροβάσιλα, υποτσηρίζοντας πως «η αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων wellbeing μπορεί πρωτίστως να μετρηθεί μέσω της τακτικής ανατροφοδότησης, αξιοποιώντας πολύτιμα εργαλεία, όπως τα ερωτηματολόγια και οι έρευνες ικανοποίησης που δίνουν στον οργανισμό εύρος πληροφοριών για τη δημιουργία αλλά και τη συνεχή ανανέωσή τους. Επίσης η συμμετοχή των εργαζομένων στα προγράμματα wellbeing, αποτελεί από μόνη της απόδειξη για την επιτυχία του εκάστοτε προγράμματος ενισχύοντας έτσι τα οφέλη που προσδίδει αυτό στον εργαζόμενο». Ολοκληρώνοντας, η HR Executive της Elpen, αναφέρει πως η επίδραση ενός ολοκληρωμένου προγράμματος wellbeing μπορεί να αξιολογηθεί με το άθροισμα πολλών δεικτών (KPIs), που μετρούν τη συνολική εμπειρία των εργαζομένων σε έναν εργοδότη, όπως δυνατότητες εξέλιξης και ανάπτυξης, επίπεδα εργασιακής δέσμευσης και αφοσίωσης του προσωπικού, turnover rates κ.α.

Στη λήψη feedback, ανάμεσα σε άλλα εστιάζει και η Ε. Γεωργιτσοπούλου, δηλώνοντας ότι: «Θα πρέπει εξαρχής να προσδιοριστούν βασικοί δείκτες απόδοσης (KPIs), όπως έρευνες ικανοποίησης των εργαζομένων για τη λήψη feedback, επίπεδο συμμετοχής στο πρόγραμμα και χρήσης των παροχών του, μετρήσεις παραγωγικότητας κ.ά.. Τέλος, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η αξιολόγηση της απόδοσης επένδυσης (ROI) στο πλαίσιο της εφαρμογή του προγράμματος».

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ
Προκειμένου να δημιουργήσουν ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα ευεξίας, οι οργανισμοί αναζητούν εξωτερικές «συμμαχίες», πέρα από τις δικές τους πρωτοβουλίες.
«Πολλοί οργανισμοί, συχνά, απευθύνονται σε εξωτερικούς παρόχους οι οποίοι λειτουργούν, κυρίως, συμβουλευτικά και παράλληλα, σε συνεργασία με τις Διευθύνσεις Ανθρώπινου Δυναμικού, συμβάλουν ουσιαστικά στην υλοποίηση της εταιρικής στρατηγικής χρησιμοποιώντας σύγχρονες προσεγγίσεις διαχείρισης θεμάτων ψυχικής υγείας & ευεξίας στον εργασιακό χώρο», πιστοποιεί η Μ. Ξεροβάσιλα. «Πλέον, είναι πολλές οι εταιρείες που συστήνουν ομάδες εργασίας και μεριμνούν ώστε να υλοποιούνται προγράμματα και δράσεις με εκπαιδευτικό χαρακτήρα, μεγιστοποιώντας τις πιθανότητες εξισορρόπησης της επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, της ψυχικής και σωματικής υγείας», συμπληρώνει η HR Executive της Elpen.

Δεδομένου ότι το wellbeing των εργαζομένων αποτελεί ένα πολυσύνθετο ζήτημα, οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν μία σημαντική πρόκληση στο να προστατεύσουν και να διασφαλίσουν τη συνολική ευημερία του ανθρώπινου δυναμικού τους. «Η επιλογή εξωτερικών συνεργατών που παρέχουν υπηρεσίες για την ενίσχυση της σωματικής και ψυχικής ευημερίας μπορεί να είναι ένα αποτελεσματικό μέσο ώστε κάθε εταιρεία να διασφαλίσει το wellbeing των εργαζομένων της, ενώ ταυτόχρονα επικεντρώνεται στην επίτευξη των επιχειρησιακών της στόχων», αναφέρει, από την πλευρά της η Ε. Φωτίου. Όπως εξηγεί η ίδια, μέσω αυτών των υπηρεσιών σωματικής και ψυχικής υγείας, οι εργαζόμενοι αποκτούν τη γνώση και τους πόρους που τους βοηθούν να υιοθετήσουν υγιείς συνήθειες, να φροντίζουν το σώμα τους και να αντιμετωπίζουν το άγχος και το στρες. «Παρέχοντας αυτές τις υπηρεσίες, η εταιρεία δημιουργεί ένα περιβάλλον που ενθαρρύνει την ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και προσωπικής ζωής των εργαζομένων. Επιπλέον, συμβάλλει στην αίσθηση του «ανήκειν», δημιουργώντας ένα περιβάλλον όπου οι εργαζόμενοι νιώθουν υποστηριζόμενοι και συνδεδεμένοι με τους συναδέλφους τους», καταλήγει η Managing Director & Certified Health Coach (IIN) από τη Human Flourishing Movement.

Στον τρόπο με τον οποίο μπορεί ένας εξωτερικός πάροχος να βοηθήσει έναν οργανισμό, ώστε να διασφαλίσει το wellbeing των εργαζομένων του, αναφέρεται αναλυτικά και η Νέλλυ Γιαννακά, Ψυχολόγος, Head of ErgoWell-being της Ergonomia. «Ένας αποτελεσματικός εξωτερικός πάροχος ανάπτυξης προγραμμάτων wellbeing οφείλει να δίνει την ίδια βαρύτητα στην άμεση στήριξη και στη μακροπρόθεσμη προδραστική προληπτική μέριμνα, τονίζει η ίδια, ενώ συμπληρώνει πως «η τριπλή ολιστική του προσέγγιση εστιάζει, αρχικά, στον καθορισμό προτύπων και στην ανάπτυξη πολιτικής, στη συνέχεια στην επιλογή και εφαρμογή πρακτικών εργαλείων και τέλος, στην εφαρμογή μηχανισμών παρακολούθησης και αξιολόγησης. Οι παρεμβάσεις σχεδιάζονται σε συμμετοχική βάση και κατόπιν εκτίμησης των αναγκών και της ανάλυσης των ψυχοκοινωνικών κινδύνων».

Από την πλευρά της, η Ε. Γεωργιτσοπούλου υπογραμμίζει ότι: «Οι εξωτερικοί πάροχοι (π.χ. Επαγγελματίες Υγείας, σύμβουλοι ευεξίας ή ειδικοί σε θέματα ψυχικής υγείας), μπορούν να ενισχύσουν τις πρωτοβουλίες του οργανισμού για την προαγωγή της ευεξίας των εργαζομένων, προσφέροντας τις εξειδικευμένες γνώσεις και την εμπειρία τους, αλλά και ένα ευρύ φάσμα ολοκληρωμένων υπηρεσιών, βέλτιστων πρακτικών και προγραμμάτων υποστήριξης των εργαζομένων. Επιπλέον, οι εξωτερικοί πάροχοι μπορούν να υποστηρίξουν τον οργανισμό σε θέματα αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας του προγράμματος. Αξιοποιώντας την εμπειρογνωμοσύνη των ειδικών, οι υπεύθυνοι διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού μπορούν να βελτιώσουν τα προγράμματα wellbeing, διασφαλίζοντας ότι ανταποκρίνονται στις εξελισσόμενες ανάγκες των εργαζομένων».

Στο ίδιο μήκος κύματος, η η Χριστίνα Μαζουροπούλου, Ψυχολόγος, Head Of Occupational Health Psychology, Hellas EAP, αναφέρει ότι οι εξωτερικοί συνεργάτες «παίζουν σημαντικό ρόλο στην προαγωγή της υγείας και της ευεξίας του ανθρώπινου δυναμικού προσφέροντας μία σειρά από υπηρεσίες, όπως τα προγράμματα υποστήριξης εργαζομένων (ΕΑΡ), συμβουλευτική σε θέματα ψυχικής υγείας, εκπαιδευτικά προγράμματα διαχείρισης του στρες και των ψυχοκοινωνικών κινδύνων στην εργασία, αλλά και προγράμματα άσκησης, διατροφής και διαλογισμού. Διαθέτουν την τεχνογνωσία και την εμπειρία στον σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων προσαρμοσμένων στις συγκεκριμένες ανάγκες των εργαζομένων κάθε επιχείρησης. Οι οργανισμοί, συνεργαζόμενοι με εξειδικευμένους εξωτερικούς παρόχους, προσφέρουν ολοκληρωμένα πρόγραμματα ευεξίας που καλύπτουν όλες τις πτυχές της υγείας (σωματική, ψυχική, συναισθηματική ευεξία, κ.ά.) καθώς και εξειδικευμένα εργαλεία για τη μέτρηση και αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας κάθε δράσης».

Οι εξωτερικοί συνεργάτες είναι αρωγοί σε όλο αυτό το ταξίδι του wellbeing και ο ρόλος τους είναι καταλυτικός. Η επίτευξη του στόχου της προαγωγής της υγείας και της ευημερίας του ανθρώπινου δυναμικού φαίνεται ότι απαιτεί στρατηγικές συμμαχίες. Όσον αφορά στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που πρέπει να διαθέτει ο εξωτερικός πάροχος η Head of ErgoWell-being τονίζει τα εξής: «Ένας στρατηγικός εξωτερικός συνεργάτης έχει διαδικασίες για τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, προτείνει έγκυρες παρεμβάσεις, στέκεται αρωγός σε έκτακτα περιστατικά και αναπροσαρμόζει τις υπηρεσίες κατά τις ανάγκες. Μπορεί στην πράξη να αναδείξει τις αξίες της ακεραιότητας, του επαγγελματισμού, της δημιουργικότητας, της ομαδικότητας, της συμμετοχικότητας, του σεβασμού και αξιοπρέπειας μέσω της εγκαθίδρυσης κουλτούρας well-being στον οργανισμό. Τέλος αναδεικνύει τους εσωτερικούς πρεσβευτές της διατήρησης των συμφωνημένων αλλαγών».

ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ
Η ενεργή συμμετοχή των εργαζομένων στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των προγραμμάτων wellbeing είναι ζωτικής σημασίας για την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητά τους. Η συμμετοχή του ανθρώπινου παράγοντα σε αυτήν τη διαδικασία επιτρέπει να ληφθούν υπόψη οι ανάγκες, οι προτεραιότητες και οι προτιμήσεις του, ενώ ενισχύει την αποδοχή και την αποτελεσματική υλοποίηση των προγραμμάτων. Η επίτευξή της μπορεί να γίνει με τους εξής τρόπους:

Ενημέρωση και ευαισθητοποίηση: Οι οργανισμοί οφείλουν να ενημερώσουν τους εργαζομένους σχετικά με τη σημασία του wellbeing και τα οφέλη που μπορούν να αποκομίσουν από τη συμμετοχή τους. Η ευαισθητοποίησή τους σχετικά με τη σημαντική επίδραση και συνεισφορά τους στον σχεδιασμό και την επιτυχή υλοποίηση των προγραμμάτων, είναι το κλειδί της επιτυχίας.

Συμμετοχικές διαδικασίες: Η δημιουργία «μηχανισμών» και διαδικασιών που διευκολύνουν και ενισχύουν τη συμμετοχή των εργαζομένων στη δημιουργία και την εύρυθμη λειτουργεία ενός wellbeing προγράμματος (όπως ερωτηματολόγια, επιτροπές ή ομάδες εργασίας, όπου οι εργαζόμενοι μπορούν να συνεισφέρουν με ιδέες, προτάσεις και feedback), μπορούν να συντελέσουν καθοριστικά στην επιτυχία του.

Ενθάρρυνση ανοιχτής επικοινωνίας: Η προώθηση ενός ανοιχτού και αμοιβαίου διαλόγου μεταξύ της διοίκησης και των εργαζομένων σχετικά με το wellbeing, είναι απαραίτητη. Σε αυτό το πλαίσιο, οι οργανισμοί πρέπει να στοχεύσουν στην ανταλλαγή απόψεων και την αξιοποίηση των ιδεών που προτείνονται από τους εργαζόμενους.

ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΣ ΤΟ WELLBEING ΜΕ ΤH ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ESG ΚΑΙ CSR
Στο σύγχρονο επιχειρηματικό περιβάλλον, οι έννοιες του wellbeing και της ψυχικής υγείας συνδέονται με τις έννοιες του ESG και του CSR. Η προώθηση της ψυχικής υγείας στον εργασιακό χώρο είναι ένας αναπόσπαστος πυλώνας της ESG και CSR στρατηγικής, η οποία επιτρέπει στις επιχειρήσεις να προάγουν την ευημερία των εργαζομένων τους, να ενισχύουν την κοινωνική τους ευθύνη και να δημιουργήσουν μία βιώσιμη και πιο ανθρωποκεντρική επιχειρηματική προσέγγιση. Η συμπερίληψη του wellbeing στην ESG και CSR στρατηγική ενισχύει την κοινωνική αποτελεσματικότητα της επιχείρησης και δημιουργεί ένα περιβάλλον εργασίας, όπου οι εργαζόμενοι αισθάνονται πως εκτιμώνται, υποστηρίζονται και ενθαρρύνονται να εκφραστούν.

ΤΟ FINANCIAL WELLBEING ΣΤΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, το «Financial Wellbeing», ως ένας από τους βασικούς πυλώνες της ευημερίας, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα buzzwords που απασχολούν τα στελέχη HR παγκοσμίως. Ο όρος αναφέρεται στην κατάσταση όπου ένας εργαζόμενος έχει ισορροπημένη και υγιή οικονομική κατάσταση, που του επιτρέπει να ανταποκρίνεται στις οικονομικές του ανάγκες και να επιτυγχάνει τους οικονομικούς του στόχους. Η επίτευξη της οικονομικής ευεξίας περιλαμβάνει την ισορροπημένη διαχείριση των εισοδημάτων, την αποταμίευση, την επένδυση σε μελλοντικούς στόχους, τον έλεγχο των δαπανών και την αποφυγή υπερβολικού χρέους.

Το financial wellbeing είναι ένας σημαντικός πυλώνας της γενικότερης ευεξίας και επιτυχίας ενός ατόμου, καθώς η χρηματοοικονομική αβεβαιότητα και οι οικονομικές δυσκολίες μπορούν να προκαλέσουν στρες, ανησυχία και αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχολογική και σωματική υγεία. Για τον λόγο αυτό, η διασφάλισή του θα πρέπει να αποτελεί σημαντική προτεραιότητα για έναν οργανισμό που επιθυμεί να προάγει την ευεξία και την αποδοτικότητα του ανθρώπινου δυναμικού του. Πώς μπορεί να το πετύχει; Απαιτεί μία ολιστική προσέγγιση, που συνδυάζει εκπαίδευση σε θέματα διαχείρισης οικονομικών θεμάτων, παροχή συμβουλών και υποστήριξης με οικονομικούς συμβούλους ή ειδικούς, οι οποίοι θα βοηθήσουν τους εργαζόμενους να κατανοήσουν και να αντιμετωπίσουν τα οικονομικά τους θέματα, όπως τη διαχείριση του προϋπολογισμού, την αποταμίευση και την αποπληρωμή των χρεών, κ.ά.