Oλοκληρώθηκε στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων η επεξεργασία της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την αναγνώριση των τίτλων σπουδών σχετικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, σύμβαση που έχει γίνει γνωστή ως Σύμβαση της Λισαβόνας. Η Σύμβαση της Λισαβόνας για την Ακαδημαϊκή Αναγνώριση τέθηκε σε ισχύ το 1997 ως μια Σύμβαση των κρατών – μελών της γεωγραφικής «περιοχής» της Ευρώπης/Βόρειας Αμερικής της UNESCO, με σκοπό να διευκολύνει την κινητικότητα των πολιτών μεταξύ κρατών για συνέχιση των σπουδών τους μέσω της αναγνώρισης των ακαδημαϊκών προσόντων και της βελτίωσης παροχής πληροφόρησης για τα εκπαιδευτικά συστήματα των κρατών μελών. 46 από τις 47 χώρες μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης έχουν κυρώσει τη Σύμβαση, ενώ η χώρα μας ήταν η μόνη χώρα του Συμβουλίου της Ευρώπης που δεν είχε κυρώσει τη σύμβαση.
Τι προβλέπει η Σύμβαση
Σκοπός της Σύμβασης είναι να διασφαλίσει ότι οι κάτοχοι ακαδημαϊκών προσόντων από ένα κράτος μέλος έχουν το δικαίωμα της αναγνώρισης αυτών των προσόντων σε άλλο κράτος μέλος. Βασικές πρόνοιες της Σύμβασης της Λισαβόνας για την Αναγνώριση είναι:
- Οι κάτοχοι ακαδημαϊκών προσόντων που αποκτήθηκαν σε ένα κράτος μέλος θα έχουν επαρκή πρόσβαση για την αξιολόγηση αυτών των προσόντων σε κάθε άλλο κράτος μέλος.
- Για τον σκοπό αυτό δεν θα υπάρχει καμία διάκριση των ενδιαφερομένων με βάση το φύλο, τη φυλή, το χρώμα, την αναπηρία, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πολιτικές απόψεις, την εθνική, εθνοτική ή κοινωνική προέλευση.
- Η ευθύνη της απόδειξης ότι ένας ενδιαφερόμενος δεν πληροί τις σχετικές προϋποθέσεις βαρύνει το μέρος που δέχεται την αίτηση προς αξιολόγηση.
- Κάθε χώρα θα αναγνωρίζει προσόντα, είτε πρόκειται για πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, είτε για περιόδους σπουδών, είτε για συνέχιση σπουδών προς απόκτηση μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου, ως αντίστοιχα των προσόντων στο δικό της εκπαιδευτικό σύστημα, εκτός αν μπορεί να αποδείξει ότι υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές ανάμεσα στα δικά της προσόντα και στα προσόντα όσων αιτούνται αναγνώρισης.
- Η αναγνώριση προσόντων ανώτατης εκπαίδευσης που έχουν αποκτηθεί σε ένα κράτος μέλος θα έχει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες συνέπειες:
Α) Πρόσβαση σε περαιτέρω σπουδές ανώτατης εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένων των διδακτορικών σπουδών, με τις ίδιες απαιτήσεις που ισχύουν για υποψήφιους του κράτους μέλους στην οποία ζητείται η αναγνώριση.
Β) Χρήση ακαδημαϊκών τίτλων που υπόκεινται σε νόμους και κανόνες του κράτους μέλους στην οποία ζητείται η αναγνώριση.
Γ) Διευκόλυνση στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας.
Τι έχει ήδη νομοθετηθεί
Με τον νόμο 3328/2005 και τον νόμο 4957/2022, η Ελλάδα ενσωμάτωσε στην εσωτερική έννομη τάξη μεγάλος μέρος των προβλέψεων που αφορούν στη Σύμβαση της Λισαβόνας. Ο τελευταίος νόμος 5094/2024 για την τριτοβάθμια εκπαίδευση προσφέρει πλήρες και συμπαγές πλαίσιο για την περαιτέρω διεθνοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας. Με βάση τον νόμο αυτόν και τη Σύμβαση της Λισαβόνας, τόσο τα δημόσια πανεπιστήμια όσο και τα μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων θα αποτελέσουν χώρους συνέχισης σπουδών για φοιτητές από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Το βασικότερο όφελος από την προσχώρηση και επικύρωση της Σύμβασης είναι ότι η Ελλάδα (δηλαδή, οι απόφοιτοι των ελληνικών ΑΕΙ που θέλουν να συνεχίσουν σπουδές σε οποιαδήποτε χώρα της Σύμβασης της Λισαβόνας) θα μπορέσει να συμμετάσχει στη διαδικασία της «αυτόματης αναγνώρισης» που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τη σύσταση (recommendation) που εγκρίθηκε τον Νοέμβριο του 2018. Επιπλέον οφέλη από την κύρωση της Σύμβασης είναι η προώθηση του δικαιώματος στην εκπαίδευση και, ιδιαίτερα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση η οποία αποτελεί ένα εξαιρετικά πλούσιο πολιτιστικό και επιστημονικό αγαθό τόσο για τα άτομα όσο και για την κοινωνία, η αυξημένη παραγωγή και διακίνηση γνώσης, η βελτίωση της θέσης της Ελλάδα ανάμεσα στους κύριους προορισμούς για τους διεθνώς μετακινούμενους φοιτητές με πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά οφέλη, η περαιτέρω διεθνοποίηση των πανεπιστημίων, αλλά και η επέκταση της διεθνούς συνεργασίας σε ευρύ φάσμα θεμάτων σχετικών με την ενδυνάμωση της ακαδημαϊκής και επαγγελματικής κινητικότητας.