Με το άρθρο 4 της υπ’ αριθμ. 6/28.02.2012 Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου στο πλαίσιο άσκησης αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής, θεσπίστηκε ως μνημονιακή ρύθμιση η υποχρέωση αναστολής διατάξεων, οι οποίες προβλέπουν αυξήσεις αποδοχών, με μόνη προϋπόθεση την πάροδο ορισμένου χρόνου εργασίας, από τις 14.02.2012 και μέχρι να διαμορφωθεί το ποσοστό ανεργίας της χώρας κάτω του 10%.
Με το άρθρο 33 του ν. 5053/ 2023 ορίστηκε ότι από 01.01.2024 αίρεται η αναστολή της ισχύος διατάξεων νόμων, κανονιστικών πράξεων, συλλογικών συμβάσεων ή διαιτητικών αποφάσεων, οι οποίες προβλέπουν αυξήσεις αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων περί υπηρεσιακών ωριμάνσεων, με μόνη προϋπόθεση την πάροδο συγκεκριμένου χρόνου εργασίας. Ωστόσο, με την δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου διευκρινίστηκε ότι το χρονικό διάστημα 14.02.2012 έως 31.12.2023 δεν υπολογίζεται αναδρομικά για την θεμελίωση δικαιώματος προσαύξησης μισθού λόγω προϋπηρεσίας, με αποτέλεσμα να μένουν «στο ψυγείο» άτομα που προσλήφθηκαν για πρώτη φορά σε οποιονδήποτε εργοδότη μετά τις 14.02.2012. Ο χρόνος υπολογισμού προσαύξησης μισθού λόγω τριετίας για αυτούς τους εργαζόμενους αρχίζει την 01.01.2024 και συμπληρώνεται την 01.01.2027 οπότε και θα λάβουν αύξηση μισθού για την πρώτη συμπληρωμένη τριετία.
Αντιθέτως, η προϋπηρεσία κάθε εργαζομένου, που είχε προσληφθεί πριν από τη 14.02.2012, όπως η προϋπηρεσία αυτή είχε διαμορφωθεί τη 14.02.2012 οπότε και ανεστάλη η συμπλήρωσή της, συνεχίζει να συμπληρώνεται μετά από την 01.01.2024. Μάλιστα, είναι αξιοσημείωτο ότι ως προϋπηρεσία λογίζεται κάθε χρόνος απασχόλησης του εργαζομένου που έχει διανυθεί σε οποιονδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε ειδικότητα τόσο πριν τις 14.02.2012 όσο και μετά τις 01.01.2024. Παρότι η καταβολή προσαυξήσεων λόγω τριετιών είναι υποχρεωτική, το βάρος απόδειξης των σχετικών προϋποθέσεων του Νόμου το φέρει ο εργαζόμενος. Πιο συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμόν 634/2022 απόφαση του Αρείου Πάγου, ο εργαζόμενος οφείλει να προσκομίσει όλα εκείνα τα αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία θα μπορέσει ο εργοδότης να εξακριβώσει τα χρόνια προϋπηρεσίας του, εκτός αν ο τελευταίος ήδη γνωρίζει με ασφαλή τρόπο την προϋπηρεσία του. Κ
ατ’ επέκτασιν, η θεμελίωση της αξίωσης για καταβολή επιδόματος προϋπηρεσίας εκκινεί από την ημερομηνία που ο εργαζόμενος γνωστοποιεί στον εργοδότη την προϋπηρεσία του. Παρότι δεν υφίσταται ενιαία ρύθμιση για τον τρόπο απόδειξης της προϋπηρεσίας, αυτή αποδεικνύεται τόσο με κατάλληλα πιστοποιητικά που χορηγούν οι εργοδότες, όσο και με κάθε άλλο πρόσφορο αποδεικτικό μέσο, όπως ασφαλιστικά βιβλιάρια, μισθοδοτικές καταστάσεις κλπ. Αναφορικά με το ποσοστό προσαύξησης του κατώτατου μισθού, τα ποσοστά έχουν ως εξής:
α. Για τους υπαλλήλους με εξαρτημένη σχέση εργασίας, σε ποσοστό 10% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως τρεις τριετίες και συνολικά σε ποσοστό 30% για προϋπηρεσία εννέα ετών και άνω.
β. Για τους εργατοτεχνίτες, με εξαρτημένη σχέση εργασίας σε ποσοστό 5% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως έξι τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία δεκαοκτώ ετών και άνω.
Ωστόσο, η παράγραφος 4 του ν. 5053/2023 αναφέρει ότι αν οι καταβαλλόμενες τακτικές αποδοχές είναι υπέρτερες των νόμιμων αποδοχών, όπως αυτές προκύπτουν από τον υπολογισμό τριετιών με βάση την αποδεδειγμένη προϋπηρεσία του εργαζομένου, συμψηφίζονται ολικά ή μερικώς με τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ καταβαλλόμενων και νόμιμων αποδοχών. Με αυτήν την διάταξη εισάγεται εξαίρεση στον κανόνα του συμβατικού συμψηφισμού των νόμιμων αποδοχών με τις ανώτερες καταβαλλόμενες, καθώς ο προαναφερόμενος συμψηφισμός προσαυξήσεων λόγω τριετιών γίνεται αυτοδικαίως από τον Νόμο δίχως να απαιτείται ορισμένη συμβατική πρόβλεψη. Τέλος, παρότι ο Νόμος εισάγει επιφύλαξη να μην ανανεωθούν οι προαναφερόμενες διατάξεις αν το ποσοστό ανεργίας την 01.01.2027 δεν είναι χαμηλότερο του 10%, είναι βέβαιο ότι η αναβίωση ισχύος των διατάξεων που αφορούν αυξήσεις βάσει προϋπηρεσίας θα ανακουφίσει άμεσα χιλιάδες χαμηλόμισθους μισθωτούς με πολλά έτη εμπειρίας και μακροπρόθεσμα ακόμα περισσότερους μισθωτούς που προσλήφθηκαν από τις 14.02.2012 και εντεύθεν.