Η κοινωνία έχει ανάγκη την ύπαρξη του θεσμού της παραγραφής των αξιώσεων κάθε είδους, οι οποίες δεν μπορούν εσαεί να παραμένουν ενεργές ως δαμόκλειος σπάθη.

Σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας 1833/2021 κρίθηκε αντισυνταγματική η γενική παραγραφή των 20 ετών για τις μη καταβληθείσες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης. Η κρίση του δικαστηρίου κινείται γύρω από το κεντρικό σκεπτικό περί ανάγκης ασφάλειας του δικαίου, μέσω της καθιέρωσης του εύλογου χρόνου της παραγραφής αξιώσεων καταβολής ασφαλιστικών εισφορών. Ο γενικός κανόνας της 20ετούς παραγραφής, όπως οριζόταν στον ν. 4387/2016, όντας αντισυνταγματικός, κρίνεται ως εύλογη η 10ετής παραγραφή.

Ο θεσμός της παραγραφής, θεσμός δημόσιας τάξης, ανέκαθεν αποσκοπούσε στη διασφάλιση του Κράτους Δικαίου, όπως αυτό εκφράζεται μέσω της αρχής της ασφάλειας δικαίου. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο στη σκέψη 4 κρίνει ότι η αρχή της ασφάλειας του δικαίου ως θεμέλιο του κράτους δικαίου, η οποία στηρίζεται ιδίως στα άρθρα 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1 εδ. α΄ του Συντάγματος, ιδιαίτερη εκδήλωση της αρχής αυτής αποτελεί και η προστατευόμενη εμπιστοσύνη του διοικουμένου. Στο πλαίσιο της καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών υφίσταται η απαίτηση πρόβλεψης προθεσμίας παραγραφής, η οποία πρέπει να ορίζεται εκ των προτέρων.

Tο Δικαστήριο κρίνει ότι η προθεσμία της παραγραφής των αξιώσεων των ασφαλιστικών φορέων, πλέον του ΕΦΚΑ ως διάδοχου φορέα όλων των, σε περίπτωση υπερημερίας των ασφαλισμένων να καταβάλλουν τις εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ως όφειλαν, παραγράφεται ρητά. Η παραγραφή των 10 ετών χαρακτηρίστηκε ως εύλογη χρονικά. Ενώ υποστηρίχθηκε ότι η μεταρρύθμιση που θεσπίζει ο ν.4387/2016, μέσα από την ενοποίηση στην Ελλάδα των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, απαιτεί και ενιαίους κανόνες, οι οποίοι θα εφαρμόζονται για όλους τους ασφαλισμένους.

Το ίδιο και για την ισχύουσα παραγραφή της απαίτησης για καταβολή των ασφαλιστικών φορέων. Ο νομοθέτης αρχικώς είχε επιλέξει τη χρήση της γενικής παραγραφής των 20 ετών δεν συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας άρθρο 25παρ. 1 του Σ, ως ιδιαίτερα μακρά. Καθώς μεγαλώνει η αδυναμία με την πάροδο του χρόνου της απόδειξης της οφειλής και η διεκδίκηση αυτής.
Κατόπιν των ανωτέρω, η κρίση περί αντισυνταγματικότητας του γενικού κανόνα της παραγραφής των απαιτήσεων προς καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης στον e-ΕΦΚΑ, δημιουργεί κενό στη ρύθμιση, λόγω απουσίας προϋφιστάμενου δικαίου, που να ρυθμίζει ενιαία το ζήτημα. Το κενό αυτό κρίνεται ότι θα καλυφθεί μέσω της εφαρμογής της 10ετούς παραγραφής, ως χρόνος πλέον εύλογος των 20 ετών, αλλά και του χρόνου παραγραφής των 5 ετών, χρόνος που αν και υποστηρίχθηκε ότι θα αποτελούσε επιλογή, θεωρείται πολύ σύντομος και μη επαρκής για την προστασία των αξιώσεων, που τυχόν ανακύψουν.

Εν κατακλείδι, το βάρος της παραγραφής μπορεί να χαρακτηριστεί αμφοτεροβαρές, καθώς τόσο ο φορέας κοινωνικής ασφάλισης, θα επιδιώξει την καταβολή των εισφορών με στόχο τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς του αλλά και την εξασφάλιση της καταβολής των παροχών (σύνταξη, επιδόματα, κ.ά.). Άλλο τόσο και ο ασφαλισμένος θα φέρει το βάρος της έγκυρης και έγκαιρης καταβολής και ελέγχου αυτής, για την προστασία των δικαιωμάτων του και την ασφάλεια του ίδιου στο μέλλον. Η επιμέλεια και από τις δύο πλευρές ενδείκνυται και η επικινδυνότητα της δεκαετούς παραγραφής έγκειται στο ότι δεν παραγράφονται απλά οφειλές αλλά χρόνια ασφάλισης.