Όσοι καταφέρουν να ισορροπήσουν αναμεσά στο «working mentality» και το «mentality at work», θα είναι εκείνοι που θα καθορίσουν το μέλλον της εργασίας.
Η πολυπλοκότητα της φύσης του σύγχρονου εργασιακού περιβάλλοντος αποτυπώνεται εύγλωττα στον δημογραφικό πλουραλισμό των γενεών που βρίσκονται μέσα σε αυτό. Boomers, Gen X, Millennials και Gen Z συνθέτουν ένα ιδιαίτερο κράμα νοοτροπιών, καθώς τέσσερις γενιές, τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, μοιράζονται τις ίδιες συνθήκες εργασίας, κοινές καταστάσεις, αλλά και κοινούς εταιρικούς στόχους. Πού έγκειται, όμως, η διαφορά; Πώς περάσαμε από το «να βρω μια δουλίτσα να βολευτώ» στο «να βρω μια δουλειά που θα με κάνει να εξελιχθώ»;
Η αγορά εργασίας στην Ελλάδα έχει περάσει από πολλές φάσεις, επηρεαζόμενη από κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες. Οι Boomers και οι Millennials είναι οι πιο χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι του δίπολου «working mentality» και «mentality at work», καλύπτοντας πάνω από το 50% του ανθρώπινου δυναμικού. Οι Boomers, μεγαλωμένοι σε έναν μεταπολεμικό κόσμο, έβλεπαν το μέλλον με αισιοδοξία, επιδιώκοντας ασφάλεια και ευημερία. Για εκείνους, η εργασία ήταν υποχρέωση και σταθερή πορεία προς τη συνταξιοδότηση, με την επιτυχία να μετριέται σε χρόνια υπηρεσίας και αφοσίωση σε έναν εργοδότη.
Οι Millennials μεγάλωσαν σε έναν κόσμο αστάθειας, τεχνολογικής εξέλιξης και αυξανόμενων προσδοκιών. Η οικονομική κρίση και η παγκοσμιοποίηση τούς έδειξαν πως τίποτα δεν είναι δεδομένο. Σε αντίθεση με τους Boomers, προτεραιότητά τους είναι η εξέλιξη και η προσωπική ανάπτυξη-όχι η σταθερότητα. Το μοντέλο της «δια βίου απασχόλησης» μοιάζει παρωχημένο μπροστά στη νέα πραγματικότητα, όπου η απόκτηση δεξιοτήτων, η επαγγελματική κινητικότητα και η εργασιακή ευελιξία έχουν μεγαλύτερη αξία από τη μονιμότητα. Για εκείνους, η επιτυχία έγκειται στη συνεχή μάθηση και την προσαρμογή σε νέες ευκαιρίες. Αυτή η αλλαγή αποτυπώνεται ιδανικά στη φράση του Elbert Hubbard: «Work to become, not to acquire». Η εργασία δεν αποτελεί πλέον απλώς ένα μέσο εξασφάλισης, αλλά ένα εργαλείο προσωπικής μεταμόρφωσης.
Η σύγκρουση αυτών των νοοτροπιών διαμορφώνει νέες προκλήσεις στον εργασιακό χώρο. Οι Boomers θεωρούν τους Millennials ανυπόμονους, ενώ οι Millennials βλέπουν τους Boomers ως προσκολλημένους σε παρωχημένες αντιλήψεις. Στην πραγματικότητα, η αγορά απαιτεί ισορροπία μεταξύ εμπειρίας, σταθερότητας και διαρκούς προσαρμογής. Μέσα σε αυτό το τοπίο, η Generation X λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος. Παρότι γαλουχήθηκε με τη σταθερότητα των Boomers, ήταν η πρώτη γενιά που άρχισε να αμφισβητεί το μοντέλο της δια βίου απασχόλησης, διεκδικώντας καλύτερη ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής. Από την άλλη, η Generation Z, η πιο νεαρή γενιά που εισέρχεται τώρα στην αγορά εργασίας, έχει ήδη εισάγει μια νέα δυναμική. Οι Gen Zers είναι οι πρώτοι εργαζόμενοι που μεγάλωσαν αποκλειστικά μέσα στην ψηφιακή εποχή και βλέπουν την εργασία ως ένα ευέλικτο και ρευστό περιβάλλον, στο οποίο η επιχειρηματικότητα, η δημιουργικότητα και η πολυμορφία των εμπειριών είναι πιο σημαντικές από τη σταθερότητα μιας θέσης εργασίας.
Η μετάβαση από τη νοοτροπία της «βόλεψης» στη νοοτροπία της «εξέλιξης» δεν έγινε τυχαία. Η τεχνολογία, η παγκοσμιοποίηση και οι οικονομικές κρίσεις μετέβαλαν ριζικά την αγορά εργασίας. Οι νεότερες γενιές δεν εμπιστεύονται πια το παραδοσιακό μοντέλο εργασίας, που υπόσχεται σταθερότητα ως αντάλλαγμα για αφοσίωση, αλλά επιδιώκουν την επιτυχία μέσω συνεχούς εξέλιξης, εκπαίδευσης και νέων προοπτικών.
Η εργασία σήμερα δεν είναι μονοδιάστατη. Οι επιχειρήσεις που προσαρμόζονται στις γενεακές διαφορές είναι εκείνες που θα επιβιώσουν. Το ζητούμενο δεν είναι η επικράτηση ενός μοντέλου, αλλά η δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου η εμπειρία των Boomers, η ισορροπία της Generation X, η καινοτομία των Millennials και η ταχύτητα της Generation Z συνυπάρχουν παραγωγικά.